Ενώ η Ρωσία φαίνεται απρόθυμη να επιδιώξει μία συμφωνία ειρήνευσης τώρα, οι αυξανόμενες οικονομικές και στρατιωτικές πιέσεις που δέχεται στο εσωτερικό θα μπορούσαν να είναι οι παράγοντες που οδηγούν τελικά τη Μόσχα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Αυτό εκτιμούν αναλυτές, οι οποίοι επισημαίνουν ότι στην πραγματικότητα, η Μόσχα πιστεύεται ευρέως ότι σχεδιάζει μια νέα καλοκαιρινή επίθεση στην Ουκρανία για να εδραιώσει εδαφικά κέρδη στα νότια και ανατολικά τμήματα της χώρας, τα οποία οι δυνάμεις της καταλαμβάνουν εν μέρει. Εάν πετύχει τον στόχο της της, θα μπορούσε να αποκτήσει μεγαλύτερη διαπραγματευητική ισχύ σε μελλοντικές συνομιλίες.
«Η Ρωσία θα επιδιώξει να εντείνει τις επιθετικές επιχειρήσεις για να δημιουργήσει πίεση κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, αλλά η πίεση δεν μπορεί να διατηρηθεί επ’ αόριστον», όπως εκτιμά ο Jack Watling, ανώτερος ερευνητής για το Land Warfare στο Royal United Services Institute (RUSI) στο Λονδίνο.
Τα ρωσικά αποθέματα σε στρατιωτικό εξοπλισμό που έχουν απομείνει από τη σοβιετική εποχή, συμπεριλαμβανομένων αρμάτων μάχης, πυροβολικού και οχημάτων μάχης πεζικού, θα εξαντληθούν έως τα μέσα του φθινοπώρου, είπε ο ερευνητής, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η ικανότητα της Ρωσίας να αντικαταστήσει τις απώλειες θα εξαρτηθεί πλήρως από το τι μπορεί να παράγει από την αρχή.
Επιβράδυνση της οικονομίας
Στο μεταξύ, η ρωσική οικονομία δεν πνέει μένεα. Αντίθετα, αντιμετωπίζει πιέσεις κάτω από το βάρος των διεθνών κυρώσεων καθώς και των εγχώριων πιέσεων, που επίσης προκύπτουν σε μεγάλο βαθμό από τον πόλεμο, όπως ο αχαλίνωτος πληθωρισμός και το υψηλό κόστος τροφίμων και παραγωγής που ακόμη και ο Πούτιν περιέγραψε ως «ανησυχητικά», επισημαίνει το CNBC.
Η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας (CBR) άντεξε την πορεία της διατήρησης των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα (στο 21%) σε μια προσπάθεια να μειώσει το ποσοστό του πληθωρισμού, που διαμορφώθηκε στο 10,2% τον Απρίλιο. Τον Μάιο ανακοίνωσε ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαδικασία αποπληθωρισμού, αλλά ότι απαιτείται ακόμη «μια παρατεταμένη περίοδος αυστηρής νομισματικής πολιτικής» για να επιστρέψει ο πληθωρισμός στο στόχο του 4% το 2026.
Στο μεταξύ, μια σημαντική επιβράδυνση της ρωσικής οικονομίας αποτελεί έκπληξη για ορισμένους οικονομολόγους.
«Η απότομη επιβράδυνση της αύξησης του ρωσικού ΑΕΠ από 4,5% σε ετήσια βάση το τέταρτο τρίμηνο, σε 1,4% το πρώτο τρίμηνο, συνάδει με την απότομη πτώση της παραγωγής και υποδηλώνει ότι η οικονομία μπορεί να οδεύει προς μια πολύ πιο δύσκολη προσγείωση από ό,τι περιμέναμε», σχολίασε στο CNBC ο Liam Peach, ανώτερος οικονομολόγος αναδυόμενων αγορών στην Capital Economics.
«Μας εξέπληξε μια τέτοια απότομη πτώση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ, αν και περιμέναμε να επιβραδυνθεί φέτος», σημείωσε, προσθέτοντας ότι «μια τεχνική ύφεση είναι πιθανή το πρώτο εξάμηνο του έτους και η αύξηση του ΑΕΠ συνολικά το 2025 θα μπορούσε να είναι σημαντικά χαμηλότερη από την τρέχουσα πρόβλεψή μας για 2,5%.
Η ανάπτυξη που παραμένει στη ρωσική οικονομία επικεντρώνεται στη μεταποίηση, ειδικά στον αμυντικό τομέα και τις συναφείς βιομηχανίες, και τροφοδοτείται από τις κρατικές δαπάνες, σύμφωνα με τον Alexander Kolyandr, ανώτερο συνεργάτη του Κέντρου Ανάλυσης Ευρωπαϊκής Πολιτικής.
Η επιβράδυνση δεν αμφισβητείται από ρώσους αξιωματούχους, με το υπουργείο Οικονομικής Ανάπτυξης να προβλέπει ότι το ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί από 4,3% το 2024 σε 2,5% φέτος.
Κυρώσεις και πτώση τιμών πετρελαίου
Αυτό που αρχίζει να βλάπτει ιδιαίτερα τη Ρωσία είναι παράγοντες πέρα από τον έλεγχό της, συμπεριλαμβανομένων των αυστηρότερων κυρώσεων στον «σκιώδη στόλο» της Ρωσίας και της πτώσης των τιμών του πετρελαίου ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας δασμολογικής πολιτικής του Τραμπ που πλήττει τη ζήτηση.
Το υπουργείο Οικονομικών της Ρωσίας δήλωσε τον Απρίλιο ότι αναμένει 24% χαμηλότερα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο φέτος, σε σύγκριση με προηγούμενες εκτιμήσεις, και μείωσε την πρόβλεψή του για την τιμή του πετρελαίου από 69,7 δολάρια σε 56 δολάρια το βαρέλι. Το υπουργείο αύξησε επίσης την εκτίμηση του δημοσιονομικού ελλείμματος για το 2025 στο 1,7% του ΑΕΠ, από προηγούμενη πρόβλεψη 0,5%.
Μια χαμηλότερη τιμή του πετρελαίου «θα περιορίσει σοβαρά τα ρωσικά έσοδα ενώ τα αποθέματά της εξαντλούνται», παρατήρησε ο αναλυτής της RUSI Jack Watling.
«Ο πιο επιθετικός έλεγχος κατά του σκιώδη στόλου της Ρωσίας και η συνέχιση της εκστρατείας βαθέων χτυπημάτων της Ουκρανίας θα μπορούσε να μειώσει το ρευστό κεφάλαιο που έχει επιτρέψει μέχρι στιγμής στη Ρωσία να αυξάνει σταθερά την αμυντική παραγωγή και να προσφέρει τεράστια μπόνους για τους εθελοντές που εντάσσονται στον στρατό», είπε.
Εάν οι δυτικοί σύμμαχοι μπορέσουν να διατηρήσουν και να ενισχύσουν τις προσπάθειες υποβάθμισης της ρωσικής οικονομίας και οι δυνάμεις της Ουκρανίας «εμποδίσουν τη Ρωσία να φτάσει στα σύνορα του Ντόνετσκ [στην ανατολική Ουκρανία] από τώρα και τα Χριστούγεννα», τότε «η Μόσχα θα αντιμετωπίσει δύσκολες επιλογές σχετικά με το κόστος που είναι έτοιμη να επιβαρυνθεί για τη συνέχιση του πολέμου», τόνισε.