Από τις 5 Φεβρουαρίου, απαγορεύεται επίσημα στις χώρες της ΕΕ να εισάγουν προϊόντα διύλισης πετρελαίου (κυρίως ντίζελ) από τη Ρωσία.

Σύμφωνα με στοιχεία της δεξαμενής σκέψης Bruegel, περίπου το 40% των πετρελαιοειδών που εισάγονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια προέρχεται από τη Ρωσία. Το 2022 η ΕΕ εισήγαγε από τη Ρωσία περίπου μισό εκατομμύριο βαρέλια πετρελαιοειδών την ημέρα. Παρότι η παγκόσμια μακροοικονομική επιβράδυνση αναμένεται να μειώσει ελαφρώς τη ζήτηση της ΕΕ για πετρελαιοειδή, η ΕΕ θα πρέπει άμεσα να αυξήσει τις εισαγωγές της από άλλους εταίρους για να καλύψει το μεγάλο κενό που αφήνει το εμπάργκο. Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι: ποιοι μπορεί να είναι αυτοί οι νέοι εταίροι της ΕΕ;

Παγκόσμια συναλλαγματικά αποθέματα: Πρόσφατες εξελίξεις

Παρότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα κινηθούν οι ροές πετρελαιοειδών τους επόμενους μήνες, το 2022 ήδη είχε αρχίσει να σηματοδοτεί κάποιες ανακατευθύνσεις των ροών. Ήδη πριν από το εμπάργκο, οι μέσες μηνιαίες εισαγωγές πετρελαιοειδών (σε τόνους) από τη Ρωσία είχαν μειωθεί κατά 10%, συγκρίνοντας το δεκάμηνο μετά την εισβολή στην Ουκρανία (Φεβρουάριος-Νοέμβριος 2022) με την αντίστοιχη περίοδο του 2021. Αντιθέτως αυξήθηκαν οι μηνιαίες εισαγωγές από τις ΗΠΑ (58%), το Ηνωμένο Βασίλειο (26%) και τη Σαουδική Αραβία (11%). Από την Ινδία οι εισαγωγές έμειναν σχεδόν σταθερές (αυξήθηκαν μόλις 2%), ενώ οι εισαγωγές πετρελαιοειδών της ΕΕ από τις υπόλοιπες χώρες αυξήθηκαν σημαντικά (+40%). Μείωση υπήρξε και στις εισαγωγές από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (-32%) μια τάση που αναμένεται να αντιστραφεί το 2023, κυρίως λόγω εγγύτητας ιδιαίτερα με τις χώρες που συνορεύουν με τη Μεσόγειο Θάλασσα. Η Abu Dhabi National Oil Co έχει ήδη συνάψει συμφωνία για την προμήθεια της Γερμανίας.

Τέλος, υπήρξε η ποσότητα πετρελαιοειδών που έφτανε στην ΕΕ από την Κίνα, αν και χαμηλή (85 χιλιάδες τόνοι, 2,3% του συνόλου), υπερτετραπλασιάστηκε το δεκάμηνο Φεβρουαρίου-Νοεμβρίου 2022 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021. Ενώ παραδοσιακά η πολιτική της κινεζικής κυβέρνησης είναι να ρυθμίζει αυστηρά τις εξαγωγές πετρελαιοειδών, η αύξηση των αδειών εξαγωγής προς την ΕΕ θα μπορούσε να καλύψει το κενό που αφήνει το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο. Όμως, γεωπολιτικοί και άλλοι (π.χ. περιβαλλοντικοί) λόγοι μπορεί να αποτρέψουν την κινεζική κυβέρνηση από το να αυξήσει τις εξαγωγές της προς την Ευρώπη.

Τα πρόσφατα στοιχεία της Refinitiv επιβεβαιώνουν ότι μετά το εμπάργκο κάποιες από τις τάσεις του 2022 συνεχίζονται. Οι ευρωπαϊκές χώρες φαίνεται να αντικαθιστούν τις ρωσικές προμήθειες πετρελαιοειδών αυξάνοντας τις εισαγωγές τους από την Ινδία, τη Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ, τη Μαλαισία, το Τόγκο, αλλά και την Κίνα. Πολλές από αυτές τις χώρες αναμένεται να επενδύσουν περαιτέρω στη διύλιση για να καλύψουν τις ανάγκες της ευρωπαϊκής αγοράς. Ήδη παρατηρείται επέκταση της δραστηριότητας των διυλιστηρίων στη Σαουδική Αραβία, στη Νιγηρία, στο Κουβέιτ και στην Κίνα.

Το δεύτερο ερώτημα που προκύπτει είναι εάν η Ρωσία θα μπορέσει να πουλήσει το μισό εκατομμύριο βαρέλια πετρελαιοειδών την ημέρα που εξήγαγε προηγουμένως στην ΕΕ. (Το 2022 το 54% των εξαγωγών πετρελαιοειδών της Ρωσίας πήγαινε στην ΕΕ.) Η Ρωσία ενδέχεται να εισέλθει σε νέες αγορές που θα αγοράζουν πετρελαιοειδή πάνω από τις ανάγκες τους, ώστε στη συνέχεια να ανακατευθύνουν τις πλεονάζουσες ποσότητες προς την Ευρώπη. Με άλλα λόγια, υπάρχει περίπτωση η ΕΕ να επανεισάγει ρωσικά πετρελαιοειδή από χώρες που είτε συγκαλύπτουν την προέλευση του (το ρωσικό αργό είναι πιθανό να υποστεί επεξεργασία σε τρίτες χώρες και στη συνέχεια να σταλεί στην Ευρώπη ως μη ρωσικό ντίζελ), είτε απλώς υποκαθιστούν με ρωσικές εισαγωγές τμήμα της εγχώριας κατανάλωσης που τώρα εξάγεται.

Συμφώνα με το Bruegel, οι χώρες που μπορεί να υιοθετήσουν αυτή την πρακτική περιλαμβάνουν την Τουρκία (η οποία το 2022 εισήγαγε το 10% των ρωσικών πετρελαιοειδών), την Αλγερία, και το Μαρόκο, ενώ μεγαλύτερες εμπορικές διαδρομές θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν χώρες της Μέσης Ανατολής, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία, της Αφρικής ή και της Λατινικής Αμερικής. Άρθρο των Reuters επιβεβαιώνει ότι από τις αρχές Φεβρουαρίου 2023 η Ρωσία στέλνει πετρελαιοειδή από τα λιμάνια της στη Βαλτική προς το Μαρόκο, την Αλγερία, τη Γκάνα, την Τυνησία και τη Βραζιλία.

Το αποτέλεσμα του νέου εμπάργκο της ΕΕ και του μηχανισμού ανώτατου ορίου τιμών στα ρωσικά πετρελαιοειδή είναι ότι δημιουργούνται δυο εμπορικοί πόλοι: οι χώρες που μποϊκοτάρουν τα ρωσικά προϊόντα πετρελαίου και αυτές που συνεχίζουν να τα εισάγουν. Άρθρο των Reuters εξηγεί πως για να φτάσει το ντίζελ στην Ευρώπη από την Ασία και τη Μέση Ανατολή χρειάζονται μεγάλα δεξαμενόπλοια χωρητικότητας 2 εκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου, ενώ η αποστολή καυσίμων διαρκεί έως και 8 εβδομάδες κατά μέσο όρο. Αντίθετα από τη Ρωσία στη Βόρεια και Δυτική Ευρώπη η διάρκεια του ταξιδιού ήταν συνήθως μια εβδομάδα. Επομένως, η ανακατεύθυνση των ροών πετρελαιοειδών θα αυξήσει σημαντικά το κόστος μεταφοράς, γεγονός που θα επηρεάσει και τις τιμές.

Η Χρύσα Παπαλεξάτου είναι Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη στο Παρατηρητήριο Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Ο Μάνος Ματσαγγάνης είναι Κύριος Ερευνητής, Επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ, Υπότροφος της Έδρας «Σταύρος Κωστόπουλος», και Καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Πολυτεχνείο Μιλάνου

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts