Έντονη κινητικότητα παρουσιάζει η αγορά της συντήρησης πολεμικών αεροσκαφών στη Γερμανία. Τόσο μεγάλη είναι η ζήτηση για εξειδικευμένους τεχνικούς στον συγκεκριμένο κλάδο, που εστιάζουν σε αυτόν μεγάλες εταιρείες όπως η Lufthansa Technik, η οποία προσφέρει υπηρεσίες συντήρησης αεροσκαφών στη Γερμανία και στο εξωτερικό. Καθώς παρατηρείται μεγάλη έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών, η εταιρεία αναζητεί μηχανικούς άλλων ειδικοτήτων για να τους μετεκπαιδεύσει, ώστε να εργαστούν ως μηχανικοί αεροσκαφών.
Κάποιοι από τους μετεκπαιδευόμενους προέρχονται από τον κλάδο της συμβατικής αυτοκινητοβιομηχανίας ή των προμηθευτών της που έχουν πλέον λιγότερη ζήτηση, καθώς πληθαίνουν τα ηλεκτροκίνητα οχήματα.
Πώς η Γερμανία προετοιμάζεται για την περίπτωση πολέμου
«Συχνά η Lufthansa Technik αναζητεί στοχευμένα ηλεκτρολόγους μηχανικούς από τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας» επισημαίνει στην DW ο Χάινριχ Γκρόσμπονγκαρντ, ειδικός σε θέματα αεροπλοΐας. «Τα συγκεκριμένα στελέχη έχουν εξαιρετική κατάρτιση και εύκολα μπορούν να μετεκπαιδευθούν σε μηχανικούς αεροσκαφών. Στο παρελθόν κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο».
«Στροφή» στην αμυντική βιομηχανία;
Η ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων στην Ευρώπη, που αποφασίστηκε στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, διανοίγει νέα πεδία δραστηριότητας για πολλές εταιρείες. Έτσι η Lufthansa Technik, η οποία – σύμφωνα με στοιχεία που η ίδια έχει δώσει στη δημοσιότητα – διαθέτει σήμερα 800 πελάτες και απασχολεί πάνω από 20.000 εργαζόμενους, δημιούργησε πρόσφατα την LHT Defense με στόχο να διεκδικήσει μερίδιο στη συντήρηση πολεμικών αεροσκαφών.
«Πριν δέκα χρόνια κάτι τέτοιο ήταν αδύνατον» εκτιμά ο Χάινριχ Γκρόσμπονγκαρντ. «Αν μη τι άλλο, διότι η ενασχόληση με την πολεμική βιομηχανία θα επηρέαζε τη θετική αξιολόγηση της εταιρείας με τις προδιαγραφές του ESG Ranking (Environment, Social, Governance), που αφορούν την οικονομική βιωσιμότητα και την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη. Με αυτά τα κριτήρια η επένδυση στην αμυντική βιομηχανία προκαλούσε αποστροφή…».
Για πολλές δεκαετίες μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την κατάρρευση του ναζιστικού καθεστώτος, ο,τιδήποτε έχει σχέση με την πολεμική βιομηχανία ήταν αξιοκατάκριτο στη γερμανική κοινωνία. Η γερμανική στρατιωτική τεχνολογία μπορεί να είχε μεγάλη ζήτηση στο εξωτερικό, αλλά παρέμενε ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα εντός συνόρων. Αυτό άλλαξε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις εξαγγελίες της γερμανικής κυβέρνησης για επενδύσεις 100 δισεκατομμυρίων ευρώ στην ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων. «Εδώ βλέπουμε ότι η κατάσταση αξιολογείται εκ νέου, άλλωστε ο,τιδήποτε άλλο θα ήταν εκτός πραγματικότητας» λέει ο αναλυτής Χάινριχ Γκρόσμπονγκαρντ.
Οκτώ Boeing για αρχή
Σε ένα πρώτο βήμα θα συντηρηθούν πέντε αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας τύπου Boeing P-8 Poseidon, τα οποία είχε παραγγείλει το γερμανικό πολεμικό ναυτικό τον Ιούνιο του 2021. Σύμφωνα με τον Γκρόσμπονγκαρντ «πρόκειται κατά βάση για πολιτικά αεροσκάφη Boeing 737, στα οποία έχει τοποθετηθεί στρατιωτικός εξοπλισμός και στα οποία η Lufthansa ήδη διαθέτει σημαντική εμπειρία».
Από οικονομικής άποψης η επένδυση έχει νόημα για τη Lufthansa, που δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας στις εγκαταστάσεις συντήρησης στο Αμβούργο, αλλά και για τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες θα ήταν αναγκασμένες να δαπανήσουν πολύ μεγαλύτερα ποσά, εάν ήθελαν να δημιουργήσουν από το μηδέν ανάλογες εγκαταστάσεις και να εξασφαλίσουν τις απαραίτητες ποσότητες ανταλλακτικών.
Στα μέσα Μαΐου ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους είχε επισκεφθεί τις εγκαταστάσεις της Boeing στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ. Εκτός από τα Boeing Poseidon παρήγγειλε και 60 στρατιωτικά ελικόπτερα τύπου CH-47F Σινούκ, τη συντήρηση των οποίων επίσης θα αναλάβει η θυγατρική της Lufthansa.
Το ίδιο θα γίνει με τα 35 μαχητικά αεροσκάφη τελευταίας γενιάς F-35 της αμερικανικής Lockheed, που έχει παραγγείλει η Luftwaffe, η γερμανική πολεμική αεροπορία. Σε ένα επόμενο βήμα, εκτιμά ο επικεφαλής της LHT Σόρεν Σταρκ, θα μπορούσαν να γίνουν στο Αμβούργο και όλες οι απαραίτητες μετατροπές των Boeing 737 σε αναγνωριστικά αεροσκάφη E-7, τα οποία πρόκειται σύντομα να αντικαταστήσουν τα σημερινά E-3 AWACS (ιπτάμενα ραντάρ και κέντρα διοίκησης) στο ΝΑΤΟ.
Μέχρι το 2030 ο Σταρκ έχει θέσει ως στόχο να αυξηθεί ο τζίρος της LHT από 6,5 σε 10 δισεκατομμύρια ευρώ και τα κέρδη να υπερβούν τα 1,1 δισ. ευρώ. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι το σχέδιο είναι φιλόδοξο, αλλά ρεαλιστικό.
Latest News
Reuters: Το κενό ηγεσίας επιδεινώνει την οικονομική δυσπραγία της Ευρώπης
Αν και η Ευρώπη υπερηφανεύεται για την ανοικτή οικονομία της, οι πιο άμεσες προκλήσεις εντοπίζονται στο εμπόριο, αναφέρει το Reuters
Περιστέρια και γεράκια στην ΕΚΤ - Όταν η βασική διαφωνία δεν είναι στα επιτόκια
Την Πέμπτη πραγματοποιείται η τελευταία για φέτος συνεδρίαση της ΕΚΤ - Τα στοιχήματα για τα επιτόκια
Η οικονομική πολιτική του Τραμπ θα φέρει «καταστροφή», προειδοποιεί ο Μπάιντεν
Ο Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε εναντίον της εφαρμογής του προγράμματος Project 2025 που φέρεται να ενστερνίζεται ο Ντόναλντ Τραμπ
Είναι ένας ανταγωνιστικός κόσμος - Ποιοι πληρώνονται καλύτερα σήμερα;
Η διεθνής αγορά εργασίας αναγκάζει ορισμένες εταιρείες να πληρώνουν περισσότερα σε... φθηνότερες περιοχές
Πώς οι κινεζικές αεροπορικές βρέθηκαν να κυριαρχούν στις πτήσεις από Ευρώπη σε Ασία
Οι κινεζικές αεροπορικές εκμεταλλεύονται τις ρωσικές αντι-κυρώσεις και επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους
Το κεφάλαιο για το λίθιο στη συμφωνία ΕΕ - Mercosur που πέρασε «στα ψιλά»
Αναλυτές της ολλανδικής τράπεζας ING δήλωσαν ότι η σημασία των κρίσιμων πρώτων υλών
Merger Monday: Σε μία ημέρα έκλεισαν deals 35 δισ. δολαρίων
Η επανεκλογή Τραμπ προκαλεί ευφορία στις επιχειρήσεις και τονώνει εξαγορές και συγχωνεύσεις
Η φιλοδοξία του Τραμπ να γίνει ο απόλυτος βαρόνος του πετρελαίου ίσως αποδειχθεί ένα όνειρο - Ανάλυση Economist
Η φιλοδοξία του Ντόναλντ Τραμπ να γίνει ο απόλυτος βαρόνος του πετρελαίου μπορεί να αποδειχθεί ένα όνειρο, καταλήγει ο Economist
Η Ισπανία θα νομιμοποιήσει 900.000 μετανάστες σε τρία χρόνια
Η Ισπανία αναμορφώνει τη νομοθεσία που διέπει τα δικαιώματα παραμονής ξένων μεταναστών στη χώρα
Πόσα επενδύουν ΗΠΑ, Κίνα και ΕΕ σε έρευνα και ανάπτυξη (R&D)
Πρώτες σε δαπάνες για έρευνα ( R&D) έρχονται οι ΗΠΑ, ακολουθεί η Κίνα και στην τρίτη θέση είναι οι 27 χώρες της ΕΕ με πρώτη τη Γερμανία