Οι Αμερικανοί ανησυχούν για τον πληθωρισμό. Είναι το νούμερο ένα θέμα που προβληματίζει το αμερικανικό κοινό, όπως κατέδειξε πρόσφατη έρευνα του έγκριτου Pew Research Center. Συγκεκριμένα, το 63% εμφανίζεται εξαιρετικά ανήσυχο για την εκτίναξη των τιμών, κυρίως σε τρόφιμα και καταναλωτικά προϊόντα, όταν μόλις το 29% ανησυχεί επειδή πολλοί Αμερικανοί δεν μπορούν να βρουν δουλειά.

Η Wall Street Journal σε ανάλυση της εξηγεί γιατί αυτό είναι απολύτως λογικό. Οι τιμές καταναλωτή «τρέχουν» πάνω από το 5%, κάτι που σημαίνει πως «εξαφανίζουν» τις όποιες αυξήσεις στους μισθούς κυρίως των χαμηλόμισθων.

Επισήμως η Fed –όπως και η κυβέρνηση Μπαίντεν- επιμένει πως η διόγκωση των πληθωριστικών πιέσεων είναι προσωρινό φαινόμενο και πως οι τιμές θα αρχίσουν να υποχωρούν από την επόμενη χρονιά πιο κοντά στο όριο του 2%. Βέβαια οι αξιωματούχοι της παραδέχονται πως ο πληθωρισμός ανέβηκε πιο ψηλά από ότι περίμεναν και πως τελικά θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα πιο πολύ από ότι περίμεναν, όμως θεωρούν πως καθώς η αμερικανική οικονομία βγαίνει από το τούνελ της πανδημίας και τις διαταραχές που προκάλεσε, ο υψηλός πληθωρισμός θα πάψει να αποτελεί μείζον θέμα.

Ενδεχομένως έχουν δίκιο, όμως υπάρχουν και παράγοντες που «δείχνουν» προς διαφορετική κατεύθυνση.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις προσδοκίες του κοινού σε σχέση με την μελλοντική πορεία του πληθωρισμού, καθώς οι προσδοκίες αυτές επηρεάζουν και διαμορφώνουν τη συμπεριφορά του. Στόχος είναι οι προσδοκίες αυτές να επικεντρώνονται περίπου στο όριο του 2%, όμως πρόσφατη έκθεση της New York Fed έδειξε πως οι καταναλωτές θεωρούν πως ο πληθωρισμός θα εκτοξευτεί στο 5,2% φέτος και θα παραμείνει κατά μέσο όρο γύρω στο 4% τα επόμενα τρία χρόνια.

Στην αγορά ακινήτων, η υψηλή ζήτηση και η χαμηλή προσφορά σε συνδυασμό με την έλλειψη εργατικών χεριών στον κατασκευαστικό κλάδο έχει εκτοξεύσει στα ύψη τις τιμές των σπιτιών αλλά και των ενοικίων. Δεν είναι τυχαίο πως η Fannie Mae εκτιμά πως ο πληθωρισμός στον κλάδο θα κυμαίνεται στο 4,5% για αρκετά χρόνια ακόμη.

Η αγορά εργασίας

Την ίδια ώρα οι δείκτες δείχνουν πως οι κενές θέσεις εργασίας κυμαίνονται σε επίπεδα ρεκόρ. Με το συνολικό όγκο των εργαζομένων να παραμένει κατά 5,6 εκατ. χαμηλότερα από ότι ήταν τον Φεβρουάριο του 2020, το έλλειμμα αυτό φαντάζει σαν ανωμαλία. Όμως, κατά τη διάρκεια της πανδημίας πάρα πολλοί εργαζόμενοι ηλικίας άνω των 60 ετών αποφάσισαν να συνταξιοδοτηθούν νωρίτερα και η πλειονότητα δεν έχει αλλάξει γνώμη, ώστε να επιστρέψει στην αγορά εργασίας. Την ίδια ώρα ο αριθμός των ανέργων που παραμένει δίχως δουλειά για πάνω από έξι μήνες είναι τουλάχιστον τρεις φορές υψηλότερος από ότι ήτνα πριν 18 μήνες. Κάποιοι από αυτούς θα δυσκολευτούν να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας και κάποιοι δεν θα επιστρέψουν ποτέ.

Όσοι αποφασίσουν να επιστρέψουν, θα δυσκολευτούν, καθώς τα προσόντα τους και οι ικανότητες που απαιτούνται, δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτουν. Η εικόνα της οικονομίας, όπως διαμορφώνεται μετά το πέρας της πανδημίας, δείχνει πως υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση για εργαζομένους στις μεταφορές και τις αποθήκες και πολύ λιγότερους στην εστίαση. Ακόμη κι αν τα προγράμματα εκπαίδευσης λειτουργήσουν, που δυστυχώς σπάνια λειτουργούν, η προσαρμογή των εργαζομένων θα πάρει χρόνο. Σημειωτέον δε, πως παράλληλα παρατηρείται και μια επιβράδυνση της ροής νέων μεταναστών, οι οποίοι είναι ζωτικής σημασίας για την τόνωση του εργατικού δυναμικού.

Οι ελλείψεις μικροτσίπ

Χωριστό, επιπλέον, πρόβλημα συνιστά και το παγκόσμιο φαινόμενο της έλλειψης μικροτσίπ. Οι περισσότερες βιομηχανίες αυτοκινήτου έχουν ήδη ανακοινώσει περικοπές της παραγωγής, κάτι που οδηγεί σε ελλείψεις στις αντιπροσωπείες αυτοκινήτων και βέβαια υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές. Η βιομηχανία ημιαγωγών δουλεύει έχοντας φτάσει στα ανώτατα όρια της και η εξάρτηση από την παραγωγή της Κίνας και της Ταϊβάν όλο και αυξάνεται. Το να δημιουργηθούν νέες μονάδες παραγωγής στον κλάδο απαιτεί χρόνο και επενδύσεις.

Το θέμα των ημιαγωγών είναι βέβαια μέρος μιας γενικότερης εικόνας. Τις τελευταίες δεκαετίες, οι βιομηχανίες έχουν μάθει να εξαρτώνται από μια παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα προκειμένου να κρατούν το εργατικό κόστος και το κόστος των υλικών χαμηλά, καθώς και ευέλικτα αποθέματα, ώστε να μειώνουν κι άλλο τις δαπάνες. Η πανδημία, η τάση προστατευτισμού των οικονομιών και οι γεωπολιτικές εντάσεις υποχρεώνουν τις βιομηχανίες να επανακαθορίσουν τη στρατηγική τους. Όμως, αυτό θα χρειαστεί χρόνο και σίγουρα θα ανεβάσει το συνολικό κόστος.

Το κρασάρισμα της εφοδιαστικής αλυσίδας

Στο μεταξύ η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα έχει μπλοκάρει, όπως πολλά δημοσιεύματα αναφέρουν. Συσσωρευμένα κοντέινερς στα λιμάνια, ελλείψεις σε ανταλλακτικά, ελλείψεις σε φορτηγά, ελλείψεις σε οδηγούς, αποθήκες που δεν προλαβαίνουν τη μεταφορά των προϊόντων στις επιχειρήσεις και τα καταστήματα. Οι εργαζόμενοι καλούνται να δουλεύουν υπερωρίες για να καλυφθεί η δουλειά, κάτι που ανεβάζει κι άλλο το κόστος, ενισχύει τη δυσαρέσκεια, αυξάνει τις παραιτήσεις, εγείρει θέματα τήρησης των συνθηκών ασφαλείας και των συνδικαλιστικών κανόνων.

Με φόντο τις εξελίξεις αυτές πολλές επιχειρήσεις, από μεγάλα ονόματα όπως η Costco και η FedEx έως απλά προαστιακά εστιατόρια, έχουν καταφέρει να μεταφέρουν το αυξημένο κόστος στο τελικό προϊόν, χωρίς να συναντήσουν μεγάλες διαμαρτυρίες από τους καταναλωτές ή να χάσουν μερίδιο αγοράς. Δεν χρειάζεται να είσαι οικονομολόγος για να καταλάβεις πως όταν η αύξηση της ζήτησης «σκοντάφτει» σε μειωμένη προσφορά, το αποτέλεσμα είναι η άνοδος των τιμών. Και αυτό δύσκολα μπορεί να είναι… παροδικό φαινόμενο.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή