Μετά τη χαοτική απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν πέρυσι, ο Πρόεδρος Μπάιντεν προσπάθησε να κατευθύνει την προεδρία του προς τις εσωτερικές προτεραιότητες, κυρίως την πανδημία του κορωνοϊού και τον βρυχώμενο πληθωρισμό που επήλθε μετά από μια ισχυρή οικονομική ανάκαμψη.

Αλλά με την εισβολή του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στην ανατολική περιοχή του Ντονμπάς της Ουκρανίας, ο κ. Μπάιντεν βρίσκεται με μια κρίση εξωτερικής πολιτικής ξανά στο επίκεντρο της ατζέντας του, δοκιμάζοντας την ηγεσία του στην παγκόσμια σκηνή, αλλά και μεταξύ των Αμερικανών που διχάζονται για τη σύγκρουση και το πιθανό κόστος της. Ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκρατικοί ηγέτες έχουν εκφράσει την σθεναρή υποστήριξή τους για να σταθούν στο πλευρό της Ουκρανίας ενάντια στη ρωσική επιθετικότητα, έχει πιεστεί κατά καιρούς και από τις δύο πλευρές να λάβει σκληρές θέσεις, ενώ κάποιοι και από τα δύο κόμματα έχουν επίσης προειδοποιήσει εναντίον μιας βαθύτερης εμπλοκής των ΗΠΑ κρίση.

Η ρωσική επιθετικότητα έρχεται σε μια πολιτικά δύσκολη στιγμή για τον κ. Μπάιντεν, ο οποίος αντιμετωπίζει μια εν μέρει αδιέξοδη εγχώρια ατζέντα και χαμηλά ποσοστά αποδοχής. Τόνισε ότι λαμβάνει μέτρα για να περιορίσει τον αντίκτυπο που θα έχουν οι κυρώσεις στην οικονομία των ΗΠΑ, αλλά αναγνώρισε την Τρίτη ότι ορισμένες επιπτώσεις είναι πιθανές καθώς οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν πληθωρισμό που βρίσκεται σε υψηλό 40 ετών.

«Ίσως να αντιμετωπίσει πληθωρισμό στα τρόφιμα και στις τιμές ενέργειας, κυβερνοεπιθέσεις, ζητήματα εφοδιαστικής αλυσίδας», είπε ο Ίαν Μπρέμερ, του Ομίλου Eurasia, προσθέτοντας ότι οι συνέπειες για τον κ. Μπάιντεν στο εσωτερικό είναι δυνητικά σοβαρές.

Ο κ. Μπάιντεν χαρακτήρισε τις ενέργειες του κ. Πούτιν την Τετάρτη μια απρόκλητη, αδικαιολόγητη επίθεση στην Ουκρανία, υποσχόμενος περαιτέρω δράση κατά της Ρωσίας. Προηγουμένως περιέγραψε τις ρωσικές κινήσεις νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα ως την αρχή μιας εισβολής, επιβάλλοντας κυρώσεις την Τρίτη και λέγοντας ότι θα επιβληθούν περισσότερες εάν ο κ. Πούτιν κλιμακώσει τις προσπάθειές του.

Ο κ. Μπάιντεν κατέστησε σαφές ότι δεν σκοπεύει να στείλει αμερικανικά στρατεύματα στην Ουκρανία. Αλλά έπαιξε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντιμετώπιση της Ρωσίας και στη συσπείρωση των συμμάχων για την άμυνα της Ουκρανίας. Η προσέγγιση έρχεται σε αντίθεση με τον χειρισμό του για την έξοδο από το Αφγανιστάν τον Αύγουστο, όταν οι σύμμαχοι παραπονέθηκαν ότι τους έπιασε εξαπίνης ο χρόνος και η απότομη αποχώρηση των ΗΠΑ.

Ως υποψήφιος για την προεδρία, ο κ. Μπάιντεν εν μέρει επικέντρωσε την προεκλογική του εκστρατεία στη δύναμη που του παρείχε η δική του εμπειρία δεκαετιών στην εξωτερική πολιτική και στη συσπείρωση των δημοκρατιών ενάντια στην απειλή των αυταρχικών καθεστώτων. Εν μέσω των εντάσεων, ο κ. Μπάιντεν ανέπτυξε στρατεύματα των ΗΠΑ για να ενισχύσει την άμυνα των κρατών του ΝΑΤΟ και αναβάθμισε την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις πλησίον της Ουκρανίας δραστηριότητες της Ρωσίας.

Το πώς θα γίνει δεκτή η στάση του κ. Μπάιντεν κατά της Ρωσίας από το αμερικανικό κοινό δεν είναι ξεκάθαρο. Ο Άρι Φλάισερ, ο οποίος υπηρέτησε ως γραμματέας Τύπου του Προέδρου Τζορτζ Μπους, είπε ότι μια εισβολή θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια «ήπια συσπείρωση [του αμερικανικού κοινού] γύρω από τη σημαία» επειδή «οι εικόνες στην τηλεόραση θα είναι φρικτές και αυτό θα δημιουργήσει πραγματικό αντιρωσικό αίσθημα».

Στο εσωτερικό μέτωπο, οι προτεραιότητες του κ. Μπάιντεν θα παραμείνουν η επιβεβαίωση ενός δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου και η έγκριση μιας συμφωνίας για ον ετήσιο προϋπολογισμό.

Αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου λένε ότι βρίσκονται σε καλό δρόμο για τον διορισμό ενός δικαστή μέχρι το τέλος του μήνα. Ο πρόεδρος αναμένεται επίσης να χρησιμοποιήσει την ομιλία του για την Κατάσταση τής Ένωσης (state of the Union address) την 1η Μαρτίου για να μιλήσει για την προώθηση της ατζέντας του και τις προσπάθειές του να τιθασεύσει τον αυξανόμενο πληθωρισμό.

Λιγότερο σαφές είναι εάν η κρίση στην εξωτερική πολιτική θα μειώσει τις προοπτικές για κάποια νομοσχέδια που βρίσκονται σε δικομματικές διαβουλεύσεις στο Κογκρέσο. Αυτά περιλαμβάνουν ένα ευρύ μέτρο για να βοηθηθούν οι ΗΠΑ να ανταγωνιστούν την Κίνα και μια προσπάθεια να αναπτύξουν μια στενή εκδοχή του σχεδίου του κ. Μπάιντεν για το κλίμα, την εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη.

Ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Άντριου Μπέιτς είπε ότι ο κ. Μπάιντεν συγκέντρωσε συμμάχους για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα εθνικής ασφάλειας και τις δημοκρατικές αξίες των ΗΠΑ. «Ο αμερικανικός λαός και η ηγεσία και των δύο κομμάτων υποστηρίζουν αυτήν την προσέγγιση», είπε.

Ρωσικά άρματα εισβάλουν στην Ουκρανία

Οι προσπάθειες του κ. Μπάιντεν να στηρίξει την Ουκρανία έχουν τύχει της υποστήριξης και από τα δύο κόμματα, αν και πολλοί Ρεπουμπλικάνοι ζήτησαν προληπτικές κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία πριν από οποιαδήποτε στρατιωτική δράση. Μέλη και των δύο κομμάτων ζήτησαν άμεσες κυρώσεις μετά την ανακοίνωση του κ. Πούτιν για την αναγνώριση δύο αποσχισμένων περιοχών στην ανατολική Ουκρανία και την αποστολή στρατευμάτων στην περιοχή.

Την Τρίτη, ο κ. Μπάιντεν ανακοίνωσε αυτό που ονόμασε ένα πρώτο πακέτο κυρώσεων – που στοχεύουν δύο ρωσικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, το δημόσιο χρέος τους και άτομα της ρωσικής ελίτ, ως απάντηση στις κινήσεις του κ. Πούτιν στην ανατολική Ουκρανία. Έδωσε εντολή στην κυβέρνησή του την Τετάρτη να επιβάλει κυρώσεις στην Nord Stream 2 AG, την εταιρεία που κατασκευάζει τον αγωγό Nord Stream 2, και τα εταιρικά στελέχη της.

Ο κ. Μπάιντεν είπε ότι θα επιβληθούν περισσότερες κυρώσεις εάν συνεχιστεί η ρωσική επιθετικότητα.

Ο γερουσιαστής Ρομπ Πόρτμαν (Ρεπουμπλικανός, Οχάιο), συμπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Γερουσίας για την Ουκρανία, δήλωσε την Τετάρτη ότι οι κυρώσεις πρέπει να προχωρήσουν περαιτέρω.

«Η αρχική ανακοίνωση κυρώσεων του Προέδρου Μπάιντεν ως απάντηση στη ρωσική επιθετικότητα στο Ντόνετσκ και το Λουχάνσκ είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα, αλλά δεν πάει αρκετά μακριά», είπε ο κ. Πόρτμαν. Είπε ότι τα σχέδια της κυβέρνησης Μπάιντεν να επιβάλει κυρώσεις στον Nord Stream 2 και τον διευθύνοντα σύμβουλό του, μαζί με την απόφαση της Γερμανίας να αναστείλει την πιστοποίηση του αγωγού, ήταν ευπρόσδεκτα νέα, αλλά η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να ενισχύσει αυτές τις κυρώσεις.

Ο βουλευτής Άνταμ Σιφ (Δημοκρατικός, Καλιφόρνια), πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων, επαίνεσε τις προσπάθειες της κυβέρνησης την Τετάρτη, λέγοντας: «Νομίζω ότι η κυβέρνηση το χειρίστηκε αυτό, δεδομένων των ρωσικών προθέσεων, όσο καλά θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί. Τηλεγράφησαν εκ των προτέρων τις κυρώσεις που θα επιβάλλονταν σε περίπτωση εισβολής της Ρωσίας. Νομίζω ότι ήταν λογικό να μην επιβληθούν αυτές οι κυρώσεις πριν εισβάλει η Ρωσία».

Υπάρχουν επίσης ορισμένα πρόσωπα και στα δύο κόμματα που αμφισβήτησαν την αξία της σημαντικής εμπλοκής των ΗΠΑ.

