Σε μία νέα φάση στη μάχη απέναντι στον πληθωρισμό εισέρχονται οι παγκόσμιες κεντρικές τράπεζες, καθώς οι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι η ύφεση θα είναι το σκληρό τίμημα για την επίτευξη του πολυπόθητου στόχου του 2%.

Όπως τονίζουν οι Financial Times, στις περισσότερες οικονομίες του κόσμου, οι ονομαστικοί ρυθμοί πληθωρισμού έχουν υποχωρήσει απότομα από το φθινόπωρο και μετά, αλλά οι τιμές του πυρήνα, του δομικού πληθωρισμού, που αποκλείουν ασταθείς κατηγορίες όπως η ενέργεια και τα τρόφιμα, παραμένουν «σκαρφαλωμένες» σε υψηλά πολλών δεκαετιών ή κοντά σε αυτά.  Αυτά τα επιτόκια, που θεωρούνται ως καλύτερος δείκτης των υποκείμενων πιέσεων στις τιμές, έχουν πυροδοτήσει ανησυχίες ότι οι κεντρικές τράπεζες θα δυσκολευτούν να πετύχουν τους στόχους τους χωρίς να επιβαρύνουν σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη.

Οι κεντρικές τράπεζες μπροστά σε κρίσιμο σταυροδρόμι

«Το επόμενο σκέλος της προσπάθειας για τη βελτίωση των αριθμών του πληθωρισμού θα είναι πιο δύσκολο», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Καρλ Ρικαντόνα, επικεφαλής οικονομολόγος των ΗΠΑ στην BNP Paribas. «Απαιτεί περισσότερο πόνο και αυτός ο πόνος πιθανότατα περιλαμβάνει ύφεση στο δεύτερο εξάμηνο του έτους», προσθέτει.

Από την πλευρά του, ο Τόρστεν Σλοκ, επικεφαλής οικονομολόγος στην Apollo Global Management, επισημαίνεο ότι «ο μόνος τρόπος για να μειωθεί ο πληθωρισμός στο 2% είναι να συντριβεί η ζήτηση και η οικονομία να επιβραδυνθεί με πιο ουσιαστικό τρόπο».

Τα επιτόκια

Στο μεταξύ, η Τράπεζα της Αγγλίας αντιμετωπίζει ένα ιδιαίτερο πρόβλημα. Υπενθυμίζεται πως αύξησε τα επιτόκια κατά μισή ποσοστιαία μονάδα την Πέμπτη, στο 5%, μια ημέρα αφότου τα στοιχεία του Μαΐου έδειξαν ότι ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε στο 7,1%.  Οι άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες έδειξαν πως ήταν σε θέση να κινηθούν λιγότερο επιθετικά στις αντίστοιχες συνεδριάσεις τους την περασμένη εβδομάδα.  Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε τα επιτόκια κατά 0,25%, ενώ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ άφησε τα επιτόκια αμετάβλητα. Ωστόσο, και οι δύο έδωσαν σήμα ότι ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι απειλητικά υψηλός και προειδοποίησαν για περαιτέρω αυξήσεις.

Ο Χοακίμ Νέιτζελ, επικεφαλής της Bundesbank, έχει προειδοποιήσει ότι ο πληθωρισμός είναι ένα «πολύ άπληστο κτήνος» και θα ήταν «μεγάλο λάθο» να σταματήσουν οι αυξήσεις των επιτοκίων.

Ο δείκτης που προτιμά η Fed για τον πληθωρισμό, ο δείκτης προσωπικών καταναλωτικών δαπανών, κυμάνθηκε γύρω στο 4,7% τους τελευταίους έξι μήνες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό της ευρωζώνης ήταν σταθερό στο 5% περίπου.

Σημειώνεται πως ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, δήλωσε στο Κογκρέσο των ΗΠΑ αυτή την εβδομάδα ότι «η διαδικασία της επιστροφής του πληθωρισμού στο 2% έχει πολύ δρόμο να διανύσει». Οι αγορές ανταποκρίνονται στην επιθετικότητα των κεντρικών τραπεζών. Τώρα αναμένουν τα επιτόκια των ΗΠΑ να κορυφωθούν στο εύρος του 5,25-5,5%, από 5-5,25% στην αρχή του μήνα.

Στην ευρωζώνη, οι επενδυτές προεξοφλούν όλο και περισσότερο την πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο, ορισμένοι traders αμφισβητούν την αποφασιστικότητα των κεντρικών τραπεζών. Μια έρευνα της Bank of America σε 81 διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων σταθερού εισοδήματος διαπίστωσε ότι το 60% πίστευε ότι οι κεντρικές τράπεζες θα αποδέχονταν πληθωρισμό 2% έως 3% εάν αυτό σήμαινε την αποφυγή μιας ύφεσης. Λίγο περισσότερο από 25% εκτιμούν ότι θα ήταν πρόθυμοι οι φορείς χάραξης της πολιτικής να προκαλέσουν ύφεση για να μειώσουν περαιτέρω τον ρυθμό αύξησης των τιμών.

Ορισμένοι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι ο δομικός πληθωρισμός θα ακολουθήσει σύντομα την καθοδική πορεία του βασικού δείκτη. Αναφερόμενος στην ευρωζώνη, ο Μάρτιν Βόλμπουργκ, οικονομολόγος της ιταλικής ασφαλιστικής εταιρείας Generali, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Αν κοιτάξετε τις πιέσεις στις τιμές, θα διαπιστώσετε πως έχουν υποχωρήσει –ο πληθωρισμός στις τιμές παραγωγού είναι σχεδόν μηδενικός– και αυτό θα μεταδοθεί».

Ωστόσο, η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, τονίζει ότι η εξάλειψη του υψηλού πληθωρισμού εξακολουθεί να είναι «γεμάτη με κινδύνους», υποστηρίζοντας ότι οι κεντρικές τράπεζες θα «κάνουν λάθος αν κάνουν πολλά, παρά λίγα».

Αγορά εργασίας

Ένα πρόβλημα για την καταπολέμηση του πληθωρισμού είναι ότι η αγορά εργασίας παραμένει «σφιχτή» και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Ο πρώην πρόεδρος της Fed Μπεν Μπερνάνκι και ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ προειδοποιούν ότι οι μισθοί πρέπει να αυξηθούν αναλογικά με την αύξηση της παραγωγικότητας για να έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο στον πληθωρισμό.

Η Σνάμπελ, από την πλευρά της, τονίζει ότι οι κυβερνήσεις ενέτειναν τις πληθωριστικές πιέσεις αποτυγχάνοντας να αντιστρέψουν τις δαπάνες που προβλέπονται για να αντισταθμίσουν τον αντίκτυπο της πανδημίας και την ενεργειακή κρίση της Ευρώπης. «Μόνο το ήμισυ αυτής της έκτακτης δαπάνης αναμένεται να αντιστραφεί έως το 2025», καταλήγει.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή