Σε ρυθμούς αποτελεσμάτων εισέρχεται πλέον η τραπεζική αγορά, με την επενδυτική κοινότητα να αναμένει με ενδιαφέρον τις ανακοινώσεις όχι μόνο για τις επιδόσεις της περασμένης χρήσης, αλλά και τις προβλέψεις από τις διοικήσεις των συστημικών ομίλων για την πορεία των οικονομικών μεγεθών τους τα επόμενα τρίμηνα.

Η Eurobank θα παρουσιάσει τα στοιχεία στις 9 Μαρτίου, Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς στις 15 Μαρτίου, ενώ η Εθνική περί τα μέσα του μήνα.

Τράπεζες: Στις 23.000 οι αιτήσεις για την επιδότηση επιτοκίου

Οι κινήσεις στο ΧΑ ήδη προεξοφλούν την επιστροφή του κλάδου σε υψηλή και διατηρήσιμη κερδοφορία, που θα επιτρέψει τη διανομή μερίσματος, ενδεχομένως και από εφέτος.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από την αρχή του χρόνου οι μετοχές των πιστωτικών ιδρυμάτων ενισχύονται μεσοσταθμικά κατά 35%, ποσοστό διπλάσιο σε σύγκριση με την άνοδο του βασικού χρηματιστηριακού δείκτη το ίδιο διάστημα.

Αυτήν την περίοδο οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών ομίλων βάζουν τις τελευταίες πινελιές για τη διαμόρφωση των μεγεθών του 2022, το τελικό ύψος των οποίων θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από τις προβλέψεις που θα αποφασίσουν να σχηματίσουν για τον πιστωτικό κίνδυνο στο δ΄ τρίμηνο.

Αναλυτές που παρακολουθούν τον κλάδο εκτιμούν ότι η καθαρή κερδοφορία θα διαμορφωθεί γύρω από τα επίπεδα των 3,6 δισ. ευρώ.

Όπως εξηγούν, ένα μεγάλο ποσοστό, περίπου το 50%, θα προέρχεται από χρηματοοικονομικές πράξεις, κυρίως από συναλλαγές σε ομόλογα και από τις πωλήσεις των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης στον τομέα των καρτών.

Τι ενισχύει τα μεγέθη

Σε κάθε περίπτωση όμως, προσθέτουν οι ίδιες πηγές, πρόκειται για μία ιδιαίτερα ισχυρή επίδοση, που θα καταγραφεί για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης την προηγούμενη δεκαετία.

Είναι δε αποτέλεσμα κυρίως των ακόλουθων παραγόντων:

– Της υψηλής πιστωτικής επέκτασης από το 2020 έως και σήμερα που οδήγησε σε σημαντική αύξηση του υγιούς δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών και κατ΄ επέκταση των εσόδων από τόκους

– Της επιτυχούς ρύθμισης κόκκινων δανείων ύψους 8,5 δισ. ευρώ, που αποπληρώνονται πλέον κανονικά

– Της εκκίνησης της διαδικασίας ανατιμολόγησης στα δάνεια που ξεκίνησε να επιδρά θετικά στα έσοδα από τόκους στο τελευταίο τρίμηνο του 2022

– Της ενίσχυσης των εσόδων από προμήθειες, οι οποίες πλέον αποτελούν σχεδόν το 1/3 της οργανικής κερδοφορίας

– Της μείωσης των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο μετά την εμπροσθοβαρή αποενοποίηση των κόκκινων δανείων την τελευταία τριετία, που έφερε τους δείκτες καθυστερήσεων κάτω από το 10%

– Του περιορισμού του λειτουργικού κόστους, μέσω δράσεων οικειοθελούς αποχώρησης εργαζομένων, συρρίκνωσης του δικτύου των καταστημάτων και πώλησης μη τραπεζικών δραστηριοτήτων

Με αυτά τα δεδομένα, χρηματιστηριακά γραφεία εκτιμούν ότι τα καθαρά κέρδη εξαιρουμένων των έκτακτων, θα προσεγγίσουν στη χρήση του 2022 τα 2 δισ. ευρώ.

Οι προβλέψεις για εφέτος

Για εφέτος η πλειονότητα των αναλυτών αναμένει νέα άνοδο της καθαρής οργανικής κερδοφορίας, η οποία σε ένα βασικό σενάριο θα μπορούσε να ξεπεράσει ακόμη και τα 2,3 δισ. ευρώ.

Σε αυτό θα συμβάλλουν οι αυξήσεις των επιτοκίων στην ευρωζώνη, οι οποίες περνούν άμεσα στην πλειονότητα των χορηγήσεων στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις καταθέσεις, όπου οι αναπροσαρμογές είναι κατά κανόνα χαμηλότερες και αφορούν τουλάχιστον σε αυτή τη φάση μόλις το 20% της σχετικής ρευστότητας.

Σύμφωνα με νέα έκθεση της Wood τα καθαρά έσοδα από τόκους θα ενισχυθούν εφέτος κατά 18% – 20%, ως αποτέλεσμα της αναπροσαρμογής του κόστους δανεισμού στις περισσότερες συμβάσεις που είναι συνδεδεμένες με τους διατραπεζικούς δείκτες euribor.

Επιπρόσθετα, τραπεζικοί κύκλοι εκτιμούν ότι η αύξηση των δανειακών υπολοίπων θα συνεχιστεί με υψηλούς ρυθμούς και ενδεχομένως να φτάσει ακόμη και τα επίπεδα του 2022, ήτοι τα 8,5 δισ. ευρώ.

Στήριξη στα μεγέθη θα προσφέρει αναμφίβολα η έναρξη υλοποίησης επενδύσεων που εντάχθηκαν στο Ταμείο Ανάκαμψης τους προηγούμενους μήνες.

Οι τράπεζες έχουν ήδη αξιολογήσει και υποβάλει για λογαριασμό των πελατών τους επενδυτικές προτάσεις ύψους 10,5 δισ. ευρώ, οι οποίες, σε ποσοστό περί το 40%, χρηματοδοτούνται από τις ίδιες.

Από την άλλη, δεν υπάρχουν προς το παρόν ενδείξεις για σημαντική άνοδο των κόκκινων δανείων, που θα δικαιολογούσε μία μεγάλη αύξηση του κόστους για τον πιστωτικό κίνδυνο.

Για παράδειγμα, οι οικονομολόγοι της Wood αναμένουν ότι το σχετικό έξοδο θα κινηθεί γύρω από τις 90 μονάδες βάσης έναντι 75 μονάδων βάσης το 2022, επίπεδα απολύτως ανεκτά και συμβατά με τους επιχειρησιακούς σχεδιασμούς των τραπεζών.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επιχειρήσεις