Ο γερουσιαστής Ραντ Πολ (Ρεπουμπλικανός, Κεντάκι) πίεσε επιτυχώς την περασμένη εβδομάδα ώστε ένα δικομματικό ψήφισμα της Γερουσίας για την Ουκρανία να συμπεριλάβει αναφορές που να καθιστούν σαφές ότι δεν εξουσιοδοτούσε αμερικανικά στρατεύματα να σταλούν στην Ουκρανία και καλούσε τις χώρες του ΝΑΤΟ να πουν «Δεν υπάρχει επικείμενη έκκληση για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ».

Η βουλευτής Πραμίλα Τζαγιαπάλ (Δημοκρατική, Ουάσιγκτον) της Προοδευτικής Ομάδας του Κογκρέσου

Από τα αριστερά, οι βουλευτές Πραμίλα Τζαγιαπάλ (Δημοκρατική, Ουάσιγκτον) και Μπάρμπαρα Λι (Δημοκρατική, Καλιφόρνια) – βασικά πρόσωπα της Προοδευτικής Ομάδας του Κογκρέσου – προειδοποίησαν στα τέλη Ιανουαρίου «ότι οι νέες αναπτύξεις στρατευμάτων, οι σαρωτικές και αδιάκριτες κυρώσεις και μια πλημμύρα εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων σε θανατηφόρα όπλα θα αυξήσει τις εντάσεις και θα αυξήσει την πιθανότητα λανθασμένων υπολογισμών» με τη Ρωσία.

Μια πρόσφατη δημοσκόπηση της Quinnipiac έδειξε ότι το 54% των Αμερικανών υποστηρίζει την αποστολή στρατευμάτων σε ευρωπαϊκές χώρες που είναι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ, ενώ το 36% είναι αντίθετο σε αυτό και το 57% αντιτίθεται στην αποστολή αμερικανικών στρατευμάτων στην Ουκρανία, ενώ το 32% το υποστηρίζει. Μια δημοσκόπηση από το CBS News έδειξε ότι το 53% του κοινού θα ήθελε οι ΗΠΑ να μείνουν εκτός οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης γύρω από τη σύγκρουση. Και το 46% υποστήριξε την προσέγγιση του κ. Μπάιντεν ως προς την κρίση, με τους Δημοκρατικούς να βλέπουν αυτό πιο ευνοϊκά από τους ανεξάρτητους και τους Ρεπουμπλικάνους.

Η εξωτερική πολιτική δεν αποτελεί συνήθως βασική προτεραιότητα για τους ψηφοφόρους και οι κύριες ανησυχίες τους παραμένουν η πανδημία και η οικονομία.

«Αυτό δεν είναι ένα θέμα στο οποίο επενδύουν οι Αμερικανοί και στο βαθμό που επενδύουν δεν θέλουν να εμπλακεί η Αμερική», δήλωσε ο δημοκρατικός δημοσκόπος Τζεφ Χόργουιτ.

Εν όψει μιας πιθανής αντιπαράθεσης με τη Ρωσία για την Ουκρανία, ο κ. Μπάιντεν προσπαθεί να θέσει τις βάσεις για τις πολιτικά ευαίσθητες συνέπειες της σύγκρουσης, δηλαδή τις υψηλότερες τιμές ενέργειας. Σε δηλώσεις του την περασμένη εβδομάδα, είπε ότι μια ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν θα ήταν ανώδυνη, σημειώνοντας τον πιθανό αντίκτυπο στις τιμές της ενέργειας. Το μήνυμα ήρθε καθώς προσπαθεί να διαβεβαιώσει τους Αμερικανούς ότι κατανοεί τον αντίκτυπο της αύξησης των τιμών.

Ο κ. Μπάιντεν είπε ότι θέλει «να περιορίσει τον πόνο που νιώθει ο αμερικανικός λαός στην αντλία βενζίνης».

Ο πληθωρισμός των ΗΠΑ έφτασε σε άλλο υψηλό τεσσάρων δεκαετιών τον περασμένο μήνα, επιταχύνοντας σε ετήσιο ρυθμό 7,5%, και οι Δημοκρατικοί είναι αγχωμένοι για τις πολιτικές επιπτώσεις. Το κόμμα αντιμετωπίζει τα χαμηλά ποσοστά αποδοχής του κ. Μπάιντεν και ένα κύμα συνταξιοδοτήσεων Δημοκρατικών βουλευτών, καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο πληθωρισμός είναι η κύρια ανησυχία των ψηφοφόρων.

“Αυτό θα ήταν πολιτικά μια πρόκληση εάν διαρκούσε πολύ”, δήλωσε ο βουλευτής Μπρένταν Μπόιλ (Δημοκρατικός, Πενσυλβάνια) σχετικά με την προοπτική για υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου. «Νομίζω ότι είναι κάτι για το οποίο η κυβέρνηση θα συνεχίσει να χρειάζεται να μιλάει, ότι, ναι, οι τιμές του φυσικού αερίου θα είναι προσωρινά υψηλές και αυτό οφείλεται σε αυτό που κάνει ο Βλαντιμίρ Πούτιν».

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Πρόσφατα Άρθρα