Η μείωση στη χορήγηση τραπεζικών δανείων στις ΗΠΑ, ιδίως για εμπορικά ακίνητα, η οποία αποτυπώνεται στην τελευταία έκθεση της Fed για τον τραπεζικό δανεισμό που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα δεν προκάλεσε έκπληξη σε κανέναν. Ωστόσο, δεν υπάρχει ακόμη ύφεση. Και το ερώτημα είναι «γιατί», επισημαίνεται σε άρθρο των FT. Γιατί οι καταναλωτές στις ΗΠΑ δεν συμβαδίζουν με το γενικότερο κλίμα;

ΗΠΑ: Η βραδυφλεγής βόμβα των εμπορικών ακινήτων θα μπορούσε να δημιουργήσει νέα προβλήματα στις τράπεζες

Καθώς η αγορά εργασίας χαλαρώνει, οι τράπεζες ταλαντεύονται και η εφοδιαστική αλυσίδα κατακερματίζεται, είναι φυσικό να αναρωτιέται κανείς για πόσο καιρό μπορεί να συνεχίσει η κατανάλωση να τροφοδοτεί την οικονομία.

Το παράδειγμα Tyson

Χθες ήρθε μια είδηση που υποδηλώνει ότι ο ισχυρός καταναλωτής των ΗΠΑ σταμάτησε να αγοράζει μοσχαρίσια μπριζόλα.

Σύμφωνα με τα οικονομικά αποτελέσματα του δεύτερου οικονομικού τριμήνου της Tyson, του κολοσσού παραγωγού κρέατος, το βόειο κρέας ξεφεύγει από ιστορικά ισχυρά περιθώρια κέρδους που παρατηρήθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος του 2021 και του 2022. Οι τιμές στα σφάγια σε όλα τα κρέατα είναι πολύ χαμηλότερες από ό,τι πριν από ένα χρόνο.

Ο πληθωρισμός παρέμεινε επίσης υψηλός και επίμονος, γεγονός που επηρέασε δραματικά το κόστος. Από τότε που ο πληθωρισμός άρχισε να εκτοξεύεται, πολλές εταιρείες μετακύλισαν τα υψηλότερα κόστη εισροών στους καταναλωτές. Στο βόειο κρέας, η Tyson δεν έχει πια αυτήν τη δυνατότητα.

Όπως εξηγεί ο συντάκτης των FT, το πρόβλημα έγκειται στη «μειωμένη εγχώρια ζήτηση και στις πιο ήπιες εξαγωγές», παρόλο που η προσφορά βοοειδών έχει περιοριστεί από την ξηρασία.

Η εταιρεία δεν κάνει καλές προβλέψεις για φέτος. Πέρσι είχε λειτουργικό περιθώριο 13%. Χθες, οι μετοχές της υποχώρησαν 16%, σε χαμηλό επτά ετών. Αυτή είναι η εικόνα της συμπίεσης του περιθωρίου κέρδους που βασίζεται στη ζήτηση, όπως επισημαίνουν αναλυτές εδώ και μήνες.

Από την άλλη, οι επιχειρήσεις εμπορευμάτων είναι πολύπλοκες και οι μειώσεις των τιμών δεν μπορούν πάντα να εξηγηθούν ευθέως από τη ζήτηση του τελικού καταναλωτή. Παρόλα αυτά, τα αποτελέσματα της Tyson μπορούν να γεννήσουν το ερώτημα εάν τα τρόφιμα, οι πωλήσεις των οποίων εκτοξεύτηκαν την περίοδο της πανδημίας, είναι αυτά στα οποία παρατηρείται μια πρώτη μείωση δαπανών των καταναλωτών.

Οι ανατιμήσεις δεν «πάτωσαν» τις πωλήσεις

Εξετάζοντας καλύτερα τις ανακοινώσεις των κερδών των εταιρειών τροφίμων τις τελευταίες ημέρες, οι FT συμπεραίνουν ότι η περίπτωση της Tyson είναι «ακραία». Και εξηγεί ότι οι περισσότερες εταιρείες κατάφεραν να επιβάλουν τεράστιες αυξήσεις τιμών το πρώτο τρίμηνο και να έχουν οριακές μειώσεις πωλήσεων σε όγκους.

Η Brinker – η εταιρεία πίσω από την αλυσίδα εστιατορίων εμπορικών καταστημάτων Chili’s – είχε αυξημένες πωλήσεις στα ίδια καταστήματα κατά 10% το πρώτο τρίμηνο, παρόλο που η κίνηση μειώθηκε κατά 4% τοις εκατό.

Στην AB InBev, οι τιμές της βορειοαμερικανικής μπύρας αυξήθηκαν 5,6%, ενώ οι όγκοι μειώθηκαν ελαφρά.

Η Kraft είχε το πρώτο τρίμηνο μείωση πωλήσεων 6%, με τις τιμές να αυξάνονται 13% και τα περιθώρια κέρδους να διευρύνονται.

Το συμπέρασμα που προκύπτει, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, είναι ότι οι εταιρείες τροφίμων στην αλυσίδα αξίας μετακυλίουν μικρότερο ή μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του πληθωρισμού στις τιμές, και οι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να πληρώσουν. Την ίδια στιγμή, τα μετρήσιμα στοιχεία για στροφή του εμπορίου σε φθηνότερες εναλλακτικές είναι ελάχιστα.

Οι σημαντικές εξαιρέσεις μέχρι σήμερα φαίνεται να είναι το βόειο κρέας και τα καταστήματα που προσελκύουν περισσότερους καταναλωτές μεσαίου εισοδήματος (ή τουλάχιστον φιλοδοξούν να το κάνουν). Γεγονός που οδηγεί τελικά σε ένα ερώτημα που συζητείται ευρέως: πόσες από τις αποταμιεύσεις που δημιουργήθηκαν την περίοδο της πανδημίας έχουν απομείνει στα αμερικανικά νοικοκυριά και πόσο γρήγορα εξανεμίζονται;

Υπάρχουν ακόμα «πυρομαχικά»

Οι οικονομολόγοι της Fed χρησιμοποίησαν τα δεδομένα αποταμιεύσεων από το γραφείο οικονομικής ανάλυσης, για να εκτιμήσουν το απόθεμα της πλεονάζουσας αποταμίευσης.

Με βάση το μοντέλο που χρησιμοποίησε η Fed (το ποσοστό αποταμίευσης από την περίοδο 2015-2019, περίπου 9%), οδηγούμαστε σε υπερβολικό ύψος αποταμιεύσεων περίπου 1,1 τρισ. δολαρίων ή 4% τοις εκατό του ΑΕΠ. Αλλά σε μια υπόθεση χαμηλότερης τάσης αποταμίευσης, η υπερβολική αποταμίευση και η ισχύς δαπανών είναι υψηλότερες και πέφτουν πιο αργά.

Σύμφωνα με τα δύο σενάρια της Citibank το ποσοστό εξοικονόμησης είναι στο πρώτο 8% και στο δεύτερο 7%.

Αυτά τα σενάρια οδηγούν σε πολύ διαφορετικές εκτιμήσεις για το πότε θα εξαντληθούν οι επιπλέον αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, σημειώνουν οι FT, συμπληρώνοντας ότι οι εκτιμήσεις αποταμίευσης είναι πολύ ευαίσθητες στις υποκείμενες υποθέσεις και είναι δύσκολο να γνωρίζουμε ποια υπόθεση είναι καλύτερη. «Αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να ακούμε προσεκτικά τι μας λένε οι εταιρείες. Και, εκτός από εξαιρέσεις όπως η Tyson, οι εταιρείες μας λένε ότι ο αμερικανός καταναλωτής έχει πολλά “πυρομαχικά” απέναντι σε οποιαδήποτε επικείμενη ύφεση», τονίζουν οι FT.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή