Τις δύο περασμένες χρονιές, 2021 και 2022, η ελληνική οικονομία γνώρισε μια πολύ ισχυρή αναπτυξιακή αντίδραση μεσούσης της κρίσης COVID. Τις δύο αυτές χρονιές η σωρευτική ανάπτυξη ξεπέρασε το 14% υπερκαλύπτοντας τις απώλειες της υγειονομικής κρίσης. Στη συνέχεια και ενώ αρκετές οικονομίες της Ευρώπης νιώθουν τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης και των υψηλών επιτοκίων, η ελληνική οικονομία συνέχισε να ακολουθεί μια πορεία ανοδική, διαφορετική από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.

Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ελληνική οικονομία την τρέχουσα χρονιά και τις δύο επόμενες αναμένεται να αναπτυχθεί με έναν μέσο ρυθμό 2,3% όταν η Ευρωζώνη θα αναπτύσσεται με 1,1%. Είναι προφανές πως η Ελλάδα βρίσκεται σε διαφορετική και πλεονεκτική φάση σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, κάτι το οποίο αποτελεί μια ευχάριστη εξέλιξη, δεδομένου πως τα χρόνια της κρίσης χρέους ίσχυε το αντίστροφο. Είναι δε χαρακτηριστικό πως τα διεθνή δημοσιεύματα για τη χώρα μας γίνονται ολοένα και πιο θετικά, σε αντίθεση με την τεράστια αρνητική δημοσιότητα που υπήρχε στο παρελθόν.

Οι 6 προτεραιότητες για την ελληνική οικονομία το 2024

Γιατί όμως αυτή η «ευχάριστη διαφορετικότητα»; Αυτό οφείλεται στο ότι, σε αυτή τη φάση, λειτουργούν στη χώρα σημαντικοί αναπτυξιακοί παράγοντες, παρά το αρνητικό περιβάλλον που δημιουργούν τα υψηλά επιτόκια, και περιλαμβάνουν: τις πολλές μεταρρυθμίσεις που έγιναν κύρια κατά τη διάρκεια των μνημονίων, τις επενδυτικές ευκαιρίες που αναδείχτηκαν από την κρίση, το τεράστιο επενδυτικό πρόγραμμα το οποίο χρηματοδοτείται κύρια από ευρωπαϊκούς πόρους, τη δημοσιονομική συνέπεια που παρατηρείται, την πολιτική σταθερότητα, την επάνοδο των τραπεζών στην κανονικότητα ώστε να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη, και τη σταδιακά βελτιούμενη αξιοπιστία της χώρας.

Οι περισσότεροι από αυτούς τους παράγοντες λειτουργούν μεσοπρόθεσμα και δημιουργούν ένα παράθυρο ευκαιρίας για τη χώρα μας κατά τη διάρκεια του οποίου μπορεί να κλείσει το σημαντικό επενδυτικό έλλειμμα που υπάρχει και να έχουμε σχετικά γρήγορη ανάπτυξη η οποία δημιουργεί και ένα πιο ευνοϊκό περιβάλλον για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα μπορέσουν να επιμηκύνουν την περίοδο ανάπτυξης που διανύουμε. Είναι γνωστό πως η προώθηση των μεταρρυθμίσεων κατά τη διάρκεια περιόδων ύφεσης δημιουργεί σημαντικά περισσότερες αντιστάσεις.

Τελευταία προσθήκη στα αναπτυξιακά πλεονεκτήματα αποτελεί η επιστροφή της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα, η οποία σηματοδοτεί και επίσημα το τέλος μιας περιόδου κατά την οποία η Ελλάδα χαρακτηριζόταν ως «ειδική περίπτωση χώρας». Είναι γνωστά τα πλεονεκτήματα που φέρνει αυτή η αναβάθμιση και έχουν αρχίσει ήδη να φαίνονται στο κόστος δανεισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας. Σημαντική επίπτωση επίσης αναμένεται να έχει η επενδυτική βαθμίδα και στη ροή των ξένων επενδύσεων προς τη χώρα μας.

Ενώ η επενδυτική βαθμίδα αποτελεί ένα σημαντικό κεφαλόσκαλο στις διεθνείς αξιολογήσεις της χώρας, η πορεία πάνω σε αυτό το μονοπάτι δεν σταματάει εδώ. Πριν από την κρίση η χώρα αξιολογείτο με πέντε βαθμίδες πάνω από την επενδυτική βαθμίδα. Συνεπώς, η κατάλληλη αξιοποίηση του παραθύρου ευκαιρίας μπορεί να συμβάλει και σε άλλες αναβαθμίσεις.

Μια σκιά που υπάρχει στις καλές επιδόσεις της οικονομίας είναι το υψηλό ακόμη δημόσιο χρέος. Και αυτό όμως με την ανάπτυξη, βοηθούντος και του πληθωρισμού, αποκλιμακώνεται γρήγορα.

Πρόκειται ίσως για την πιο θετική επίπτωση του υπάρχοντος παραθύρου ευκαιρίας γιατί τα εξαιρετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά του δημόσιου χρέους που υπάρχουν αυτή τη στιγμή, σταδιακά θα επιδεινώνονται καθώς η αναχρηματοδότησή του μειώνει σταδιακά τη μέση διάρκειά του (τώρα στα 19,5 χρόνια) και αυξάνει το μέσο επιτόκιο (τώρα γύρω στο 1,4%). Στο τέλος του παραθύρου ευκαιρίας το δημόσιο χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, πρέπει να βρίσκεται σε ένα επίπεδο που δεν θα ανησυχεί τους επενδυτές.

Συνεπώς, η θετική αναπτυξιακή φάση που διανύει η ελληνική οικονομία ευνοεί τη μείωση του δημόσιου χρέους αλλά και την προώθηση περισσότερων μεταρρυθμίσεων, που θα διευκολύνει και την προσέλκυση επενδύσεων. Οσον αφορά το βαθύτερο μέλλον, μία είναι η συνταγή: δημοσιονομική συνέπεια και μεταρρυθμίσεις.

O κ. Γιώργος Π. Ζανιάς είναι πρόεδρος ΔΣ Eurobank, ομότιμος καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts