Ο οικονομολόγος Χάιμαν Μίνσκι πίστευε ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα ήταν επιρρεπές στην αστάθεια: οι ήρεμες συνθήκες δίνουν αναπόφευκτα τη θέση τους στην κερδοσκοπική υπερβολή. Παρατήρησε ότι οι μακροχρόνια ανοδικές αγορές ενθάρρυνε τον εφησυχασμό έναντι του κινδύνου.

Πρόσφατα, οι αναλυτές διερωτήθηκαν κατά πόσον τα ιδιωτικά κεφάλαια (private equity), στα οποία είναι εμφανείς ορισμένες από τις μεγαλύτερες υπερβολές, θα συναντούσε σύντομα τη λεγόμενη «στιγμή Μίνσκι» -το σημείο κατά το οποίο η υπερβολή θα κατέρρεε. Όπως επισημαίνουν σε άρθρο τους οι Financial Times ακόμη δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο, μήπως όμως πρόκειται για την επόμενη φούσκα που θα σκάσει στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Αγορές: Τα funds με τις χειρότερες επιδόσεις του 2023 προσελκύουν τεράστια ποσά μετρητών

Η υπόθεση του Μίνσκι θα μπορούσε να εξελιχθεί διαφορετικά στις λιγότερο διαφανείς αγορές των ιδιωτικών κεφαλαίων, οι οποίες επενδύουν σε μετοχές, πιστώσεις, ακίνητα και άλλα εναλλακτικά περιουσιακά στοιχεία που δεν διαπραγματεύονται δημοσίως. Ο κλάδος έχει γνωρίσει άνθηση μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και ενισχύθηκε περισσότερο όταν οι ρυθμιστικές μεταρρυθμίσεις μετά το 2008 ανάγκασαν τις τράπεζες να τραβηχτούν από τις πιο επικίνδυνες χορηγήσεις.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία έχουν περίπου πενταπλασιαστεί μετά την κρίση και έχουν ξεπεράσει τα 11 τρισ. δολάρια. Η Blackstone, η Apollo, η KKR και η Carlyle -οι μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων- κατέχουν περισσότερα από 2 τρισ. δολάρια από αυτά. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2010 εκατοντάδες νέοι επενδυτές εισέρχονται ετησίως. Όπως και άλλες ταχέως αναπτυσσόμενα τμήματα του χρηματοπιστωτικού κόσμου, η αγορά αναπτύχθηκε κατά τη δεκαετία των χαμηλών επιτοκίων, μια δεκαετία που προκάλεσε την αναζήτηση υψηλότερων αποδόσεων από πλευράς επενδυτών και παρείχε άφθονα κεφάλαια.

Τα επιτόκια και ο «χάρτινος πύργος»

Η ταχεία αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ -και η πιθανότητα να παραμείνουν υψηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο επίμονος πληθωρισμός- έχει πυροδοτήσει μια έντονη ανησυχία ότι οι ιδιωτικές αγορές θα αποδειχθούν χάρτινος πύργος. Ο Χάουαρντ Μαρκς, εκ των ιδρυτών της Oaktree Capital Management, πρόσφατα προειδοποίησε ότι ο κλάδος των ιδιωτικών πιστώσεων -που δανείζει επιχειρήσεις- αξίας περίπου 1,5 τρισ. δολαρίων θα δοκιμαστεί από τις αυστηρότερες συνθήκες και τη χαμηλή ανάπτυξη. Η φρενίτιδα από πλευράς πιστωτών για την υπογραφή δανειακών συμφωνιών κατά την περίοδο πριν από την εκτίναξη των επιτοκίων, έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με το επίπεδο της δέουσας επιμέλειας (due diligence) που διεξάγεται από τα funds.

