O Έρικ Ζου, διευθυντής πωλήσεων σε κινεζική εταιρεία παραγωγής περονοφόρων, μόλις έστειλε δεύτερη επιστολή πελάτες του, εξηγώντας τους ότι οι τιμές αυξάνονται και πάλι. «Πρέπει να μοιραστούμε μερικές από τις αυξήσεις τιμών με τους συνεργάτες μας. Δεν μπορούμε να τις απορροφήσουμε μόνοι μας», αναφέρει ο ίδιος. «Ο κόσμος έχει τρελαθεί». Παρόλο που δεν αποτελεί οικονομικό όρο, ο χαρακτηρισμός «τρελός» μπορεί να περιγράψει τις μεταβολές των τιμών στις παγκόσμιες αγορές. Ο πληθωρισμός στην Αμερική αυξάνεται με τους πιο ταχείς ρυθμούς από το 2008. Οι τιμές της ενέργειας και των εμπορευμάτων αυξήθηκαν. Και όπως μπορεί να βεβαιώσει και ο κ. Ζου, οι επενδυτές και οι εργοδότες ανησυχούν ότι η Κίνα, το «παγκόσμιο εργοστάσιο», όπως χαρακτηρίζεται, αρχίζει να εξάγει τον πληθωρισμό.

Είναι εύκολο να καταλάβουμε γιατί υπάρχει τόσο έντονη ανησυχία. Στις 9 Ιουνίου, oι εργοστασιακές τιμές στην Κίνα αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 9% τον Μάιο, το υψηλότερο ποσοστό εδώ και μία δεκαετία. Αυτό, μαζί με την αύξηση στα έξοδα αποστολής και με ένα ισχυρότερο γουάν, πιθανότατα θα αυξήσει τις τιμές των προϊόντων της Κίνας, από τα τηλέφωνα μέχρι και τα φουτόν. Οι εισαγωγές της Αμερικής από την Κίνα κοστίζουν ήδη 2,1% περισσότερο τον Απρίλιο από ό,τι πριν ένα χρόνο, σημειώνοντας την ταχύτερη αύξησή τους από το 2012 (βλ. διάγραμμα).

Ωστόσο, είναι αρκετά πιθανό να έχουμε μεγαλοποιήσει τον κίνδυνο πληθωρισμού που εξάγεται από την Κίνα. Μέρος μόνο της αύξησης των τιμών παραγωγού στην Κίνα αντικατοπτρίζει τα εσωτερικά αίτια. Η ισχυρή οικονομική ανάκαμψη της Κίνας οδήγησε σε επενδύσεις σε σπίτια και υποδομές, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών του χάλυβα. Εντούτοις, προκειμένου να επιτευχθούν οι πράσινοι στόχοι, η κυβέρνηση περιόρισε την παραγωγή άνθρακα και χάλυβα. Αξιωματούχοι έχουν, επίσης, δεσμευτεί μελλοντικά να πάρουν αυστηρά μέτρα εναντίον της «υπερβολικής κερδοσκοπίας» των εγχώριων εμπορευμάτων, υποδηλώνοντας ότι αυτό ήταν που συνέβαλε στην αύξηση των τιμών.

Ωστόσο, οι περισσότερες από τις πιέσεις στις τιμές αντικατοπτρίζουν τις ιδιαιτερότητες της εποχής του κορωνοϊού. Η παγκόσμια ζήτηση για καταναλωτικά αγαθά, πράγματα που μπορείτε να αγοράσετε και από το διαδίκτυο, έχει αυξηθεί. Οι κινεζικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 20% σε σχέση με πριν την πανδημία και τα εργοστάσια προσπαθούν με κάθε τρόπο να ανταποκριθούν στον μεγάλο όγκο των παραγγελιών. Τα lockdown, που περιόρισαν την εξόρυξη χαλκού στη Χιλή και το Περού, όπως και άλλες διαταραχές στην παγκόσμια προμήθεια εμπορευμάτων οδήγησαν, επίσης, σε αύξηση τιμών.

Οι κινεζικές εταιρείες, αντί να μεταδώσουν την κρίση, απορρόφησαν μεγάλο μέρος της. Σε σύγκριση με τα τέλη του 2019, πριν ο κορωνοϊός σαρώσει την υφήλιο, οι εργοστασιακές τιμές στην Κίνα αυξήθηκαν σχεδόν κατά 6%. Παράλληλα, ο δείκτης που μετρά το κόστος των μεταποιημένων καταναλωτικών αγαθών στην Κίνα σημείωσε αύξηση μόλις 0,6%. Τα περιθώρια για τους δημοσιονομικούς χειρισμούς έχουν στενέψει αρκετά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κ. Zου θέλει να μοιραστεί τις δυσκολίες με τους πελάτες του.

Επιπλέον, οι πολιτικές που ακολουθούνται στην Κίνα και την Αμερική είναι πολύ διαφορετικές. Ενώ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ χαλάρωσε αρκετά τη νομισματική της πολιτική, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας ήταν πολύ πιο συντηρητική, ξεκινώντας προσεκτικά να μειώνει τη στήριξη που παρείχε. Η αντίθεση αυτή επεξηγεί την απόκλιση στην πορεία των πληθωρισμών των δύο χωρών. Στην Αμερική, το προτιμώμενο μέτρο των «βασικών» τιμών καταναλωτή της Fed, εξαιρουμένων των τροφίμων και της ενέργειας, αυξήθηκε κατά 3,1% σε ετήσια βάση τον Απρίλιο, η μεγαλύτερη αύξηση από το 1992. Στην Κίνα, ο βασικός δείκτης αυξήθηκε μόλις 0,9% σε ετήσια βάση τον Μάιο. (Οι αγρότες της Κίνας συνέβαλαν, επίσης, στη μείωση του πληθωρισμού. Η ανάκαμψη μετοχών στους τομείς εκτροφής χοίρων, μετά το ξέσπασμα της αφρικανικής πανώλης στα ζώα αυτά, είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των τιμών του χοιρινού κρέατος κατά σχεδόν ένα τέταρτο σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.)

Ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι, μακροπρόθεσμα, η γήρανση του πληθυσμού της Κίνας θα μετατραπεί σε πληθωριστική δύναμη. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, οι χαμηλοί μισθοί της Κίνας συνέβαλαν στη μείωση των τιμών των καταναλωτικών αγαθών σε όλο τον κόσμο. Αυτό δείχνει ότι η μείωση της προσφοράς εργασίας και η αύξηση των μισθών θα πρέπει να έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Ωστόσο, αυτό δεν είναι τόσο ξεκάθαρο. Η φθηνή παραγωγή μεταφέρεται, ήδη, σε φθηνότερα μέρη, όπως το Βιετνάμ και το Μπαγκλαντές, ενώ η ραγδαία αύξηση του αυτοματισμού στην Κίνα οδήγησε, επίσης, στη μείωση των τιμών.

Τώρα, όμως, το μείζον ερώτημα είναι εάν ο πληθωρισμός στις τιμές εισαγωγών της Κίνας θα είναι παροδικός ή όχι. Η απάντηση, όμως, δεν έγκειται στην Κίνα. Καθώς η οι εμβολιασμοί αυξάνονται, η Αμερική και η Ευρώπη επιστρέφουν, σταδιακά, στην κανονικότητα, οι πολίτες είναι πιθανό να ξοδέψουν περισσότερα χρήματα σε υπηρεσίες, όπως ο τουρισμός και το φαγητό, παρά σε αγαθά που αγοράζονται μέσω του διαδικτύου. Κάτι τέτοιο, θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της πίεσης στα εμπορεύματα και, κατ’ επέκταση, στα εργοστάσια της Κίνας.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα