Η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στη Λιθουανία την προηγούμενη εβδομάδα χρησίμευσε μόνο για να υπογραμμίσει την απόλυτη υποκρισία των δυτικών ηγετών να συνεχίσουν τον πόλεμο των αντιπροσώπων τους στην Ουκρανία για να «αποδυναμώσουν» τη Ρωσία και να εκδιώξουν τον πρόεδρό της, Βλαντιμίρ Πούτιν (στη φωτογραφία του Reuters, επάνω, Ζελένσκι, αριστερά, και Μπάιντεν κατά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους).
Οργή Ζελένσκι
Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Γερμανία είχαν ξεκαθαρίσει πριν τη σύνοδο κορυφής ότι θα εμπόδιζαν την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ενώ βρισκόταν σε πόλεμο με τη Ρωσία.
Αυτό το μήνυμα ανακοινώθηκε επίσημα από τον Γενικό Γραμματέα του Γενς Στόλτενμπεργκ την Τρίτη. Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι εξοργίστηκε για το ότι το ΝΑΤΟ είχε καταλήξει σε μια «παράλογη» απόφαση και διότι επιδεικνύει «αδυναμία».
Ο βρετανός υπουργός Αμυνας Μπεν Γουάλας δεν έχασε χρόνο για να τον επιπλήξει για έλλειψη «ευγνωμοσύνης».
Η ανησυχία είναι ότι, εάν το Κίεβο ενταχθεί στη στρατιωτική συμμαχία σ’ αυτό το στάδιο, τα μέλη του ΝΑΤΟ θα κληθούν να υπερασπιστούν την Ουκρανία και να πολεμήσουν απευθείας τη Ρωσία, γράφει σε ανάλυσή του ο Jonathan Cook.
Τα περισσότερα δυτικά κράτη εναντιώνονται στην ιδέα της πρόσωπο με πρόσωπο αντιπαράθεσης με μια πυρηνικά εξοπλισμένη Ρωσία – αντί για τη σημερινή αντιπρόσωπο, που πληρώνεται αποκλειστικά με ουκρανικό αίμα.
Αλλά υπάρχει ένα πιο υποκριτικό κρυφό νόημα που συγκαλύπτεται: το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ είναι υπεύθυνο για τη διατήρηση του πολέμου, τον οποίο τώρα επικαλείται ως λόγο για τον αποκλεισμό της Ουκρανίας από την ένταξη στη στρατιωτική συμμαχία.
Σουηδία: Τι μπορεί να συνεισφέρει στο ΝΑΤΟ
Αιματηρό χάος
Η βορειοατλαντική συμμαχία οδήγησε το Κίεβο στο σημερινό, αιματηρό χάος του – αλλά δεν είναι έτοιμη να το βοηθήσει να βρει μια διέξοδο.
Το ΝΑΤΟ, τελικά, επέλεξε να φλερτάρει ανοιχτά με την Ουκρανία από το 2008 και μετά, υποσχόμενο την ενδεχόμενη ένταξη – με την ολοφάνερη ελπίδα ότι μια μέρα η συμμαχία θα ήταν σε θέση να κάνει επίδειξη της στρατιωτικής δύναμής της στο κατώφλι της Ρωσίας.
Από την κόλαση του πολέμου στην Ουκρανία (φωτογραφία Reuters/Chingis Kondarov)
Ηταν το Ηνωμένο Βασίλειο που παρενέβη εβδομάδες μετά τη ρωσική εισβολή τον Φεβρουάριο του 2022, και πιθανώς με εντολή της Ουάσιγκτον, για να διακόψει τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Κιέβου και Μόσχας – συνομιλίες που θα μπορούσαν να είχαν τερματίσει τον πόλεμο σε πρώιμο στάδιο, προτού η Ρωσία αρχίσει να καταλαμβάνει εδάφη στην ανατολική Ουκρανία.
Μια συμφωνία τότε θα ήταν πολύ πιο απλή από μια τώρα. Πιθανότατα, θ’ απαιτούσε το Κίεβο να δεσμευτεί για ουδετερότητα, αντί να επιδιώξει συγκαλυμμένη ενσωμάτωση στο ΝΑΤΟ.
Αυξάνονται οι νεκροί
Η Μόσχα θ’ απαιτούσε, επίσης, τον τερματισμό των πολιτικών, νομικών και στρατιωτικών επιθέσεων της ουκρανικής κυβέρνησης στους ρωσόφωνους πληθυσμούς της στα ανατολικά.
Τώρα το κύριο σημείο εμπλοκής σε μια συμφωνία θα είναι να πείσει το Κρεμλίνο να εμπιστευτεί τη Δύση και ν’ ανατρέψει την προσάρτηση της ανατολικής Ουκρανίας, αν υποθέσουμε ότι το ΝΑΤΟ θα επιτρέψει ποτέ στο Κίεβο να ξαναεμπλακεί σε συνομιλίες με τη Ρωσία.
Και τέλος, είναι τα μέλη του ΝΑΤΟ, ειδικά οι ΗΠΑ, που στέλνουν τεράστιες ποσότητες στρατιωτικού υλικού για να παρατείνουν τις μάχες στην Ουκρανία – διατηρώντας την αύξηση του αριθμού των νεκρών και στις δύο πλευρές.
Απογοήτευση
Εν ολίγοις, η βορειοατλαντική συμμαχία χρησιμοποιεί τώρα τον ίδιο τον πόλεμο που έκανε τα πάντα για να τροφοδοτήσει ως πρόσχημα για να σταματήσει την ένταξη της Ουκρανίας στη συμμαχία.
Μ’ άλλο τρόπο, το μήνυμα που έστειλε στη Μόσχα είναι ότι η Ρωσία πήρε ακριβώς τη σωστή απόφαση να εισβάλει – εάν ο στόχος, όπως πάντα υποστήριζε ο Πούτιν, είναι να διασφαλίσει ότι το Κίεβο θα παραμείνει ουδέτερο.
Είναι ο πόλεμος που εμπόδισε την Ουκρανία να ενταχθεί πλήρως στη δυτική στρατιωτική συμμαχία. Είναι ο πόλεμος που σταμάτησε τη μετατροπή της Ουκρανίας σε μια προωθημένη βάση του ΝΑΤΟ, μια βάση όπου η Δύση θα μπορούσε να τοποθετήσει πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές λίγα λεπτά από τη Μόσχα.
Αν η Ρωσία δεν είχε εισβάλει, το Κίεβο θα ήταν ελεύθερο να επιταχύνει αυτό που ήδη έκανε κρυφά: την ενσωμάτωση στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο.
Δεν μπορεί να «κερδίσει»
Ποιο είναι λοιπόν το συμπέρασμα που υποτίθεται ότι θα καταλήξει ο Ζελένσκι μετά τον αποκλεισμό του από το ΝΑΤΟ, αφού δέσμευσε τη χώρα του σ’ έναν συνεχιζόμενο πόλεμο και όχι σε διαπραγματεύσεις και ουδετερότητα;
Μέχρι στιγμής, η πολυδιαφημισμένη «εαρινή αντεπίθεση» της Ουκρανίας έχει μετατραπεί σε απογοήτευση, παρά το αφήγημα των δυτικών μέσων ενημέρωσης για «αργή πρόοδο». Η Μόσχα κρατά τα ουκρανικά εδάφη που προσάρτησε.
Οσο το Κίεβο δεν μπορεί να «κερδίσει τον πόλεμο» – και φαίνεται ότι δεν μπορεί, εκτός εάν το ΝΑΤΟ είναι διατεθειμένο να πολεμήσει άμεσα τη Ρωσία και να διακινδυνεύσει μια πυρηνική σύγκρουση – θα είναι αποκλεισμένο από τη στρατιωτική συμμαχία.
Μην περιμένετε αυτός ο γρίφος να επισημανθεί από ένα δυτικό κατεστημένο μέσο ενημέρωσης που φαίνεται ανίκανο να κάνει οτιδήποτε άλλο από το να αναμασήσει τα δελτία Τύπου του ΝΑΤΟ και να επευφημήσει για μεγαλύτερα κέρδη στις πολεμικές βιομηχανίες της Δύσης.
Ενας άλλος γρίφος
Ενα άλλος γρίφος είναι η απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν την περασμένη εβδομάδα να προμηθεύσει την Ουκρανία με πυρομαχικά διασποράς – μικρές βόμβες που όταν δεν εκραγούν παραμένουν για δεκαετίες ενεργές σαν μικρές νάρκες, σκοτώνοντας και ακρωτηριάζοντας αμάχους.
Σ’ ορισμένες περιπτώσεις, έως και το ένα τρίτο δεν εκρήγνυται αμέσως αλλά παραμένει ενεργό για εβδομάδες, μήνες ή χρόνια αργότερα.
Η κίνηση της Ουάσιγκτον ακολουθεί την πρόσφατη προμήθεια της Ουκρανίας με οβίδες απεμπλουτισμένου ουρανίου από τη Βρετανία, που μολύνουν τις γύρω περιοχές με ραδιενεργή σκόνη κατά τη διάρκεια των μαχών και μετά από αυτές.
Στοιχεία από περιοχές όπως το Ιράκ, όπου οι ΗΠΑ και η Βρετανία εκτόξευσαν μεγάλους αριθμούς τέτοιων οβίδων, δείχνουν ότι στις επιπτώσεις περιλαμβάνεται απότομη αύξηση των καρκίνων και των γενετικών ανωμαλιών για δεκαετίες.
Εγκλήματα
Ο Λευκός Οίκος ήταν πανέτοιμος για να καταγγείλει τη χρήση βομβών διασποράς ως έγκλημα πολέμου πέρυσι – όταν ήταν η Ρωσία που κατηγορήθηκε για τη χρήση τους. Τώρα είναι η Ουάσιγκτον που επιτρέπει στο Κίεβο να διαπράξει τα ίδια εγκλήματα πολέμου.
Περισσότερα από 110 κράτη – χωρίς φυσικά τις ΗΠΑ – έχουν επικυρώσει μια διεθνή σύμβαση του 2008 που απαγορεύει τα πυρομαχικά διασποράς. Πολλά από αυτά τα κράτη είναι μέλη του ΝΑΤΟ.
Δεδομένου του υψηλού ποσοστού των αμερικανικών βομβών διασποράς που δεν εκρήγνυνται αμέσως αλλά παραμένουν για χρόνια ενεργές, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν φαίνεται να παραβιάζει τη νομοθεσία των ΗΠΑ όσον αφορά την παροχή αποθεμάτων στην Ουκρανία.
Ο Λευκός Οίκος μπορεί να επικαλεστεί εξαίρεση μόνο εάν η εξαγωγή τέτοιων όπλων ικανοποιεί ένα «ζωτικό συμφέρον εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ».
Προφανώς, ο Μπάιντεν πιστεύει ότι η «αποδυνάμωση» της Ρωσίας – και η μετατροπή τμημάτων της Ουκρανίας σε ζώνη θανάτου για τους αμάχους τις επόμενες δεκαετίες – συνιστά ένα τόσο ζωτικό συμφέρον.
Κίνηση απόγνωσης
Ενώ η επίσημη ιστορία λέει ότι αυτή η τελευταία κίνηση κλιμάκωσης από τις ΗΠΑ θα βοηθήσει το Κίεβο να «κερδίσει τον πόλεμο», η αλήθεια είναι μάλλον διαφορετική. Ο Μπάιντεν δεν απέφυγε να παραδεχτεί ότι η Ουκρανία – και το ΝΑΤΟ – ξεμένουν από συμβατικά όπλα για να πολεμήσουν τη Ρωσία και στην απόγνωσή τους καταφεύγουν σε αυτό το προσωρινό μέτρο.
Βόμβα διασποράς φυτεμένη στο έδαφος, στα περίχωρα του Χαρκόβου, εν μέσω του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία (φωτογραφία Reuters/Ivan Alvarado)
Ενώ η πλειονότητα των μελών του βορειοατλαντικού συμφώνου μπορεί να έχει υπογράψει τη σύμβαση για την απαγόρευση των πυρομαχικών διασποράς, εμφανίζεται περισσότερο από πρόθυμη να κλείσει τα μάτια της μπροστά στην απόφαση της Ουάσιγκτον.
Ο πρόεδρος της Γερμανίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, ο οποίος ως υπουργός Εξωτερικών είχε υπογράψει τη σύμβαση απαγόρευσης των πυρομαχικών διασποράς, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι το Βερολίνο δεν θα έπρεπε να εμποδίσει την αποστολή των ΗΠΑ γιατί κάτι τέτοιο «θα σήμαινε το τέλος της Ουκρανίας».
Μ’ άλλα λόγια, η καταφυγή σε πυρομαχικά διασποράς είναι μια παραδοχή ότι το Κίεβο και οι εταίροι του στο ΝΑΤΟ – όχι η Μόσχα – έχουν αποδυναμωθεί στρατιωτικά από τον πόλεμο.
«Ανθρωπιστικός πόλεμος»
Για άλλη μια φορά, ένας υποτιθέμενος «ανθρωπιστικός πόλεμος» από τη Δύση – θυμηθείτε το Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Λιβύη και τη Συρία – εξελίσσεται στο ακριβώς αντίθετο.
Οπως κάθε προηγούμενο όπλο που παραδόθηκε στην Ουκρανία, οι βόμβες διασποράς παρέχονται για ν’ αναβληθεί το αναπόφευκτο: η ανάγκη για το Κίεβο να συμμετάσχει σε συνομιλίες με τη Μόσχα για τον τερματισμό των μαχών.
Και κάθε μέρα που καθυστερούν αυτές οι συνομιλίες, η Ουκρανία χάνει περισσότερους από τους μαχητές της και ενδεχομένως περισσότερο από το έδαφός της.
Η φρίκη των βομβών διασποράς
Δεν είναι ότι η Ουάσιγκτον ή το υπόλοιπο ΝΑΤΟ αγνοούν τις επιπτώσεις από τη χρήση βομβών διασποράς. Οι ΗΠΑ εκτιμάται ότι έχουν ρίξει 270 εκατομμύρια τέτοια πυρομαχικά στο Λάος κατά τη διάρκεια του «μυστικού πολέμου» τους σ’ αυτή τη χώρα πριν περισσότερο από μισό αιώνα. Εως και 80 εκατομμύρια απ’ αυτά δεν εξερράγησαν.
Από το τέλος του βομβαρδισμού το 1973, τουλάχιστον 25.000 άνθρωποι – το 40% παιδιά – αναφέρεται ότι σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν από αυτές τις μικρές νάρκες που ήταν σπαρμένες σ’ όλη την επικράτεια του Λάος.
Πιο πρόσφατα, οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν πυρομαχικά διασποράς στις εισβολές τους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ.
Ο Χουν Σεν, ο πρωθυπουργός της Καμπότζης, που βομβαρδίστηκε μαζί με το Λάος από τις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ, υπενθύμισε στον κόσμο την περασμένη εβδομάδα τη φρίκη που επιφυλάσσουν για το μέλλον.
«Τα θύματα θα είναι οι Ουκρανοί»
Σημείωσε ότι, μισό αιώνα μετά, η Καμπότζη δεν έχει βρει ακόμα τρόπο να καταστρέψει όλα τα εκρηκτικά: «Τα πραγματικά θύματα θα είναι οι Ουκρανοί», τόνισε.
Αλλά αυτή η προειδοποίηση είναι πιθανό να πέσει στο κενό στην Ουκρανία. Ο Ζελένσκι, ένας ηγέτης που σχεδόν έχει αγιοποιηθεί από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, δεν είναι ξένος στη χρήση βομβών διασποράς.
Αν και οι δημοσιογράφοι προτιμούν ν’ αναφέρουν τη χρησιμοποίησή τους μόνο από τη Ρωσία, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν τεκμηριώσει την εκτόξευση πυρομαχικών διασποράς από το Κίεβο εναντίον του πληθυσμού του στην ανατολική Ουκρανία από το 2014.
Η ανάγκη προστασίας των ρωσόφωνων κοινοτήτων στην ανατολική Ουκρανία από τη δική τους κυβέρνηση – και από ουκρανούς υπερεθνικιστές στον ουκρανικό στρατό – ήταν ένας από τους κύριους λόγους που επικαλέστηκε η Μόσχα για την εισβολή της.
Εναντίον αμάχων
Οι New York Times ανέφεραν ότι το Κίεβο χρησιμοποίησε βόμβες διασποράς πέρυσι σ’ ένα μικρό χωριό της Ουκρανίας στα ανατολικά της χώρας.
Σύμφωνα με έρευνα του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι ουκρανικές δυνάμεις εκτόξευσαν επίσης πυρομαχικά διασποράς στην ουκρανική πόλη Ιζιούμ πέρυσι, σκοτώνοντας τουλάχιστον οκτώ πολίτες και τραυματίζοντας άλλους 15.
Δεδομένης αυτής της ιστορίας, η Ουάσιγκτον θα ήταν ανόητο να πάρει τοις μετρητοίς τις διαβεβαιώσεις από την κυβέρνηση Ζελένσκι ότι οι προμήθειες των ΗΠΑ με βόμβες διασποράς θα χρησιμοποιηθούν μόνο εναντίον των ρωσικών στρατευμάτων. Ολα τα στοιχεία δείχνουν ότι πιθανότατα θα χρησιμοποιηθούν και σε περιοχές αμάχων στην ανατολική Ουκρανία.
Δυο μέτρα και δύο σταθμά
Δημόσια, οι ευρωπαίοι ηγέτες προσπαθούν να ελαφρύνουν τις συνειδήσεις τους υπονοώντας ότι υπάρχουν εξαιρετικές δικαιολογίες για την παροχή πυρομαχικών διασποράς στο Κίεβο. Οι βόμβες υποτίθεται ότι είναι απαραίτητες εάν η Ουκρανία θέλει να υπερασπιστεί το έδαφός της από τη ρωσική επιθετικότητα και κατοχή.
Αλλά αν αυτό είναι πραγματικά το μέτρο του ΝΑΤΟ, τότε υπάρχει ένα άλλο υπαρξιακά καταπιεσμένο κράτος που δεν έχει λιγότερο ανάγκη από τέτοια πυρομαχικά: η Παλαιστίνη.
Οπως η Ουκρανία, το έδαφος των Παλαιστινίων έχει καταληφθεί από έναν αδιάλλακτο εχθρό. Και όπως η Ουκρανία, οι Παλαιστίνιοι αντιμετωπίζουν συνεχείς στρατιωτικές επιθέσεις από έναν στρατό κατοχής.
Οι δυνάμεις του καταλήγουν πάντα να διαπράττουν εγκλήματα πολέμου, όπως και η Ρωσία. Τα Ηνωμένα Εθνη κατηγορούν τον ρωσικό στρατό για βιασμούς, δολοφονίες και βασανιστήρια, και για επιθέσεις σε μη στρατιωτικές υποδομές.
Η διάπραξη εγκλημάτων πολέμου είναι εγγενής της εισβολής στο κυρίαρχο έδαφος ενός άλλου λαού και της υποταγής του τοπικού πληθυσμού, όπως απέδειξαν οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Ανείπωτα δεινά
Αναμφίβολα, τόσο οι ενέργειες του Ισραήλ όσο και της Ρωσίας προκαλούν ανείπωτα δεινά. Αλλά όπου υπάρχουν διαφωνίες, αντικατοπτρίζονται χειρότερα στο Ισραήλ παρά στη Ρωσία.
Από την πρόσφατη επιδρομή του Ισραήλ στην Τζενίν (φωτογραφία Reuters/Raneen Sawafta)
Η κατοχή του Ισραήλ διήρκεσε πολλές δεκαετίες περισσότερο από της Ρωσίας, και όλα αυτά τα χρόνια συνέχισε να διαπράττει εγκλήματα πολέμου, συμπεριλαμβανομένης της οικοδόμησης εκατοντάδων παράνομων, ένοπλων οικισμών αποκλειστικά για Εβραίους στην παλαιστινιακή γη.
Επιπλέον, υπήρξε ένας εμφύλιος πόλεμος στην Ουκρανία που είχε σκοτώσει περισσότερους από 14.000 Ουκρανούς πριν εισβάλει η Ρωσία.
Τουλάχιστον ένα ποσοστό Ουκρανών – κυρίως ο εθνικά ρωσικός πληθυσμός στα ανατολικά – χαιρέτισε την επέμβαση της Μόσχας, τουλάχιστον αρχικά. Θα ήταν δύσκολο να βρεθεί ένας Παλαιστίνιος που θέλει το Ισραήλ ή τους εποίκους του να καταλάβουν τη γη του.
Σκέφτεται κανείς στο ΝΑΤΟ να προμηθεύσει πυρομαχικά διασποράς στους Παλαιστίνιους για ν’ αμυνθούν; Θα υποστήριζε το ΝΑΤΟ οι Παλαιστίνιοι να εκτοξεύουν βόμβες διασποράς σε ισραηλινές στρατιωτικές βάσεις ή σε στρατιωτικοποιημένους οικισμούς στην κατεχόμενη Δυτική Οχθη;
Και θα δεχόταν το ΝΑΤΟ τις διαβεβαιώσεις των Παλαιστινίων ότι τέτοια πυρομαχικά δεν θα εκτοξευθούν στο Ισραήλ, όπως έχει δεχτεί τις διαβεβαιώσεις της Ουκρανίας ότι δεν θα εκτοξευθούν στη Ρωσία;
Αυτά τα ερωτήματα απαντώνται από μόνα τους. Στην περίπτωση των Παλαιστινίων, τα δυτικά κράτη δεν εφαρμόζουν απλώς δύο μέτρα και δύο σταθμά. Απηχούν ακόμη και το Ισραήλ, καταδικάζοντας τις παλαιστινιακές συμβατικές επιθέσεις στις ισραηλινές δυνάμεις.
Επικίνδυνες αυταπάτες
Ομως η υποκρισία δεν σταματά εκεί. Η Αναλένα Μπέρμποκ, η πολεμοχαρής υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, έγραψε στον Guardian την προπερασμένη εβδομάδα ότι η χώρα της είχε κάνει λάθος ακολουθώντας μια πολιτική την οποία αποκάλεσε «διπλωματία του μπλοκ επιταγών» (checkbook diplomacy).
Το Βερολίνο, πρόσθεσε, πίστευε αφελώς ότι η πολιτική και οικονομική αλληλεπίδραση με τη Δύση θα «παρέσυρε το ρωσικό καθεστώς προς τη δημοκρατία». Αντίθετα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «η Ρωσία του Πούτιν θα παραμείνει απειλή για την ειρήνη και την ασφάλεια στην ήπειρό μας και πρέπει να οργανώσουμε την ασφάλειά μας ενάντια στη Ρωσία του Πούτιν, όχι μαζί της».
Η πορεία της Ευρώπης προς τα εμπρός, προτείνει η Μπέρμποκ, περιορίζεται είτε σ’ έναν αιώνιο πόλεμο κατά της Ρωσίας είτε σ’ επιβολή αλλαγής καθεστώτος στο Κρεμλίνο. Ολα αυτά είναι επικίνδυνες ανοησίες. Το γεγονός ότι η ιδιοτελής, παραληρηματική ανάλυση αυτού του είδους επαναλαμβάνεται τόσο άκριτα από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης θα πρέπει να αποτελεί κηλίδα στη φήμη τους.
Η Μπέρμποκ υπονοεί ότι ήταν η Μόσχα που απέρριψε «τις προσπάθειές μας να οικοδομήσουμε μια ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας με τη Ρωσία». Αλλά στη Ρωσία δεν προσφέρθηκε ποτέ μια σημαντική θέση στην ομπρέλα ασφαλείας της Ευρώπης μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης.
Η μεταχείριση της Γερμανίας
Αυτό έρχεται σε έντονη αντίθεση με τη μεταχείριση της Δυτικής Γερμανίας μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Καθώς το ναζιστικό καθεστώς είχε καταρρεύσει, η Γερμανία έλαβε τεράστια αμερικανική βοήθεια μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ για την ανοικοδόμηση της οικονομίας και των υποδομών της, και σύντομα αγκαλιάστηκε από το ΝΑΤΟ ως προπύργιο ενάντια στη Σοβιετική Ενωση.
Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1991 αντιμετωπίστηκε πολύ διαφορετικά. Δεν θεωρήθηκε ως ευκαιρία να φέρει τη Ρωσία στο μαντρί.
Αντίθετα, οι ΗΠΑ και οι δυτικοί σύμμαχοί τους της αρνήθηκαν τόσο ένα κατάλληλο σχέδιο βοήθειας όσο και τη διαγραφή των χρεών της σοβιετικής εποχής.
Η Αναλένα Μπέρμποκ με τον ουκρανό ομόλογό της Ντμίτρο Κουλέμπα στο Βίλνιους (φωτογραφία mfa.gov.ua)
Η Δύση προτίμησε να στηρίξει έναν αδύναμο πρόεδρο, τον Μπόρις Γέλτσιν, απαιτώντας να δεσμευτεί σε μια «θεραπεία σοκ» ιδιωτικοποιήσεων που άφησε τη ρωσική οικονομία εκτεθειμένη στην απογύμνωση των περιουσιακών στοιχείων της από μια νέα τάξη ολιγαρχών.
Μοχθηρές φιλοδοξίες
Ενώ η Ρωσία είχε καταρρεύσει οικονομικά, η Ουάσιγκτον έσπευσε ν’ απομονώσει στρατιωτικά τον ιστορικό της αντίπαλο και να φέρει τα πρώην σοβιετικά κράτη στη «σφαίρα επιρροής» της μέσω του ΝΑΤΟ.
Οι διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ ανέπτυξαν και ακολούθησαν με ζήλο μια αλαζονική εξωτερική πολιτική γνωστή ως «παγκόσμια κυριαρχία πλήρους φάσματος» ενάντια στους κύριους αντιπάλους τους, τη Ρωσία και την Κίνα.
Η δημοτικότητα του Πούτιν μεταξύ των Ρώσων αυξανόταν όσο περισσότερο εμφανιζόταν – συχνά μόνο στα λόγια – ως ο ισχυρός άνδρας που θα εμπόδιζε την επέκταση του ΝΑΤΟ στα σύνορα της Ρωσίας.
Σ’ αντίθεση με τους υπαινιγμούς της Μπέρμποκ, η Μόσχα δεν στηρίχτηκε από μια ΝΑΤΟϊκή «διπλωματία του μπλοκ επιταγών». Σταδιακά και συστηματικά στριμώχτηκε στη γωνία. Μετατράπηκε, σιγά-σιγά, σε παρία.
Αυτή δεν είναι η εκτίμηση απλώς των «απολογητών του Πούτιν». Η στρατηγική του ΝΑΤΟ έγινε κατανοητή και ορισμένες από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες στη χάραξη εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ – από τον Τζορτζ Κέναν, τον πατέρα της αμερικανικής πολιτικής για τον Ψυχρό Πόλεμο, μέχρι τον Ουίλιαμ Μπερνς, τον σημερινό διευθυντή της CIA – προειδοποίησαν σε πραγματικό χρόνο.
Προειδοποιήσεις
Το 2007, ως πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Μόσχα, ο Μπερνς συνέταξε ένα διπλωματικό τηλεγράφημα – το οποίο αποκαλύφθηκε αργότερα από το Wikileaks – υποστηρίζοντας ότι «η διεύρυνση του ΝΑΤΟ και η ανάπτυξη αμερικανικών συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας στην Ευρώπη προκαλούν τον κλασικό ρωσικό φόβο περί περικύκλωσης».
Μήνες αργότερα, ο Μπερνς προειδοποίησε ότι η προσφορά ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα έθετε τη Μόσχα σε μια «αδιανόητη» δύσκολη θέση.
Η Ουάσιγκτον απλώς αγνόησε αυτές τις ατελείωτες προειδοποιήσεις από τους δικούς της αξιωματούχους, επειδή η διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην Ευρώπη δεν ήταν ο στόχος της. Μόνιμα απομόνωνε και «αδυνάτιζε» τη Ρωσία.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν καταλαβαίνει ότι παίζει με τη φωτιά. Πέρυσι, σε μια παρατήρηση που πιθανότατα ήταν εκτός κειμένου, ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ επικαλέστηκε τον κίνδυνο της Ρωσίας, που, αντιμέτωπη με την ήττα στην Ουκρανία, ιδωμένη με υπαρξιακούς όρους, εξαπολύει έναν πυρηνικό «Αρμαγεδδώνα».
Με τραγικό τρόπο, η μοχθηρία, η εξαπάτηση και η προδοσία του ΝΑΤΟ σημαίνουν ότι η μόνη εναλλακτική στον Αρμαγεδδώνα μπορεί να είναι η πτώση της Ουκρανίας – και μαζί της, η συντριβή των κακόβουλων φιλοδοξιών της Ουάσιγκτον να προωθήσει την παγκόσμια κυριαρχία πλήρους φάσματος.