Θα έπρεπε να αποδοθούν εύσημα για συνέπεια στο γαλλικό εκλογικό σώμα. Το 2017 ο Εμανουέλ Μακρόν κέρδισε εύκολα την προεδρία απέναντι στην εθνικίστρια Μαρίν Λεπέν. Έκτοτε, πολλοί πολιτικοί – από επαναστατημένους αουτσάιντερ μέχρι τα ανώτερα στρώματα του κατεστημένου – έκαναν οντισιόν για τον ρόλο του κύριου αντιπάλου του ετερόδοξου, πλην όμως κεντρώου προέδρου. Ωστόσο, οι προεδρικές εκλογές της Κυριακής θα είναι ρεβάνς [για την εκλογική αναμέτρηση] πριν πέντε χρόνια, όπως δείχνουν οι περισσότερες δημοσκοπήσεις από το 2017 και μετά. Ενώ αν κα η νίκη της Λεπέν φαίνεται ακόμη λιγότερο πιθανή από το Brexit ή την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ, οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι εξίσου βαθιές και αξίζει να ληφθούν υπόψη.

Η Γαλλία έχει  προεδρικό σύστημα επαναληπτικού γύρου στο οποίο οι δύο πρώτοι υποψήφιοι του πρώτου γύρου αναμετρώνται μεταξύ τους δύο εβδομάδες αργότερα. Στις 10 Απριλίου, ο κ. Μακρόν τερμάτισε πρώτος με 27,8% και η κ. Λεπέν δεύτερη με 23,2% — βελτιωμένο αποτέλεσμα και για τους δύο, αλλά όχι πολύ μακριά από τα αποτελέσματά που πέτυχαν το 2017.

«Ως κάποιος ηλικίας 46 ετών—που παρακολουθώ τις εκλογικές αναμετρήσεις από το 1981, όταν ήμουν 6 ετών—για πρώτη φορά ένιωσα ότι υπάρχει αυτή η παράξενη καμπάνια όπου δεν υπάρχει πραγματικά καμία προεκλογική εκστρατεία», λέει ο Αλεξάντρ Πεζέ, διευθυντής του Institut de Formation Politique , συντηρητικό οργανισμό πολιτικής ενημέρωσης που δεν έχει πάρει θέση για τις εκλογές. Ο κ. Μακρόν ανακοίνωσε επίσημα την υποψηφιότητά του για επανεκλογή λιγότερο από έξι εβδομάδες πριν από την πρώτη ψηφοφορία και δεν έκανε σχεδόν καμία προεκλογική εκστρατεία. Αντίθετα, εστίασε στη διπλωματία γύρω από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. «Δεν πήγε και πολύ άσχημα γιατί πολεμούσαν οι δύο μεταξύ τους, ενώ όλοι οι άλλοι, αλληλο-εξοντώνονταν», λέει ο κ. Πεζέ για τον πρώτο γύρο ψηφοφορίας. «Και έφτασε και μόλις πήρε ό,τι είχε απομείνει».

Ωστόσο, οι κάλπες μετά τον πρώτο γύρο έδειξαν ότι ο κ. Μακρόν, του οποίου το ποσοστό αποδοχής ήταν βυθισμένο για περισσότερα από τέσσερα χρόνια, πέρασε την κυρία Λεπέν με μονοψήφια διαφορά. Το πλεονέκτημά του διευρύνθηκε σε περίπου 10 μονάδες τις τελευταίες ημέρες, αλλά το 2017 είχε διαφορά 32 μονάδων. Η πρώτη του θητεία και η βελτίωση της κυρίας Λεπέν ως υποψήφιας εξηγούν σε μεγάλο βαθμό αυτή την πτώση.

Ο κ. Μακρόν, πρώην τραπεζίτης και προΪόν της γαλλικής γραφειοκρατικής ελίτ, υποσχέθηκε το 2017 να τερματίσει τη μακροχρόνια οικονομική δυσπραγία της χώρας. Αντιμετώπισε τις προκλήσεις από τη δεξιά υποσχόμενος να πολεμήσει τον «ισλαμικό αυτονομισμό». Στην αρχή πέτυχε οικονομική πρόοδο με τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και της φορολόγησης. Η ανεργία, ιδιαίτερα στους νέους, μειώθηκε. Ωστόσο, το οικονομικό του ιστορικό θα φαινόταν πολύ ισχυρότερο αν δεν υπήρχαν οι πολιτικές του για την αντιμετώπιση του κλίματος. Και η σχεδόν επιτυχημένη προσπάθεια του για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος εκτροχιάστηκε από την Covid-19, καθώς ενστερνίστηκε ενθουσιωδώς τα lockdown και τα διαβατήρια εμβολίων με όρεξη.

Μετά ήρθε η απόπειρα κατάκτησης της Ουκρανίας από τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Η προσέγγιση του κ. Μακρόν στη Μόσχα είχε προηγηθεί της εισβολής και είχε ενοχλήσει ορισμένους Ευρωπαίους συμμάχους. Αλλά κατά τη διάρκεια της κρίσης έπαιξε ουσιαστικά τον ρόλο προβεβλημένης πολιτικής προσωπικότητας προς τέρψη του εγχώριου κοινού μιλώντας τακτικά με τον κ. Πούτιν και άλλους παγκόσμιους ηγέτες. Ο Πολωνός πρωθυπουργός επέκρινε πρόσφατα τον κ. Μακρόν για τις συχνές συνομιλίες του με τον Ρώσο παρία. Ο Γάλλος πρόεδρος απάντησε αποκαλώντας τον Πολωνό ηγέτη, ο οποίος έχει αναφερθεί στην ύπαρξη εβραίων μελών στην οικογένεια του, «ακροδεξιό αντισημίτη που απαγορεύει τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα».

Η Γαλλία είναι πάντα άστατος σύμμαχος, αν και είναι πολύ ικανή δύναμη με αξιοθαύμαστη εστίαση στη δική της κυριαρχία. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν περισσότερους τέτοιους φίλους στην Ευρώπη. Ωστόσο, ο κ. Μακρόν έχει εντείνει τις διαιρέσεις εντός της Δύσης, αποκαλώντας τον Οργανισμό Βορειοατλαντικής Συνθήκης εγκεφαλικά νεκρό το 2019.

Ωστόσο, αυτό δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με αυτό που θα μπορούσε να κάνει η κυρία Λεπέν. Το ότι η Αμερική επιδιώκει τη γαλλική υποτέλεια είναι κοινή πεποίθηση στη Γαλλία. Η κυρία Λεπέν το φτάνει στα άκρα αγκαλιάζοντας τον κ. Πούτιν. Αν και καταδίκασε τη φετινή εισβολή, νωρίτερα υποστήριζε την κατάληψη της Κριμαίας και καλούσε τη Γαλλία να εγκαταλείψει τη δομή διοίκησης του ΝΑΤΟ.

«Μόλις τελειώσει ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας και διευθετηθεί με συνθήκη ειρήνης, θα ζητήσω την εφαρμογή στρατηγικής προσέγγισης μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας», είπε την περασμένη εβδομάδα. Τη Δευτέρα επανέλαβε αυτό το σημείο, υποστηρίζοντας ότι ήταν απαραίτητο να αποτραπεί μια ρωσο-κινεζική συμμαχία – παρόλο που η Μόσχα και το Πεκίνο έχουν ήδη ξεκαθαρίσει από τον Φεβρουάριο ότι η συνεργασία τους «δεν έχει όρια». Αλλά οι ίδιοι οι ψηφοφόροι, στο βαθμό που η εκστρατεία έχει απήχηση, επικεντρώνονται περισσότερο σε βασικά οικονομικά ζητήματα όπως ο πληθωρισμός.

Η κ. Λεπέν είναι γενικά εχθρική προς το ελεύθερο εμπόριο και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ζητεί σειρά φορολογικών περικοπών για άτομα κάτω των 30 ετών. Θέλει φόρο περιουσίας στα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Θα πιέσει για μείωση του φόρου προστιθέμενης αξίας στην ενέργεια από 20% σε 5,5%. Δεν είναι περίεργο ότι τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι όσο πιο μακριά μένει ο Γάλλος ψηφοφόρος από σιδηροδρομικό σταθμό, τόσο πιο πιθανό είναι να στηρίξει την κ. Λεπέν. Έχει επίσης βελτιωθεί δραματικά ως πολιτικός «λαϊκής απήχησης» μετά από χρόνια στην προεκλογική εκστρατεία και της δόθηκε ευκαιρία να ανακάμψει στο ντιμπέιτ που έγινε την Τετάρτη το απόγευμα μετά την μάλλον αδύναμη εμφάνιση της πριν από πέντε χρόνια. Πολλοί από τους Γάλλους συνομιλητές μου ανέδειξαν, χωρίς καμία προτροπή [από μέρους μου], την αγάπη της για τις γάτες ως δείγμα της ανθρώπινης πλευράς της.

Κανείς απ’ όλους με όσους μίλησα —από πολιτικά φανατισμένους μέχρι μέσους ψηφοφόρους— δεν προβλέπει νίκη της Λεπέν. Αλλά το μονοπάτι προς την εξουσία είναι στενό, και περνάει και μέσα από την άκρα αριστερά. Ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, ο Γάλλος Μπέρνι Σάντερς, κατάφερε να έχει κατάμεστες συγκεντρώσεις και έχασε τον δεύτερο γύρο, παρά τρίχα. Δεν έχει υποστηρίξει τον κ. Μακρόν, αλλά κάλεσε τους υποστηρικτές του «να μην δώσουν ούτε μια ψήφο» στην κ. Λεπέν. Ο Λορέν Φρεμόν, Γάλλος πολιτικός σύμβουλος, μου λέει ότι για τους αριστερούς, ο δεύτερος γύρος σημαίνει επιλογή ανάμεσα σε «la peste ou le choléra»—την πανούκλα ή τη χολέρα. Εάν η κ. Λεπέν κερδίσει, είναι απλώς επειδή «η αριστερά θα έχει απόσχει  από την ψηφοφορία».

Το γεγονός ότι ο κ. Μακρόν παραμένει τόσο ακατανίκητος είναι ακόμη πιο αξιοσημείωτο δεδομένου ότι στον πρώτο γύρο η κ. Λεπέν κέρδισε τον κ. Μακρόν μεταξύ ψηφοφόρων κάτω των 60 ετών. Έχοντας επίγνωση της ευπάθειας, κήρυξε τις εκλογές «δημοψήφισμα για το περιβάλλον και δημοψήφισμα για τα νιάτα». Ο κ. Μακρόν ζήτησε περιορισμό στις αμοιβές των στελεχών και πρότεινε ότι οποιαδήποτε νέα προσπάθεια για μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος θα ήταν λιγότερο φιλόδοξη από την προηγούμενη.

Πλοηγώντας μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, ο κ. Μακρόν φαίνεται έτοιμος να διατηρήσει την πλειοψηφία του στο δεύτερο γύρο, έχοντας, όμως, ελάχιστους ενθουσιώδεις υποστηρικτές. Αυτό θα ήταν αρκετό να του δώσει άλλα πέντε χρόνια εξουσίας, αλλά είναι αμφίβολη εντολή για οποιαδήποτε σοβαρή μεταρρύθμιση.

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Πρόσφατα Άρθρα