Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα προκαλέσει, τη φετινή χρονιά, συρρίκνωση των οικονομιών τους κατά 10% και 20%, αντίστοιχα, εκτίμησε, την Πέμπτη, κορυφαία τράπεζα ανάπτυξης της περιοχής σε μία από τις πιο αναλυτικές οικονομικές αξιολογήσεις της, μέχρι σήμερα, σχετικά με τον αντίκτυπο του πολέμου στις δυο χώρες.

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) εκτίμησε ότι η ύφεση στη Ρωσία θα μετατραπεί, πιθανότατα, σε μακροχρόνια στασιμότητα, ενώ αναμένεται η ανάκαμψη των οικονομιών των γειτονικών της χωρών, το επόμενο έτος, εφόσον, κατά τους επόμενους μήνες, επιτευχθεί κατάπαυση πυρός.

Παρόλο που οι συνέπειες για την Ουκρανία θα είναι βραχυπρόθεσμες και θα οφείλονται, κυρίως, στις εκτεταμένες ζημιές στις υποδομές της χώρας, η Ρωσία θα κληθεί να αντιμετωπίσει μακροπρόθεσμες προκλήσεις, ως συνέπεια της «εξόδου» των μορφωμένων εργαζομένων από τη χώρα και της μη δυνατότητας πρόσβασης σε δυτικές τεχνολογίες, εξαιτίας της επιβολής κυρώσεων, σύμφωνα με την τράπεζα.

Η ΕΒRD ιδρύθηκε το 1991, με σκοπό να βοηθήσει τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης να μετατραπούν σε οικονομίες της αγοράς από κεντρικές οικονομίες. Σταμάτησε τις επενδύσεις στη Ρωσία, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, το 2014, και, τη Δευτέρα, δήλωσε ότι κλείνει το γραφείο της στη Μόσχα.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της τράπεζας, η περιοχή που πλήττεται περισσότερο από τις συγκρούσεις είναι υπεύθυνη για το 60% της ετήσιας οικονομικής παραγωγής της Ουκρανίας, ενώ, παράλληλα, περίπου το ένα τρίτο των επιχειρήσεων στην Ουκρανία αναγκάστηκαν να διακόψουν τις δραστηριότητές τους. Η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος έχει μειωθεί κατά 60% σε φυσιολογικά επίπεδα για αυτή την περίοδο του έτους.

Υποθέτοντας ότι η κατάπαυση του πυρός μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης, για τους επόμενους δύο μήνες, η ΕΤΑΑ αναμένει ότι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Ουκρανίας θα συρρικνωθεί κατά ένα πέμπτο, τη φετινή χρονιά, σε σύγκριση με την προηγούμενη εκτίμησή της για ανάπτυξη κατά 3,5%. Στη συνέχεια, η οικονομία θα πρέπει να ανακάμψει και να αναπτυχθεί κατά 23%, το 2023, εάν η χώρα λάβει βοήθεια για ανασυγκρότηση.

«Ακόμη και στο αισιόδοξο σενάριο ανοικοδόμησης σε πλήρη εξέλιξη, θα εξακολουθήσει να αποτελεί μια πολύ φτωχότερη χώρα, κυρίως, επειδή πολλά από τα αποθέματά της έχουν καταστραφεί», δήλωσε η Μπεάτα Γιάβορτσικ, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΤΑΑ.

Μετά την επίθεση της Μόσχας στην Ουκρανία, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους έχουν επιβάλει μερικές από τις πιο αυστηρές οικονομικές κυρώσεις που έχουν ποτέ επιβληθεί εναντίον μίας χώρας, με σκοπό να βλάψουν την οικονομία της Ρωσίας, αποκόπτοντάς την από τη διεθνή οικονομία και παρεμποδίζοντας τις εισαγωγές βασικών τεχνολογιών εντός των συνόρων της.

Η ΕΤΑΑ αναμένει ότι οι κυρώσεις αυτές θα συμβάλουν στη συρρίκνωση της ρωσικής οικονομίας, κατά 10%, για το φετινό έτος, ενώ έχει ήδη προβλέψει ανάπτυξη της τάξης του 3%. Σε αντίθεση με τις προοπτικές της για την Ουκρανία, η τράπεζα δεν αναμένει ανάκαμψη, εντός του 2023, και εκτιμά ότι οι προοπτικές θα είναι αδύναμες.

«Οι επενδύσεις στη χώρα θα μειωθούν σημαντικά. Η Ρωσία θα κληθεί να αντιμετωπίσει σημαντικές δυσκολίες στο διεθνές εμπόριο, δεν θα αποτελεί συχνά μέρος των παγκόσμιων αλυσιδών αξίας, ενώ όλα αυτά σε συνδυασμό με το ότι οι πολίτες εγκαταλείπουν τη χώρα συνεπάγεται χαμηλότερη μακροπρόθεσμη αύξηση της παραγωγικότητας», δήλωσε η Γιάβορτσικ.

Η οικονομολόγος της ΕΤΑΑ εκτίμησε ότι θα υπάρξει επιβράδυνση της ανάπτυξης, ακόμη κι αν εξασφαλισθεί άρση των κυρώσεων, στο πλαίσιο ειρηνευτικής συμφωνίας.

«H επιβράδυνση αυτή, ενδεχομένως, να συνεχιστεί και μετά τις κυρώσεις, εάν δεν υπάρξει αλλαγή καθεστώτος», προσέθεσε η ίδια.

Η προοπτική αποδυνάμωσης της ρωσικής οικονομίας δεν είναι ευχάριστη ούτε για τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, οι οποίες διατηρούν στενούς οικονομικούς δεσμούς με το ρωσικό κράτος.

Η ΕΤΑΑ εκτιμά ότι τα χρήματα που στέλνουν στην πατρίδα τους οι πολίτες της αλλοδαπής που εργάζονται στη Ρωσία αντιστοιχούν σε ποσοστό 5% με 30% της ετήσιας οικονομικής παραγωγής στην Αρμενία, τη Δημοκρατία της Κιργιζίας, το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν. Επιπροσθέτως, οι χώρες της περιοχής αυτής διατηρούν τις σχέσεις τους με το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, μέσω της Ρωσίας, ενώ, παράλληλα, σημαντικά μεγάλο μέρος των εμπορικών συναλλαγών τους με άλλες χώρες πραγματοποιείται μέσω του ρωσικού κράτους.

«Θα πρέπει να επαναπροσανατολίσουν τη η ροή του εμπορίου», δήλωσε η Γιάβορτσικ. «Όχι μόνο επειδή η Ρωσία θα είναι φτωχότερη και θα αγοράζει λιγότερο, αλλά και για να μπορέσει να προσεγγίσει άλλες αγορές».

Η ΕΤΑΑ μείωσε τις αναπτυξιακές της προβλέψεις και για τις 31 από τις 33 χώρες στις οποίες επενδύει, εκτός της Ουκρανίας, και οι οποίες βρίσκονται σε όλη τη Βόρεια Αφρική, την Κεντρική Ασία, τον Καύκασο και την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Από αυτές εξαιρούνται το Αζερμπαϊτζάν και το Τουρκμενιστάν, χώρες που αποτελούν μεγάλους παραγωγούς φυσικού αερίου.

Σε ξεχωριστή έκθεση, την Πέμπτη, ο οίκος αξιολογήσεων, Moody’s Investors Service, ανέφερε ότι υπονόμευση της εμπιστοσύνης θα επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη, ειδικά στις χώρες που συνορεύουν με τη Ρωσία και την Ουκρανία.

«Σε ολόκληρη την Ευρώπη, η απειλή της ασφάλειας θα εντείνει τους οικονομικούς κλυδωνισμούς, επηρεάζοντας αρνητικά την κατανάλωση και τις επενδύσεις, ιδιαίτερα σε όσες χώρες βρίσκονται πιο κοντά στις συγκρούσεις», εκτίμησε ο οίκος Moody’s.

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Πρόσφατα Άρθρα