Στην Ιστορία θα μείνει η κυβέρνηση του Σεμπαστιάν Λεκορνί, ως η πλέον βραχύβια κυβέρνηση κατά την Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία που καθιέρωσε ο Ντε Γκολ με το Σύνταγμα του 1958. Για την ακρίβεια, ο ίδιος ο πρωθυπουργός ήταν ο βραχυβιότερος όλων, αφού έμεινε στο Μέγαρο Ματινιόν μόλις 27 ημέρες. Οι υπουργοί της κυβέρνησής του, τους οποίους ο Λεκορνί ανακοίνωσε μόλις το βράδυ της Κυριακής, δεν πρόλαβαν ούτε καν να αλληλοσυγχαρούν. Προτίμησαν να ρίξουν τον πρωθυπουργό, χαρακτηρίζοντας δημοσίως την κυβέρνηση στην οποία μόλις διορίστηκαν θνησιγενή!
Ήταν ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο. Φυσικά και τα κόμματα που (υποτίθεται ότι) θα στήριζαν την κυβέρνηση την ώρα που θα ζητούσε την ψήφο εμπιστοσύνης της Εθνοσυνέλευσης, αμέσως μετά το διορισμό των υπουργών άρχισαν να υπονομεύουν το όλο σχήμα. Είναι χαρακτηριστική η οργή που εξέφρασαν, για παράδειγμα, κορυφαία στελέχη των Ρεπουμπλικανών (πρόκειται για την γκωλική Δεξιά) για τον διορισμό του πρώην υπουργού Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ στο υπουργείο Άμυνας.
Μιλάμε για ένα στέλεχος της Κεντροδεξιάς που προαλείφετο όχι μόνο για πρωθυπουργός, αλλά και για διάδοχος του Μακρόν στο Προεδρικό Μέγαρο. Μετά τα όσα άκουσε το βράδυ της Κυριακής, τη Δευτέρα το πρωί ο Λεμέρ έσπευσε να ανακοινώσει στον Λεκορνί ότι δεν δέχεται το υπουργείο που του ανατέθηκε. Δεν χρειάστηκε να πονοκεφαλιάσει ο πρωθυπουργός, καθώς με τη σειρά του κι αυτός υπέβαλε την παραίτησή του στον πρόεδρο Μακρόν.
Αρνητικό ρεκόρ
Ο Σεμπαστιάν Λεκορνί είναι μακράν ο πλέον βραχύβιος κατά τη διάρκεια της Πέμπτης γαλλικής Δημοκρατίας, μια που άντεξε μόνο 27 ημέρες. Πολύ λιγότερες από τις 99 ημέρες που έμεινε στο αξίωμα ο Μισέλ Μπαρνιέ, ενώ ο αμέσως «συντομότερος» ήταν ο Μπερνάρ Καζνέβ, διορισθείς προ δεκαετίας περίπου από τον Φρανσουά Ολάντ – εκείνος είχε μείνει 155 ημέρες στο Μέγαρο Ματινιόν. Ο προκάτοχος του Λεκορνί, Φρανσουά Μπαϊρού, είχε διατηρήσει επί 269 ημέρες το αξίωμά του.
«Ποιος κυβερνά επιτέλους αυτόν τον τόπο;» θα αναρωτιόταν κάποιος αν δεν επρόκειτο για τη δεύτερη σε πληθυσμό και ΑΕΠ χώρα της Ευρωζώνης, που τυγχάνει να μετέχει και στο G7, να είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και επίσης μία από τις 9 πυρηνικές δυνάμεις στον κόσμο.
«Δίχως προηγούμενο»
«Είναι μια κατάσταση χωρίς προηγούμενο», σημειώνει η «Les Echos» σε άρθρο της που υπογράφουν τρεις ρεπόρτερ, οι Κλοντ Φουκέ, Σαρά Ντιμό και Σαμίρ Τουζανί. «Κανένα κείμενο δεν υποδεικνύει τις ακριβείς εξουσίες και αρμοδιότητες μιας κυβέρνησης που πρέπει να λειτουργήσει ως υπηρεσιακή δίχως να έχει ουσιαστικά συγκροτηθεί ποτέ. Τα προνόμια της είναι σίγουρα περιορισμένα και αποστολή της είναι να αντιμετωπίσει καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ελάχιστη λειτουργία του κράτους καθώς και τη συνέχεια του», σημειώνουν οι τρεις ρεπόρτερ.
«Αυτή η κυβέρνηση μπορεί να εφαρμόσει νόμους που έχουν ήδη ψηφιστεί, αλλά δεν συνεπάγονται την αύξηση των δημοσίων δαπανών ή την επιβολή επιπλέον φόρων. Εξάλλου το Υπουργικό Συμβούλιο δεν πρόκειται να συνεδριάσει κατά τη διάρκεια της μεταβατικής αυτής περιόδου», σημειώνεται στο ρεπορτάζ. Εν πάση περιπτώσει, πολλοί γράφουν διάφορα στον τύπο και κυρίως στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά σε «Λιβύη» δεν μοιάζει να μετατρέπεται (ακόμα) η Γαλλία.
Νέος πρωθυπουργός;
Το μπαλάκι είναι πλέον στον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος ήδη από το βράδυ της Δευτέρας ζήτησε από τον πολιτικό του φίλο Σεμπαστιάν Λεκορνί να κάνει «μια ύστατη προσπάθεια εξεύρεσης κάποιας λύσης» που θα έσωζε την κυβέρνησή του. Πρόκειται για ευσεβείς πόθους του προέδρου, ο οποίος ουσιαστικά ως πρώτη εναλλακτική έχει την αναζήτηση ενός νέου πρωθυπουργού που θα έχει ελπίδες να συγκροτήσει μια κεντροδεξιά κυβέρνηση συνασπισμού.
Φυσικά αυτή η κυβέρνηση θα πρέπει να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης από την Εθνοσυνέλευση, πράγμα πολύ δύσκολο έως αδύνατο υπό τις παρούσες πολιτικές συνθήκες και κυρίως όσο επιμένει η Κεντροδεξιά να αρνείται συνεργασία με κάποιο ή κάποια κόμματα της Αριστεράς. Είναι χαρακτηριστικό ότι και η «μακρονίστρια» (μέλος της «Αναγέννησης») υπουργός Οικολογικής Μετάβασης Ανιές Πανιέ-Ρινασέ (την επέλεξε και ο Λακορνί) δήλωσε τη Δευτέρα ότι «είναι ανεδαφικό να περιμένει κανείς να σχηματίσει κυβέρνηση αγνοώντας την Αριστερά».
Εκλογικά σενάρια
Ένα δεύτερο σενάριο είναι μια νέα διάλυση της Εθνοσυνέλευσης για να στηθούν κάλπες. Πρόκειται για μια επιλογή που ζητούν συστηματικά η Ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν και το κόμμα της Ανυπότακτης Γαλλίας, το πιο ριζοσπαστικό της Νέας Αριστεράς. Εθνική Συσπείρωση και Ανυπότακτη Γαλλία ελπίζουν σε εκλογικά οφέλη και ενίσχυση της κοινοβουλευτικής τους δύναμης.
Από το καλοκαίρι ο Εμανουέλ Μακρόν είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν υποστηρίζει την επιλογή της διάλυσης του Κοινοβουλίου. Και ευλόγως, διότι όσο βαθαίνει η πολιτική κρίση ευνοούνται εκλογικά τα πολιτικά άκρα – αυτό δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις. Ο Μακρόν προτάσσει στις συζητήσεις του το γερμανικό παράδειγμα, που δείχνει ότι «οι πολιτικοί ηγέτες μαθαίνουν να συνεργάζονται».
Με τη διαφορά ότι είναι πλέον φανερό ότι ο Μακρόν θέλει να αποφύγει τη συγκυβέρνηση των κομμάτων του Κέντρου και της συστημικής Δεξιάς (που τον στηρίζουν) με την Αριστερά. Ούτε καν με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, παρότι προ δεκαετίας, επί προεδρίας Φρανσουά Ολάντ, υπήρξε ο ίδιος υπουργός σοσιαλιστικής κυβέρνησης. Το PS επί Φρανσουά Ολάντ, βεβαίως, ήταν πολύ λιγότερο «αριστερό» από το PS του σημερινού ηγέτη του κόμματος, Ολιβιέ Φορ.

Το τρίτο σενάριο είναι αυτό της παραίτησης του Μακρόν από το αξίωμα του προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, κάτι που θα επιδείνωνε την πολιτική κρίση και θα στοχοποιούσε ακόμα περισσότερο τη χώρα από τις διεθνείς αγορές – ήδη η Γαλλία δανείζεται ακριβότερα από την Ελλάδα. Ακυβερνησία βεβαίως δεν θα υπήρχε, καθώς βάσει του Συντάγματος, χρέη προέδρου της Δημοκρατίας θα ασκούσε ο πρόεδρος της Γερουσίας.
Ο πρόεδρος της γαλλικής Άνω Βουλής Ζεράρ Λαρσέ, εν προκειμένω, θα ασκούσε όλες τις εξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας πλην δύο: δεν θα μπορούσε να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και δεν θα μπορούσε να προκηρύξει δημοψήφισμα. Θα κυβερνούσε όμως κανονικά σε συνεργασία με την σημερινή, τελούσα υπό παραίτηση κυβέρνηση.
Συγκατοίκηση
Όπως γράφουν οι τρεις ρεπόρτερ της «Les Echos», δεν υπάρχει χρονικό όριο για την παραμονή στην εξουσία μιας υπηρεσιακής κυβέρνησης. «Μετά τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης τον Ιούνιο του 2024, η κυβέρνηση Αττάλ διαχειριζόταν τις τρέχουσες υποθέσεις για 51 ημέρες. Αυτή ήταν η δεύτερη μακροβιότερη θητεία τελούσας υπό παραίτηση κυβέρνησης κατά την Πέμπτη Δημοκρατίας, καθώς το 1962 μια αντίστοιχη κυβέρνηση με επικεφαλής τον Ζωρζ Πομπιντού είχε κυβερνήσει επί 62 ημέρες», σημειώνουν χαρακτηριστικά.
Η ψήφιση ενός προϋπολογισμού για το 2026 θα καθυστερούσε βέβαια, αλλά και ο εφετινός προϋπολογισμός ψηφίστηκε το Φεβρουάριο, με καθυστέρηση δύο μηνών – παρατείνεται εν προκειμένω η ισχύς του τρέχοντος προϋπολογισμού ώστε να λειτουργεί το κράτος.
Αναλυτές σημειώνουν ότι με τη διεξαγωγή νέων εκλογών, είτε βουλευτικών είτε/και προεδρικών, το πολιτικό αδιέξοδο και η κρίση στη Γαλλία δεν μοιάζουν να ξεπερνούνται εύκολα. Ο διορισμός σοσιαλιστή πρωθυπουργού, που θα διαλέξει υπουργούς και από το κόμμα του Εμανουέλ Μακρόν «Αναγέννηση» και από άλλα μετριοπαθή κόμματα του Κέντρου, μοιάζει μονόδρομος για το Γάλλο πρόεδρο.
Η «συγκατοίκηση» στην εξουσία προέδρου και πρωθυπουργού από διαφορετικές πολιτικές παρατάξεις έχει μακρά παράδοση στη Γαλλία η πρώτη στην Πέμπτη Δημοκρατία επιχειρήθηκε μετά τις εκλογές του Μαρτίου 1986, όταν ο σοσιαλιστής πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν «συγκατοίκησε» με πρωθυπουργό τον γκωλικό Ζακ Σιράκ έως το Μάιο του 1988.
Περίπου δέκα χρόνια αργότερα ο Σιράκ συγκατοίκησε με τον πρωθυπουργό τον σοσιαλιστή πρωθυπουργό Λιονέλ Ζοσπέν και την όχι και τόσο «κεντρώα» κυβέρνησή του – επί συγκατοίκησης Σιράκ-Ζοσπέν καθιερώθηκε το 35ωρο, ας πούμε, που ισχύει ακόμα στη χώρα.
Ο διορισμός ενός Σοσιαλιστή πρωθυπουργού προέβαλλε ως αναγκαιότητα για τον σχηματισμό βιώσιμης κυβέρνησης στη Γαλλία και πριν από τον διορισμό του Σεμπαστιάν Λεκορνί από τον Μακρόν. Σχετικές εισηγήσεις υπήρχαν και τότε στον πρόεδρο, αλλά αυτός επέμεινε.
Πλέον την επιλογή προκρίνουν ανοικτά και στενοί συνεργάτες του Μακρόν. Πέραν της Ανιές Πανιέ-Ρινασέ που προαναφέρθηκε, ο πρώην πρωθυπουργός Γκαμπριέλ Ατάλ δήλωσε ευθέως στη γαλλική τηλεόραση ότι «δεν αντιλαμβάνεται το πείσμα του προέδρου». Πληροφορίες του γαλλικού τύπου φέρουν τον Ατάλ σε ρόλο «συνδέσμου» της προεδρικής παράταξης με τους Σοσιαλιστές.