(Ξανα) Ζούμε στους ρυθμούς του πληθωρισμού – τουλάχιστον τους τελευταίους 18 μήνες. Από αυτή την επάνοδο και την κυριαρχία του «inflation» (αγγλιστί) μέχρι την εμφάνιση νέων οικονομικών φαινομένων, η καθημερινότητά μας έχει γεμίσει αναφορές σε λέξεις με κατάληξη -flation, για να αποδώσoυν μια σειρά από όρους που είναι άγνωστοι στους περισσότερους.

Η επιλογή της συγκεκριμένης κατάληξης δεν είναι φυσικά τυχαία, αφού παραπέμπει σε κάτι μη σταθερό. Ο λόγος για τις διακυμάνσεις στον πληθωρισμό, τον υποπληθωρισμό, τον υπερπληθωρισμό, την απληστία του πληθωρισμού και τόσα άλλα φαινόμενα που ορίζονται εμφατικά με τον τρόπο αυτό, ώστε να αποκαλυφθεί η μεγάλη ένταση των αλλαγών μεταξύ των διαφορετικών οικονομικών επιπέδων.

Πληθωρισμός: Πώς η άνοδος των τιμών «ροκανίζει» τα εισοδήματα

Στον αστερισμό του inflation

Στον πυρήνα του, βρίσκεται η γενική αύξηση των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών με την πάροδο του χρόνου, η οποία μειώνει την αγοραστική μας δύναμη. Αυτό σημαίνει ότι με 100 ευρώ σήμερα σε σχέση με έναν μήνα πριν, μπορεί να  αγοράσουμε μια πολύ μικρότερη ποσότητα προϊόντων.

«Είδαμε τον πληθωρισμό να ξεπερνά τις προβλέψεις των περισσότερων οικονομολόγων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022, με τον ετήσιο πληθωρισμό στο Ηνωμένο Βασίλειο να φτάνει το 10,1% τον Αύγουστο, χωρίς να υπάρχουν σημάδια ότι τα ποσοστά θα μειωθούν σύντομα», επισημαίνει η Frederique Carrier, διευθύνουσα σύμβουλος της RBC Wealth Management στις Βρετανικές Νήσους και την Ασία.

Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που μπορούν να τον προκαλέσουν, από την αύξηση των μισθών, οι ελλείψεις και το αυξημένο κόστος των εισαγόμενων αγαθών. Ο πληθωρισμός επηρεάζει όλες τις πτυχές της οικονομίας – από τις καταναλωτικές δαπάνες και τις επενδύσεις των επιχειρήσεων μέχρι τις κυβερνητικές πολιτικές και τα επιτόκια.

Όταν η ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες αυξάνεται ταχύτερα από την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας, δημιουργείται ένα κενό. Η υψηλή ζήτηση και η χαμηλή προσφορά έχουν ως αποτέλεσμα υψηλές τιμές. Αυτό είναι γνωστό ως πληθωρισμός που προκαλείται από την έλξη της ζήτησης. Στην αρχή της πανδημίας του κορωνοϊού το 2020, οι καταναλωτές που ανυπομονούσαν να γεμίσουν τα καρότσια τους με τα απαραίτητα για να καταφύγουν στο σπίτι ήρθαν αντιμέτωποι με πολλές ελλείψεις προϊόντων, όπως ποδήλατα, κάμερες διαδικτύου, ποτά και χαρτί υγείας.

«Παραδοσιακά, ένα μέτριο επίπεδο πληθωρισμού (περίπου 2%) έχει μια θετική χροιά, καθώς συνδέεται με την οικονομική ανάπτυξη», διευκρινίζει η Carrier. Τα υψηλότερα επίπεδα πληθωρισμού, όμως, δείχνουν ότι η οικονομία μπορεί να έχει «υπερθερμανθεί», οδηγώντας σε οικονομική ύφεση, με ορισμένες επιχειρήσεις να υποφέρουν περισσότερο από άλλες.

Τι είναι το hyperflation;

Ο υπερπληθωρισμός αφορά τη γρήγορη και υπερβολική αύξηση των τιμών σε μια οικονομία. Προκύπτει όταν ο ρυθμός πληθωρισμού αυξάνεται με ρυθμό άνω του 50% το μήνα, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Αν και ο όρος «υπερπληθωρισμός» έχει κάνει την εμφάνισή του επίσης πρόσφατα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, είναι σπάνιος στις ανεπτυγμένες οικονομίες και έχει περιοριστεί κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Δεν είναι ένα πρωτοφανές φαινόμενο, αφού ένα από τα πρώτα παραδείγματα υπερπληθωρισμού στον κόσμο ήταν η «κρίση της τουλίπας». Πρόκειται για την κατάρρευση της τιμής της τουλίπας που έλαβε χώρα στην Ολλανδία το Φεβρουάριο του 1637. Της κρίσης προηγήθηκε η ξέφρενη αύξηση των τιμών της τουλίπας κατά τα προηγούμενα τέσσερα έτη, μια περίοδος που ονομάζεται σήμερα ως «toulipomania» και αποτελεί την πρώτη ευρέως καταγεγραμμένη «φούσκα» στη σύγχρονη ιστορία.

Η απληστία του greedflation

Ο άπληστος πληθωρισμός, αν και δεν είναι ένας ακαδημαϊκά αποδεκτός όρος, έχει πάρει λίγο από τα φώτα της δημοσιότητας τον τελευταίο καιρό. Με λίγα λόγια, ορίζεται ως η αύξηση των τιμών που οφείλεται στην εταιρική απληστία (π.χ. αύξηση των τιμών). Είναι η ιδέα ότι ένα μονοπώλιο στην αγορά μπορεί να τροφοδοτήσει τον πληθωρισμό εκμεταλλευόμενο τη θέση του για να αυξήσει τεχνητά τις τιμές ως μέσο αύξησης των κερδών του. Ο όρος έγινε παγκοσμίως γνωστός όταν Αμερικανοί νομοθέτες ισχυρίστηκαν ότι ο πληθωρισμός έχει επιδεινωθεί από την εταιρική απληστία.

Ο παραλογισμός του shrinklflation

Tο 2022 ήταν η χρονιά που η λέξη «shrinklflation» άρχισε να εμφανίζεται ολοένα και περισσότερο για να περιγράψει το φαινόμενο κατά το οποίο τα προϊόντα άρχισαν να εμφανίζονται στα ράφια σε μικρότερες συσκευασίες αλλά με την ίδια -προ αλλαγής μεγέθους- τιμή διάθεσης. Ο όρος που αφορούσε την πρακτική των κατασκευαστών να κάνουν τα προϊόντα μικρότερα αντί να αυξάνουν τις τιμές, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σε αυτό το πλαίσιο από τη Βρετανίδα οικονομολόγο Pippa Malmgren το μακρινό 2009, σύμφωνα με το Merriam-Webster.

Και φαίνεται πως τον αξιοποίησε πρώτη η Mondelēz όταν το 2016 λάνσαρε μια διαφορετική από τα συνηθισμένα εκδοχή της ελβετικής σοκολάτας Toblerone, η οποία κατέληξε να μην μοιάζει με τις Άλπεις -όπως ήταν το αρχικό concept- ενώ τα κενά μεταξύ των τριγώνων είχαν διευρυνθεί. Στην περίπτωση αυτή, το κόστος της σοκολάτας δεν είχε αυξηθεί, ωστόσο το καθαρό βάρος της συρρικνώθηκε από 170 γραμμάρια σε 150 γραμμάρια.

Πρόκειται για μια κλασική περίπτωση αυτού που ονομάζεται «συρρίκνωση» -όταν ο όγκος ή το μέγεθος με δυο λόγια ενός προϊόντος συρρικνώνεται- και άρχισε να κάνει πιο έντονα την εμφάνισή της με την ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων και των επιπτώσεών τους στην τσέπη των καταναλωτών. Μπορεί να θεωρηθεί λίγο ύπουλη, καθώς οι καταναλωτές είναι λιγότερο πιθανό να ζυγίσουν ένα προϊόν και να παρατηρήσουν τη διαφορά σε σύγκριση με μια αύξηση της τιμής – τουλάχιστον έτσι θεωρούνταν.

Κατόπιν πιέσεων από τη γαλλική κυβέρνηση, μάλιστα, η γαλλική αλυσίδα σούπερ μάρκετ Carrefour, η οποία έχει ισχυρή παρουσία στο Βέλγιο, άρχισε πρόσφατα να ενημερώνει τους πελάτες της για περιπτώσεις συρρίκνωσης των συσκευασιών που αφορούν τρόφιμα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα The Brussels Times.

Για το BBC, το πρόβλημα δεν θα εξαφανιστεί, ακόμη και αν η οικονομία ανακάμψει και ο πληθωρισμός υποχωρήσει. Η αντιστρόφως ανάλογη σχέση ποσότητας-τιμής δεν είναι ένα ακόμη trend, αλλά ήρθε για να παραμείνει.

Γιατί το skimpflation λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις

Το skimpflation πλέον είναι παντού, γύρω μας. Η συρρίκνωση της συσκευασίας είναι ορατή – η υποβάθμιση της ποιότητας και τη διαθεσιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών γίνεται σταδιακά και είναι συνήθως δύσκολο να εντοπιστεί – γιατί πολύ απλά δεν συμβαίνει εφάπαξ μπροστά στον καταναλωτή. Στην περίπτωση αυτή του skimpflation, οι επιχειρήσεις δεν περιορίζονται στην ποσότητα αλλά δίνουν έμφαση στην ποιότητα, περιορίζοντας τα χαρακτηριστικά ή και τη διαθεσιμότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών τους – φυσικά, διατηρώντας παράλληλα τις τιμές σταθερές. Το skimpflation, ένα σημαντικό ζήτημα που αφορά τον καταναλωτή σε τομείς που δεν έχουν να κάνουν μόνο με την τιμή. Μπορεί να εκδηλωθεί με αλλαγές στην εργασία, όπως με λιγότερους εργαζόμενους για να βοηθήσουν στα καταστήματα, υποβάθμιση των επιπέδων εξυπηρέτησης ή αντικατάσταση υψηλής ποιότητας υλικών με χαμηλότερης ποιότητας, όπως στη μεταποίηση.

To συγκεκριμένο φαινόμενο αποδεικνύεται πιο δύσκολο στη διαχείρισή του από τη συρρίκνωση των προϊόντων, όπου ο καταναλωτής μπορεί απλώς να βρει την τιμή ανά μονάδα και να κάνει τη σύγκριση του μετά με το πριν. Αφορά την πρακτική που επιλέγεται πλέον σε παντοπωλεία, μανάβικα ή και σούπερ μάρκετ ακόμη, όπου οι πελάτες βάζουν οι ίδιοι τα προϊόντα τους σε σακούλες στο ταμείο αντί να το κάνει ένας υπάλληλος γι’ αυτούς, την εξάπλωση των self-scan checkout σημείων -των αυτόματων ταμείων όπου ο πελάτης σκανάρει τα προϊόντα που θέλει και πληρώνει αποκλειστικά με χρήση κάρτας, αλλά και την αντικατάσταση πρώτων υλών με υποδεέστερες.

Stagflation: η τέλεια καταιγίδα

Ο στασιμοπληθωρισμός είναι κάτι σαν την τέλεια καταιγίδα από οικονομική άποψη και εμφανίζεται κατά τη διάρκεια μιας περιόδου κατά την οποία παρατηρείται ένα ατυχές μείγμα αργής ανάπτυξης σε μια οικονομία, μαζί με υψηλά επίπεδα πληθωρισμού και ανεργίας. Συνήθως, αυτές οι τρεις οικονομικές δυνάμεις δεν συμπίπτουν μαζί, καθώς τα ποσοστά ανεργίας και πληθωρισμού συνήθως κινούνται προς αντίθετες κατευθύνσεις.

Παρόλα αυτά, δεν είναι ανήκουστο φαινόμενο. Στη δεκαετία του 1970, ο στασιμοπληθωρισμός εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια της πετρελαϊκής κρίσης που είδε τις τιμές του πετρελαίου σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ να ανεβαίνουν απότομα, ενώ οι προμήθειες μειώθηκαν εν μέρει χάρη σε ένα εμπάργκο εφοδιασμού.

Μήπως πρέπει να φοβόμαστε το deflation και το low-flation;

Γνωστός και ως «disinflation», ο αποπληθωρισμός ακολουθεί την επιβράδυνση του πληθωρισμού, όταν οι τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών μειώνονται κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου λόγω της υψηλής προσφοράς αλλά της χαμηλής ζήτησης. Με τη σειρά της, η αγοραστική δύναμη του νομίσματος αυξάνεται επειδή οι καταναλωτές έχουν λιγότερα κίνητρα να αγοράσουν τα αγαθά ή τις υπηρεσίες. Με δυο λόγια, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες έχουν μειωμένη τιμή και είναι φθηνά, ωφελώντας του καταναλωτές και αυξάνοντας την αγοραστική τους δύναμη.

Επιφανειακά, ο αποπληθωρισμός φαίνεται να είναι κάτι καλό για τους καταναλωτές, επειδή μπορούν να αγοράσουν περισσότερα με το ίδιο εισόδημα που είχαν. Ωστόσο, υπάρχουν συνέπειες. Η πτώση των τιμών πλήττει την οικονομία και μειώνει τη δραστηριότητα.

Όμως, όσο πιο έντονη είναι η πτώση των τιμών και όσο περισσότερο διαρκεί η πτώση, τόσο πιο πιθανό είναι η τάση αυτή να οδηγήσει την οικονομία σε μια διαρκή ύφεση: από την στιγμή που τα νοικοκυριά αναμένουν ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να κατρακυλούν και την επόμενη ημέρα, χάνουν εντελώς το ενδιαφέρον τους για αγορές σήμερα.

Με άλλα λόγια, οι χαμηλότερες τιμές οδηγούν σε μείωση της κατανάλωσης, η οποία με τη σειρά της πυροδοτεί νέα πτώση των τιμών, παγιδεύοντας το σύστημα σε έναν φαύλο κύκλο, σε μια παρατεταμένη περίοδο «χαμηλού πληθωρισμού» όπως στην Ιαπωνία τη δεκαετία του 1990 και του 2000 ή σε μια βαθιά ύφεση όπως στη δεκαετία του 1930.

Ο αποπληθωρισμός αντιπροσωπεύεται ως μεταβολή του ρυθμού πληθωρισμού και αντανακλά τις συρρικνώσεις της οικονομίας.

Στη δεκαετία του 1970, οι Ηνωμένες Πολιτείες γνώρισαν έναν από τους υψηλότερους πληθωρισμούς τους. Καθ’ όλη τη διάρκεια εκείνης της δεκαετίας, οι τιμές αυξήθηκαν περισσότερο από 110% και ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού ήταν λίγο πάνω από 14% στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ άσκησε νομισματική πολιτική για να καταπολεμήσει την άνοδο των τιμών και ο πληθωρισμός επιβραδύνθηκε σταθερά τις επόμενες δεκαετίες.

H περίπτωση του tip-flation

Στο εξωτερικό και σταδιακά και στην εγχώρια αγορά, ολοένα και περισσότεροι τύποι εργαζομένων ζητούν φιλοδωρήματα από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια, σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Cornell Michael Lynn, ο οποίος μελετά τη συμπεριφορά των καταναλωτών. Τα φιλοδωρήματα παραδοσιακά δίνονταν σε εργαζόμενους που κέρδιζαν τον λεγόμενο «κατώτατο μισθό φιλοδωρήματος» – στις ΗΠΑ είναι ομοσπονδιακά καθορισμένο στα 2,13 δολάρια/ώρα – και έτσι βασίζονται στα φιλοδωρήματα για να κερδίσουν το υπόλοιπο του εισοδήματός τους. Συνήθως, αυτοί οι εργαζόμενοι ήταν σερβιτόροι, μπάρμαν και πιο πρόσφατα barista και οδηγοί.

Αυτό το φιλοδώρημα κινείται σε ρυθμούς «tip-flation» αντιμετωπίζοντας τη δική του μορφή πληθωρισμού, με τους καταναλωτές να βρίσκονται μπροστά σε online kiosks και marketplaces που ζητούν πριν την ολοκλήρωση της αγοράς στο καλάθι και το checkout, να δηλωθεί το ύψος του φιλοδωρήματος που θέλει ο αγοραστής ή που αναφέρεται στα προεπιλεγμένα ποσά. Στην περίπτωση αυτή έχει παρατηρηθεί πως από 15%, το φιλοδώρημα έχει σκαρφαλώσει -ανεπίσημα- στο  18% ή ακόμα και στο 30%.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή