Η λογική του πολέμου οδήγησε σε δύο υψηλής σημασίας επισκέψεις στην Ουκρανία την περασμένη εβδομάδα. Ο στρατηγός Βάλερι Γερασίμοφ, αρχηγός του επιτελείου ενόπλων δυνάμεων και ο ανώτερος ένστολος του στρατού του Βλαντιμίρ Πούτιν επισκέφθηκε την πρώτη γραμμή από τη Ρωσία. Από τις ΗΠΑ ήρθε η Πρόεδρος της Βουλής Νάνσι Πελόζι, αναμφισβήτητα η πιο έξυπνη και πιο επιτυχημένη ηγέτης ενός Δημοκρατικού Κόμματος που, προς το παρόν, ελέγχει και τα δύο σώματα του Κογκρέσου καθώς και τον Λευκό Οίκο. Η αποστολή του στρατηγού Γερασίμοφ ήταν να κατανοήσει τις δυνάμεις που ανακόπτουν την τελευταία στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας. Η πρόεδρος Πελόζι βρέθηκε στην Ουκρανία για να υπογραμμίσει πόσο σημαντικός έχει γίνει ο αγώνας της χώρας για τις ΗΠΑ και να υποσχεθεί ότι θα σταθεί στο πλευρό της Ουκρανίας «μέχρι να επιτευχθεί η νίκη».

Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ΗΠΑ και η Ρωσία στέλνουν ανώτερους ηγέτες στην εμπόλεμη ζώνη. Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι η πιο σοβαρή ευρωπαϊκή στρατιωτική σύγκρουση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και απειλεί να προκαλέσει τη μεγαλύτερη πυρηνική κρίση από την κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου. Και οι δύο πλευρές έχουν εκπλαγεί επανειλημμένα από την έντονη στρατιωτική σύγκρουση και οι δύο πλευρές συνεχίζουν να αυξάνουν τα διακυβεύματα ακόμη και όταν αυξάνεται ο κίνδυνος πυρηνικής σύγκρουσης.

Για τον κ. Πούτιν οι εκπλήξεις ήταν σχεδόν όλες κακές. Η αρχική επίθεση μεταβλήθηκε σε βαλτωμένο αγώνα μέσα από εχθρικό έδαφος από στρατό του οποίου η ηγεσία, οι πληροφορίες και οι υλικοτεχνικές αποτυχίες έχουν εκθέσει την εσωτερική αδυναμία του παρακμιακού ρωσικού κράτους. Μακριά από το να διχάσουν και να εκφοβίσουν την Ευρώπη, οι επιθέσεις ενίσχυσαν και ενοποίησαν τον Οργανισμό της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού, οδήγησαν σε επανάσταση στη γερμανική στρατηγική σκέψη και ακόμη κατέστησαν πιθανό ότι η Σουηδία και η Φινλανδία θα ενταχθούν στη συμμαχία ακόμη και καθώς μετακινεί περισσότερες δυνάμεις πιο κοντά στο ρωσικό έδαφος.

Η Ουάσιγκτον έχει αντιμετωπίσει κάποιες δικές της στρατηγικές εκπλήξεις. Η στρατηγική του Προέδρου Μπάιντεν απαιτούσε «να παρκάρουν το θέμα της Ρωσίας», πιστεύοντας ότι η διπλωματία θα μπορούσε να αποτρέψει νέες συγκρούσεις στην Ανατολική Ευρώπη. Αυτός ο υπολογισμός ήταν προφανώς λάθος. Μόλις ξεκίνησε ο πόλεμος, η Ουκρανία δεν κατέρρευσε γρήγορα, όπως περίμενε η Ουάσιγκτον. Οι αρχικές επιτυχίες της Ουκρανίας οδήγησαν τις ΗΠΑ να παράσχουν περισσότερη βοήθεια, αλλά οι άνευ προηγουμένου κυρώσεις της Ουάσιγκτον δεν κατάφεραν να αποδυναμώσουν την αποφασιστικότητα του κ. Πούτιν ή να κλονίσουν πολιτική του στήριξη στο εσωτερικό.

Έχοντας παρασυρθεί τόσο βαθιά στη σύγκρουση, η Ουάσιγκτον δεν μπορεί τώρα να δεχτεί ουκρανική ήττα χωρίς σοβαρή απώλεια τιμής και κύρους. Αλλά ακόμη και αν υποτιμήσουμε τους πυρηνικούς κινδύνους, το έργο της βοήθειας της χρεοκοπημένης Ουκρανίας να επικρατήσει έναντι μεγαλύτερων ρωσικών δυνάμεων σε πόλεμο φθοράς είναι τρομακτικό. Επί του παρόντος, η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει δεσμευτεί να κερδίσει έναν πόλεμο που πίστευε ότι δεν θα γινόταν, στο πλευρό χώρας που πίστευε ότι ήταν αβοήθητη μπροστά σε κινδύνους και δυσκολίες που δεν ξέρει ακόμη πώς να αξιολογήσει.

Η επανάσταση στην αμερικανική σκέψη για την Ουκρανία θυμίζει τις αλλαγμένες αντιλήψεις για την Κορέα το 1950. Εκείνη την εποχή, οι Αμερικανοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έδιναν σήμα ότι η Νότια Κορέα βρισκόταν έξω από την αμυντική περίμετρο της Ουάσιγκτον-μέχρι η εισβολή της Βόρειας Κορέας τους οδήγησε να συνειδητοποιήσουν πόσο σημαντική ήταν η Κορέα.

Πριν από την εισβολή του κ. Πούτιν, η Δύση θεωρούσε γενικά την Ουκρανία ως στρατηγικό και οικονομικό τέλμα. Ήταν αδύναμο και διεφθαρμένο κράτος του οποίου η πολιτική αντανακλούσε σκιαμαχίες μεταξύ ολιγαρχών. Σήμερα θεωρούμε την Ουκρανία ως ισχυρό δημοκρατικό κράτος του οποίου η ασφάλεια είναι κρίσιμη για την ευρωπαϊκή σταθερότητα.

Αυτή η αλλαγή στις δυτικές αντιλήψεις κάνει πολύ πιο δύσκολο να βρεθεί συμβιβασμός. Πριν από μερικές εβδομάδες, το να κατευνάσουν τον κ. Πούτιν δίνοντάς του περισσότερα κομμάτια ουκρανικού εδάφους για «συμβιβαστική ειρήνη» φαινόταν σε πολλούς δυτικούς διαμορφωτές πολιτικής σαν το φυσικό και απαραίτητο συμπέρασμα του πολέμου. Αυτή η προσέγγιση φαίνεται τώρα τόσο ηθικά αποκρουστική όσο και στρατηγικά μάταιη. Αυτή η αλλαγμένη άποψη εξηγεί γιατί ο υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν και η κυρία Πελόζι έχουν αρχίσει να μιλούν για υποβάθμιση της ρωσικής ισχύος και για επιδίωξη ουκρανικής νίκης.

Αυτή η μεταβαλλόμενη δυτική προσέγγιση επιβεβαιώνει την πεποίθηση του κ. Πούτιν ότι η σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης για την Ουκρανία είναι υπαρξιακή για τη Ρωσία. Χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία δεν μπορεί να είναι πραγματικά μεγάλη δύναμη και η Δύση είναι πρόθυμη να πολεμήσει για να αποτρέψει τη Ρωσία από το να πετύχει αυτό που, από την οπτική γωνία του κ. Πούτιν, είναι απαραίτητος στόχος.

Αυτό που είναι πιο αξιοσημείωτο σε αυτήν την κρίση μέχρι στιγμής είναι η ταχύτητα με την οποία έχει κινηθεί προς απειλές πυρηνικού πολέμου. Ανώτεροι Ρώσοι αξιωματούχοι όπως ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ εικάζουν ανοιχτά την πιθανότητα πυρηνικής κλιμάκωσης, πιθανώς με την ελπίδα να αποτρέψουν τη δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία. Μέσα από την αστάθειά και την ικανότητα να παρασύρει τόσο τη Ρωσία όσο και τη Δύση σε πυρηνική επιλογή, ο πόλεμος της Ουκρανίας μέχρι στιγμής μοιάζει με τις συγκρουσιακές πρώτες δεκαετίες του Ψυχρού Πολέμου, όταν οι πυρηνικές απειλές από τη μία ή και τις δύο δυνάμεις επισείονταν τακτικά σε στιγμές κρίσης. Μετά την κυβέρνηση Νίξον, τέτοιες απειλές πέρασαν στο παρασκήνιο καθώς οι υπερδυνάμεις προσαρμόστηκαν στην ισορροπία του τρόμου και στους κανόνες του πυρηνικού χορού.

Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Δύση χρησιμοποίησε πυρηνική αποτροπή για να αντισταθμίσει τη σοβιετική υπεροχή σε συμβατικές δυνάμεις στο ευρωπαϊκό θέατρο. Οι τεράστιοι στρατοί της Μόσχας θα μπορούσαν, τουλάχιστον αρχικά, να επικρατήσουν σε επίθεση σε ολόκληρη τη Γερμανία, αλλά η απειλή ότι το ΝΑΤΟ θα απαντούσε με πυρηνικά όπλα κράτησε τη σοβιετική επιθετικότητα υπό έλεγχο. Τώρα, ωστόσο, η εμφανής αδυναμία και αταξία των ρωσικών συμβατικών δυνάμεων υποδηλώνει νέα πιθανότητα: ότι μια πιο αδύναμη Ρωσία πρέπει να προσπαθήσει να αποτρέψει το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία με πυρηνικές απειλές.

Ο κ. Πούτιν αναμφίβολα ελπίζει ότι η προοπτική τακτικών πυρηνικών πληγμάτων επί ευρωπαϊκού εδάφους θα δοκιμάσει τη συνοχή της συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Αν και κανείς δεν θέλει να αναφερθεί επώνυμα, ανώτεροι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ψιθυρίζουν ήδη σε συμπαθείς σε αυτούς δημοσιογράφους για ανησυχίες ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν κλιμακώνει το θέμα πολύ και πολύ γρήγορα. Θα συνέχιζαν η Γαλλία και η Γερμανία να υποστηρίζουν την αμερικανική πολιτική εάν η Ρωσία χτυπήσει ουκρανικούς στόχους με πυρηνικές κεφαλές; Είναι έτοιμη η αμερικανική κοινή γνώμη για επανάληψη της κουβανικής πυραυλικής κρίσης;

Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν έχει συμπληρώσει ακόμη 10 εβδομάδες και έχει ήδη φέρει επανάσταση στην παγκόσμια πολιτική. Οι επόμενες 10 εβδομάδες θα μπορούσαν να είναι ακόμα πιο δραματικές. Ο Πρόεδρος Μπάιντεν θα μπορούσε σύντομα να αντιμετωπίσει τόσο σκληρή δοκιμασία όσο κανένας Αμερικανός πρόεδρος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρέπει να ελπίζουμε και να προσευχόμαστε ότι είναι στο ύψος της περιστάσεων.

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Πρόσφατα Άρθρα