Στισ δικαστικές αίθουσες της Γερμανίας αναβιώνει ένα από τα πιο πολύκροτα οικονομικά σκάνδαλα της χώρας.
Ο Μάρκους Μπράουν, CEO της εταιρείας πληρωμών Wirecard, έσπασε την σιωπή του μετά από τρία χρόνια.
EY: Εκατοντάδες απολύσεις στη Γερμανία στον απόηχο του σκανδάλου Wirecard
Την Δευτέρα βρέθηκε για πρώτη φορά ενώπιον των δικαστών, ενώ την Πέμπτη συνεχίστηκε η απολογία του.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή για να ξετυλίξουμε το «κουβάρι» αυτής της ιστορίας.
Το ξεκίνημα
Ο Μάρκους Μπράουν γεννήθηκε το 1969 στην Αυστρία. Αποφοίτησε από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης με πτυχίο στην πληροφορική και την διοίκηση επιχειρήσεων και στη συνέχεια, το 2000, πήρε το διδακτορικό του στις κοινωνικές και οικονομικές επιστήμες. Ξεκίνησε την καριέρα του ως σύμβουλος στην Contrast Management Consulting GmbH, θέση που κράτησε μέχρι τον Νοέμβριο του 1998. Μεταξύ 1998 και 2001, εργάστηκε στην KPMG Consulting στο Μόναχο.
Η Wirecard
Το 2002, ο Μπράουν εντάχθηκε στο διοικητικό συμβούλιο της Wirecard AG και έγινε Διευθύνων Σύμβουλος και CTO της εταιρείας. Η Wirecard αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες ψηφιακές πλατφόρμες στον κόσμο στον τομέα του χρηματοοικονομικού εμπορίου και μία από τις ισχυρότερες στο γερμανικό χρηματιστήριο. Στο παρελθόν το περιοδικό Forbes την συμπεριέλαβε μεταξύ των 100 κορυφαίων καινοτόμων επιχειρήσεων παγκοσμίως.
Το χρονικό της κατάρρευσης
Όλα ξεκίνησαν από μια αναφορά των Financial Times τον Ιανουάριο του 2019.
Η κατηγορία αφορούσε το γεγονός ότι ένα στέλεχος της εταιρείας είχε χρησιμοποιήσει πλαστές και αναδρομικές συμβάσεις σε μια σειρά από ύποπτες συναλλαγές που έθεσαν ερωτήματα σχετικά με την ακεραιότητα της λογιστικής πρακτικής της, κάτι που η Wirecard αρνήθηκε κατηγορηματικά.
Τον επόμενο μήνα διατάχθηκε έρευνα των λογιστικών της εταιρείας και απαγορεύτηκαν οι ανοικτές πωλήσεις στις μετοχές της εταιρείας, όπως αναφέρει το Reuters.
Τον Μάρτιο του 2019, η Wirecard μηνύει τους FT για διασπορά ψευδών ειδήσεων, ενώ τον Οκτώβριο η KPMG αναλαμβάνει να διεξαγάγει ανεξάρτητο έλεγχο ως απάντηση στους ισχυρισμούς των Financial Times.
Toν Απρίλιο του 2020, το πόρισμα της KPMG αναφέρει ότι η Wirecard δεν παρείχε επαρκή τεκμηρίωση για την αντιμετώπιση όλων των ισχυρισμών για λογιστικές παρατυπίες.
To «μαύρο» καλοκαίρι του 2020
Τον Ιούνιο, η EY αρνείται να υπογράψει τους ισολογισμούς της Wirecard για το 2019 καθώς δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει την ύπαρξη 1,9 δισεκατομμυρίων ευρώ σε μετρητά σε λογαριασμούς καταπιστεύματος, που αντιπροσώπευαν περίπου το ένα τέταρτο του ισολογισμού της. Ως αποτέλεσμα, ο διευθύνων σύμβουλος της Wirecard, Μάρκους Μπράουν, παραιτείται.
Η Wirecard αναφέρει ότι τα 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ που δέσμευσε στους λογαριασμούς της πιθανότατα δεν υπήρχαν ποτέ.
Στα τέλη του Ιουνίου, ο Μπράουν αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση, αφού συνελήφθη ως ύποπτος για παραποίηση των λογαριασμών της εταιρείας.
Τις επόμενες ημέρες η Wirecard κατέθεσε αίτηση για χρεωκοπία, αφού χρωστούσε στους πιστωτές σχεδόν 4 δισεκατομμύρια δολάρια μετά την αποκάλυψη μιας μεγάλης τρύπας στα βιβλία της.
Τον Ιούλιο, ο επικεφαλής της γερμανικής χρηματοοικονομικής εποπτείας αποκαλεί το λογιστικό σκάνδαλο της Wirecard «μαζική εγκληματική ενέργεια» και στο τέλος του ίδιου μήνα εισαγγελείς συλλαμβάνουν τρία πρώην ανώτατα στελέχη της Wirecard, συμπεριλαμβανομένου του Μπράουν, λέγοντας ότι τα υποπτεύονταν ως εγκεφάλους μιας εγκληματικής οργάνωσης με σκοπό να πλαστογραφήσουν τους λογαριασμούς της εταιρείας και να εξαπατήσουν τους πιστωτές.
Ο δρόμος για την δίκη
Τον Ιανουάριο του 2022, Γερμανοί δικαστικοί κατέθεσαν τις πρώτες κατηγορίες για απάτη, όπως αναφέρουν οι Financial Times.
Τον Μάρτιο, οι εισαγγελείς του Μονάχου κατηγόρησαν τον Μπράουν για απάτη, παραβίαση εμπιστοσύνης και λογιστική χειραγώγηση.
Στο εδώλιο
Το πρώην αφεντικό της Wirecard αρνήθηκε τη Δευτέρα κάθε κατηγορία σχετικά με την κατάρρευση της εταιρείας πληρωμών, καθώς ανέβηκε για πρώτη φορά στο εδώλιο, κατηγορώντας άλλα στλέχη ότι δολοπλοκούσαν πίσω από την πλάτη του.
Ντυμένος με το σήμα κατατεθέν του μαύρο ζιβάγκο, εξέφρασε τη «βαθιά του λύπη» για τον «θάνατο» της Wirecard, αλλά είπε ότι δεν γνώριζε για πλαστογραφία ή υπεξαίρεση.
Ο αυστριακής καταγωγής πρώην διευθύνων σύμβουλος και δύο άλλοι πρώην διευθυντές της Wirecard Oliver Bellenhaus και Stephan von Erffa αντιμετωπίζουν ποινή φυλάκισης έως και 15 ετών ο καθένας εάν καταδικαστούν.
Ο Μπράουν βρίσκεται υπό κράτηση μετά την κατάρρευση της Wirecard το 2020, η οποία συγκλόνισε το επιχειρηματικό κατεστημένο της Γερμανίας, θέτοντας υπό έντονο έλεγχο τους πολιτικούς που την υποστήριξαν και τις ρυθμιστικές αρχές που χρειάστηκαν χρόνια για να ερευνήσουν τις κατηγορίες εναντίον της εταιρείας.
Οι δικηγόροι του Μπράουν ισχυρίστηκαν ότι ο Bellenhaus ήταν ο κύριος δράστης της απάτης στην εταιρεία, η οποία άρχισε να επεξεργάζεται πληρωμές για πορνογραφία και διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια και έγινε μια εταιρεία blue chip αξίας 28 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ο Bellenhaus, ο οποίος έγινε βασικός μάρτυρας αφότου παραδόθηκε στις αρχές, έχει «φωτογραφίσει» τον Μπράουν ως τον εγκέφαλο της απάτης.
Αντίθετα, ο Μπράουν κατηγόρησε τον Marsalek ότι κατασκεύασε έναν «μύθο» ότι τα οικονομικά της Wirecard ήταν υγιή, ενώ εκείνος και ο Bellenhaus προσπάθησαν να εμποδίσουν τις προσπάθειες του να προσλάβει την KPMG ως εξωτερικό ελεγκτή καθώς αυξάνονταν οι ισχυρισμοί για αδικήματα στην εταιρεία.
Όταν χάθηκαν 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ από τον ισολογισμό, «ο Marsalek ήταν πολύ έξυπνος και κατάλαβε πώς να εξηγήσει ότι ήταν λάθος», ανέφερε ο Μπράουν.
Τα πράγματα κορυφώθηκαν τον Φεβρουάριο του 2020, είπε ο Braun, όταν ο Marsalek ήρθε στο γραφείο του και αποκάλυψε ότι είχε μεταφέρει δισεκατομμύρια ευρώ από τη Σιγκαπούρη σε λογαριασμούς στις Φιλιππίνες χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος ή ο οικονομικός διευθυντής της εταιρείας.
«Δεν ούρλιαξα. Δεν είναι του στυλ μου», ανέφερε ο Μπράουνενώπιον των δικαστικών, προσθέτοντας «Θυμάμαι να τον ρώτησα αν είχε χάσει το μυαλό του».
Επιπλέον, είπε ότι είχε αποφασίσει να απολύσει τον Bellenhaus και να αποκόψει τις εξουσίες του Marsalek, αν και η εταιρεία κατέρρευσε πριν το κάνει.
Το τι θα γίνει με τον Μπράουν, θα το γνωρίζουμε το επόμενο διάστημα που θα βγει η απόφαση του δικαστηρίου. Το πιθανότερο είναι να κριθεί ένοχος για τις περισσότερες από τις κατηγορίες που τον βαραίνουν.
Σε κάθε περίπτωση, θα μείνει στην μνήμη των Γερμανών, ως ο εγκέφαλος μιας από τις μεγαλύτερες απάτες που συγκλόνισαν ποτέ την χώρα.