Εδώ και πάνω από οκτώ χρόνια το Brexit διχάζει τη βρετανική κοινωνία. Τέσσερα χρόνια αφότου ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2020, τέσσερα νωρίτερα αφότου (δημο)ψηφίστηκε το 2016, συν τουλάχιστον ένα χρόνο που κυριαρχούσε ως διακύβευμα των γενικών εκλογών, έπειτα από τη φαεινή ιδέα που είχε να υποσχεθεί προεκλογικά ένα δημοψήφισμα ο τότε πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον, που πρόσφατα διορίστηκε υπουργός Εξωτερικών από τον σημερινό πρωθυπουργό Ρίσι Σουνάκ.

Όλα δείχνουν ότι το Brexit και εν πάση περιπτώσει η σχέση της Βρετανίας με την Ευρώπη θα απασχολήσει de facto το δημόσιο διάλογο ενόψει και των επόμενων γενικών εκλογών, που θα διεξαχθούν πιθανότατα στα τέλη του τρέχοντος έτους – καταληκτική ημερομηνία είναι η 28η Ιανουαρίου 2025.

Λονδίνο: 178 δισ. δολάρια στοιχίζει ετησίως στη Βρετανία το Brexit

Θα το φέρνουν αμέσως ή εμμέσως στο προσκήνιο του προεκλογικού διαλόγου πολλά στελέχη του Εργατικού Κόμματος. Διότι επισήμως το ίδιο το κόμμα θα αποφύγει να το καταδικάσει για λόγους εκλογικής σκοπιμότητας. Για να μη δυσαρεστήσει τους όχι λίγους ψηφοφόρους του που υποστηρίζουν τον βρετανικό εξαιρετισμό, σε μια συγκυρία μάλιστα ευνοϊκή για τους Εργατικούς καθώς προηγούνται των Συντηρητικών σε όλες τις δημοσκοπήσεις.

«Ας είμαστε ειλικρινείς…»

Ένα σημαίνον στέλεχος των Εργατικών με υψηλό δημόσιο αξίωμα αναφέρθηκε χθες στις ευρω-βρετανικές σχέσεις και συγκεκριμένα στο οικονομικό κόστος της αποχώρησης της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο δήμαρχος του Λονδίνου Σαντίκ Καν απηύθυνε δημόσια έκκληση για την επαναθέρμανση των σχέσεων της χώρας του με την ΕΕ, κατηγορώντας ταυτόχρονα το Brexit ότι κόστισε δεκάδες δισεκατομμύρια στερλίνες στη βρετανική οικονομία.

«Είναι ανάγκη να οικοδομήσουμε μια στενότερη σχέση με την ΕΕ. Μια νέα συμφωνία θα τόνωνε την οικονομία μας και θα βοηθούσε στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου των Βρετανών», είπε χαρακτηριστικά ο Σαντίκ Καν. Πρόκειται για μια θέση που έρχεται σε αντίθεση με την απροθυμία των δύο μεγάλων πολιτικών κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικού του, να συζητήσουν για τις επιπτώσεις του δημοψηφίσματος του 2016. Διότι ο ευρωσκεπτικισμός στη Βρετανία είναι διακομματικός: ανέκαθεν διαπερνούσε οριζοντίως και το Συντηρητικό αλλά και το Εργατικό Κόμμα.

Είναι αλήθεια ότι οι τελευταίες σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης αποτυπώνουν αναμφίβολα και με σαφήνεια την πλειοψηφία των δυσαρεστημένων με το Brexit Βρετανών πολιτών. Στην πρωτεύουσα, μάλιστα, το ποσοστό των ευρωπαϊστών είναι πολύ υψηλότερο. Παρά ταύτα, πρέπει να αναγνωριστεί ότι ο δήμαρχος του Λονδίνου έκανε ένα τολμηρό βήμα μιλώντας ευθέως για το οικονομικό κόστος της αποχώρησης, αδιαφορώντας για το τι θα πουν οι ευρωφοβικοί, εθνικιστές και ομφαλοσκόποι του κόμματός του.

«Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς. Το Brexit δεν είναι μια περιφερειακή προκατάληψη που μπορούμε ελαφρά τη καρδία να την προσπεράσουμε. Είναι ένας κεντρικός παράγοντας και μια συνιστώσα-κλειδί της εκτίναξης του κόστους ζωής που έχει προκαλέσει ο πληθωρισμός», είπε το βράδυ της Πέμπτης εγκαινιάζοντας δυναμικά τη δική του προεκλογική εκστρατεία, δεδομένου ότι λίγους μήνες πριν από τις γενικές εκλογές, τον προσεχή Μάιο διεξάγονται δημοτικές εκλογές στη Βρετανία. Και ο Σαντίκ Καν θα διεκδικήσει μια τρίτη θητεία στο Δήμο του Λονδίνου.

Πόσα χάσαμε και πόσα θα χάσουμε

Σύμφωνα με έρευνα που παρήγγειλε η Δημαρχία του Λονδίνου στην Cambridge Econometrics, το Brexit έχει κοστίσει μέχρι τώρα περί τα 140 δισ. στερλίνες (162 δισ. ευρώ) στη βρετανική οικονομία. Εξ αυτών τα 30 δισ. στερλίνες (35 δισ. ευρώ) αντιστοιχούν σε κόστος που βάρυνε αποκλειστικά τη βρετανική πρωτεύουσα.

Η Cambridge Econometrics εκτιμά επίσης ότι το Brexit προκάλεσε την απώλεια δύο εκατομμυρίων θέσεων εργασίας στη χώρα, εκ των οποίων οι 300.000 θέσεις εργασίας στο Λονδίνο. Με βάση τα δεδομένα αυτά η εταιρεία ερευνών συμπεραίνει ότι, αν κάτι δεν αλλάξει, έως το 2035 η ζημιά του Ηνωμένου Βασιλείου από την αποχώρησή του από την ΕΕ θα φτάσει τα 300 δισ. στερλίνες (350 δισ. ευρώ). Και ότι από το ποσό αυτό τα 60 εκατ. στερλίνες αφορούν μόνο το Λονδίνο.

Τι απαντά ο Σούνακ

Άμεση ήταν η απάντηση του πρωθυπουργικού γραφείου στις δηλώσεις του δημάρχου του Λονδίνου. Εκπρόσωπος

του πρωθυπουργού Ρίσι Σουνάκ αντέτεινε ότι η οικονομική δραστηριότητα στη Βρετανία ήταν πιο έντονη και πιο δυναμική από αυτή της Ιταλίας και της Γερμανίας μετά το 2016 – έλαβε ως αφετηρία τη χρονιά του δημοψηφίσματος.

Ο εκπρόσωπος αναφέρθηκε επίσης στις «σπουδαίες ευκαιρίες που προσφέρονται μετά την αποχώρηση από την ΕΕ», σημειώνοντας ως παράδειγμα τις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου που υπέγραψε η βρετανική κυβέρνηση, όπως είναι η συμφωνία με την Αυστραλία ή η συμμετοχή της χώρας στην Εμπορική Συνεργασία του Ειρηνικού (Trans-Pacific Partnership ή ΤΡΡ).

Οι αριθμοί και οι άνθρωποι

Το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων υπενθυμίζει ότι τον περασμένο Απρίλιο το Γραφείο για την Τήρηση του Προϋπολογισμού (Office for budget responsibility ή OBR, μια δημόσια πλην ανεξάρτητη αρχή με αποστολή να ελέγχει και να αναλύει τα δημόσια οικονομικά) εκτίμησε ότι η συμφωνία στην οποία κατέληξε η Βρετανία με την ΕΕ και διέπει μετά το Brexit τις εμπορικές σχέσεις των δύο πλευρών, θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση κατά 4% της παραγωγικότητας της Βρετανίας συγκριτικά με την περίοδο που η χώρα ήταν μέλος της ΕΕ.

Το AFP σημειώνει επίσης δημοσκόπηση του Ινστιτιούτου Opinium που διενεργήθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο για λογαριασμό της Κυριακάτικης βρετανικής εφημερίδας «Observer» και η οποία έδειξε ότι μόνο το 22% των Βρετανών θεωρούν ότι το Brexit είχε σε γενικές γραμμές ένα θετικό αντίκτυπο στη χώρα. Το ποσοστό αυτό υποχωρεί στο 12% όταν το ερώτημα αν το Brexit ήταν θετικό ή όχι, περιορίζεται μόνο στην βρετανική οικονομία.

Πρόκειται μάλλον για μια κλασική περίπτωση του φαινομένου οι ευημερούντες αριθμοί να μην αποτυπώνουν την κατάσταση των πενομένων ανθρώπων.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
Sierra Nevada Corp: Της ανατέθηκε η σύμβαση για την ανάπτυξη του διαδόχου του αεροσκάφους E-4B
Διεθνή |

Ποια εταιρεία θα κατασκευάσει για 13 δισ. δολάρια το νέο αεροσκάφος της «Ημέρας της Κρίσεως»

Η ύψους 13 δισεκατομμυρίων δολαρίων σύμβαση αφορά στην ανάπτυξη του νέου αεροσκάφους της «Ημέρας της Κρίσεως» λόγω της ικανότητάς του να επιβιώσει σε πυρηνικό πόλεμο.