Στα 13 του χρόνια ο Τζόελ Χέλεμαρκ έμαθε μόνος του κώδικα λογισμικού. Στα 16 ξεκίνησε την πρώτη του εταιρεία, μια υπηρεσία συστάσεων μέσω βίντεο. Τώρα στα 24, βετεράνος επιχειρηματίας πλέον, ο Χέλεμαρκ μόλις συγκέντρωσε 18 εκατ. δολάρια για να επεκτείνει τη Sana Labs, τη σουηδική νεοφυή εταιρεία ψηφιακής εκπαίδευσης που ίδρυσε. «Είμαι μια συνάρτηση όλων των πλεονεκτημάτων του να μεγαλώνει κανείς σήμερα», λέει.

Ενώ πολλοί άνθρωποι στην ηλικία του τονίζουν την ανισότητα μεταξύ των γενεών, ο Χέλεμαρκ λέει ότι εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες που πρώτη η γενιά του απολαμβάνει. Μεταξύ αυτών αναφέρει: τον εκδημοκρατισμό της παγκόσμιας εκπαίδευσης (έμαθε μόνος του προγραμματισμό παρακολουθώντας διαδικτυακά μαθήματα από κορυφαία Πανεπιστήμια των ΗΠΑ), το ολοένα και φθηνότερο κόστος τεχνολογιών όπως το υπολογιστικό νέφος (cloud computing), και τη δυνατότητα άμεσης σύνδεσης με πιθανούς υπαλλήλους και πελάτες οπουδήποτε στον κόσμο μέσω Διαδικτύου.

Με την αγορά ψηφιακής εκπαίδευσης να εκτινάσσεται λόγω της πανδημίας, ο Χέλεμαρκ φιλοδοξεί να δημιουργήσει μία από τις πιο πολύτιμες εταιρείες στον κόσμο. «Αυτή είναι η ευκαιρία που ψάχνουμε», λέει.

Το άνοιγμα της χρηματοδότησης τροφοδότησε τον επιχειρηματικό ζήλο, δίνοντας στους εκκολαπτόμενους επιχειρηματίες ευκολότερη πρόσβαση σε κεφάλαια από όση έδιναν παλαιότερα επενδυτές-μέντορες, χρηματοδοτήσεις για νεοφυείς επιχειρήσεις και ιστότοποι συμμετοχικής χρηματοδότησης (crowdfunding). Ενόσω τα διεθνή χρηματιστήρια παραμένουν ενθουσιωδώς ανοδικά και τα επιτόκια χαμηλά, οι επενδυτές δεν διστάζουν να τοποθετούν χρήματα και σε συμμετοχές πιο υψηλού επιχειρηματικού κινδύνου. «Όταν επενδύεις, διαμορφώνεις το μέλλον. Δεν ακολουθείς απλώς τον άνεμο, τον δημιουργείς και τον δυναμώνεις», λέει η Μαρί Εκλάντ, μια γαλλίδα επενδυτής που εμπιστεύεται τις νέες τεχνολογίες.

Θα έλεγε κανείς ότι ο Χέλεμαρκ είναι ταυτόχρονα και ξεχωριστός και παραδοσιακός. Είναι ξεχωριστός διότι η ακούραστη ενεργητικότητά του και η ακατάπαυστη ορμή του δείχνουν ότι είναι εκ φύσεως επιχειρηματίας. Και είναι παραδοσιακός επειδή ενσαρκώνει ένα νέο κύμα επιχειρηματιών που θέλουν να χτίσουν να χτίσουν τις καριέρες τους έξω από τον… παραδοσιακό κόσμο των επιχειρήσεων.

Σε πολλές χώρες η πανδημία προκάλεσε μια νέα τάση για τη δημιουργία επιχειρήσεων. Στις ΗΠΑ τον Απρίλιο υποβλήθηκαν 488.000 αιτήσεις για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, ενώ τον αντίστοιχο μήνα του 2020 είχαν υποβληθεί 232.000 αιτήσεις. Στη Γαλλία οι αντίστοιχες αιτήσεις έχουν φθάσει σε επίπεδα-ρεκόρ, ενώ πολύ σημαντικές αυξήσεις καταγράφονται στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γερμανία και στην Ιαπωνία. «Ζούμε σίγουρα την εποχή της επιχειρηματικότητας», δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξη ο υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας Ρίσι Σουνάκ.

Είναι δύσκολο να υπολογίσει κανείς πόσες από αυτές τις νέες επιχειρήσεις έχουν δημιουργηθεί από απελπισία. Από ανθρώπους δηλαδή που έχουν χάσει τη δουλειά τους και θέλουν να φτιάξουν τη δική τους εταιρεία για να πουλήσουν τα δικά τους προϊόντα ή να παράσχουν υπηρεσίες με βραχυπρόθεσμους στόχους απασχόλησης. Ωστόσο, τα δεδομένα αναμφίβολα αποτυπώνουν σε πολλές χώρες και μια αύξηση του ενδιαφέροντος για το επιχειρείν, ιδίως μεταξύ των νέων.

Η Entrepreneur First, μια εταιρεία επενδύσεων που διαχειρίζεται εξάμηνα προγράμματα επιχειρηματιικής κατάρτισης για αποφοίτους Πανεπιστημίου στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ινδία, τη Σιγκαπούρη και τον Καναδά, αποκαλύπτει ότι οι αιτήσεις για συμμετοχή στα προγράμματά της έχουν αυξηθεί κατά 80% σε ετήσια βάση. «Πρόκειται για μια παγκόσμια τάση που γιγαντώνεται λόγω της πανδημίας», σημειώνει ο Ματ Κλίφορντ, συνιδρυτής της Entrepreneur First. «Οι επιχειρηματίες ευδοκιμούν στην αστάθεια. Και αυτή η πανδημία έχει δημιουργήσει μεγάλη αστάθεια. Το επιχειρείν είναι μια λογική απάντηση στις νέες ευκαιρίες που δημιουργούνται», εξηγεί.

Η πρόσφατη οικονομική αναταραχή μπορεί να προσδώσει μια ενδιαφέρουσα τροπή στη μακροχρόνια συζήτηση σχετικά με το εάν κάποιοι γεννιούνται ή γίνονται επιχειρηματίες. Μια συνέπεια της ύφεσης της περασμένης χρονιάς ήταν να ενθαρρυνθούν με ισχυρά κίνητρα πολλοί περισσότεροι απόφοιτοι για να ξεκινήσουν μια νεοφυή επιχείρηση, από όσο θα συνέβαινε σε άλλη περίπτωση.

Μια επικαιροποιημένη ερευνητική μελέτη των Άιζακ Χακάμο και Κριστόφ Κλάινερ του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα διαπίστωσε ότι η αύξηση του ποσοστού ανεργίας στις ΗΠΑ κατά 1% είχε ιστορικά ως αποτέλεσμα τη μείωση κατά 0,5% της πιθανότητας πρόσληψης αποφοίτων σε κορυφαίες εταιρείες συμβούλων, σε εταιρείες επενδύσεων ή υψηλής τεχνολογίας.

Αφού μελέτησαν στο LinkedIn περισσότερα από 640.000 προφίλ εκείνων που αποφοίτησαν στις ΗΠΑ μεταξύ του 1996 και του 2014, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι λεγόμενοι «επιχειρηματίες εξ ανάγκης», αυτοί δηλαδή που ίδρυσαν επιχειρήσεις σε καιρούς υφέσεων κατά το διάστημα που κάλυψε η έρευνα, εξακολουθούν ως επί το πλείστον να συνεχίζουν με επιτυχία την επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Είχαν όντως περισσότερες πιθανότητες από τους «εκούσιους επιχειρηματίες» να επιβιώσουν, να καινοτομήσουν και να εξασφαλίσουν στήριξη για τις επιχειρήσεις τους. Μεταξύ 36.000 επιχειρηματιών που μελέτησαν, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μεμονωμένα άτομα ίδρυσαν εκ του μηδενός και εισήγαγαν με επιτυχία στο Χρηματιστήριο 141 εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των Dropbox, Airbnb, Instagram και YouTube. «Θα περίμενα να δω κάτι ανάλογο να συμβαίνει και σε αυτή την κρίση», λέει ο Χακάμο.

Πολλές εταιρείες συμμετοχικού κεφαλαίου που συγκέντρωσαν χρήματα κατά τη διάρκεια των τελευταίων οικονομικών κρίσεων απέδειξαν εμπράκτως ότι μερικές από τις καλύτερες επιχειρήσεις έχουν γεννηθεί κατά τις περιόδους των χειρότερων υφέσεων. Αυτό μπορεί να επαναληφθεί. Θα είναι συναρπαστικό να δούμε ποιες υπέροχες εταιρείες θα αναδυθούν από τα οικονομικά συντρίμια της περασμένης χρονιάς.

Πρόσφατα Άρθρα