Τις στιγμές αγωνίας και πανικού που έζησαν στο λαβωμένο από τα πλήγματα των Χούθι πλοίο Rubymar στη νότια Ερυθρά Θάλασσα περιγράφουν στη Wall Street Journal ναυτικοί του βρετανικών συμφερόντων πλοίου, το οποίο βυθίστηκε δέκα περίπου ημέρες αφότου χτυπήθηκε από τους αντάρτες της Υεμένης.

Χούθι: «Θα συνεχίσουμε να χτυπάμε βρετανικά πλοία στον Κόλπο του Άντεν»

Ανάμεσά τους ο 29χρονος Αιγύπτιος Mahmoud Gwealy, ο οποίος είχε αποκοιμηθεί ενώ παρακολουθούσε λιβανέζικες σαπουνόπερες. Όταν το πλοίο χτυπήθηκε από πύραυλο των Χούθι, ο Gwealy αναρωτήθηκε περί τίνος επρόκειτο καθώς η θαλασσοταραχή που επικρατούσε είχε ταρακουνήσει αρκετές φορές το βρετανικής ιδιοκτησίας πλοίο μεταφοράς χύδην φορτίου.

Βγήκε σε έναν διάδρομο όπου Αιγύπτιοι, Σύριοι και Φιλιππινέζοι ναύτες είχαν συγκεντρωθεί με σαγιονάρες και πρόχειρα ρούχα, πασχίζοντας να κρατήσουν την ισορροπία τους. Το τρέμουλο από το χτύπημα αντηχούσε το κύτος του πλοίου και έμοιαζε με σεισμό, είπε ένας εξ αυτών. Το σκηνικό τρόμου συμπλήρωναν οι συναγερμοί που ηχούσαν ακατάπαυστα.

Γρήγορα όλοι κατάλαβαν περί τίνος επρόκειτο. Κάποιος από το πλήθος φώναξε ότι ένας μεγάλος πύραυλος χτύπησε το μηχανοστάσιο.

Στη γέφυρα

Ο Gwealy ανέβηκε στη γέφυρα, από όπου ο καπετάνιος έστελνε σήμα έκτακτης ανάγκης προς τα λιγοστά πλοία που διέσχιζαν ακόμη την Ερυθρά Θάλασσα. Ένας πύραυλος είχε χτυπήσει το πλοίο στο μηχανοστάσιο και ένας άλλος είχε ανοίξει ρήγμα στη δεξιά πλευρά, έλεγε ο καπετάνιος. Το νερό πλημμύριζε ήδη τον χώρο του μηχανοστασίου, στο σημείο του άξονα της προπέλας. Σωλήνες είχαν σκάσει και ο φόβος εκδήλωσης μιας μεγάλης πυρκαγιάς κυρίευε το πλήρωμα ενός πλοίου γεμάτου με 21.000 τόνους λίπασμα.

Ήταν λίγα λεπτά πριν από τις 11 μ.μ. της 18ης Φεβρουαρίου και το πλήρωμα του Rubymar είχε μόλις τρεις ώρες για να αποφασίσει αν και πώς θα έσωζε το μήκους 171 μέτρων πλοίο. Οι αποφάσεις τους, λέει η WSJ, θα καθόριζαν αν θα ζούσαν ή θα πέθαιναν και αν το Rubymar, που βυθιζόταν αργά σε μια από τις πιο πολυσύχναστες θαλάσσιες οδούς του κόσμου -και τώρα τις πιο επικίνδυνες- θα μπορούσε να σωθεί. Αν βυθιζόταν, θα γινόταν το πρώτο εμπορικό πλοίο που θα κατέληγε στον βυθό έχοντας χτυπηθεί από πύραυλο μετά τον «πόλεμο των δεξαμενοπλοίων» του 1980, όταν Ιράν και Ιράκ έπλητταν το ένα πλοία του άλλου.

Φέροντας σημαία Μπελίζ, το Rubymar έπλεε από τη Σαουδική Αραβία προς τη Βουλγαρία. Ήταν ένα από τα λίγα πλοία που εξακολουθούσαν να πλέουν εντός του βεληνεκούς των πυραύλων των ανταρτών Χούθι της Υεμένης, που επί μήνες χτυπούν δυτικών συμφερόντων πλοία σε υποστήριξη των Παλαιστινίων.

Στη γέφυρα του πλοίου, ο μάγειρας ρώτησε τα άλλα μέλη του πληρώματος αν επρόκειτο να πεθάνουν. Ένας μηχανικός, προσπαθώντας να καταλάβει πόσα διαμερίσματα είχαν πλημμυρίσει, προσέφερε την πιο καθησυχαστική εκτίμηση που μπορούσε να σκεφτεί: «Το πλοίο είναι κατά 50% ασφαλές».

Γνώριζαν για τους κινδύνους

Η ιδιοκτήτρια εταιρεία του Rubymar γνώριζε για τους κινδύνους που εγκυμονούσε ο διάπλους του στενού Bab al Mandab, στη νότια Ερυθρά Θάλασσα. Επέλεξε παρόλ’ αυτά να στείλει το πλοίο από το επικίνδυνο πέρασμα. Όπως αναφέρει μάλιστα η WSJ, το ίδιο είχε συμβεί και κατά το πρώτο έτος της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όταν το Rubymar είχε σταλεί να παραλάβει σιτάρι από λιμένα της εμπόλεμης χώρας.

Ο Gwealy, ο Αιγύπτιος αρχικελευστής του πλοίου, είχε συμπληρώσει τέσσερα χρόνια καριέρας. Ανιψιός ενός καπετάνιου που τον είχε εμπνεύσει να εγκαταλείψει τη ζωή στα προάστια του Καΐρου με τη θάλασσα, είχε δουλέψει σε όλα τα είδη πλοίων, από φορτηγά πλοία που μετέφεραν αυτοκίνητα μέχρι να φυλάει σκοπιά στα αμπάρια βρώμικων πλοίων μεταφοράς ζώων. Τώρα, ως δεύτερος στην ιεραρχία του Rubymar, καθόταν στο γραφείο με τον καπετάνιο, ενώ οι υφιστάμενοί του έκαναν εξάωρες βάρδιες στα γεμάτα λιπάσματα αμπάρια.

Έχοντας ταξιδέψει στην Ερυθρά Θάλασσα μεσούσης της ρωσικής εισβολής, το ταξίδι στον Ινδικό Ωκεανό έμοιαζε ασφαλές. Μέχρι που το πλήρωμα ενημερώθηκε ότι θα έπλεαν δια μέσου της Ερυθράς Θάλασσας. Ο πλοίαρχος γνώριζε τους κινδύνους, και είχε ζητήσει τους ένοπλους φρουρούς από τις Φιλιππίνες να είναι έτοιμοι για όλα. Οι φρουροί αυτοί είχαν εκπαιδευτεί για το τι έπρεπε να κάνουν αν ένοπλοι επιβιβάζονταν στο πλοίο τους. Ως προληπτικό μέτρο, έβαζαν συρματόπλεγμα γύρω από το κύτος και εγκαθιστούσαν μεταλλικές σχάρες που εμπόδιζαν τις σκάλες προς τα κατώτερα καταστρώματα. Το πλήρωμα εξασκούνταν στο να τρέχει κάτω σε ένα ασφαλές δωμάτιο και να το κλειδώνει. Ο Gwealy και ο καπετάνιος θα ήταν οι τελευταίοι που θα έμπαιναν στον χώρο αυτό, δίνοντας σήμα με ένα ρυθμικό χτύπο στην πόρτα. Κανείς δεν είχε υπολογίσει ότι θα μπορούσε το πλοίο να χτυπηθεί από πύραυλο.

Στο στενό του Bab-el-Mandeb

Το Rubymar – περιγράφει η WSJ – πλησίαζε στο στενό του Bab-el-Mandeb, ενώ το πλήρωμα έτρωγε πιατέλες biryani και συζητούσε τι δώρα θα αγόραζε στις οικογένειές του όταν έφτανε στη Βουλγαρία. Το τελευταίο τμήμα του Ινδικού Ωκεανού έλαμπε υπό το φως ενός τέταρτου του φεγγαριού. Πριν αποκοιμηθεί μπροστά στο φορητό του υπολογιστή, ο Αιγύπτιος αρχικελευστής σημείωσε τις επιθεωρήσεις των αμπαριών που θα έκανε την επόμενη ημέρα. Τρεις ώρες αργότερα, βρισκόταν στη γέφυρα ενός πλοίου που διαπερνούσαν πύραυλοι.

Με τους συναγερμούς να ηχούν, ο καπετάνιος προσπαθούσε να ερμηνεύσει το αίνιγμα των ανιχνευτών καπνού του πλοίου, οι οποίοι προειδοποιούσαν για πυρκαγιά χωρίς να δείχνουν σε ποιο σημείο. Ναύτες που κοιμόντουσαν λίγα λεπτά νωρίτερα συνωστίζονταν στη γέφυρα σε σύγχυση, μερικοί από αυτούς προσεύχονταν δυνατά. «Θα είμαστε μια χαρά, ινσαλλάχ», τους διαβεβαίωσε ο Gwealy. «Κάποιος θα μας σώσει».

«Βρείτε την πηγή της φωτιάς», διέταξε ο κυβερνήτης. Η γέφυρα, προειδοποίησε, ήταν το πιο εκτεθειμένο και επικίνδυνο μέρος. Οι ναύτες άρχισαν να κατεβαίνουν τις στενές σκάλες, να απλώνονται για να ανοίξουν διάφορες πόρτες και να ελέγξουν τις μη φωτισμένες γωνίες ενός πανύψηλου πλοίου μήκους σχεδόν δύο γηπέδων ποδοσφαίρου.

Ο μάγειρας έτρεξε να ψάξει τις καμπίνες, έτρεξε στην κουζίνα και κρυφοκοίταξε σε μια αποθήκη. Του πέρασε από το μυαλό η σκέψη να τηλεφωνήσει στη μητέρα του και να της πει ότι πέθαινε, αλλά στη θάλασσα δεν υπήρχε σήμα κινητής τηλεφωνίας. Ακόμα κι αν μπορούσε να βρει κάποιο σήμα, το προπληρωμένο του τηλέφωνο δεν είχε πίστωση.

Ο αρχικελευστής και ο καπετάνιος υπέθεσαν ότι το πλοίο είχε καταληφθεί από ενόπλους. Ο Gwealy έστειλε κλήσεις κινδύνου σε κάθε πλοίο που βρισκόταν αρκετά κοντά για να παράσχει προστασία – οι ΗΠΑ είχαν μια ομάδα κρούσης αεροπλανοφόρων στην περιοχή – επαναλαμβάνοντας «mayday, mayday… επίθεση πειρατών» και περιμένοντας απαντήσεις. «Πάρα πολλοί συναγερμοί!», φώναξε, πριν έρθει μια κλήση από το Τζιμπουτί.

Θα μπορούσε το Rubymar να στραφεί νοτιοδυτικά για να φτάσει στα νερά της μικρής χώρας της Ανατολικής Αφρικής; Αν ναι, η ακτοφυλακή του Τζιμπουτί, εκπαιδευμένη και εξοπλισμένη από το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ, θα το προστάτευε. Ο Gwealy όμως δεν μπορούσε να τους καταλάβει τι του έλεγαν από τον ασύρματο.

«Πήγαινε δυτικά», διέταξε ο καπετάνιος, προς την Ερυθραία, η ακτοφυλακή της οποίας δεν απαντούσε στις κλήσεις του. Το πλοίο κινούταν με 10 ναυτικά μίλια την ώρα, σε ευθεία πορεία, καθώς ο πλοίαρχος ενεργούσε σαν να προσπαθεί να ξεφύγει από επίθεση πειρατών.

Νέο χτύπημα

Είκοσι λεπτά αργότερα, στις 11:15 μ.μ., ο Gwealy άκουσε άλλο ένα βουητό και είδε νερό να αναδύεται από τη θάλασσα πίσω τους. Ένας από τους Φιλιππινέζους φρουρούς ασφαλείας, που κρατούσε ένα τουφέκι και παρακολουθούσε για πειρατές από τη δεξιά πλευρά, φώναζε: «Καπετάνιε, καπετάνιε!». Κάτι άλλο είχε διαπεράσει το νερό. Αυτή τη φορά, υπέθεσαν σωστά ότι επρόκειτο για πύραυλο. «Προσπαθούν να μας βουλιάξουν», σκέφτηκε ο Gwealy.

«Εδώ είναι πόλεμος», είπε ο καπετάνιος. «Δεν πρόκειται για πειρατική επίθεση». Επιβραδύνοντας το πλοίο, ο καπετάνιος και ο υποπλοίαρχος άλλαξαν πορεία, κατανοώντας πλέον ότι το καθήκον που είχαν μπροστά τους δεν ήταν να ξεφύγουν από τους πειρατές αλλά να αποφύγουν τους πυραύλους. Το Rubymar έστριψε βόρεια, περνώντας ακριβώς μέσα από το στενό του Bab-el-Mandeb. «Αλλιώς θα ήμασταν νεκροί», λέει ο Gwealy. Στον ασύρματο, ο καπετάνιος ζήτησε από ένα βρετανικό πολεμικό πλοίο να τον οδηγήσει σε ασφαλή περιοχή. Δεν υπάρχει ασφαλής περιοχή, απάντησε το πολεμικό πλοίο.

Μια μικρή επιτραπέζια συσκευή μετέδιδε το όνομα, τη θέση, την ταχύτητα και την πορεία του πλοίου σε οποιονδήποτε βρισκόταν σε εμβέλεια ασυρμάτου: το Αυτόματο Σύστημα Αναγνώρισης. «Αφαιρέστε το καλώδιο!» διέταξε ο κυβερνήτης.

Οι ναύτες που έψαχναν το πλοίο για μια φωτιά που δεν βρήκαν ποτέ, ανέφεραν στη γέφυρα λεπτομέρειες σχετικά με το ρήγμα στη δεξιά πλευρά του πλοίου. Οι αντιπλοϊκοί πύραυλοι, σχεδιασμένοι για να πλήξουν το μηχανοστάσιο, είχαν χτυπήσει κοντά και είχαν προκαλέσει ένα μεγάλο ρήγμα στον χώρο όπου η ενέργεια από τη μηχανή γυρίζει τον άξονα της προπέλας. Θαλασσινό νερό εισέρρεε στον διάδρομο, πάνω από μεταλλικά οδοφράγματα και σκάλες. Με ένα ορμητικό σφύριγμα, οι αντλίες πάσχιζαν να απομακρύνουν το νερό.

Εν τω μεταξύ, το νερό πίσω από τον άξονα της προπέλας είχε πάρει ένα θολό χρώμα, σημάδι ότι η θάλασσα αναμειγνυόταν με καύσιμα για τον κινητήρα. Μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα, ο αρχιμηχανικός τηλεφώνησε για να πει ότι η μηχανή θα σταματούσε αμέσως.

«Έπρεπε να σώσουμε τους εαυτούς μας»

Ο καπετάνιος σταμάτησε απότομα το πλοίο. Ήταν 1:30 π.μ. και το Rubymar βρισκόταν μόλις 20 μίλια από το σημείο που είχε χτυπηθεί για πρώτη φορά. Είχε ελαφρά κλίση και τροφοδοτούταν με ενέργεια από εφεδρικές γεννήτριες.

Για περισσότερες από δύο ώρες, ο Gwealy έστελνε στον ασύρματο όλο και πιο επείγουσες εκκλήσεις κάθε 10 λεπτά στο Κανάλι 16, τη διεθνή συχνότητα για τα πλοία που βρίσκονται σε κίνδυνο. Δύο πλοία πέρασαν χωρίς να βοηθήσουν.

Καθώς συνέχιζε να επικοινωνεί μέσω ασυρμάτου, ο Gwealy είδε μια ανησυχητική ένδειξη από το μανόμετρο ενός από τα αμπάρια φορτίου, του Νο 5. Ήταν υπερβολικά υψηλή. «Σκέφτομαι: Τι συμβαίνει;», αφηγείται στη WSJ. Είμαι σίγουρος ότι έχω πρόβλημα σε αυτό το αμπάρι.

Ο Gwealy άρπαξε τον πλωτάρχη και κατέβηκαν κάτω, χρησιμοποιώντας ένα υδραυλικό εργαλείο για να ανοίξουν ένα φρεάτιο από το οποίο ήξεραν ότι μπορούσαν να κοιτάξουν κάτω στο αμπάρι Νο 5. Με έναν φακό, ο Gwealy έσκυψε προς το άνοιγμα και κρυφοκοίταξε μέσα.

Αυτό που είδε τον έκανε να χτυπήσει τον τοίχο από αγωνία. «Ο Θεός να μας βοηθήσει!» ούρλιαξε. Το αμπάρι Νο 5 ήταν σχεδόν εντελώς γεμάτο νερό – ένα τρίτο διαμέρισμα πλημμυρισμένο σε ένα πλοίο που δεν μπορούσε να χάσει περισσότερα από δύο. «Ήξερα τότε σίγουρα 100% ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε το πλοίο», είπε. «Έπρεπε να σώσουμε τους εαυτούς μας».

«Το πλοίο βυθίζεται»

Μέχρι να επιστρέψει τρέχοντας στη γέφυρα, ένας άλλος ναυτικός βρισκόταν στο Κανάλι 16, παρακαλώντας το Αμερικανικό Ναυτικό για βοήθεια. «Το πλοίο βυθίζεται! Χρειαζόμαστε άμεσα βοήθεια!». Γύρω στις 2 το πρωί, ο καπετάνιος διέταξε το πλήρωμά του να εγκαταλείψει το Rubymar.

Το πλήρωμα βρέθηκε σε μια σωσίβια λέμβο, μέσα στην τρικυμισμένη θάλασσα. Ο καπετάνιος καθοδηγούσε τη μικρή λέμβο. Πέρασε μια ώρα και 15 λεπτά πριν απο τον ασύρματο ακουστεί η ουκρανική προφορά ενός καπετάνιου φορτηγού πλοίου, που ήταν καθ’ οδόν προς το μέρος τους: «Πάμε να τους παραλάβουμε».

Όταν το πλοίο έφτασε κοντά τους, ο Gwealy πάλεψε να ανέβει τη σχοινένια σκάλα. Κατόπιν, κατέρρευσε στο κατάστρωμα δίπλα σε έναν ναύτη που είχε λιποθυμήσει. Ένας άλλος ναυτικός έφερε στον Gwealy ένα δισκίο ναυτίας, μια κουβέρτα και καφέ, και στη συνέχεια τον βοήθησε να τον συνοδεύσει σε μια καμπίνα όπου ο πρώτος ύπαρχος μπορούσε να κοιμηθεί.

Το Rubymar βυθίστηκε περίπου δέκα ημέρες αφότου δέχτηκε πλήγματα από τους Χούθι.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Ναυτιλία
Στυλιανίδης: «Οι Βόρειες Σποράδες θα έχουν ανάλογο, ίσως και καλύτερο περιβάλλον ακτοπλοϊκών συνδέσεων από ό,τι ήταν πέρυσι»
Ακτοπλοΐα |

«Οι Βόρειες Σποράδες θα έχουν ίσως και καλύτερο περιβάλλον ακτοπλοϊκών συνδέσεων», λέει ο Στυλιανίδης

Η απάντηση του υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Χρήστου Στυλιανίδη στη Βουλή, σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή του ΚΚΕ Κωνσταντίνου – Βασίλειου Μεταξά