Το λεγόμενο «δημοσιονομικό μαξιλάρι» δημιουργήθηκε στα πλαίσια του τρίτου μνημονίου και του δανείου που το συνόδευε, με τον ESM να συμβάλλει με 15,7 δις ευρώ. Σε αυτά προστίθενται τα τραπεζικά διαθέσιμα των δημόσιων φορέων και δανειακά κεφάλαια με αποτέλεσμα να κυμαίνεται μεταξύ 33 – 37 δις ευρώ.
Ο σκοπός της δημιουργίας του ήταν να δημιουργηθεί ένα ασφαλές περιβάλλον αξιολόγησης του Ελληνικού δημοσιονομικού χρέους το οποίο θα επέτρεπε να μειωθεί ο βραχυχρόνιος και ο μεσοχρόνιος κίνδυνος εξυπηρέτησης του Ελληνικού δημοσιονομικού χρέους με πρώτο στόχο την επιστροφή στην δημοσιονομική επενδυτική βαθμίδα.
Τώρα που η επιστροφή έχει επιτευχθεί, δημιουργούνται εύλογες σκέψεις ότι θα ήταν δυνατόν να μειωθεί το μαξιλάρι με δύο πιθανές εξελίξεις: Να χρησιμοποιηθούν τα αποθεματικά για την δημόσια κατανάλωση ή τις δημόσιες επενδύσεις ή να πραγματοποιηθούν επιστροφές χρέους, ιδιαίτερα προς τον ESM που έτσι και αλλιώς πρέπει να γίνουν, ίσως λίγο αργότερα.
Στην πραγματικότητα το θέμα τίθεται ως εξής: Στο βαθμό που το μαξιλάρι αποτελείται από δανειακά κεφάλαια του ESM είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς άλλη χρήση από την μείωση των δανείων του ESM και μάλιστα χωρίς την άδειά του. Από την άλλη μεριά τα αποθεματικά των δημόσιων οργανισμών μπορεί να χρησιμοποιούνται από το δημόσιο ως «μαξιλάρι» απέναντι σε κάποια έκτακτη δημοσιονομική (ή και τραπεζική) κρίση αλλά πρακτικά είναι σχεδόν αδύνατο να χρησιμοποιηθούν σε καταναλωτικούς ή επενδυτικούς σκοπούς, εκτός ίσως επενδυτικών σχεδίων των ίδιων των οργανισμών που τα συνεισφέρουν.
Εάν υπάρχουν αποθεματικά από δανειακούς πόρους θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν σε χρήσεις με υψηλότερη απόδοση από το κόστος δανεισμού (επενδύσεις υψηλής απόδοσης ή επιστροφή ακριβών δανείων).
Συνεπώς βλέπει κανείς ότι το «δημοσιονομικό μαξιλάρι» δεν είναι αυτό που φαντάζεται ο απλός άνθρωπος αλλά στην πραγματικότητα δημιουργεί ένα δίκτυο ασφαλείας χωρίς άμεσο αντίκρισμα ρευστότητας.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να διατηρηθεί η Ελληνική δημοσιονομική αξιοπιστία που θα πρέπει πάντως να γνωρίζουμε ότι συνδέεται με την πολιτική σταθερότητα. Εδώ εισέρχεται και η έννοια της μακροπρόθεσμης δημοσιονομικής διατηρησιμότητας η οποία έχει αρνητικές επιδράσεις από την πληθυσμιακή (ασφαλιστική) επιδείνωση αλλά και από τις αμφίβολες προοπτικές μείωσης των επιτοκίων. Στα θετικά βρίσκεται η βελτίωση της θέσης των Ελληνικών τραπεζών.
Τα 6 περίπου δισ. ευρώ των ετήσιων αναγκών εξυπηρέτησης για τα επόμενα πέντε χρόνια ίσως θέτουν ένα επίπεδο απαιτήσεων για ένα ασφαλές δημοσιονομικό περιβάλλον (μαξιλάρι) της τάξης των 30 δις ευρώ.
Συνεπώς φαίνεται λογικό ότι θα μπορούσε να μειωθεί άμεσα το μαξιλάρι μέχρι τα 30 δις ευρώ αποπληρώνοντας πρόωρα δάνεια του ESM αλλά, προς το παρόν, μέχρι εκεί.
Από εκεί και πέρα θα μπορούσε να τεθεί επί τάπητος μία συζήτηση για ένα νέο πακέτο δημοσιονομικής ελάφρυνσης των χρεών που θα κινηθεί και πέρα του 2033.
Η κύρια δικαιολογική βάση είναι η πολύ καλή δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση που έχουμε κάνει μέχρι σήμερα στο ακρότατο ανατολικό σύνορο της Ευρωζώνης.
Π.Ε. Πετράκης
Ομ. Καθηγητής ΕΚΠΑ
Latest News
Σπύρος Μπλαβούκος: Ο «πρόεδρος της Ευρώπης» και η εξωτερική πολιτική
Ο Σπύρος Μπλαβούκος, καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
Η δύσκολη πρόκληση της ΕΚΤ στην πολιτική μείωσης των επιτοκίων
Η ΕΚΤ καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στη στήριξη της οικονομίας και στη διατήρηση σταθερού πληθωρισμού
Γιώργος Αλογοσκούφης: Πριν και Μετά τη Μεταπολίτευση Θεσμοί, Πολιτική και Οικονομία στην Ελλάδα
O Γ. Αλογοσκούφης εξετάζει, αναλύει και ερμηνεύει την εξέλιξη του κράτους και της οικονομίας της μεταπολεμικής Ελλάδας, πριν και μετά τη μεταπολίτευση του 1974
Πού βλέπουν 28 οίκοι το ΑΕΠ και τον πληθωρισμό το 2025 και 2026
Σύμφωνα με τη Focus Economics o ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ προβλέπεται το 2025 να κυμανθεί κοντά στην πρόβλεψη του 2024