Διάβασα στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» ότι ήδη «τρέχουν» οι δύο διαγωνισμοί για τα Ελληνικά Ναυπηγεία (ναυπηγεία Σκαραμαγκά), από τους οποίους ο ένας αφορά  την εκποίηση κινητού εξοπλισμού της εταιρείας, η οποία έχει υπαχθεί στην έκτακτη διαδικασία  ειδικής διαχείρισης και ο άλλος ακίνητο στην περιοχή Ναυπηγείων Σκαραμαγκά  που ανήκει στην ΕΤΑΔ. Νωρίτερα, είχε ανακοινωθεί ότι θα διδόταν στη δημοσιότητα η νέα προκήρυξη για την πώληση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, από την ειδική εκκαθάριση χωρίς καμία αλλαγή στους όρους του διαγωνισμού, πέραν ενός πιο σφιχτού χρονικού πλαισίου κατάθεσης των προσφορών.

Έτσι, τελειώνει ένα ακόμα οικονομικό έγκλημα μετά τη μεταπολίτευση, το οποίο συντελέστηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 με την εξαγορά των Ελληνικών Ναυπηγείων από το κράτος με την καταβολή στον τότε ιδιοκτήτη του Σταύρο Νιάρχο ποσού 14 εκατ. Δολαρίων  για να γίνει το «Ναυπηγείο του Λαού», όπως έγραφε το τεράστιο πανό την ίδια ημέρας της αγοράς και του ξέφρενου πανηγυριού! Το τραγικό αυτό επί 36 χρόνια οικονομικό «ναυάγιο» στη θάλασσα του Σκαραμαγκά συνεχίστηκε με την καταβολή  άλλων 140 δισ. δραχμών για την παγκόσμιας επινόησης… «ιδιωτικοποίησή τους» το 1995 και καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Και θυμήθηκα τη συζήτηση που είχε πραγματοποιηθεί στη Βουλή  στις 3 Φεβρουαρίου του 1992, κατά την οποία ακούστηκαν στην αίθουσα  οι εκκωφαντικές προειδοποιήσεις του «Οικονομικού Ταχυδρόμου». Κατά τη συνεδρίαση αυτή συζητήθηκε η επίκαιρη επερώτηση κατά των υπουργών Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου, Εθνικής Οικονομίας, Εθνικής Άμυνας, των Γ. Μπούτου, Γ. Δασκαλάκη, Κ. Βρεττού, Ε. Μπεντενιώτη, Π. Ζακολίκου, Γ. Κατσιμπάρδη, Γ. Νιώτη, Δ. Αλαμπάνου, Α. Ντεντιδάκη και Ε. Παπαζώη “Για το μέλλον της Ναυπηγοεπισκευαστικής Βιομηχανίας”.

Όταν η συζήτηση έφθασε στα Ελληνικά Ναυπηγεία (Ναυπηγεία Σκαραμαγκά) ο τότε υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας Αριστείδης Τσιπλάκος είχε μεριμνήσει να φέρει μαζί του μία έρευνά μου, με τίτλο «Το Σκαραμάγκειον άγος», η οποία δημοσιεύθηκε στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» στις 16  Ιανουαρίου του 1992, δηλαδή λίγες μόλις ημέρες πριν από τη συζήτηση.

«ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 16.1.1992, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Αυτή την έρευνα μαζί ένα πίνακα με εύγλωττα επίσημα στοιχεία επικαλέστηκε ο Αριστείδης Τσιπλάκος, αιφνιδιάζοντας  τους επερωτώντες βουλευτές, οι οποίοι την αγνοούσαν! Μάλιστα,  στην αρχή της συζήτησης ο Αριστείδης Τσιπλάκος δεν ανέφερε το όνομα του συντάκτη της έρευνας, το όνομά μου, γεγονός που παρέσυρε τον Γιώργο Δασκαλάκη να χρησιμοποιήσει αλλότρια επιχειρήματα λέγοντας τα εξής. «…δεν ήρθαμε να κάνουμε εδώ διάλογο και δεν παρακολουθήσατε εδώ τι είπαμε. Απλά μας διαβάσατε ένα άρθρο, αγνώστου δημοσιογράφου, γιατί δεν τον αναφέρατε, του έγκριτου όμως περιοδικού του ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ, που έχει τις απόψεις του, τις πληροφορίες του, τις διασυνδέσεις του, για να πείτε τι;…»

Ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος» στη Βουλή το 1992

 Επίσης, την «απορία ψάλτου βήχοντος» θύμισε και η παρέμβαση του πρώην βουλευτή και υπουργού κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας και διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και τότε βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Γιάννη Μπούτου, ο οποίος εξέφρασε την… κακοπιστία του για τα στοιχεία του «Οικονομικού Ταχυδρόμου», δηλαδή του ελληνικού Τύπου, επειδή τα επίσημα πρωτογενή ήταν επεξεργασμένα!!! Από τη  μαραθώνια αυτή συζήτηση στη Βουλή, παραθέτω μερικά αποσπάσματα της έρευνάς μου, η οποία δημοσιεύθηκε στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» στις 16 Ιανουαρίου 1992 και ανέγνωσε ο Αριστείδης Τσιπλάκος. Από τη συζήτηση αυτή προκύπτει ότι η κορυφαία  δικαίωση του ιστορικού περιοδικού για τις προειδοποιήσεις που εκκωφαντικά έστελνε.

«…Εντύπωση, όμως, αλλά και έκπληξη μου προκάλεσαν η άνεση, η ευχέρεια με την οποία άσκησαν την κριτική τους οι υπόλοιποι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ. Προφασίσθηκαν ότι αγνοούν την τραγική πραγματικότητα, αγνοούν τα αδιέξοδα στα οποία οδήγησαν τις επιχειρήσεις των ναυπηγείων όλες οι Κυβερνήσεις, που είχαν την ευθύνη διακυβερνήσεως της Χώρας από το 1982 έως το 1989.

 Την υπεύθυνη προσπάθεια της σημερινής Κυβερνήσεως, για να βγούμε από το αδιέξοδο και να λειτουργήσουν τα ναυπηγεία σε καθαρώς ανταγωνιστική βάση, την χαρακτήρισαν σαν πραξικόπημα, σαν πρόθεση ξεπουλήματος κ.λπ., κλισέ που έχουν κατασκευασθεί ειδικώς για την περίπτωση των αποκρατικοποιήσεων, τα οποία ακούμε συνεχώς επαναλαμβανόμενα. Μας μίλησαν για νεφελώδεις διαδικασίες, για μεθοδεύσεις διαλύσεως της ναυπηγοεπισκευαστικής μας βιομηχανίας.

 Ακόμα δεν δίστασαν να μιλήσουν για ύψιστα εθνικά συμφέροντα της Χώρας και παρακάμπτοντας την ουσία του προβλήματος μας ζητούν να συνεχίσουμε την διαιώνιση της καταστάσεως αυτής, να συνεχίζουν τη λειτουργία τους οι ζημιογόνες αυτές επιχειρήσεις και με μία καταπλήσσουσα υπεραπλούστευση, και ζητούν να συνεχίσουν με το καθεστώς που οι ίδιοι εφήρμοσαν, οι ίδιοι το δοκίμασαν, οι ίδιοι είδαν ότι απέτυχε παταγωδώς.

 Η ουσία, όμως, όλου του θέματος, που υποκριτικά αγνοούν οι επερωτώντες συνάδελφοι, είναι, ποιος θα πληρώσει τα σπασμένα από τις ζημιές των επιχειρήσεων αυτών, των οποίων το συσσωρευμένο χρέος μέχρι σήμερα είναι 94 δισ., από τα οποία τα μισά είναι ληξιπρόθεσμα. Και για να καταλάβετε τι σημαίνει αυτό, μόνο από τους τόκους, για την εξυπηρέτηση των χρεών αυτών, θέλει το κράτος 25 δισ. ετησίως, κύριοι συνάδελφοι. Ναι, δεν ακούσατε λάθος, 25 δισ. ετησίως, μόνο για τους τόκους.

 Η ουσία είναι, πώς θα απαλλαγούμε από το απαράδεκτο καθεστώς της διασπαθίσεως του δημοσίου χρήματος, της αλόγιστης διασπαθίσεως, και να τεθεί τέρμα -κατά τη δική μου γνώμη- στο μεγαλύτερο μεταπολεμικό σκάνδαλο, που είναι η κρατικοποίηση των ναυπηγείων το 1985.

 Εκείνο που πρέπει να μας απασχολήσει -και δεν το άκουσα καθόλου στην Αίθουσα αυτή- είναι ο υγιής τρόπος με τον οποίο πρέπει να λειτουργήσουν τα ναυπηγεία αυτά, με ανταγωνιστικό τρόπο και να απαλλαγούμε από τις ζημιές και τις αμαρτίες του παρελθόντος.

 Δεν θέλω να κάνω χρήση του παρελθόντος, ούτε θα ήθελα να αναφερθώ σχετικά με το τι έγινε στα ναυπηγεία την 10ετία του 1980, αλλά, κύριοι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ, είμαι βέβαιος, ότι δεν έχετε διαθέσει τον απαιτούμενο χρόνο, ώστε να ενημερωθείτε υπεύθυνα για το αμαρτωλό παρελθόν των επιχειρήσεων αυτών και τις τρομακτικές ζημιές που προκάλεσαν στο Ελληνικό Δημόσιο και στον Έλληνα φορολογούμενο. Οφείλουμε να τα πούμε αυτά στη Βουλή. Μας ακούνε όλοι και οι εργαζόμενοι από τα θεωρεία και πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι τι σημαίνει η συνέχιση με το ίδιο απαράδεκτο καθεστώς.

 Παγιδευμένοι έτσι από τις δογματικές σας θέσεις, κύριοι συνάδελφοι, δεν διστάσατε να παρουσιασθείτε ως πολέμιοι της αποκρατικοποιήσεως, όλων ανεξαρτήτως των προβληματικών, που υπήχθησαν στον περίφημο Οργανισμό Ανασυγκροτήσεως, τάχα για να εξυγιανθούν, με αποτέλεσμα να ροκανίσει αυτός ο Οργανισμός 1 τρισ. δραχμές, για την δήθεν εξυγίανση των προβληματικών επιχειρήσεων.

 Αλλά, για να διαπιστώσετε, κύριοι συνάδελφοι, πώς λειτουργούσε το σύστημα αυτό, που στήθηκε με τις φαεινές ιδέες του τότε “τσάρου” της οικονομίας και πώς καταβροχθίζεται αλόγιστα το δημόσιο χρήμα -αξίζει να το μάθετε- δεν θα επικαλεσθώ τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, γιατί μπορείτε να πείτε ότι είναι στοιχεία,  τα οποία έχει συγκεντρώσει η Κυβέρνηση και μπορείτε να τα αμφισβητήσετε για οποιονδήποτε λόγο, αλλά θα χρησιμοποιήσω μία έρευνα που έχει δημοσιευθεί σε ένα από τα εγκυρότερα, τα αντικειμενικότερα και τα σοβαρότερα οικονομικά περιοδικά, όπως είναι ο ‘ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ».

 Στις 16.1.92 -έχω εδώ τα σχετικά κείμενα στη διάθεση του καθενός- δημοσίευσε πίνακα με οικονομικά στοιχεία των 11 συναφών επιχειρήσεων, που περιλαμβάνονται και τα Ναυπηγεία, από τον οποίο πίνακα προκύπτει η τελική εικόνα της “συμφοράς”, όπως την αποκαλεί ο συντάκτης του δημοσιεύματος.

 Σύμφωνα με τον πίνακα αυτό τον οποίο θα καταθέσω, το μετοχικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων των Ναυπηγείων, ύψους 195 δισ. εξανεμίσθηκε και το 1988 οι συσσωρευμένες ζημιές ήταν 253,33 δισ. για τις 11 επιχειρήσεις μεταξύ των οποίων και τα Ναυπηγεία. Καταθέτω τον πίνακα αυτό από τον «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ», που είναι πάρα πολύ χρήσιμος.

 Ειδικά για τα Ελληνικά Ναυπηγεία το δημοσίευμα αναφέρει επί λέξει τα εξής: “Με την εξαγορά από το κράτος των Ελληνικών Ναυπηγείων ανελήφθησαν ζημιές και υποχρεώσεις 105,5 εκατ. δολαρίων, εξανεμίσθηκε αμέσως το ποσό της αυξήσεως του μετοχικού κεφαλαίου που ήταν χρήματα των καταθετών και των φορολογουμένων ύψους 58,3 εκατ. δολαρίων, προσετέθησαν αμέσως ζημιές 50 περίπου εκατ. δολαρίων από σκανδαλώδη τιμολόγηση κατασκευής Σοβιετικών πλοίων, απεργιακές κινητοποιήσεις επιδείνωσαν την κατάσταση, δάνεια με μεγάλα ποσά τόκων, παρά τις διευκολύνσεις ΕΤΒΑ και κράτους, επιβάρυναν τα οικονομικά αποτελέσματα και οι υπεύθυνοι για το άγος αυτό ανταμείφθηκαν με ψήφους και διεκδικούν ξανά τη διαχείριση της οικονομίας”. Δεν είναι εκφράσεις δικές μου, είναι εκφράσεις του «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ».

 Δημοσιεύει στη σελ. 28 του ιδίου τεύχους αποκαλυπτικό πίνακα, πώς εξανεμίσθηκαν τα χρήματα των Ναυπηγείων στον οποίο φαίνεται διαχρονικά η πορεία της οικονομικής διαλύσεως από τότε που κοινωνικοποιήθηκαν μέχρι σήμερα.

 “Οι διακυμάνσεις σε δολάρια από το 1985 έως το 1991. Το μετοχικό κεφάλαιο και τα αποθεματικά ήταν 205 εκατ. δολάρια. Συσσωρευμένες ζημιές, από 81,3 που ήταν το 1985 πήγαν στα 264,1 εκατ. δολάρια και η καθαρή περιουσία από +80,5 που ήταν, πήγε -59,1 εκατ. δολάρια”.

Και ο πίνακας αυτός είναι στη διάθεσή σας για να δείτε τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος.

«ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 16.1.1992, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Και καταλήγει το δημοσίευμα σχολιάζοντας τους πίνακες αυτούς:” Απλή ανάγνωση των πινάκων αυτών που αν εμπλουτιστούν με νεώτερα στοιχεία θα είναι δραματικότεροι, ίσως μπορέσει να πείσει τους καλόπιστους κρατιστές ότι υπερασπίζονται το δικαίωμα των ληστών του δημοσίου τομέα για να σπαταλούν τα ανύπαρκτα έσοδα του δημοσίου ώστε να το υποχρεώνουν σε δανεισμό που επιδεινώνει ακόμα την οικονομική κατάσταση, όχι μόνο των σημερινών αλλά και των μελλοντικών γενεών. Και όλα αυτά για να εξασφαλίζουν παχυλούς μισθούς κάποιοι βολεμένοι του δημόσιου τομέα, χωρίς να υποχρεούνται και να εργάζονται”.

 Και συνεχίζει το δημοσίευμα: “Επιβαρύνθηκε μέχρι τώρα ο Ελληνικός Λαός με 50 περίπου δισεκατομμύρια δραχμές και όμως οι υπαίτιοι επιμένουν στη συνέχιση της καταλήστευσής του, χωρίς να συγκινείται κανένα πολιτικό κόμμα απ’ αυτή την αναίσχυντη κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος”.

Τη στιγμή αυτή παρεμβαίνει ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Δασκαλάκης λέγοντας τα εξής: «Δε βγάζετε μια φωτοτυπία να το δούμε και να πείτε κάτι άλλο δικό σας;».

Στην παρέμβαση αυτή απάντησε ο Αριστείδης Τσιπλάκος τονίζοντας τα εξής: Αντί να σας πω στοιχεία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, σας λέω αυτά που είναι στοιχεία που έχουν προκύψει από έρευνα του «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ»  ώστε να είναι πιο αντικειμενικά και να χωνέψετε επιτέλους, κύριοι συνάδελφοι…

Αξίζει τον κόπο να αναφερθούμε και σε μερικά ειδικότερα εξοργιστικά γεγονότα, κύριοι συνάδελφοι, που αναφέρονται επίσης και περιγράφονται στην έρευνα αυτή.

 Στη σελ. 28 λέει: “Από πού να αρχίσει κανείς και πού να τελειώσει με την ιστορία των Ελληνικών Ναυπηγείων. Χρειάζεται βιβλίο. Ξέρετε λοιπόν ότι το προσωπικό της εταιρείας αυτής εισέπραξε 12 εκατ. δολάρια από μισθούς χωρίς να εργάζεται;” Ναί, έγινε και αυτό, κύριοι συνάδελφοι. Εισέπραξαν 12 εκατ. δολάρια χωρίς να εργάζονται. Και υπάρχουν στοιχεία στη διάθεσή σας. Από 1.1.86 έως τον Ιούλιο του ιδίου έτους διατέθηκε το ποσό αυτό για αργομισθίες χωρίς να εργάζεται κανένας και δεν συγκινήθηκε κανένας. Και έρχεσθε τώρα όψιμα να κατηγορήσετε εμάς για τη διάλυση των Ελληνικών Ναυπηγείων. Έπρεπε από τότε να ενδιαφερθείτε για τα Ναυπηγεία και να δείτε με προσοχή πώς διασπαθίζεται το δημόσιο χρήμα, που ήταν μαθηματικά βέβαιο ότι θα φθάναμε στο σημερινό κατάντημα.

 Δεν ήταν μόνο οι αργομισθίες, αλλά και οι κλοπές σημαντικής αξίας υλικών, χωρίς να συγκινείται κανένας υπεύθυνος, γιατί είχε επέλθει τελεία διάβρωση και πόρρωση και όλα εθεωρούντο φυσικά στα Ναυπηγεία.

 Στη σελίδα 30 της έρευνας αναφέρεται: “Ύστερα από καταγγελίες εφημερίδων και κυρίως του «ΒΗΜΑΤΟΣ», της 5ης και 22ας Φεβρουαρίου 1989, για διαχειριστικές αταξίες, καθώς και την κλοπή ολόκληρης προπέλας από τα Ελληνικά Ναυπηγεία, η τότε διοίκηση ανακοίνωσε ότι για την κλοπή της προπέλας, υπέβαλε μήνυση κατά των υπευθύνων” και τελείωσε το όλο θέμα.

 Επίσης στην σελίδα 24 αναφέρονται τα εξής: Φρικτά εγκλήματα κακής διαχειρίσεως των κοινωνικών πόρων, τα οποία διαπράττονται κατά συρροή και χωρίς καμία τιμωρία των υπευθύνων και πρόκληση παραβάσεων βασικών λογιστικών αρχών με ανακριβείς και παράνομες εγγραφές με παράλειψη εφαρμογής νόμων κ.λ.π. Όλα αυτά επισημαίνονται στην έκθεση των ορκωτών λογιστών. Πρόκειται για ένα διαρκές άγος στην ελληνική Οικονομία και στην κοινωνική ζωή της Χώρας.

«ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 16.1.1992, Ιστορικό Αρχείο 

 Αλλά και σε πρόσφατο δημοσίευμα της 16ης Ιανουαρίου 1992, ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος αναφέρει: Δεν μας σώζει τίποτα, ούτε τα οικονομικά μέτρα λιτότητας, αν οι αρμόδιοι κλείσουν τα μάτια τους σε αδίστακτες παραβάσεις των κοινωνικοποιημένων επιχειρήσεων της δεκαετίας του ’80. Και καταλήγει, αναφέροντας για ωραιοποίηση αποτελεσμάτων, για ψευδή αύξηση εσόδων και πλαστή συρρίκνωση δαπανών, για να παίρνουν δάνεια από τράπεζες κ.λ.π.¨

 Κύριοι συνάδελφοι, θέλετε περισσότερα στοιχεία για να πεισθείτε ότι χρειάζεται άμεση επέμβαση για να σταματήσει η οικονομική αιμορραγία και ότι ο μόνος σωστός τρόπος είναι να λειτουργήσουν τα Ναυπηγεία σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς, αποκρατικοποιημένα.

 Οφείλατε κύριοι συνάδελφοι, να είχατε μελετήσει όλα αυτά τα δεδομένα, και να μην στηρίζετε την κριτική σας σε ανεύθυνη πληροφόρηση και να μην χρησιμοποιείτε την ξύλινη γλώσσα που αντί για επιχειρήματα χρησιμοποιεί μονότονη συνθηματολογία, όπως για τα δήθεν ύποπτα συμφέροντα, για το ξεπούλημα του ελληνικού πλούτου, για κεκτημένα δικαιώματα, για συγγενικά πρόσωπα, που τάχα θα πάρουν τα Ναυπηγεία. Δεν μας έχετε κάνει καμία πρόταση και εγώ να συμφωνήσω με όσα λέτε, αλλά θα ήθελα να μου πείτε από ποιες πηγές θα εξοικονομήσει το Κράτος τα απαιτούμενα χρήματα, για την συνέχιση αυτών των ζημιογόνων επιχειρήσεων.

 Δείτε τον Κρατικό Προϋπολογισμό και πέστε μου από που να κοπούν δαπάνες για την κάλυψη αυτών των ζημιών. Όχι βέβαια από τα κονδύλια των χρηματοδοτημένων έργων για την Κοινότητα, γιατί μόνο εκεί υπάρχουν διαθέσιμα χρήματα. Δεν είναι δυνατόν να παραβλέψουμε το γεγονός ότι τα μόνα χρήματα που μπορούν να διατεθούν, είναι αυτά βέβαια που έχουν δεσμευθεί για να εκτελέσουμε τα έργα της Κοινότητας. Άλλα χρήματα δεν υπάρχουν και αν διαθέσουμε χρήματα για τα Ναυπηγεία, πρέπει να διατεθούν από αυτήν την πηγή. Αν νομίζετε ότι μπορεί να γίνει, κάνετε πρόταση να το συζητήσουμε στη Βουλή και να δούμε αν μπορεί να συμφωνήσουμε μαζί σας. Αλλά ας πούμε ότι έγινε κάποιο θαύμα και βρέθηκαν τα χρήματα για να συνεχισθεί η λειτουργία τους με κρατική διαχείριση και επιχορήγηση όπως προτείνετε. Έχετε την εντύπωση ότι είναι εύκολο πράγμα να πείσουμε την ΕΟΚ ότι είναι δυνατό να πάμε σε παράταση, όπως ζητήσατε προηγουμένως με πολύ ευκολία;

Θέλω να μου απαντήσετε στη δευτερολογία σας με υπευθυνότητα, χωρίς υπεκφυγές και συνθηματολογίες σε ένα απλό ερώτημα: Πως θα γίνει η κρατική επιχορήγηση όταν οι σχετικοί κανονισμοί που έχουν εγκριθεί από το 1986 με σύμφωνη γνώμη όλων των κυβερνήσεων, προβλέπουν διακοπή των επιχορηγήσεων από 1 Ιανουαρίου 1992.

 Η 6η Κοινοτική οδηγία, για την οποία μιλήσατε και που έχει σχέση με τις συνθήκες ανταγωνισμού στον ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα και που θέτει δυνατότητα εξυγίανσης του κλάδου αυτού, από το 1986 ως το 1990, έληξε χωρίς να εκμεταλλευθούμε τις δυνατότητες που μας παρείχε. Η τότε κυβέρνηση δεν επιχορηγούσε, ως είχε δικαίωμα, τη διαδικασία εξυγίανσής τους. Ακολούθησε η 7η οδηγία με την οποία η ΕΟΚ έδωσε τη δυνατότητα ρύθμισης των χρεών των υπερχρεωμένων Ελληνικών Ναυπηγείων και προώθησης των διαδικασιών ιδιωτικοποιήσεώς τους ως το τέλος του 1991, απαγορεύοντας παράλληλα τις κρατικές επιχορηγήσεις. Δεν μας υποχρεώνει να τις ιδιωτικοποιήσουμε, αλλά απαγορεύει τις κρατικές επιχορηγήσεις…»

 Από την 1η Ιανουαρίου 1992 και έτσι εμείς δεν μπορούμε να δώσουμε επιδοτήσεις οιασδήποτε μορφής. Η ίδια οδηγία δίνει τη δυνατότητα στο Ελληνικό Δημόσιο να διατηρήσει το 51% των μετοχών, μόνο μιας ναυπηγοεπισκευαστικής επιχείρησης, με αμυντικό προσανατολισμό και θα σας απαντήσω στη συνέχεια για το ερώτημα που θέσατε προηγουμένως. Οι κυβερνήσεις της τελευταίας 5ετίας ανέβαλαν συνεχώς τη λήψη αποφάσεων και αγνοούσαν τις οδηγίες της Κοινότητος για εξυγίανση και στήριξη του ναυπηγικού τομέα. Δεν μπορώ να φαντασθώ ότι μπορούσατε αυτή τη στιγμή με τόσο άνεση να ασκήσετε κριτική αγνοώντας τα προηγούμενα περιστατικά…

…Η μη πραγματοποίηση της ιδιωτικοποίησης μέχρι το 1991 μας δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα κύριοι συνάδελφοι, προβλήματα παραβιάσεων κανονισμών της ΕΟΚ. Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι δεν υπάρχει καμία δυνατότης κρατικής βοηθείας από 1.1.92,γι’αυτό η ανάγκη ιδιωτικοποιήσεως είναι επιτακτική και η μόνη λύση για να αποφύγουμε την διακοπή της λειτουργίας και την εκκαθάριση…»

 Ας δούμε, όμως, κατά σειρά την κατάσταση των Ναυπηγείων και τις προτάσεις που λέμε για ένα έκαστο ναυπηγείο.

 Πρώτον, το ναυπηγείο Σκαραμαγκά. Εκεί εργάζονται 3.363 άτομα με μετοχικό κεφάλαιο 96,7 εκατ. δολάρια και με μέτοχο την ΕΤΒΑ κατά 100%. Οι συνολικές υποχρεώσεις, 1990 34 δισ. δραχμές, 1991 37 δισ. δραχμές. Η ζημιά μόνο το 1991 υπερβαίνει τα 36 εκατ. δολάρια. Και θα πρέπει να τονιστεί ότι όλα τα δάνεια που έχουν δοθεί στα ελληνικά ναυπηγεία εξυπηρετούσαν λειτουργικές ανάγκες, λειτουργικά έξοδα, δηλαδή τις ληξιπρόθεσμες οικονομικές υποχρεώσεις. Κανένα τμήμα των δανείων αυτών δεν επενδύθηκε σε εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων. Τούτο σημαίνει, κύριοι συνάδελφοι, ότι καμιά σαφώς διαδικασία διατηρήσεως της ανταγωνιστικότητος των ελληνικών ναυπηγείων στη διεθνή αγορά έχει μέχρι σήμερα τηρηθεί ή απλώς να έχει επιδιωχθεί.

 Με αυτά τα τραγικά δεδομένα, η λύση της ιδιωτικοποιήσεως είναι σχεδόν μονοσήμαντος, αφού η συνέχιση κρατικής επιχορηγήσεως και η διατήρηση των μετοχών κατά 100% από το Κράτος, από το δημόσιο φορέα, αποκλείεται ρητώς και κατηγορηματικώς από τους κοινοτικούς κανονισμούς, παρά τα όσα λέτε ότι είναι δυνατόν η Ελλάδα να πάρει παράταση πέραν εκείνης την οποία πήραμε με τόσους κόπους και με τόσους αγώνες και με τόσες παρακλήσεις…

…… Ανέφερα ένα άλλο γεγονός και λυπάμαι πάρα πολύ, αλλά δεν περίμενα την κακοπιστία αυτή από τον κ. Μπούτο. Είπε, μάλιστα, ότι δεν ήλεγξα αυτό που ανέφεραν οι υπηρεσιακοί παράγοντες σχετικά με την εξαγορά από το κράτος των Ελληνικών Ναυπηγείων, για ζημιές και υποχρεώσεις. Και προσπάθησε να πει ότι είναι κατώτερο του επιπέδου μου να προσπαθήσω να αποκρύψω και ότι έκανα πρόσθεση των ποσών κ.λπ.. Σας διαβάζω, κύριε Μπούτο, όχι από αυτά που μου έγραψαν οι υπηρεσιακοί παράγοντες, αλλά από το κείμενο του “Οικονομικού Ταχυδρόμου”, χωρίς να αλλάξω ούτε ένα απολύτως γράμμα. Όμως και το κείμενο δεν το παρακολουθήσατε. Σας το επαναλαμβάνω, για να το προσέξετε:

 “Με την εξαγορά από το κράτος των Ελληνικών Ναυπηγείων ανελήφθησαν ζημιές και υποχρεώσεις 105,5 εκατ. δολαρίων, εξανεμίσθηκε αμέσως το ποσό της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, που ήταν χρήματα των καταθετών και των φορολογουμένων, ύψους 58,3 εκατ. δολαρίων, προσετέθηκαν, αμέσως μετά, ζημιές 50 εκατ., περίπου, δολαρίων …”

 Δεν λέει ότι βάζει τα 50 εκατ. πάνω στα 105 εκατομμύρια. Αναφέρει τα 105 εκατ., που αποτελούνται από την απώλεια του κοινοτικού κεφαλαίου συν τα 50 εκατ. ζημιές τα οποία ήταν και βγάζει το άθροισμα. Άρα, λοιπόν, δεν ήταν σωστό αυτό που είπατε.

Ήταν απαραίτητη αυτή η διευκρίνιση. Ήταν έξω από τις προθέσεις τις δικές μου να παρουσιάσω πράγματα και να δημιουργήσω τέτοιου είδους εντυπώσεις.

 Χρησιμοποίησα τον “Οικονομικό Ταχυδρόμο”, όχι γιατί δεν είναι γνωστά τα στοιχεία αυτά. Τα στοιχεία αυτά υπάρχουν στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Έχω μελετήσει τα στοιχεία αυτά. Έχω ζήσει τα στοιχεία αυτά. Δεν ήθελα να κάνω χρήση, καθαρώς, στεγνά νούμερα του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Απλώς, για να δώσω μεγαλύτερη έμφαση και για να είναι πιο αντικειμενική η παράθεση των στοιχείων, πήρα τα στοιχεία από την έρευνα του “Οικονομικού Ταχυδρόμου”, που δεν νομίζω ότι είναι ένα φιλοκυβερνητικό περιοδικό. Πιστεύω ότι, είναι ένα περιοδικό, το οποίο είναι αντικειμενικό και η σοβαρότητα υπάρχει…

Στο σημείο αυτό παρεμβαίνει ο Γιάννης Μπούτος εκφράζοντας, κακοπιστία για τα στοιχεία του «Οικονομικού Ταχυδρόμου», για να δικαιολογήσει την άγνοιά του γύρω από το σοβαρό αυτό θέμα. Συγκεκριμένα, είπε τα εξής:

«Ο “Οικονομικός Ταχυδρόμος” έκανε έρευνα στο Υπουργείο σας, για να βρει τα στοιχεία, τα οποία εσείς επεξεργαστήκατε. Γιατί δεν μας τα δίνετε πρωτογενώς και μας τα δίνετε μέσω του “Οικονομικού Ταχυδρόμου”; Προσθέτει τίποτε στο κύρος των στοιχείων τα οποία ανεύρε ο “Οικονομικός Ταχυδρόμος” στο Υπουργείο σας; Μα, κύριε Υπουργέ, για όνομα του Θεού! Όταν είσθε Υπουργός, είσθε η πρωτογενής πηγή παροχής στοιχείων. Αυτό λέμε εμείς…»!

Απαντώντας ο Αριστείδης Τσιπλάκος στην πρωτοφανή αυτή αλλήθωρη παρέμβαση τόνισε τα εξής: « Τα στοιχεία που έχει ο “ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ”, τα σκάνδαλα, δεν τα έχουμε εμείς στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Είναι μέσα από την έρευνα που τα πήρε και από άλλες πηγές. Ο “ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ”, συγκέντρωσε τα στοιχεία….Τα οικονομικά στοιχεία τα οποία υπάρχουν, οι ζημιές, είναι από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Απλώς τα πήρε ο “ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ” τα ερεύνησε, τα ήλεγξε και δημοσίευσε και πράγματι, διεπίστωσε ότι αυτά τα στοιχεία είναι σωστά. Όπως και να έχει το πράγμα όμως, είτε είναι από τον “ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ”, είτε είναι από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, δεν είναι το ζητούμενο αυτό. Το ζητούμενο είναι ότι υπάρχουν τρομακτικές ζημιές και δεν μπορεί κανένας να τις αμφισβητήσει. Είναι ζημιές υπαρκτές και δεν μπορούμε να τις αμφισβητήσουμε. Και δεν μπορεί να συνεχιστεί το καθεστώς αυτό. Δεν είναι δυνατόν να συνεχίζουμε να μιλάμε για μια πρόταση που δεν κάνει τίποτε άλλο, παρά να αυξάνει τη ζημιά των 94 δισ. που υπάρχει μέχρι τώρα…»

Στο τέλος της συζήτησης αυτής, ο Αριστείδης Τσιπλάκος αναφερόμενος στον γράφοντα είπε τα εξής: «Για τον άγνωστο δημοσιογράφο που είπε ο κ. Δασκαλάκης, θέλω να πω ότι είναι ο Δημήτρης Στεργίου, ο οποίος είναι ένας προσεκτικός δημοσιογράφος και αναλυτής και εν πάση περιπτώσει, μελέτησε πάρα πολύ τα στοιχεία αυτά προκειμένου να τα δημοσιεύσει στον “ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ”…’

Στο τέλος της συζήτησης αυτής, ο Αριστείδης Τσιπλάκος αναφερόμενος στον γράφοντα είπε τα εξής: «Για τον άγνωστο δημοσιογράφο που είπε ο κ. Δασκαλάκης, θέλω να πω ότι είναι ο Δημήτρης Στεργίου, ο οποίος είναι ένας προσεκτικός δημοσιογράφος και αναλυτής και εν πάση περιπτώσει, μελέτησε πάρα πολύ τα στοιχεία αυτά προκειμένου να τα δημοσιεύσει στον “ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ”…’

Το χρονικό του μείζονος οικονομικού άγους

Το μείζον αυτό οικονομικό έγκλημα, που έγινε πριν από 36 χρόνια και συγκεκριμένα στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985, το έχω συμπεριλάβει μαζί με άλλα επτά στο βιβλίο «Αυτή είναι η Ελλάδα – Τα οκτώ μεγαλύτερα εγκλήματα στην οικονομία μετά τη μεταπολίτευση» (Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2000). Από το τέταρτο κεφάλαιο υπό τον τίτλο «Η εξαγορά των Ελληνικών Ναυπηγείων από το κράτος» αναδημοσιεύω από τις 50 σελίδες του μια μικρή περίληψη, έτσι για να θυμόμαστε πώς φτάσαμε στα … μνημόνια. Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζω πώς τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά έγιναν στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 «Ναυπηγεία του Λαού», αφού όμως ο ελληνικός λαός κατέβαλε στον Νιάρχο 14 εκατ. δολάρια, για να μη μείνουν άνεργοι οι εργαζόμενοι σε αυτό και για να μην τους «εκμεταλλεύεται» ο ιδιώτης επιχειρηματίας και να συνεχίζει συνεχώς να πληρώνουν οι Έλληνες φορολογούμενοι, μολονότι οι εργαζόμενοι μειώνονταν συνεχώς αισθητά! Γράφαμε, λοιπόν:

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 συνετελέσθη στη χώρα μα ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην οικονομία μεταπολεμικά. Πρόκειται για την εξαγορά των Ελληνικών Ναυπηγείων (Ναυπηγεία Σκαραμαγκά) από το κράτος, με την καταβολή 14 εκατ. δολαρίων στον έως τότε ιδιοκτήτη τους Σταύρο Νιάρχο. Αυτή την εξαγορά από την πρώτη στιγμή χαρακτηρίσαμε , σε άρθρα μας, σε σχόλια και σε έρευνες, ως το μεγαλύτερο οικονομικό έγκλημα στη χώρα μας.

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 συγκλήθηκε γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, η οποία όρισε το νέο Διοικητικό Συμβούλιο. Στις εφημερίδες της επόμενης ημέρας, δηλαδή στις 4 Σεπτεμβρίου του 1985, δημοσιεύθηκαν «ιστορικές» δηλώσεις του νέου προέδρου, των υπουργών, των συνδικαλιστών και ρεπορτάζ με φωτογραφίες των εργαζομένων να χορεύουν στο Ναυπηγείο με το πανό να γράφει «Ναυπηγείο του Λαού»!

Το προσύμφωνο είχε υπογραφεί στις 24 Αυγούστου του 1985, δηλαδή σε μια περίοδο κατά την οποία η ελληνική οικονομία ήταν, ως συνήθως, στα πρόθυρα χρεοκοπίας, με τα υψηλά ελλείμματα, το υψηλό δημόσιο χρέος και τον υψηλό πληθωρισμό να κυριαρχούν. Και, ως γνωστόν, επειδή, η ελληνική οικονομία είχε και τότε υψηλά δημόσια ελλείμματα, οι κυβερνήσεις αναγκάζονταν, για να έχουν μεγάλα περιθώρια σπατάλης, να δανείζονται αφειδώς από τους «διεθνείς κερδοσκόπους». Έτσι, τα χρήματα αυτά, τα 14 εκατ. δολάρια, δόθηκαν στον Σταύρο Νιάρχο από άδεια δημόσια ταμεία ή, καλύτερα, από δανεικά!

Όπως προκύπτει από τα βιβλία μου για το άγος αυτό και από ρεπορτάζ των εφημερίδων της 24ης και 25ης Αυγούστου του 1985, όταν υπεγράφη το προσύμφωνο, έγιναν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

«Με κυρίαρχα συνθήματα οι εργάτες στηρίζουν την Αλλαγή», «Το ναυπηγείο ανήκει στο λαό» και «Αυτή η πολιτική είναι Αλλαγή», χιλιάδες εργαζόμενοι στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά πανηγύρισαν χτες το πρωί την υπογραφή του προσυμφώνου εξαγοράς των Ναυπηγείων από το κράτος».

Το κείμενο κοσμούσε μια σχετικά μεγάλη σε μέγεθος έγχρωμη φωτογραφία με το «πανηγύρι» και το σχετικό πανό.

Και συνεχίζει το ρεπορτάζ:

«Ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν η ατμόσφαιρα που δημιούργησαν οι εργαζόμενοι στη χτεσινή συγκέντρωση των ναυπηγείων. Πολλές φορές διέκοπταν τους ομιλητές (σημείωση: μεταξύ των οποίων και ο τότε υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας Παν. Ρουμελιώτης) φωνάζοντας διάφορα συνθήματα, όπως «Ο αγώνας τώρα δικαιώνεται, «Δουλειά, ειρήνη, δημοκρατία», «Οι εργάτες στηρίζουν την Αλλαγή» και άλλα.

Τις ομιλίες στη συγκέντρωση έκλεισε ο τότε πρόεδρος των εργαζομένων στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά Γ. Κοντάκης, ο οποίος εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά σύντομα θα είναι το καλύτερο ναυπηγείο της Ευρώπης.

«Εμείς για μια ακόμα φορά, συνέχισε ο Γ. Κοντάκης, διαβεβαιώνουμε τον ελληνικό λαό πως θα συνεχίσουμε τον αγώνα στον τομέα της αύξησης της παραγωγικότητας, έτσι ώστε να διασφαλιστούν τα χρήματα του ελληνικού λαού με τον καλύτερο τρόπο».

Κορύφωση του άγους το 1995

Αμ δε! Το άγος αυτό συνεχίσθηκε  με μια ζημιογόνα πορεία επί δέκα χρόνια και κορυφώθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1995 (βλέπε βιβλίο μου «Ιστορίες οικονομικής τρέλας» του 1995), όταν η τότε κυβέρνηση με μιαν ελληνικής επινόησης «ιδιωτικοποίηση» έδωσε άλλα 140 δισ. δραχμές από άδεια πάλι δημόσια ταμεία για το «Ναυπηγείο του Λαού». Δηλαδή, το 1995, από την «ιδιωτικοποίηση» αυτή όχι μόνο δεν εισέπραξε χρήματα το Δημόσιο, όπως θα περίμενε κανείς, ξεπουλώντας δημόσια περιουσία, όπως λένε συνεχώς οι «κρατικοδίαιτοι», αλλά επεβάρυνε επιπροσθέτως τους φορολογουμένους και με 140 δισ. δραχμές!

Αυτό προκύπτει από την Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία κατατέθηκε στη Βουλή στις 11 Δεκεμβρίου του 1995 με την ευκαιρία της τροπολογίας του τότε υπουργού Βιομηχανίας Αναστασίου Πεπονή για τους όρους και τις προϋποθέσεις «ιδιωτικοποίησης» (μεταβίβαση του 49% των μετοχών των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά στους εργαζόμενους σε αυτά και διατήρηση του … 51% των μετοχών από το κράτος μέσω της ΕΤΒΑ!!!). Πρόκειται για μια τροπολογία «κόστους» 138,4 δισ. δραχμών ή 411 εκατ. ευρώ!

Από τα στοιχεία της Έκθεσης αυτής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους επιβεβαιώνεται ότι η οικονομική και πολιτική ιστορία στη χώρα μας επαναλαμβάνεται συνεχώς ως τραγωδία, αφού το κείμενό της είναι σαν να κυκλοφόρησε σήμερα: Ιδού, λοιπόν, πώς και πόσο «εκοστολογείτο» το άγος αυτό:

  • Η ζημιά του Πολεμικού Ναυτικού από τις καθυστερήσεις στη ναυπήγηση τριών φρεγατών θα ανέλθει σε 12 δισ. δραχμές!
  • Η απώλεια εσόδων του Δημοσίου από τη … διαγραφή χρεών της εταιρείας προς το κράτος θα φθάσει το ποσό των 38 δισ. δραχμών!
  • Το ποσό για ανάληψη υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και τους συμμετόχους στο επενδυτικό πρόγραμμα θα ανέλθει σε 18,7 δισ. δραχμές!
  • Για την πρόωρη συνταξιοδότηση υπαλλήλων των Ναυπηγείων Ελευσίνος και Σκαραμαγκά θα δαπανηθεί το ποσό των 6 δισ. δραχμών!
  • Για τη δυνατότητα μετάταξης υπαλλήλων των δύο ναυπηγείων σε άλλους οργανισμούς του Δημοσίου θα χρειαστούν άλλα 700 εκατ. δραχμές!
  • Το εφάπαξ για την καταβολή αποζημιώσεων στο προσωπικό που αποχωρεί από τα δύο ναυπηγεία ανέρχεται σε 10 δισ. δραχμές (10 εκατ. δραχμές ο κάθε εργαζόμενος)!!!
  • Η διαγραφή χρεών της εταιρείας προς τις πιστώτριες τράπεζες ανέρχεται σε 53 δισ. δραχμές!

Και η ιστορία συνεχίζεται ως φαρσοκωκωδία

Το άγος αυτός συνεχίστηκε, όπως προκύπτει από τα ακόλουθα στοιχεία του αρχείου μου:

-Επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου  Μητσοτάκη, όπως προκύπτει από τη συζήτηση στη Βουλή που παρέθεσα,  καταβάλλεται προσπάθεια για εκκαθάριση εν λειτουργία, ενώ εξασφαλίζεται από την ΕΕ ότι ο Σκαραμαγκάς θα είναι το μοναδικό ναυπηγείο όπου το Δημόσιο θα μπορεί να διατηρεί το 51% του μετοχικού κεφαλαίου για λόγους εθνικής ασφάλειας.

-Το 1994 αρχίζουν οι ουσιαστικές προσπάθειες πώλησης. Επί υπουργού Βιομηχανίας Κ. Σημίτη βγαίνουν από το καθεστώς εκκαθάρισης και τοποθετείται Δ.Σ. Αρχίζουν οι προσπάθειες για πώληση, αλλά εμφανίζεται αδυναμία εξεύρεσης αγοραστή.

-Το 1995, ο Κ. Σημίτης παραιτήθηκε από υπουργός Βιομηχανίας μετά από τη δήλωση του Α. Παπανδρέου στη ΔΕΘ, με την οποία του απέδιδε ευθύνες για τον χειρισμό της ιδιωτικοποίησης των Ναυπηγείων. Η Ε.Ε. επιβάλλει τελικά ιδιωτικοποίηση του 49%, που περνά στους εργαζόμενους, με το 51% να παραμένει στην (περίφημη) ΕΤΒΑ, που, όπως είπαμε, υποδυόταν την τράπεζα.

-Η βρετανική εταιρία που αναλαμβάνει το μάνατζμεντ φεύγει τρέχοντας και το μάνατζμεντ αναλαμβάνουν οι εργαζόμενοι! Αποτέλεσμα: Στο τέλος της πρώτης κυβέρνησης Σημίτη τα συσσωρευμένα χρέη είχαν φθάσει τα 50 δις. δρχ.

-Το 2002 τα Ελληνικά  Ναυπηγεία πωλούνται τελικά στη γερμανική εταιρία HDW/Ferrostaal, στην οποία είχαν ήδη παραγγελθεί τρία υποβρύχια. (Η Ferrostaal είναι η εταιρία που είχε αναλάβει την προώθηση των προϊόντων της HDW). Φυσικά, εν μέσω πανηγυρισμών για την «επιτυχημένη» ιδιωτικοποίηση!

-Δυο χρόνια μετά, οι συσσωρευμένες ζημιές είχαν φθάσει τα 180 εκατ. ευρώ και η HDW, η γερμανική εταιρία στην οποία «επιτυχημένα» είχαν πουληθεί, όπως τονιζόταν τότε, δήλωνε ότι αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, πως σκόπευε και αυτή να πουλήσει και πως δεν μπορούσε να προχωρήσει σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για να καλύψει τις ζημιές. Οι Γερμανοί αποφασίζουν να μεταφέρουν σταδιακά κατασκευαστικό έργο από τον Σκαραμαγκά στο Κίελο, προκειμένου η μητρική εταιρία να αυξήσει τα έσοδά της σε βάρος της θυγατρικής.

-Έτσι, ανατίθεται στη μητρική εταιρία υποκατασκευαστικό έργο ύψους 15 δισ. δρχ. για τμήματα των υποβρυχίων S214, που ο Σκαραμαγκάς κατασκεύαζε για λογαριασμό του Πολεμικού Ναυτικού. Πρόκειται για την περίφημη σύμβαση του 2002, όταν παραγγέλθηκαν τα τρία (που έγιναν τέσσερα) υποβρύχια, μεταξύ των οποίων και το «Παπανικολής», το «πιλοτικό», που παρουσίασε κλίση 45 μοιρών (σε ανάδυση και εν πλω). Η Ελλάδα επί χρόνια αρνείτο να το παραλάβει, αλλά τελικά έγιναν οι αναγκαίες παρεμβάσεις. Το συμφωνηθέν ποσόν ήταν 1,8 δισ. ευρώ, από τα οποία προπληρώθηκε το… 1,4 δισ. ευρώ, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν το Βερολίνο πίεζε για την παραλαβή και την αποπληρωμή των υπολοίπων 400 εκατ. ευρώ, ακόμη και με δηλώσεις υπέρ των Σκοπίων! Οι γερμανικές πιέσεις λάμβαναν διάφορες μορφές: Πουλούσαν, απειλούσαν με απολύσεις, κατέθεταν αγωγές κατά του ελληνικού Δημοσίου.

-Το 2005 οι Γερμανοί πουλούν τα ναυπηγεία (με υπόδειξη Γκέρχαρντ Σρέντερ) σε άλλους Γερμανούς, την Thyssenkrupp και η μεταβίβαση συνοδεύεται από «προικοδότηση» 3 δισ. ευρώ από το κράτος. Σημειώνεται ότι όλες οι μεταβιβάσεις συνοδεύονταν από γενναίες επιδοτήσεις, χωρίς βέβαια κανένα αποτέλεσμα. Μεταξύ του 2002 και του 2004 υπογράφονται με τους Γερμανούς επαχθείς «παράπλευρες συμφωνίες».

-Οι συνεχείς «προικοδοτήσεις», (1996-2002) καθώς από πώληση σε πώληση το κράτος επιδοτούσε τους νέους αγοραστές, είτε για να αποφασίσουν να προχωρήσουν στην αγορά είτε για να μην απολύσουν τους εργαζόμενους, οδήγησαν και σε ευρωπαϊκό «πρόστιμο» (υποχρέωση επιστροφής παράνομων κρατικών επιδοτήσεων) ύψους 230 εκατ. ευρώ.

-Τον Ιούλιο του 2008 η Κομισιόν εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία η Ελλάδα καλείτο να ανακτήσει τις παράνομες επιδοτήσεις που είχαν χορηγηθεί υπέρ των μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων των Ελληνικών Ναυπηγείων. Ανάκτηση δεν έγινε και η υπόθεση κατέληξε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

-Τον Οκτώβριο του 2006, οι διαπραγματεύσεις του υπουργείου Άμυνας με τους Γερμανούς πάγωσαν λόγω των γνωστών προβλημάτων στο «Παπανικολής», ενώ τον Μάιο του 2009 το υπουργείο αποφάσισε να μην παραλάβει το υποβρύχιο.

-Το Νοέμβριο του 2008, οι Γερμανοί έστειλαν τελεσίγραφο πως αν δεν πληρωθούν οι υποχρεώσεις θα αποσύρουν και το τελευταίο κατασκευαστικό πρόγραμμα, απολύοντας 1.400 εργαζόμενους.

-Τον Σεπτέμβριο του 2009 τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά βρέθηκαν ένα βήμα πριν από το λουκέτο με την Thyssenkrupp να καταγγέλλει τη μοναδική σύμβαση που είχε στο Ναυπηγείο. Την ίδια ώρα, οι 170 εργαζόμενοι της (αποσχισθείσας) εταιρείας τροχαίου υλικού παρέμεναν απλήρωτοι από τον Μάιο του 2009. Η αποσχισθείσα εταιρία είχε αιφνιδιαστικά πουληθεί σε… άλλο Γερμανό, που με τη σειρά του εγκατέλειψε την εταιρεία!

-Οι εκβιασμοί συνεχίστηκαν και τον Οκτώβριο του 2009, όταν γνωστοποιήθηκε ότι σταματά η μισθοδοσία των εργαζομένων, με τους Γερμανούς να ανακοινώνουν την εγκατάλειψη των ναυπηγείων. Αρχίζουν νέες περιπέτειες και αναζήτηση αγοραστή, με τον τότε υπουργό Άμυνας Ευάγγελο Βενιζέλο να έχει παραλάβει μια χαώδη κατάσταση, με τους Γερμανούς να έχουν ήδη εισπράξει πάνω από 2 δισ. ευρώ για τα τέσσερα νέα υποβρύχια S 214 και τον εκσυγχρονισμό των τριών παλαιών S 209, χωρίς βέβαια να έχει παραδοθεί κανένα. Τελικά, οι Γερμανοί υπογράφουν συμφωνία με εταιρεία που ειδικεύεται στο real estate έναντι ενός ευρώ.

-Τον Ιανουάριο του 2010 αποφασίζεται νέα πώληση, με νέα συμφωνία, ενώ μπαίνει λουκέτο στο τμήμα τροχαίου υλικού και οι εργαζόμενοι βρίσκονται στον δρόμο.

-Τον Μάρτιο του 2010 αποφασίζεται τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά να περάσουν (σε ποσοστό 75,1%) στην Αμπού Ντάμπι Μαρ, με τους Γερμανούς να διατηρούν το 24,9%.

-Αρχίζουν νέες διαπραγματεύσεις και φθάνουμε στον Σεπτέμβριο του 2010, οπότε και επιτυγχάνεται συμφωνία, που υπογράφεται τον Οκτώβριο.

-Τον Νοέμβριο παραλαμβάνεται και το «Παπανικολής». Στη σύμβαση δεν υπάρχει  η Ferrostaal και δεν υπάρχουν αντισταθμιστικά ωφελήματα.

-Το Νοέμβριο του 2010 – και προκειμένου να (ξανα)πουληθούν τα Ναυπηγεία – η Ελλάδα ανέλαβε σειρά δεσμεύσεων που η Κομισιόν αποδέχθηκε. Δεσμευθήκαμε τα περιουσιακά στοιχεία των Ναυπηγείων που δεν έχουν σχέση με τη ναυπήγηση πολεμικών πλοίων να πωληθούν και τα χρήματα να χρησιμοποιηθούν για μερική επιστροφή των χρημάτων που η Ευρωπαϊκή Ένωση  απαιτεί να ανακτηθούν από το ελληνικό Δημόσιο ως παρανόμως καταβληθέντα. Επίσης: Η «Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε» (ΕΝΑΕ) παραιτείται από τη χρήση των γηπέδων που της έχουν παραχωρηθεί και τα οποία δεν είναι αναγκαία για τις στρατιωτικές δραστηριότητες. Η ΕΝΑΕ δεν θα ασκήσει καμία μη στρατιωτική δραστηριότητα κατά τα επόμενα 15 έτη – οπότε μια κατ’ εξοχήν ναυτική χώρα όπως η Ελλάδα δεν θα μπορεί να δραστηριοποιηθεί σε έναν εξαιρετικά προσοδοφόρο τομέα όπως η ναυπήγηση πλοίων, παρά μόνο για τις στρατιωτικές της ανάγκες. Η Ελλάδα και η ΕΝΑΕ θα καταγγείλουν μια σειρά εγγυήσεων τις οποίες η Επιτροπή είχε κρίνει ασυμβίβαστες με την απόφασή της του 2008. Και βέβαια, για όσο χρόνο διαρκεί η απαγόρευση, η Ελλάδα θα πρέπει κάθε χρόνο να υποβάλλει έκθεση από όπου θα προκύπτει η τήρηση των όρων.

-Τον Οκτώβριο του 2011, ο τότε υπουργός Άμυνας Πάνος Μπεγλίτης ταξίδεψε στις Βρυξέλλες, προκειμένου να συναντήσει τον αρμόδιο για τον ανταγωνισμό Επίτροπο Αλμούνια και να του εξηγήσει ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν μπορεί να ανακτήσει κρατικές ενισχύσεις ύψους 539 εκατ. ευρώ, που σύμφωνα με την Κομισιόν παρανόμως είχαν κατευθυνθεί προς τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Προηγουμένως, τον Αύγουστο του 2011, με απόφαση του τότε υπουργού Ανάπτυξης Μ. Χρυσοχοΐδη, είχε συγκροτηθεί «διαρκής επιτροπή για τη διερεύνηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης», έργο της οποίας, όπως είχε ανακοινωθεί, θα ήταν «η συστηματική διερεύνηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης και η κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων με στόχο την οικονομική ανάκαμψη της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης, μέσα από τον εκσυγχρονισμό και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της», ενώ «οι εισηγήσεις της Επιτροπής, στην οποία συμμετέχουν οι εκπρόσωποι φορέων της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης, θα υποβάλλονται στον υπουργό σε τακτά χρονικά διαστήματα».

Πρόεδρος της επιτροπής είχε αναλάβει ο αναπληρωτής υπουργός Σ. Ξυνίδης, με αναπληρωτή τον γενικό γραμματέα Βιομηχανίας Αλ. Φούρλα, ενώ μετείχαν ακόμη στελέχη της πρώτης Γενικής Διεύθυνσης Βιομηχανικής Πολιτικής της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, της τρίτης Διεύθυνσης Κλαδικής Βιομηχανικής Πολιτικής, ο διευθύνων σύμβουλος της ΝΑΥΣΟΛΠ Απ. Σίγουρας, εκπρόσωπος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά, του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Πειραιά της Ομοσπονδίας Εργοδοτικών Ενώσεων Επιχειρήσεων Ναυπήγησης και Επισκευής Πλοίων Πειραιά και Ένωσης Ναυπηγοεπισκευαστών, της Ομοσπονδίας Εργοδοτικών Ενώσεων Επιχειρήσεων Ναυπήγησης και Επισκευής Πλοίων Πειραιά, της Ένωσης Ηλεκτρολόγων Πλοίων Πειραιά, της Ένωσης Εργοληπτών Αμμοβολών Χρωματιστών-Καθαρισμών Αττικής, της Ένωσης Βιοτεχνών Εργοδοτών-Μηχανουργών Πειραιά, του Συνδέσμου Εργοληπτών Ναυπηγοξυλουργικών Εργασιών, της Ένωσης Σιδηροβιοτεχνών Επισκευαστών Πλοίων Πειραιά, ο πρόεδρος της ΒΙ.ΠΑ.Σ. Α.Ε.(Διαχείριση Βιομηχανικού Πάρκου Σχιστού) Ι. Πολυχρονόπουλος, της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου (Π.Ο.Ε.Μ.) και του Συλλόγου Διπλωματούχων Ναυπηγών Ελλάδος, του Πανελλήνιου Συλλόγου Εφοδιαστών Πλοίων, του Σωματείου Εργατοϋπαλλήλων Ναυπηγοεπισκευαστικών Ζωνών.

-Έναν ακριβώς χρόνο αργότερα, μετά από δύο εκλογές, νέα κυβέρνηση και υπό άλλους πολιτικούς υπευθύνους, θα ανακοινώνονταν ακριβώς τα ίδια, με την προσθήκη του «συντονιστού υψηλού επιπέδου». Είχε επίσης προηγηθεί, τον Μάιο του 2011, η εκ μέρους της HDW καταγγελία της σύμβασης για την κατασκευή άλλων δύο νέων υποβρυχίων τύπου 214 και την ολοκλήρωση του εκσυγχρονισμού του υποβρυχίου «ΩΚΕΑΝΟΣ» και η συνάντηση του τότε υπουργού Άμυνας Ευάγγελου Βενιζέλου με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της Αμπού Ντάμπι Μαρ Ισκαντάρ Σάφα και τον πρόεδρο του ΔΣ των ΕΝΑΕ Μπούλος Χάνκας, στη διάρκεια της οποίας, μεταξύ άλλων, ο Σάφα και λοιποί ενημέρωσαν για τα προβλήματα και ανέλαβαν την υποχρέωση άμεσης και πλήρους ενημέρωσης του ελληνικού Δημοσίου για την εξέλιξη της υπόθεσης.

-Τον Μάιο και τον Ιούλιο του 2011, υπήρξε διπλή διερεύνηση της υπόθεσης με τη λειτουργία δύο κοινοβουλευτικών επιτροπών: Η μία, η ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή αμυντικών εξοπλισμών και συμβάσεων, ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης από την περίοδο Βενιζέλου στο υπουργείο και προς τα πίσω και η άλλη, η κανονική, η προκαταρκτική, ανέλαβε τη διερεύνηση από την περίοδο Τσοχατζόπουλου, έως ότου συναντηθεί με την «ειδική».

-Στις 4 Αυγούστου 2011 η έκθεση της ειδικής επιτροπής για τις συμβάσεις των υποβρυχίων την περίοδο 2000-2009, κατέληξε πως ζημιώθηκε μεν το Δημόσιο, πλην όμως οι ευθύνες είναι μόνο… πολιτικές. Στο μεταξύ, η προανακριτική επέρριψε ευθύνες στον Άκη Τσοχατζόπουλο και στις 29 Σεπτεμβρίου 2011, ασκήθηκε ποινική δίωξη για οκτώ κακουργηματικές πράξεις, σε βάρος 29 εμπλεκομένων (υπηρεσιακών παραγόντων του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, συνδικαλιστών, ιδιωτών και εμπλεκομένων στελεχών της αρμόδιας διεύθυνσης Εξοπλισμών του υπουργείου) στην υπόθεση των γερμανικών υποβρυχίων από την εισαγγελέα Πρωτοδικών Πόπη Παπανδρέου, κατόπιν σχετικής παραγγελίας του οικονομικού εισαγγελέα Γρηγόρη Πεπόνη.

-Στη Γερμανία πάλι, η δίκη δύο πρώην στελεχών της εταιρίας Ferrostaal που κατηγορούνταν για δωροδοκία Ελλήνων και Πορτογάλων αξιωματούχων, ξεκίνησε στις 15 Δεκεμβρίου 2011.

-Πέντε μέρες αργότερα, οι κατηγορούμενοι πρώην μάνατζερς της εταιρείας είχαν καταδικαστεί σε φυλάκιση δύο ετών με αναστολή, ενώ στην εταιρεία επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους 140 εκ. ευρώ.

Συνεχίζεται το άγος το 2012 με μιαν επιτροπή… επτά υπουργών!

-Η ίδια ιστορία ως τραγωδία επαναλαμβάνεται στις αρχές Αυγούστου του 2012 (Με … Μνημόνιο γάρ!) Τότε, πραγματοποιήθηκε πολυάνθρωπη κυβερνητική σύσκεψη (συμμετείχαν πάνω από … 20 υπουργοί, υφυπουργοί, συνδικαλιστές και … παράγοντες) για να … συζητήσουν τα προβλήματα λειτουργίας των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά ή, καλύτερα, για τα προβλήματα που είχαν προκύψει και για τους εργαζόμενους και για τη λειτουργία των ναυπηγείων.

Ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Παναγιωτόπουλος δήλωσε ότι “δεν είναι δυνατόν αυτή η χώρα να έχει ναυπηγεία, τα οποία να μην λειτουργούν και οι άνθρωποι να είναι άνεργοι ή να απασχολούνται εκ περιτροπής», ανακοινώνοντας ότι θα πραγματοποιηθεί σύσκεψη των τριών πολιτικών αρχηγών, δηλαδή των Σαμαρά, Βενιζέλου και Κουβέλη για το ίδιο θέμα και για τη ναυπηγική βιομηχανία γενικότερα. Σημειώνεται ότι την πολυάνθρωπη αυτή σύσκεψη συμμετείχαν … επτά υπουργοί (Γιάννης Στουρνάρας, Πάνος Παναγιωτόπουλος, Κωστής Χατζηδάκης, Γιάννης Βρούτσης, Κωστής Μουσουρούλης, Χρήστος Σταϊκούρας ), τρεις … υφυπουργοί ( Νίκος Παναγιωτόπουλος, Παναγιώτης Καράμπελας, Δημήτριος Ελευσινιώτης ), οι συνδικαλιστές Γιάννης Παναγόπουλος (πρόεδρος της ΓΣΕΕ) και Βασίλης Καρακίτσος (πρόεδρος των Εργαζομένων στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά «Τρίαινα») καθώς πλήθος άλλων «κυβερνητικών και υπηρεσιακών παραγόντων».

-Στις 6 Απριλίου 2012, η εταιρία «Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε.» ανακοίνωσε την απόφαση για εκ περιτροπής εργασία μιας… ημέρας την εβδομάδα, καθώς «το υπάρχον πρόγραμμα κατασκευής υποβρυχίων διακόπηκε, διότι το Ελληνικό Δημόσιο δεν καταβάλλει τις προβλεπόμενες από τη σύμβαση πληρωμές», ενώ «παραμένει σε ισχύ η απαγόρευση να αναλαμβάνει το Ναυπηγείο εργασίες από ξένες χώρες και επιπλέον, με την ερμηνεία, που δίνει το υπουργείο Άμυνας, απαγορεύεται ακόμη και η συμμετοχή της εταιρείας σε διαγωνισμούς, που προκηρύσσονται από το Πολεμικό Ναυτικό».

-Οι εργαζόμενοι κατέφυγαν στη Δικαιοσύνη και τον Οκτώβριο του 2012, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε καταχρηστική την εκ περιτροπής εργασία μιας ημέρας, με τους δικαστές να αναφέρουν συγκεκριμένα ότι «η επιβολή της εργασίας μιας ημέρας με τις δυσχερείς συνέπειες για τους εργαζόμενους υπαγορεύτηκε από την επιθυμία της επιχείρησης να μην καταβάλει την αποζημίωση απόλυσης, κρατώντας στην ουσία ομήρους τους εργαζόμενους».

Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, η αντίδραση των εργαζομένων να απεργούν τη μοναδική ημέρα εργασίας που επέβαλε το διευθυντικό δικαίωμα, κρίθηκε απόλυτα δικαιολογημένη, ενώ παράλληλα το δικαστήριο υποχρέωνε τον εργοδότη να καταβάλει σε όλους τους εργαζόμενους τις μισές αποδοχές που αντιστοιχούν σε όλο το διάστημα από την αίτηση των ασφαλιστικών μέτρων (7/8/2012) έως και την έκδοση της απόφασης (17/10/2012).

Εισβολή εργαζομένων στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας το 2013

-Στα μέσα Οκτωβρίου του 2013, οι εργαζόμενοι στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά εισέβαλαν στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας ζητώντας την καταβολή δεδουλευμένων μισθών έξι μηνών.

Και ιστορία συνεχίστηκε με επανιδιωτικοποίηση, με επανακρατικοποίηση και με τους εργαζόμενους να διαμαρτύρονται συνεχώς με απεργίες ή στάσεις εργασίας, με πορείες διαμαρτυρίας ως … απλήρωτοι και με Ευρωπαϊκό Δικαστήριο! Τότε, ο Αλέξης Τσίπρας, ως πρόεδρος του Συνασπισμού, είχε προαναγγείλει Εξεταστική Επιτροπή για το θέμα των Ελληνικών Ναυπηγείων.

-Στις 28 Φεβρουαρίου 2013, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δικαίωσε την Κομισιόν και επέβαλε την επιστροφή παράνομων κρατικών ενισχύσεων, ύψους 310 εκ. ευρώ στο ελληνικό κράτος, υπενθυμίζοντας ότι από το 1992 το ελληνικό κράτος χορήγησε στην Ελληνικά Ναυπηγεία (ΕΝ) διάφορες ενισχύσεις και σημειώνοντας ότι κατ” εφαρμογή μιας οδηγίας σχετικής με τις ενισχύσεις για τις ναυπηγικές εργασίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εγκρίνει ενισχύσεις ύψους 343 εκατ. ευρώ. (Υπενθυμίζεται ότι την 1η Δεκεμβρίου του 2010, η Επιτροπή είχε δώσει εξάμηνη παράταση προκειμένου η επιχείρηση να επιστρέψει τα χρήματα στο ελληνικό Δημόσιο. Η προθεσμία έληξε, τα χρήματα δεν επεστράφησαν και η Κομισιόν προσέφυγε στο ΔΕΕ).

Στην απόφασή του, το ΔΕΕ υπενθύμιζε επίσης ότι με απόφασή της, το 2006, η Κομισιόν υποχρέωνε την Ελλάδα να ανακτήσει από την EN, εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών, ενισχύσεις οι οποίες κρίθηκαν ασύμβατες προς την κοινή αγορά, ύψους 310 εκατ. ευρώ. Η Ελλάδα όφειλε να κοινοποιήσει στην Επιτροπή, εντός δύο μηνών, το προς ανάκτηση ποσό, λεπτομερή περιγραφή των ληφθέντων μέτρων, καθώς και έγγραφα που να αποδεικνύουν ότι ζητήθηκε από τον αποδέκτη να επιστρέψει τις ενισχύσεις.

-Η Ελληνικά Ναυπηγεία άσκησε προσφυγή κατά της εν λόγω απόφασης της Επιτροπής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο, με απόφαση που εξέδωσε το 2012, απέρριψε το σύνολο των προβληθέντων λόγων και επιχειρημάτων και έκρινε ότι η Ελλάδα δεν εκτέλεσε τη συγκεκριμένη απόφαση της Επιτροπής.

-Η Ελληνικά Ναυπηγεία  προσέβαλε την απόφαση του 2006, υποστηρίζοντας ενώπιον του ΔΕΕ ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη, καθόσον έκρινε μεν ότι από τα επίδικα μέτρα ενισχύθηκε η δραστηριότητα της παραγωγής μη στρατιωτικού υλικού, χωρίς ωστόσο να προβεί σε κατά περίπτωση εξέτασή τους προκειμένου να διαπιστώσει αν το κάθε μέτρο υπερέβαινε αυτό που ήταν αναγκαίο για την ομαλή άσκηση της στρατιωτικής δραστηριότητας του ναυπηγείου. Κατά την ΕΝ, το ναυπηγείο είναι επιχείρηση μικτής φύσης και οι μη στρατιωτικές δραστηριότητες είναι αναγκαίες για τη βιωσιμότητα της δραστηριότητας παραγωγής στρατιωτικού υλικού, η οποία είναι η προεξάρχουσα δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, η πλήρης παύση της μη στρατιωτικής δραστηριότητας θα έθετε σε κίνδυνο τη συνέχιση της παραγωγής στρατιωτικού υλικού.

-Με την απόφαση του Φεβρουαρίου 2013, το ΔΕΕ υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη επιτρέπει στα κράτη μέλη να λαμβάνουν τα μέτρα που θεωρούν αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφάλειάς τους τα οποία συναρτώνται με την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού. Τα μέτρα αυτά δεν πρέπει πάντως να αλλοιώνουν τους όρους του ανταγωνισμού σε σχέση με προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς. Πράγματι, στη Συνθήκη γίνεται αυστηρή διάκριση μεταξύ της παραγωγής ή της εμπορίας πολεμικού υλικού και κάθε άλλης οικονομικής δραστηριότητας, ακόμη και στην περίπτωση που η ίδια επιχείρηση ασκεί τόσο στρατιωτικές όσο και μη στρατιωτικές δραστηριότητες. Έτσι, το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι ορθώς το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την επιχειρηματολογία που προέβαλε η ΕΝ και ότι ορθώς επιβεβαίωσε ότι η ειδική διαδικασία που προβλέπεται στη Συνθήκη έχει εφαρμογή μόνον επί εκείνων των ενισχύσεων που αφορούν τη δραστηριότητα για στρατιωτικούς σκοπούς.

-Το 2017 με απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου  του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου  (ICC)  επιδικάστηκε  το πρόστιμο – αποζημίωση 180 εκατ. ευρώ (ICC) στο ελληνικό Δημόσιο σε βάρος των Ελλήνων φορολογουμένων και υπέρ του τότε  ιδιοκτήτη των Ελληνικών Ναυπηγείων. Σημειώνεται ότι ήδη  από τον Μάϊο του 2017 αναμενόταν η απόφαση της διαιτησίας για τη διαμάχη που είχε  ξεσπάσει ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον ιδιοκτήτη των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά Ισκαντάρ Σάφα με τον τελευταίο να διεκδικούσε ποσό από το ελληνικό Δημόσιου ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ. Όπως είχε τονίσει τότε στους δημοσιογράφους ο τότε υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας, με βάση την απόφαση αυτή θα καθορίζονταν σε μεγάλο βαθμό και οι επόμενες κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, πρόθεση της οποίας ήταν και είναι να τεθούν τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης και εν συνεχεία να αναζητηθεί από την αγορά νέος ιδιοκτήτης. Ο ίδιος επεσήμανε τότε ότι υπάρχει καταρχήν συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού σε ό,τι αφορά το θέμα των Ναυπηγείων και ότι οι Βρυξέλλες υποστηρίζουν το σχέδιο περί καθεστώτος ειδικής διαχείρισης, καθώς και του διαχωρισμού της επιχείρησης σε «στρατιωτικό» και εμπορικό σκέλος.

Εννοείται ότι έως τότε για τη συντήρησή του παρέχονταν κρατικές ενισχύσεις  εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, οι οποίες χαρακτηρίζονταν ως παράνομες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δηλαδή, πετάγονταν στη θάλασσα του Σκαραμαγκά σαν «ροδοπέταλα» πολλά δισ.  ευρώ!

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion