Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια σημαντικά και με σταθερό ρυθμό προκειμένου να φθάσουν σε ένα επίπεδο που θα λειτουργούν περιοριστικά στον πληθωρισμό και θα τον φέρουν στον στόχο του 2%. Αυτό αναφέρει η ΕΚΤ στην ανακοίνωσή της μετά το πέρας της σημερινής συνεδρίασης στη διάρκεια της οποίας οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αύξησαν τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης.

Διαβάστε επίσης – ΕΚΤ: Αύξησε τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης

Αυτό επανέλαβε και η επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ κατά την εισαγωγική της τοποθέτηση στην καθιερωμένη συνέντευξη τύπου που ακολουθεί μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης της ΕΚΤ, αυτό ξεκαθάρισε και σε ερώτηση που δέχθηκε. Η ερώτηση αφορούσε αν οι επόμενες επιτοκιακές αυξήσεις θα είναι μεγαλύτερες, ίσες ή μικρότερες από τη σημερινή αύξηση της τάξεως των 50 μονάδων βάσεως.

«Αν διαβάσετε προσεκτικά την ανακοίνωση για τη νομισματική μας πολιτική, θα βρείτε ένα από τα κύριας σημασίας σημεία σε αυτή. Στην ανακοίνωση τονίζουμε ότι θα αυξάνουμε τα επιτόκια σημαντικά με σταθερό ρυθμό έως ότου φθάσου στα επίπεδα εκείνα που θα λειτουργούν περιοριστικά για τον πληθωρισμό. Το σημαντικά και ο σταθερός ρυθμός μετά τη σημερινή αύξηση των 50 μονάδων βάσης, νομίζω υποδεικνύει τι εύρους θα είναι οι επόμενες αυξήσεις. Θα συνεχίσουμε με αυξήσεις κατά 50 μονάδες βάσης για ένα χρονικό διάστημα έως φθάσουμε στο σημείο που επιθυμούμε». Με αυτή την απάντηση η Κριστίν Λαγκάρντ θέλησε να αποσαφηνίσει πώς θα κινηθεί η ΕΚΤ το επόμενο διάστημα.

Σε μια συνεδρίαση στην οποία οριοθετήθηκε η έναρξη της ποσοτικής σύσφιγξης, καθώς από τον ερχόμενο Μάρτιο η ΕΚΤ θα επανεπενδύει ομόλογα που έχει στο χαρτοφυλάκιό της και ωριμάζουν αξίας 15 δισ. ευρώ κάθε μήνα.

Στοχευμένα δημοσιονομικά μέτρα

Στην αναφορά της αναφορικά με την οικονομία της Ευρωζώνης και τα μέτρα στήριξή της, η Κριστίν Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι αυτά θα πρέπει να είναι προσωρινά, στοχευμένα και θα πρέπει να συνεχίσουν να υφίστανται τα κίνητρα  κατανάλωση λιγότερης ενέργειας. Αν τα μέτρα δεν κινηθούν σε αυτό το πλαίσιο είναι πιθανό να επιδεινώσουν τις πληθωριστικές πιέσεις, γεγονός που θα απαιτήσει μια πιο δυναμική νομισματική πολιτική.

«Οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να προσανατολίζονται στο να καταστήσουν την οικονομία μας πιο παραγωγική και να μειώσουν σταδιακά το υψηλό δημόσιο χρέος. Οι πολιτικές για την ενίσχυση του εφοδιασμού της Ευρωζώνης, ιδίως στον κλάδο της ενέργειας, μπορούν να συμβάλουν στη εξασθένιση στις τιμές μεσοπρόθεσμα. Για το σκοπό αυτό, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εφαρμόσουν ταχέως τα επενδυτικά και διαρθρωτικά τους σχέδια στο πλαίσιο του προγράμματος της Ε.Ε. Next Generation. Η μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της Ε.Ε. θα πρέπει να ολοκληρωθεί γρήγορα», όπως τόνισε.

Οι κίνδυνοι

Σύμφωνα με την επικεφαλής της ΕΚΤ, «οι κίνδυνοι για τις προοπτικές της οικονομικής ανάπτυξης είναι καθοδικοί, ειδικά βραχυπρόθεσμα. Ο πόλεμος κατά της Ουκρανίας παραμένει ένας σημαντικός κίνδυνος για την οικονομία. Το κόστος της ενέργειας και των τροφίμων θα μπορούσε επίσης να παραμείνει σταθερά υψηλότερο από το αναμενόμενο. Θα μπορούσε να υπάρξει πρόσθετη επιβράδυνση στην ανάπτυξη Ευρωζώνη, εάν η παγκόσμια οικονομία υποχωρήσει πιο έντονα από ότι αναμένουμε».

Η σημερινή συνεδρίαση

Μετά από δύο διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίωνκατά 75 μονάδες βάσης, η ΕΚΤ επιβράδυνε τον ρυθμό αύξησής τους, ανακοινώνοντας μετά το πέρας της σημερινής συνεδρίασης (τελευταίας για το 2022) αύξηση της τάξεως των 50 μονάδων βάσεως. Η ΕΚΤ έτσι αφενός ακολούθησε το χθεσινό παράδειγμα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ η οποία ανακοίνωσε επίσης επιτοκιακή αύξηση 0,50% διαμορφώνοντας το βασικό της επιτόκιο στο εύρος του 4,25%-4,50%, αφετέρου δεν επιφύλασσε κάποια έκπληξη, καθώς οι χρηματαγορές είχαν προεξοφλήσει το εύρος που ανακοινώθηκε σήμερα. Παράλληλα σηματοδότησε την έναρξη της ποσοτικής σύσφιγξης καθώς από τον ερχόμενο Μάρτιο η ΕΚΤ θα συρρικνώνει τον ισολογισμό της κατά 15 δισ. ευρώ μηνιαίως.

Έτσι μετά τη σημερινή απόφαση, το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων διαμορφώνεται στο 2% από 1,50%, αυτό των πράξεων κύριας χρηματοδότησης στο 2,50% και της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 2,75%. Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση, η ΕΚΤ θα προχωρήσει με περαιτέρω αυξήσεις καθώς αναθεωρούνται ανοδικά οι προοπτικές για τον πληθωρισμό. «Ειδικότερα, το Διοικητικό Συμβούλιο κρίνει ότι τα επιτόκια θα πρέπει να αυξηθούν σημαντικά με σταθερό ρυθμό για να φτάσουν σε επίπεδα που είναι αρκετά περιοριστικά ώστε να διασφαλιστεί η έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στο μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%», αναφέρει η ανακοίνωση. Πλέον η ΕΚΤ αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει υψηλότερα του στόχου της στο 2%, καθώς πλέον αναμένει ότι φέτος θα κλείσει στο 8,4%, το 2023 στο 6,3%, το 2024 στο 3,4% και ένα χρόνο αργότερα το 2025 στο 2,3%.

Τα ομόλογα και η έναρξη της ποσοτικής σύσφιγξης

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κατέληξαν και στον οριστικό ρυθμό συρρίκνωσης των επανεπενδύσεων των ομολόγων τα οποία διακρατεί η ΕΚΤ και φθάνουν στη λήξη τους, ενώ αποκάλυψαν και το χρονοδιάγραμμα με το οποίο θα αρχίσει η ποσοτική σύσφιγξη. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, έως τα τέλη του ερχόμενου Φεβρουαρίου η ΕΚΤ θα επανεπενδύει τα ομόλογα που έχουν αγορασθεί στο πλαίσιο του προγράμματος ΑΡΡ. Στη συνέχεια ο ρυθμός των επανεπενδύσεων θα μειωθεί «καθώς το Ευρωσύστημα δεν θα επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση των τίτλων που ωριμάζουν. Η μείωση θα διαμορφωθεί σε 15 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του β΄ τριμήνου του 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου».

Η οικονομία της Ευρωζώνης και η ύφεση

Απότομη επβράδυνση αναμένουν οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ ότι θα σημειώσει η οικονομία της Ευρωζώνης το 2023, καθώς από το φετινό 3,4% θα τρέξει με ρυθμό μόλις 0,5% του χρόνου. Η ΕΚΤ προειδοποιεί για συρρίκνωση της οικονομίας το τρίμηνο που διανύουμε και το α΄ τρίμηνο του 2023, ωστόσο όπως επισημαίνεται θα είναι ήπια και μικρής διάρκειας.

«Η οικονομία της ζώνης του ευρώ μπορεί να συρρικνωθεί το τρέχον τρίμηνο και το επόμενο τρίμηνο, λόγω της ενεργειακής κρίσης, της υψηλής αβεβαιότητας, της εξασθένησης της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας και των αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος, η ύφεση θα είναι σχετικά βραχύβια και ήπια. Ωστόσο, η ανάπτυξη αναμένεται να είναι υποτονική το επόμενο έτος και έχει αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα κάτω σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις. Πέραν του βραχυπρόθεσμου ορίζοντα, η ανάπτυξη αναμένεται, βάσει των προβλέψεων, να ανακάμψει καθώς οι τρέχοντες αντίρροποι παράγοντες θα εξασθενούν. Συνολικά, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος, η οικονομία θα αναπτυχθεί πλέον με ρυθμό 3,4% το 2022, 0,5% το 2023, 1,9% το 2024 και 1,8% το 2025», αναφέρει η ανακοίνωση.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή