Την οικονομική απίσχναση και την κοινωνική αποδυνάμωση της μεσαίας τάξης στις Ηνωμένες Πολιτείες – κάτι που παρατηρείται και διεθνώς – αποκαλύπτει έρευνα για τις χορηγήσεις στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες.

Την ίδια ώρα οξύνεται το παράδοξο να αυξάνεται σε επίπεδα-ρεκόρ ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων στις ΗΠΑ, ενώ πάμπολλοι εργοδότες που δραστηριοποιούνται σε διάφορους επιχειρηματικούς κλάδους αντιμετωπίζουν όλο και μεγαλύτερες δυσκολίες για να προσλάβουν προσωπικό.

Το 48% των ενοικιαστών κατοικιών εκφράζει φόβους ότι δεν θα καταφέρει ποτέ να αποκτήσει το δικό του σπίτι, σύμφωνα με έρευνα της Lending Tree που δημοσιεύθηκε στις 31 Αυγούστου. Η ανησυχία, μάλιστα, αυτή είναι εντονότερη στους ενοικιαστές της γενιάς Χ και των «millennials», όσων δηλαδή είναι από 41 έως 55 ετών (στην πρώτη περίπτωση) και όσοι είναι από 25 έως 40 ετών (στη δεύτερη).

«Οσοι βρίσκονται στη μέση της επαγγελματικής καριέρας τους και ως εκ τούτου διάγουν τα πλέον αποδοτικά από πλευράς εισοδήματος χρόνια της ζωής τους, σκέπτονται ότι εφόσον μέχρι τώρα δεν έχουν αποκτήσει ιδιόκτητη στέγη πιθανότατα δεν θα το καταφέρουν στο υπόλοιπο του βίου τους. Μιλάμε κυρίως για όσους ανήκουν στη γενιά Χ, για όσους δηλαδή γεννήθηκαν από το 1965 έως το 1980», δήλωσε στο CNBC ο Τζέικομπ Τσάνελ, επικεφαλής οικονομικός αναλυτής της Lending Tree.

Ακριβά σπίτια, χαμηλές αποδοχές

Ο Τσάνελ διευκρίνισε ότι το εύρημα της έρευνας είναι σημαντικό από κοινωνικής και πολιτικής απόψεως, καθώς η ιδιοκατοίκηση θεωρείται ως ένα σημαντικό στοιχείο ευμάρειας για τη μέση οικογένεια. Σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center, η ιδιόκτητη κατοικία δημιουργεί όντως αίσθηση πλούτου και οικονομικής ασφάλειας στην αμερικανική μεσαία τάξη. Πολύ περισσότερο από όσο στις ανώτερες εισοδηματικά τάξεις, που στρέφονται κυρίως στην απόκτηση χρηματοοικονομικών αξιών, όπως είναι οι μετοχές και τα ομόλογα.

«Το αίσθημα απογοήτευσης των Αμερικανών στο θέμα της μελλοντικής ιδιοκατοίκησής τους έχει οξυνθεί τα τελευταία χρόνια, κυρίως κατά την περίοδο της πανδημίας που παρατηρείται μια εκτίναξη των τιμών των ακινήτων δίχως όμως να ακολουθούν με τον ίδιο ρυθμό και οι μισθοί των εργαζομένων», εξήγησε ο Τσάνελ της Lending Tree.

Στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) δείχνουν ότι οι Αμερικανοί πολίτες το πρώτο τρίμηνο του 2021 είχαν στην κατοχή τους ακίνητα συνολικής αξίας 34 τρισ. δολαρίων. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 23% της αξίας των περιουσιακών στοιχείων (ακίνητα, κινητές και άυλες αξίες) που έχουν συνολικά στην κατοχή τους τα αμερικανικά νοικοκυριά, τα οποία έχουν επίσης συνολικές υποχρεώσεις 11 τρισ. δολαρίων από στεγαστικά δάνεια που έχουν λάβει.

3,2 εκατ. μακροχρόνια άνεργοι

Εν τω μεταξύ, πρόσφατες έρευνες του Αμερικανικού Γραφείου Στατιστικών της Εργασίας και της εταιρείας συμβούλων Willis Towers Watson αναδεικνύουν μια παραδοξότητα που επίσης οξύνθηκε την περίοδο της πανδημικής κρίσης και αφορά τη δυσκολία που συναντούν οι αμερικανικές επιχειρήσεις για να βρουν εργαζομένους να προσλάβουν (κάτι που παρατηρείται και σε ευρωπαϊκές αγορές εργασίας) την ώρα που η μακροχρόνια ανεργία αυξάνεται στις ΗΠΑ.

Δεν θα πρέπει να βιαστεί κανείς να αποδώσει το φαινόμενο στα γενναιόδωρα οικονομικά βοηθήματα που άρχισαν να χορηγούν οι κυβερνήσεις στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη λόγω της πανδημίας, επιδόματα που θεωρητικά μπορούν να λειτουργήσουν ως αντικίνητρα για εργασία. Διότι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περισσότεροι από ένας στους τρεις Αμερικανούς ανέργους τον Αύγουστο ήταν μακροχρόνια άνεργος, κάτι που σημαίνει ότι είχε πάψει ή θα έπαυε σύντομα να λαμβάνει επίδομα. Μιλάμε για περίπου 3,2 εκατομμύρια ανθρώπους ή το 37,4% του συνόλου των ανέργων στις ΗΠΑ.

Είναι αλήθεια ότι το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων υποχώρησε από το Μάρτιο του 2021 που είχε φθάσει στο 43,4% του συνόλου των ευρισκομένων εκτός αγοράς εργασίας. Αλλά για το μήνα Αύγουστο, που λόγω καιρικών συνθηκών η απασχόληση είναι πολύ πιο εύκολη υπόθεση, το επίπεδο των μακροχρόνια ανέργων βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα στις ΗΠΑ. Μόνο κατά την περίοδο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και της ύφεσης που ακολούθησε και βεβαίως κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν καταγραφεί υψηλότερα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας στις ΗΠΑ (ρεκόρ 45,5% τον Απρίλιο του 2010).

Είναι επίσης γεγονός ότι οι μακροχρόνια άνεργοι (όσοι δηλαδή είναι άνεργοι επί τουλάχιστον έξι μήνες, σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Εργασίας) αντιμετωπίζουν για λόγους τυπικούς και αντικειμενικούς μεγαλύτερες δυσκολίες για να βρουν απασχόληση. Όμως θα περίμενε κανείς οι δυσκολίες αυτές να αντισταθμίζονται και να ξεπερνιούνται όταν υπάρχει τόσο μεγάλη προσφορά εργασίας, όπως καταγράφεται σε έκθεση της Willis Towers Watson. Διότι σύμφωνα με την έκθεση, όλο και περισσότερες επιχειρήσεις δυσκολεύονται να προσλάβουν εργαζομένους και επίσης να τους… κρατήσουν για να μην τους φύγουν!

Ψάχνουν υπαλλήλους με το τουφέκι

Στην έρευνα που διενήργησε σε 380 εργοδότες τον Αύγουστο η Willis Towers Watson διαπίστωσε ότι το 73% εξ αυτών δυσκολεύεται να προσελκύσει εργαζομένους, ενώ το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς – περίοδος lockdown, περιορισμών και εγκλεισμών λόγω πανδημίας – το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 56%. Επίσης, το 61% των Αμερικανών εργοδοτών δηλώνει ότι δυσκολεύεται να «συγκρατήσει» τους εργαζομένους που προσλαμβάνει. Και το 70% εξ αυτών προβλέπει ότι τα προβλήματα εξεύρεσης εργατικού δυναμικού θα συνεχιστούν και το 2022.

«Οι εργοδότες βρίσκονται εν μέσω ενός κλιμακούμενου πολέμου εξεύρεσης ταλέντων, που δεν πρόκειται να λήξει σύντομα. Η δυσκολία για να βρει κανείς υπαλλήλους και να τους κρατήσει έχει επεκταθεί από μεμονωμένες επιχειρήσεις, στις οποίες παρατηρείτο, και δεν αφορά μόνο εργαζομένους με υψηλή επαγγελματική κατάρτιση», σημειώνει σε σημείωμά της η Άντριεν Όλτμαν της Willis Towers.

Οι κλάδοι στους οποίους οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται περισσότερο να βρουν ανθρώπους για να προσλάβουν είναι εκείνοι των μεταφορών (υπάρχει τεράστια έλλειψη οδηγών στις ΗΠΑ), της εστίασης και της φιλοξενίας. Επίσης οι προσδοκίες όσων έχουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο και εξειδικευμένες επαγγελματικές δεξιότητες για υψηλές αποδοχές δημιουργούν ανάλογα ζητήματα έλλειψης προσωπικού σε εταιρείες υψηλής τεχνολογίας.

Ζητούμενο η ποιοτική απασχόληση

Για να προσελκύσουν εργαζομένους οι εργοδότες δηλώνουν σε ποσοστό 30% ότι σκέπτονται να προσφέρουν υψηλότερες αμοιβές το 2022. Συγκεκριμένα, το 43% αυξάνουν τον πρώτο μισθό πρόσληψης, ενώ σε ποσοστό 36% προσφέρουν καλύτερους όρους ασφάλισης και υγειονομικής περίθαλψης, ενώ δίνουν και διάφορα μπόνους. Επίσης σε ποσοστό 33% δηλώνουν ότι προσφέρουν ευελιξία για την επιλογή του χώρου απασχόλησης, δίνοντας δηλαδή τη δυνατότητα τηλεργασίας όταν αυτό είναι εφικτό από τη φύση της εργασίας.

«Αν οι εργοδότες επιδεικνύουν σοβαρότητα όταν προσλαμβάνουν εργαζομένους και δεν θέλουν απλώς να καλύψουν με το μικρότερο δυνατόν κόστος και τις λιγότερες δεσμεύσεις τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησής τους, τότε το πρόβλημα θα λυθεί αυτομάτως», σημειώνει η Λέσλι Τζένινγκς, διευθύντρια του τμήματος διαχείρισης ταλέντων της Willis Towers. Έτσι πιθανότατα θα ενισχυθεί και η εμπιστοσύνη της μεσαίας τάξης στις ΗΠΑ και παγκοσμίως για το μέλλον.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή