Το «πράσινο φως» για την κατασκευή του σταθμού Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης έδωσε το ΣτΕ.

Με τρεις αποφάσεις του, το ανώτατο Δικαστήριο εγκρίνει, με οριακή πλειοψηφία, τη λύση της απόσπασης κι επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων, ώστε να μπει ένα «στοπ» στη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα εκκρεμότητα του έργου. Μια εκκρεμότητα από την οποία κρίνεται και η τήρηση οποιουδήποτε χρονοδιαγράμματος που αφορά την ολοκλήρωση της βασικής γραμμής του Μετρό Θεσσαλονίκης.

Υπενθυμίζεται ότι οι τρεις προσφυγές, που είχαν κατατεθεί στο ΣτΕ κατά της υπουργικής απόφασης που επικύρωσε τη θετική γνωμοδότηση του ΚΑΣ για τη λύση της απόσπασης και επανατοποθέτησης, εξετάστηκαν στις 6 Νοεμβρίου 2020. Η γενική εικόνα άρχισε να ξεκαθαρίζει όταν έγινε γνωστό ότι το ΣτΕ άνοιξε τον δρόμο για την ολοκλήρωση του έργου, απορρίπτοντας τις τρεις αιτήσεις ακύρωσης, που είχαν καταθέσει επιστημονικοί και επαγγελματικοί φορείς, συλλόγους και μη κυβερνητικές οργανώσεις. Όμως όλοι ανέμεναν το σκεπτικό της απόφασης.

Ειδικότερα, το ΣτΕ, με τις αποφάσεις 991, 992, 993/2021, που δημοσιεύθηκαν σήμερα, εγκρίνει τη μελέτη κατασκευής του Σταθμού Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης με προσωρινή απόσπαση των αποκαλυφθεισών στον εν λόγω σταθμό αρχαιοτήτων, πριν από την έναρξη εργασιών κατασκευής του Σταθμού, και επανατοποθέτησή τους στην αυτή θέση, κατά ποσοστό 92%, μετά το πέρας των εν λόγω εργασιών.

Σύμφωνα με την περίληψη της απόφασης, η αιτιολόγηση συνοψίζεται στο ότι με τον τρόπο αυτόν  επιτυγχάνεται ο μέγιστος δυνατός συνδυασμός της προστασίας και ανάδειξης των αρχαιοτήτων με την ανάγκη έγκαιρης και ασφαλούς ολοκλήρωσης του προαναφερόμενου έργου υποδομής, χωρίς διακινδύνευση της ασφάλειας εργαζομένων και αρχαιοτήτων, καθώς και της επιβάρυνσης των εθνικών πόρων.

Η Ολομέλεια του ανωτάτου ακυρωτικού Δικαστηρίου ουσιαστικά απέρριψε τις αιτιάσεις περί παραβίασης της αρχής της αμεροληψίας λόγω κακής σύνθεσης του ΚΑΣ, παραβίασης του Συντάγματος και διατάξεων των διεθνών συμβάσεων για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και του αρχαιολογικού νόμου, περί της νομιμότητας της προβαλλόμενης απόφασης της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού για την επιλεγείσα λύση και της πληρότητας και επάρκειας της αιτιολογίας της, καθώς και περί παραβίασης της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

Όπως επισημαίνεται, δε, στην απόφαση, καθ’ ερμηνεία των άρθρων 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος, διεθνών διατάξεων, του αρχαιολογικού νόμου, καθώς και του ισχύοντος νόμου για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, «έχει κριθεί παγίως από το Δικαστήριο ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις μεγάλων τεχνικών έργων, τα οποία είναι απαραίτητα για την εθνική άμυνα της χώρας ή έχουν μείζονα σημασία για την εθνική οικονομία και ικανοποιούν ζωτικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, είναι δυνατό να επιτρέπονται επεμβάσεις σε μνημείο ή  μνημειακό σύνολο στο μέτρο που καθίστανται απολύτως αναγκαίες για τους παραπάνω σκοπούς, ύστερα από στάθμιση της αξίας του μνημείου ως στοιχείου της πολιτιστικής κληρονομιάς, της σοβαρότητας του επιδιωκόμενου σκοπού και της αναγκαιότητας να εκτελεστεί το έργο, εφόσον διαπιστωθεί, με βάση εμπεριστατωμένη έρευνα, ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, με την οποία θα ήταν δυνατό να αποτραπεί η βλάβη του μνημείου».

Όσον αφορά δε στην αιτιολόγηση της απόφασης του ΥΠΠΟΑ, όπως αναφέρεται, κατά την πλειοψηφία της Ολομέλειας του ΣτΕ, κρίθηκε ότι το ΚΑΣ εξέτασε ενδελεχώς και πλήρως τα στοιχεία που συνόδευαν το αίτημα της Αττικό Μετρό (τεύχος τεκμηρίωσης, συνημμένα σε αυτό έγγραφα, παραρτήματα κ.λπ.), καθώς και τα στοιχεία που προσκόμισαν οι ενδιαφερόμενοι ως προς τη διαδικασία που είχε προηγηθεί, προκειμένου να κρίνει αν υφίσταται ή όχι εφαρμόσιμη και ασφαλής  λύση για τη διατήρηση των αρχαιοτήτων κατά χώραν και συγχρόνως για την κατασκευή του  σταθμού. Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για τη λύση της insituδιατήρησης των αρχαιοτήτων που προέκρινε η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.

Συνάγεται δε, από τα στοιχεία που αναλύονται στο σκεπτικό της απόφασης, ότι «η γνωμοδότηση του ΚΑΣ, κατ’ακολουθίαν και η προσβαλλόμενη απόφαση, έλαβαν υπόψη προεχόντως την προστασία των αρχαιοτήτων και ειδικότερα την ανάγκη για την υλική προστασία του μνημείου που αποκαλύφθηκε στον σταθμό Βενιζέλου και έθεσαν τους αναγκαίους όρους για την προσωρινή μετακίνηση και τη διαφύλαξη, κατά το δυνατόν, της ακεραιότητας και αυθεντικότητας του μνημείου με την επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων και τη μόνιμη διατήρησή τους στη θέση στην οποία αποκαλύφθηκαν, σε συνδυασμό με την ανάγκη για την ολοκλήρωση έργου μείζονος σημασίας, υπό τη μόνη εφικτή και ασφαλή λύση κατά τα στοιχεία του φακέλου και την αιτιολογημένη περί τούτου κρίση του ΚΑΣ».

Υπό τα δεδομένα αυτά, η προσβαλλόμενη απόφαση της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς,  σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος και των διεθνών συμβάσεων, οι οποίες επιτρέπουν, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως στην προκειμένη περίπτωση, την προσωρινή απόσπαση και την επανατοποθέτηση (με ρητό όρο της προσβαλλόμενης) του μνημείου  στη θέση στην οποία βρέθηκε. Και τούτο, «διότι η προσωρινή μετακίνηση του μνημείου κρίθηκε επιβεβλημένη,  προκειμένου να διασφαλιστεί  η ακεραιότητα και η προστασία του μνημείου και να αποτραπεί κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία κατά την εκτέλεση ή τη λειτουργία σημαντικού τεχνικού έργου, τα ανωτέρω δε ισχύουν, κατά μείζονα λόγο, όταν πρόκειται, όπως εν προκειμένω, για μνημείο ιδιαίτερης αρχαιολογικής αξίας καθώς και για έργο κοινής ωφέλειας (αστικός σιδηρόδρομος) που χρησιμοποιείται καθημερινά από χιλιάδες επιβάτες».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Κατασκευές