Το Σαββατοκύριακο έκανε μια ακόμη μικρή κωλοτούμπα η πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι, χαλαρώνοντας – μέχρις ακυρώσεως… – την αμφιλεγόμενη απόφαση που έλαβε τον Αύγουστο για φορολόγηση με συντελεστή 40% των «υπερκερδών» που πέτυχαν οι ιταλικές τράπεζες την περίοδο 2021-2023. Η Μελόνι πρότεινε στις τράπεζες αντί να εισφέρουν στον κρατικό κορβανά το φόρο, να κρατήσουν τα χρήματα αλλά να τα τοποθετήσουν πολλαπλασιασμένα μάλιστα επί 2,5 στα κεφαλαιακά αποθέματά τους (Tier 1). Να βάλουν στην άκρη δηλαδή δυόμιση φορές το φόρο που θα κατέβαλλαν στην κυβέρνηση ως κατοχύρωση για δύσκολες μέρες που, ό μη γένοιτο, θα μπορούσαν να έρθουν.
Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες έχουν την ευκαιρία να γλιτώσουν το «χαράτσι», όχι όμως και να διαχειριστούν τα «υπερκέρδη» τους κατά το δοκούν – η λέξη υπερκέρδη μπαίνει σε εισαγωγικά διότι στον καπιταλισμό η έννοια αυτή δεν υφίσταται, παρά μόνον ως «αδικαιολόγητος πλουτισμός», που είναι ένα αστικό αδίκημα που τιμωρείται στην Ευρώπη αλλά η αλήθεια είναι πως δεν γίνεται απολύτως αντιληπτό στις ΗΠΑ.
«Πόλεμος» Μελόνι – Ryanair και κατηγορίες για μονοπωλιακές πρακτικές
Εν πάση περιπτώσει, η πρώην ακροδεξιά και πλέον μετριοπαθής δεξιά ιταλίδα πολιτικός αφού ξεσήκωσε την μήνιν του ιταλικού τραπεζικού κόσμου και αφού προκάλεσε τις επικρίσεις ακόμα και της ΕΚΤ, «μάζεψε» κάπως την απόφαση του Αυγούστου. Παρά ταύτα, βρήκε στήριξη και ανέλπιστη σύμμαχο σε μια πολιτικό της γειτονικής Γαλλίας με σαφώς κεντροαριστερό παρελθόν.
«Ο φόρος στα υπερβάλλοντα κέρδη των τραπεζών που εισήγαγε η Ιταλία είναι μέρος μιας γενικής κίνησης στην Ευρώπη, όπου αρκετές χώρες έχουν λάβει προσωρινά μέτρα για αναδιανομή έκτακτων κερδών», δήλωσε η γαλλίδα υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Λοράνς Μπουν, υπενθυμίζοντας ότι ακριβώς πριν από ένα χρόνο, το Σεπτέμβριο του 2022 και ο συνάδελφός της υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ είχε παρέμβει στο γαλλικό τραπεζικό τομέα και είχε συμφωνήσει με τις τράπεζες να μην αυξήσουν πάνω από 2% τις χρεώσεις τους το 2023 – όπερ και εγένετο.
Η Μπουν στήριξε τη Μελόνι μάλιστα επί ιταλικού εδάφους. «Άπασες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν βιώσει εξαιρετικές συνθήκες λόγω της εκτίναξης των τιμών ενέργειας και της αύξησης των επιτοκίων, συγκυρίες οι οποίες έχουν διογκώσει τα κέρδη σε ορισμένους επιχειρηματικούς κλάδους», εξήγησε η πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) από το Τσερνόμπιο, στις όχθες της λίμνης Κόμο, στο περιθώριο οικονομικού φόρουμ που διοργάνωσε η ιταλική δεξαμενή σκέψης «The European House – Ambrosetti».
«Όσο για τις κατηγορίες περί δήθεν λαϊκιστικών μέτρων που πήρε η κυβέρνηση της Ιταλίας, έχω να πω ότι και στη Γαλλία είχαμε παρόμοιες συζητήσεις με αφορμή την άνοδο των τιμών ενέργειας που αύξησε τα κέρδη ορισμένων εταιρειών του κλάδου στον απόηχο του πολέμου στην Ουκρανία», πρόσθεσε η Λοράνς Μπουν.
Είχαν γίνει από δυο χωριά
Η υπουργός της γαλλικής κυβέρνησης τόνισε ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εισαγάγει έναν προσωρινό φόρο στα υπερβάλλοντα κέρδη των ενεργειακών ομίλων, τον οποίο επίσης η Γαλλία έχει ενσωματώσει στον προϋπολογισμό της για το 2023». Προς τι όμως η έκπληξη για την στήριξη που παρείχε η Μπουν στη Μελόνι και την κυβέρνησή της; Μα, επειδή μόλις πέρυσι οι δύο γυναίκες είχαν συγκρουστεί μετωπικά με αφορμή τις ιδεολογικοπολιτικές τους απόψεις και καταβολές.
Ήταν ουσιαστικά μια κόντρα προκαταλήψεων. Λίγο μετά την ευρεία νίκη της (ακρο)δεξιάς συμμαχίας στις ιταλικές εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου 2022 και ενόψει του σχηματισμού κυβέρνησης από τη Μελόνι, η Μπουν σε συνέντευξή της στη «Repubblica» είχε δηλώσει ότι το Παρίσι επιθυμεί τη συνεργασία με τη Ρώμη, αλλά «θα παρακολουθεί στενά αν η κυβέρνηση Μελόνι θα σέβεται το δίκαιο, τις ελευθερίες, τις αξίες και το νόμο». Εξάλλου «η ΕΕ είναι σε επαγρύπνηση απέναντι σε χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία». Έμπλεη οργής η Μελόνι είχε καταδικάσει την «απαράδεκτη απειλή παρέμβασης σε ένα ανεξάρτητο κράτος».
Μπουν και Μελόνι είχαν γίνει από δυο χωριά. Και είναι όντως αβυσσαλέες οι ιδεολογικοπολιτιικές διαφορές που τις χωρίζουν. Με σοσιαλιστικές καταβολές, η ηλικίας 54 ετών Λοράνς Μπουν υπήρξε οικονομική σύμβουλος του πρώην προέδρου Φρανσουά Ολάντ προτού μεταπηδήσει στον ΟΟΣΑ και επιστρέψει την άνοιξη του 2022 στην κεντρική πολιτική σκηνή επί Εμανουέλ Μακρόν (και ο Μακρόν ήταν υπουργός επί προεδρίας Ολάντ εξάλλου).
Η Μπουν, όπως και άλλοι Ευρωπαίοι πολιτικοί, είχε σοκαριστεί στην προοπτική να αναλάβει την κυβέρνηση στη Ρώμη μια πολιτικός η οποία μόλις 15 ετών εντάχθηκε στη νεολαία του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (MSI) – μια νεολαία που ιδρύθηκε το 1946 από οπαδούς του Μπενίτο Μουσολίνι.
Κυβερνητικός ρεαλισμός
Σχεδόν ένα χρόνο στην εξουσία, η ηλικίας 45 ετών πολιτικός έχει διαψεύσει όσους φοβούνταν ότι θα περιφρονούσε τις δημοκρατικές αρχές και αξίες και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η ιταλίδα πρωθυπουργός πολιτεύεται με μετριοπάθεια και πνεύμα συνεργασίας με τους ομολόγους της στην ΕΕ και διεθνώς.
Μελόνι και Μπουν εστιάζουν πλέον σ’ αυτά που τις ενώνουν, όπως είναι η φορολόγηση των υπερκερδών αλλά και η ανάγκη αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας. Διότι η Λοράνς Μπουν θύμισε τη σύμπλευση της χώρας της με την Ιταλία (και τις άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου) και στο σπουδαίο ζήτημα του Συμφώνου.
«Θέλουμε να εκσυγχρονίσουμε τους δημοσιονομικούς κανόνες που ίσχυαν στην ΕΕ πριν από την πανδημία της Covid και πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, κανόνες οι οποίοι είναι δύσκολο να εφαρμοστούν στον κόσμο που ζούμε σήμερα. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα καταλήξουμε σε συμφωνία σε ευρωπαϊκό επίπεδο πριν από το τέλος του έτους», είπε χαρακτηριστικά.
Ήδη από το καλοκαίρι του 2020 όμως η γαλλίδα πολιτικός, συμμετέχουσα στο Φόρουμ των Δελφών ως στέλεχος του ΟΟΣΑ, είχε δηλώσει σε αποκλειστική συνέντευξή της στο «Βήμα» ότι δεν την τρόμαζε η έκρηξη των δημοσίων χρεών λόγω της στήριξης των κυβερνήσεων στους ευάλωτους από την πανδημική κρίση πολίτες και στις επιχειρήσεις.
«Δεν πρέπει να ξαναγίνουν τα λάθη του πρόσφατου παρελθόντος, με την εσπευσμένη εφαρμογή μέτρων αποκατάστασης της δημοσιονομικής ευταξίας προτού σταθεροποιηθεί η ανάπτυξη», είχε τονίσει η Μπουν, που δεν την τρόμαζε ούτε η αυξημένη συμμετοχή του κράτους στην οικονομία, ακόμα και ως μέτοχος σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. «Αρκεί η κρατική παρέμβαση να μην εκφυλίζεται σε προστατευτισμό», είχε υπογραμμίσει.
Latest News
Πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών 14 δισ δολ απο την Τ-Mobile στις ΗΠΑ
Η T-Mobile καθώς και άλλες εταιρείες τηλεπικοινωνιών, όπως η Verizon και η AT&T συγκαταλέγονται μεταξύ των κορυφαίων μερισματούχων στις ΗΠΑ
Ευνοϊκά δάνεια 7,7 δισ. δολ. έλαβε εντός του 2024 η Τουρκία
Η Τουρκία, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών αναμένει νέα χρηματοδότηση απο την Παγκόσμια Τράπεζα
Κανένα φως στο... τούνελ - Η Hershey απέρριψε και τη δεύτερη πρόταση της Mondelēz
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Mondelēz επιδιώκει ένα deal με την Hershey - Το 2016, εγκατέλειψε τις συζητήσεις για πιθανή εξαγορά
Η νίκη Τραμπ και το πάρτι στις αγορές - Πώς ανακατεύεται η τράπουλα
Η δραστηριότητα των αγορών «εξερράγη» μετά την νίκη Τραμπ καθώς οι traders πόνταραν σε μια πιο φιλική προς τις επιχειρήσεις προσέγγιση
ABN Amro: Πότε θα επιβληθούν οι δασμοί Τραμπ - Οι επιπτώσες για την Ελλάδα
Οι επικείμενοι δασμοί Τραμπ στην Κίνα αναμένεται να εφαρμοστούν λίγους μήνες μετά την ορκωμοσία του
Για δεύτερο συνεχόμενο μήνα σε ύφεση η βρετανική οικονομία
Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν στη Βρετανία συρρικνώθηκε 0,1% σε μηνιαία βάση τον Οκτώβριο, όπως και τον Σεπτέμβριο,
Πώς θα κινηθεί η ΕΚΤ στις μειώσεις επιτοκίων - Οι καταλύτες για τα επόμενα βήματα
Η ΕΚΤ θα συνεχίσει να κινείται με βάση τις αξιολογήσεις και τις διαθέσιμες πληροφορίες που υπάρχουν σε κάθε συνεδρίαση και μετά τον Μάρτιο
Ριζοσπαστικό πείραμα στο Τόκιο για το δημογραφικό μέσω... 4ήμερης εργασίας
Το Τόκιο ξεκινά ριζοσπαστικά πειράματα καθώς προσπαθεί να αντιμετωπίσει το τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα στην Ιαπωνία
Γιατί η Amazon δώρισε 1 εκατομμύριο δολάρια στο ταμείο Τραμπ
Η δωρεά για την τελετή ορκωμοσίας έρχεται καθώς ο ιδρυτής Τζεφ Μπέζος και άλλοι προσπαθούν να οικοδομήσουν δεσμούς με τον εκλεγμένο πρόεδρο
Οι Σύριοι στη Γερμανία δεν βιάζονται να φύγουν - Η ζήτηση για εργατικά χέρια είναι μεγάλη
Σε μια οικονομία, όπως αυτή της Γερμανίας, η οποία αντιμετωπίζει μεγάλες ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια απωλειών εργαζομένων