Η κυβέρνηση έχει ήδη εισέλθει στο όγδοο και τελευταίο εξάμηνο της κατά το σύνταγμα τετραετούς θητείας της. Το γεγονός αυτό καθ’ εαυτό συνιστά ένα θεσμικό επίτευγμα και αποτελεί μίαν επιβεβαίωση της συνέπειας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.  Ο σημερινός πρωθυπουργός, από την αρχή της θητείας του, είχε δηλώσει ότι θα βαδίσει προς αυτή την κατεύθυνση και δεν την άλλαξε παρά τις αντίθετες εισηγήσεις και προβλέψεις φίλων και αντιπάλων, εκ των οποίων οι μεν συνιστούσαν επίσπευση εν όψει των ευνοϊκών δημοσκοπικών δεδομένων, οι δε προέβλεπαν ότι θα θελήσει να ‘’αποδράσει’’ λόγω των πολλαπλών, απρόβλεπτων κρίσεων και της – κατ’ αυτούς – κυβερνητικής αδυναμίας να ανταπεξέλθει σε αυτές.Αδυναμία περισσότερο θεωρητική παρά πρακτική αν κρίνουμε από τις εξελίξεις που διαμορφώνουν την πραγματικότητα.

Πράγματι η χώρα αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα, τα οποία χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει έκτακτα, κατά κάποιο τρόπο, προβλήματα εξωγενούς φύσεως : αύξηση της επιθετικότητας της Τουρκίας, πανδημία Covid -19-, εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία και παγκόσμια ενεργειακή κρίση,διεθνής άνοδος του πληθωρισμού με παράλληλη χρηματοπιστωτική αβεβαιότητα. Τα προβλήματα αυτά αντιμετωπίσθηκαν με επάρκεια μάλλον πρωτόγνωρη για τα συνήθη δεδομένα του αναποτελεσματικού ελληνικού κράτους, το οποίο πάντως από τεχνολογικής πλευράς μεταμορφώνεται.

Με voucher, ελέγχους, πρόστιμα απαντά το Μαξίμου στα… ράφια της ακρίβειας

Η δεύτερη κατηγορία αφορά σε προβλήματα εγγενή και μόνιμα που μαστίζουν την λειτουργία του κράτους και του πολιτικού μας συστήματος γενικότερα. Μεγάλο μέγεθος και συντεχνιακή διάρθρωση της κρατικής μηχανής, εξοργιστική βραδύτητα στην απονομή δικαιοσύνης, ύψος δημόσιου χρέους, χαμηλή σε γενικές γραμμές (με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις) ποιότητα του πολιτικού προσωπικού. Σε κάποια από τα προβλήματα αυτά υπήρξε πρόοδος, με κυριότερο παράδειγμα τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους. Στα περισσότερα, ατυχώς, η κατάσταση παραμένει η ίδια. «Ως παράδειγμα, ας αναλογισθούμε ποια βελτίωση θα είχε επέλθει εάν ο αριθμός των βουλευτών μειωνόταν από 300 σε 200 ; Πόσον ευκολότερη θα ήταν η ανεύρεση κατάλληλων υποψηφίων, είδους, ως γνωστόν, ουσιώδους εν ανεπαρκεία ; Πόσο θα περιοριζόταν η επίπτωση του ‘’πολιτικού κόστους’’ με κατάργηση της σταυροδοσίας κατόπιν της καθιέρωσης ενός πολιτικού συστήματος με μονοεδρικές περιφέρειες κατά τα 2/3 και αναλογικής εκλογής βάσει κομματικής λίστας κατά το 1/3 ;»,τονίζει ο οικονομολόγος Κ.Χριστίδης.

Η κυβέρνηση όφειλε να είχε προετοιμάσει την κοινή γνώμη για βαθύτερες, εμβληματικές μεταρρυθμίσεις. Καλή, π.χ. η μείωση των συντελεστών ορισμένων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, πλην ευκόλως αναστρέψιμη από μία μελλοντική κυβέρνηση με φορομπηχτική διάθεση. Θα ήταν αναγκαία, εν προκειμένω, μία συνταγματική μεταρρύθμιση με επιβολή δημοσιονομικών περιορισμών και υποχρέωση κατάθεσης ισοσκελισμένων προυπολογισμών (μετά από μία ολιγοετή μεταβατική περίοδο).

Παρά τις παρατηρήσεις αυτές, η επιλογή στις επικείμενες εκλογές θα πρέπει να είναι εύκολη, όσον ίσως ποτέ άλλοτε. Από την μία πλευρά υπάρχει ο σημερινός πρωθυπουργός με αποδεδειγμένη ικανότητα διαχείρισης κρίσεων, γνώση του τρόπου λειτουργίας της οικονομίας και των διεθνών σχέσεων, αξιοσημείωτη συμβολή (λαμβανομένου υπόψη του μεγέθους της χώρας μας) στη λήψη σημαντικών αποφάσεων από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σύσταση Ταμείου Ανάκαμψης, καθιέρωση πιστοποιητικού εμβολιασμού κ.α.)και ισχυρές διεθνείς αμυντικές συμφωνίες. Από την άλλη, ο τέως πρωθυπουργός επικαλούμενος ως ελαφρυντικό για κρίσιμα λάθη τις … αυταπάτες του. Περιθώρια για αχρείαστους πειραματισμούς δεν υπάρχουν.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion