Ακόμη μεγαλύτερη σημασία αποκτά μετά το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης η αποτελεσματική υλοποίηση όσων επενδύσεων έχουν προγραμματιστεί στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.

Τούτο επισήμανε σε συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Κωνσταντίνος Ηροδότου, ο οποίος βρέθηκε στην Ελλάδα και συμμετείχε στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Πεποίθησή του είναι ότι οι τελευταίες εξελίξεις όχι μόνο δεν θα πρέπει να οδηγήσουν σε αναβολή στόχων που έχουν τεθεί, αλλά, αντιθέτως, «θα πρέπει να αποτελέσουν καταλύτη ώστε να προχωρήσουν ακόμα πιο αποφασιστικά όσα αφορούν την ενεργειακή αυτονομία, την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση στην ΕΕ».

Αναφερόμενος στις τράπεζες, ο κ. Ηροδότου σημείωσε ότι οι διοικήσεις τους επιβάλλεται να προσαρμόζουν συνεχώς τα στρατηγικά τους πλάνα, ούτως ώστε να αντιμετωπίζουν σωρεία νέων προκλήσεων, όπως οι απρόβλεπτες γεωπολιτικές εξελίξεις, η κυβερνοασφάλεια, οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή, το επαυξημένο κόστος της πράσινης μετάβασης και η επιδείνωση της πιστοληπτικής ικανότητας επιχειρήσεων με βαρύ περιβαλλοντικό αποτύπωμα.

Την περασμένη εβδομάδα επισκέφθηκε την Κύπρο ύστερα από πρόσκλησή σας η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ. Με βάση τα όσα συζητήσατε, ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την πορεία της οικονομίας της ευρωζώνης το 2022;

«Ηταν μια πολύ χρήσιμη επίσκεψη και με ισχυρό συμβολισμό για εμάς, καθώς η κυρία Λαγκάρντ αναφέρθηκε με πολύ θετικά λόγια στην ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα της κυπριακής οικονομίας, στη βελτίωση του τραπεζικού της συστήματος, αλλά και στην ισχυρή φωνή της Κύπρου στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ.

Αυτό που συζητήθηκε εκτενώς ήταν οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η πραγματική οικονομία της ευρωζώνης μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Είναι μια νέα κρίση η οποία δυστυχώς ενέσκηψε την ώρα που η ευρωπαϊκή οικονομία έδειχνε να ανακάμπτει πολύ δυναμικά μετά την κρίση της πανδημίας και χωρίς μάλιστα να υπάρχει κάποιος ορίζοντας λήξης. Θα πρέπει όμως να τη διαχειριστούμε με ρεαλισμό κάνοντας όλα όσα πρέπει, ώστε να διασφαλιστεί η σταθερότητα των τιμών αλλά και του χρηματοπιστωτικού συστήματος γενικότερα».

Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μπορεί να κινητοποιήσει νέες επενδύσεις πολλών δισ. ευρώ. Πόσο πιθανό θεωρείτε στο σημερινό περιβάλλον αβεβαιότητας να αναβληθούν προγραμματισμένα επενδυτικά έργα;

«Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένεται να στηρίξει τις οικονομίες των κρατών-μελών και να συνεισφέρει σημαντικά στην αντιμετώπιση μακροοικονομικών ανισορροπιών και αδυναμιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βοηθάει τις εθνικές οικονομίες να γίνουν πιο βιώσιμες και να προετοιμαστούν καλύτερα για τις προκλήσεις της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, κινητοποιώντας νέες επενδύσεις και προωθώντας αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.

Η αβεβαιότητα που υπάρχει σήμερα σαφώς και επηρεάζει τους επενδυτές, γι’ αυτό και η αποτελεσματική υλοποίηση όσων έχουν προγραμματιστεί αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Πεποίθησή μου είναι ότι οι τελευταίες εξελίξεις όχι μόνο δεν θα πρέπει να οδηγήσουν σε αναβολή στόχων που έχουν τεθεί, αλλά, αντιθέτως, θα πρέπει να αποτελέσουν καταλύτη ώστε να προχωρήσουν ακόμα πιο αποφασιστικά όσα αφορούν την ενεργειακή αυτονομία, την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση στην ΕΕ. Καθώς επίσης να αποτελεί σταθερή επιδίωξη η βιωσιμότητα και σταθερότητα των δημόσιων οικονομικών, ώστε να μπορούν να στηριχθούν οι παραπάνω στόχοι».

Ελληνικές και κυπριακές τράπεζες επλήγησαν την περασμένη δεκαετία από τα κόκκινα δάνεια και φυσικά από την επιβολή των capital controls. Πιστεύετε ότι έχουμε αφήσει όλα αυτά πίσω μας;

«Θα μιλήσω μόνο για την Κύπρο, όπου η συσσώρευση μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτέλεσε όντως τροχοπέδη στην ομαλή λειτουργία της πραγματικής οικονομίας και βαρίδι για τον ευρύτερο χρηματοοικονομικό τομέα. Τα γεγονότα της προηγούμενης δεκαετίας μάς έκαναν όμως και σοφότερους, συντείνοντας στην υιοθέτηση πιο συνετών πρακτικών στην παραχώρηση νέων χορηγήσεων, αλλά και γενικότερα, θα έλεγα, στο πώς προσεγγίζουμε τα οικονομικά ζητήματα.

Σήμερα, μία δεκαετία σχεδόν μετά την κορύφωση της οικονομικής κρίσης, μπορούμε να πούμε ότι οι εποπτικοί δείκτες του κυπριακού τραπεζικού τομέα παρουσιάζουν καλύτερη εικόνα από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, τόσο από άποψη φερεγγυότητας όσο και άποψη ρευστότητας. Συνεπώς, οι κυπριακές τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να απορροφήσουν τυχόν κραδασμούς που δύναται να προκύψουν από αστάθμητες και μη αναμενόμενες εξελίξεις, όπως η πανδημία ή η εισβολή στην Ουκρανία, ενώ, παράλληλα, οι στιβαροί δείκτες τούς επιτρέπουν να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, χορηγώντας δάνεια σε βιώσιμες επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Τα δεδομένα αυτά μας επιτρέπουν να βλέπουμε το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία».

Ποιες θα πρέπει να είναι σήμερα οι προτεραιότητες των τραπεζικών διοικήσεων, δεδομένων των εξωγενών κινδύνων για την οικονομία;

«Όχι μόνο οι τράπεζες, αλλά γενικότερα ο χρηματοοικονομικός τομέας πρέπει να καταστεί πιο αποτελεσματικός στη διαχείριση των σημερινών προκλήσεων και παράλληλα να έχει το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα. Κατ’ αρχάς, όπως ήδη είπαμε, οι τράπεζες καλούνται να διαχειριστούν το εναπομείναν χαρτοφυλάκιο των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί, έστω και σε μικρότερο βαθμό πλέον, βαρίδι στους ισολογισμούς τους.

Η επένδυση στις νέες τεχνολογίες και η ψηφιοποίηση των εργασιών θα πρέπει επίσης να αποτελούν υψηλή προτεραιότητα, καθώς οι ανταγωνιστικές πιέσεις από εταιρείες που δεν ανήκουν στο παραδοσιακό τραπεζικό φάσμα εντείνονται.

Επιπλέον, οι διοικήσεις των τραπεζών επιβάλλεται να προσαρμόζουν συνεχώς τα στρατηγικά τους πλάνα ούτως ώστε να αντιμετωπίζουν σωρεία νέων προκλήσεων, όπως οι απρόβλεπτες γεωπολιτικές εξελίξεις, η κυβερνοασφάλεια, οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή, το επαυξημένο κόστος της πράσινης μετάβασης, η επιδείνωση της πιστοληπτικής ικανότητας επιχειρήσεων με βαρύ περιβαλλοντικό αποτύπωμα και άλλες.

Οι πιο πάνω προκλήσεις δεν αφορούν αποκλειστικά την Κύπρο. Είναι παγκόσμιες και δύνανται να επηρεάσουν την κερδοφορία των τραπεζών στην ευρωζώνη, γι’ αυτό και απαιτείται οι τραπεζικές διοικήσεις να είναι σε εγρήγορση».

Η επίδραση του Ουκρανικού στις κυπριακές τράπεζες

Προσφάτως κληθήκατε να διαχειριστείτε ως Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου το ζήτημα της ρωσικών καταβολών της τράπεζας RCB. Είστε σίγουρος ότι έχει αποφευχθεί ο κίνδυνος μιας νέας τραπεζικής συστημικής κρίσης στην Κύπρο;

«Αυτό ακριβώς ήταν το κύριο μέλημά μας. Η πλήρης διασφάλιση των πελατών της τράπεζας και φυσικά η θωράκιση του κυπριακού τραπεζικού συστήματος. Ως Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, με τον διπλό μας ρόλο της εθνικής εποπτικής αρχής και της αρχής που είναι αρμόδια για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αντιληφθήκαμε εγκαίρως την αβεβαιότητα που προκαλούσε η εισβολή στην Ουκρανία και παρακολουθούσαμε διαρκώς τις εξελίξεις. Σε συνεχή διαβούλευση με την επηρεαζόμενη τράπεζα και με τους μηχανισμούς της ΕΚΤ αναζητήσαμε και νομίζω πετύχαμε τη βέλτιστη δυνατή λύση. Η τράπεζα αποφάσισε να τερματίσει τις τραπεζικές της εργασίες, με τη σύμφωνη γνώμη των εποπτικών αρχών, οι καταθέτες της είναι πλήρως εξασφαλισμένοι και έχει αποφευχθεί ο όποιος αντίκτυπος στο υπόλοιπο τραπεζικό σύστημα. Η διαδικασία μετεξέλιξης της RCB προχωράει ομαλά. Το ζήτημα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό στενή παρακολούθηση, ώστε αν προκύψει ανάγκη να γίνουν άμεσα οποιεσδήποτε επιπρόσθετες ενέργειες».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επιχειρήσεις