Με την πάροδο του χρόνου, τα υψηλότερα επιτόκια θα μπορούσαν να πλήξουν σοβαρά τον κλάδο. Τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια -επιχειρήσεις που αγοράζουν, εξυγιαίνουν και πωλούν εταιρείες- που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς, πιέζονται περισσότερο. Τα χαμηλά επιτόκια είχαν υποστηρίξει τις υψηλές αποτιμήσεις και τη χρηματοδότηση, μέχρι τώρα. Από την πλευρά των πιστώσεων, για τα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο θα μπορούσε να γίνει πιο δύσκολο να εξυπηρετηθούν και σε συνδυασμό με τη χαμηλή ανάπτυξη, να οδηγήσουν σε εταιρικές αθετήσεις πληρωμών.

Οι προκλήσεις

Ένα «αργόσυρτο», αντί για ένα ξαφνικό «σκάσιμο» της αγοράς, μοιάζει πιθανό. Καθώς οι συμφωνίες με τα χαμηλά επιτόκια αναχρηματοδοτούνται, οι οφειλέτες θα νιώσουν την πίεση με την πάροδο του χρόνου. Από την άλλη, οι ιδιωτικές αγορές παραμένουν επίσης δημοφιλείς. Ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι επίκειται μια «χρυσή στιγμή» για τον ιδιωτικό δανεισμό, καθώς η τραπεζική κρίση οδηγεί στον περιορισμό των παραδοσιακών παρόχων πίστωσης και παράλληλα τα επιτόκια δείχνουν πιο ελκυστικά. Η σταδιακή αποκλιμάκωση ορισμένων υπερχρεωμένων τμημάτων της αγοράς θα ήταν προτιμότερη από μια κρίση τύπου Μίνσκι.

Όπως και να έχει, η ανάπτυξη των ιδιωτικών αγορών είναι γενικά ευπρόσδεκτη. Απαλλαγμένες από τις πιέσεις των τριμηνιαίων εκθέσεων, διαθέτουν κεφάλαια για χρόνια και μπορούν να στηρίξουν την οικονομία όταν οι τράπεζες περιορίζουν τις δραστηριότητές τους. Επιπλέον, η μετατόπιση του επικίνδυνου δανεισμού από τις τράπεζες -όπου η χρηματοδότηση απαιτεί άμεση ρευστότητα- σε μακροπρόθεσμα πιστωτικά κεφάλαια, απομακρύνει τον κίνδυνο από τους καταθέτες και τον μεταφέρει στους επαγγελματίες επενδυτές.

Όμως οι πλήρεις κίνδυνοι είναι άγνωστοι. Ο κλάδος αναπτύχθηκε γρήγορα και στερούταν ελέγχου. Μια πιο χαλαρή προσέγγιση στις αποτιμήσεις και στη δέουσα επιμέλεια μπορεί να αποκρύψει σημαντικά ανοίγματα. Δεν είναι επίσης σαφές πόσο διασυνδεδεμένος είναι ο κλάδος με άλλες αγορές και τις τράπεζες. Και το αυξανόμενο ενδιαφέρον των μικροεπενδυτών σημαίνει ότι δεν είναι μόνο οι πλούσιοι θεσμικοί πελάτες που επωμίζονται τον κίνδυνο. Θα ήταν ευπρόσδεκτες οι προσπάθειες για να βελτιωθεί η παρακολούθηση των συστημικών κινδύνων στον κλάδο και για να υπάρξει καλύτερη βοήθεια προς τους επενδυτές όταν αξιολογούν τα προϊόντα.

Τα προβλήματα στο χρηματοπιστωτικό περιβάλλον των τελευταίων μηνών -οι συντάξεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, το εξειδικευμένο επιχειρηματικό μοντέλο της Silicon Valley Bank και οι κίνδυνοι στους τραπεζικούς ισολογισμούς από τα επιτόκια- ήταν όλα σε κοινή θέα πριν ξεσπάσουν. Αν η φούσκα του ιδιωτικού κεφαλαίου σκάσει, αλλά με αργόσυρτο «σφύριγμα», αυτό μπορεί να αποδείξει περαιτέρω την αξία της.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή