Βρισκόμαστε στο μέσον μιας απίστευτης ανθρώπινης τραγωδίας που όμως δεν μπορούμε να δούμε. Εχοντας επιστρέψει απότομα σε ένα είδος απομόνωσης που ελπίζαμε ότι είχαμε αφήσει πίσω μας μήνες πριν, η σύζυγός μου, τα δύο μικρά αγόρια μας και εγώ είμαστε κλεισμένοι στο όμορφο διαμέρισμά μας κοντά στο κέντρο του Δελχί.

Ο νέος κανόνας είναι αυστηρός: μην βγαίνετε έξω για κανένα λόγο. Τους προηγούμενους 12 μήνες εξασκηθήκαμε καλά στο να ακολουθούμε τέτοιους περιοριστικούς κανόνες, γονείς και παιδιά. Εμείς οι μεγαλύτεροι, ωστόσο, δεν μπορούμε να μείνουμε μακριά από τα τηλέφωνα γι’ αυτό και η πνευματική ηρεμία αποτελεί μακρινό παρελθόν. Η σύζυγός μου μόλις τηλεφώνησε από τον κάτω όροφο. Ενας συγγενής της φίλης της χρειάζεται επειγόντως οξυγόνο αλλιώς θα πεθάνει σπίτι του. Εάν καταφέρουμε να βρούμε μια μονάδα οξυγόνου γι΄αυτόν, θα μπορέσουμε να έχουμε αρκετά χρήματα για να αγοράσουμε άλλη, για τους εαυτούς μας;

Το μυαλό μας είναι γεμάτο από εικόνες οικογενειών σε απόγνωση στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν μονάδες οξυγόνου, προσπάθειες που συχνότερα αποτυγχάνουν. Παρακολουθώ εικόνες πτωμάτων τυλιγμένων σε σάκκους και στοιβαγμένους στο πεζοδρόμιο, περιμένοντας τη σειρά τους στα αποτεφρωτήρια που έχουν στηθεί σ’ ολόκληρη την πόλη. Μερικές φορές, κλείνω την οθόνη και ανεβαίνω στην ταράτσα του σπιτιού για να ποτίσω τα φυτά και να ρίξω μια ματιά στη γειτονιά. Όλα είναι ήσυχα και πράσινα. Ο καπνός από τα κρεματόρια έχει χαθεί στη συνήθη αχνάδα της εποχής. Το μικρό μας πάρκο είναι πιο πράσινο απ΄ ότι συνήθως καθώς κάποιος ποτίζει εκεί. Ο φύλακας ασφαλείας στη γωνία φοράει τη μάσκα του, όπως ακριβώς κάνει εδώ και ένα χρόνο, ενώ σε αντίθεση με το πρώτο lockdown, ο γαλατάς συνεχίζει να έρχεται και οι εφημερίδες διανέμονται.

Όλα δείχνουν ίδια. Κι όμως, όλα έχουν αλλάξει με μια ταχύτητα που ακόμη δεν μπορούμε να κατανοήσουμε. Η οικογένειά μου νιώθει μεγαλύτερη πίεση. Η κοινωνική μας ζωή χάνεται, φοράμε περισσότερο μάσκα και σχεδόν πάντα στις παιδικές χαρές. Εχουμε καταντήσει ακίνητοι, αδρανείς μέσα στην Ινδία. Το μεγαλύτερο μέρος της χώρας άρχισε να χαλαρώνει μετά τον Σεπτέμβριο, ή και νωρίτερα, καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων υποχωρούσε. Μόλις τον προηγούμενο μήνα άρχισα να ταξιδεύω πάλι –επισκέψεις σε εβδομαδιαίες αγορές δοκιμάζοντας εγχώριο λικέρ που προσφέρεται από ξένους για ένα όμορφο άρθρο και μετά παρακολουθώντας πανηγυρικές πολιτικές συγκεντρώσεις. Μερικές ημέρες αργότερα, έπαιζα με τον δύο χρονών γιό μου σε ένα αεροδρόμιο δοκιμάζοντας το πρώτο του παγωτό. Αυτές ήταν οι ημέρες πριν. Δεκαπέντε ημέρες μετά, πίσω στο Δελχί, βρίσκω ότι περισσότεροι από τους μισούς φίλους μου έχουν κορονοϊό, στις οικογένειές τους ή στα σώματά τους. Οι γνωριμίες πεθαίνουν πιο γρήγορα απ΄ όσο μπορώ να μετρήσω. Διαβάζω στις εφημερίδες ότι η δασική υπηρεσία κόβει μαζικά δένδρα για να τροφοδοτήσει τις πυρές αποτέφρωσης.

Τα επίσημα στοιχεία είναι τραγικά: 386.000 νέα κρούσματα σήμερα, 208.000 νεκροί από την έναρξη της πανδημίας. Ανάμεσα στις γραμμές, διαβάζεις και τις αρνήσεις. Εάν μόλις 1,7 εκατ. διαγνωστικά τεστ γίνονται ημερησίως, τι ακριβώς σημαίνουν τα 386.000 κρούσματα; Είναι ότι το 0,0004% της χώρας μολύνθηκε από τον ιό από χθες, ή ότι περίπου το 23% αρρώστησε; Κάτι τέτοιο θα σήμαινε 314 εκατ. ανθρώπους, σχεδόν ο πληθυσμός της Αμερικής. Ο πραγματικός αριθμός βρίσκεται κάπου ανάμεσα, αλλά ποιος ακριβώς γνωρίζει; Οι στατιστικές για τους θανάτους είναι περισσότερο λανθασμένοι. Είναι ξεκάθαρο ότι χιλιάδες πεθαίνουν καθημερινά, όμως ποιος, πού και πόσοι ακριβώς δεν μπορούμε να γνωρίζουμε κυρίως λόγω της σύγχυσης που επικρατεί. Αποκτώ καλύτερη εικόνα παρακολουθώντας ινδικά websites που καλύπτουν μικρότερες πόλεις και πόλεις του Ούταρ Πραντές όπου δεν υπάρχει εμπιστοσύνη σε καμιά επίσημη γραμμή, παρά από τους συναδέλφους παρατηρητές που είναι υποχρεωμένοι να παραμείνουν στην πρωτεύουσα.

Όμως, η πιο λυπηρή και περισσότερο τρομακτική αναφορά γίνεται μέσω του τηλεφώνου, σε μηνύματα ή σε πανικόβλητες φωνές. Ολοι είναι άρρωστοι και κανείς δεν μπορεί να βρεί ιατρική βοήθεια. Λέγοντας το αυτονόητο, η αμερικανική πρεσβεία κάλεσε τους ομοεθνείς Αμερικανούς να κάνουν σχέδια αποχώρησης από τη χώρα το συντομότερο δυνατό με ασφάλεια.  Τα κοινωνικά δίκτυα έχουν κατακλυσθεί από λίστες παρακλήσεων για λογαριασμό όσων πεθαίνουν. Ενας φίλος από το Λούκναου, που ζει στη Νέα Υόρκη, γράφει όμορφες, καθημερινές νεκρολογίες για φίλους από τη γενέτειρά του –τρείς από αυτούς είναι στην ηλικία μου, ενώ ένας εξ αυτών, όπως κι εγώ, πλήρως εμβολιασμένος.

Κάθε βράδι τηλεφωνώ σε φίλους που βρίσκονται σε απόσταση δύο μιλίων. Μια ηλικιωμένη γυναίκα ανέκαμψε, όμως οι γείτονές της στον ίδιο δρόμο πέθαναν. Η θεία ενός φίλου αναρρώνει όμως ο σύζυγός της πέθανε –δεν είχα ακούσει ότι είχε μολυνθεί. Νεογένητα δίδυμα, οι γονείς τους και η νταντά όλοι έχουν πυρετό. Μια ομάδα WhatsApp από ξένους δημοσιογράφους που σχηματίσθηκε για να συζητά θέματα βίζας, έγινε φόρουμ για την εξεύρεση ιατρικού υλικού. Με πληροφόρησαν ότι η κλινική στην οποία έκανα τη δεύτερη δόση του εμβολίου της AstraZeneca πριν μια εβδομάδα, ξέμεινε από εμβόλια. Μόλις το 1,8% της χώρας έχει πλήρως εμβολιασθεί και κανείς δεν γνωρίζει πόσο χρόνο θα χρειαστεί για να παρασκευαστούν ή να εισαχθούν οι περίπου 2 δις δόσεις που αναμένονται στη χώρα.

Παρακολουθώντας άλλους ξένους ανταποκριτές να αρρωσταίνουν και να προσπαθούν να φύγουν από τη χώρα, με κάνουν να θέλω να παραμείνω πίσω από αυτές τις κλειδωμένες πόρτες, με τα φυτά και τα παιδιά μου. Οι συσκευές μπορεί να χαλάνε, όμως τα λαχανικά μας συνεχίζουν να έρχονται και το WiFi λειτουργεί. Μια μη-κυβερνητική οργάνωση στο Δελχί μετράει περισσότερους από 100 Ινδούς δημοσιογράφους που πέθαναν από τον κορονοϊό, 52 εξ αυτών αυτόν τον μήνα. Ο ηρωισμός τους μου επέτρεψε να διαβάσω για τις πυρές χωρίς να χρειαστεί να πάρω το ρίσκο να τις δω μόνος μου.

Αυτή η φρίκη έχει γίνει γνωστή στο εξωτερικό. Τα μηνύματα από φίλους πολύ μακριά που δεν έχω δει εδώ και χρόνια, με πείθουν γιαυτό. Ανησυχούν για εμας και είμαι πολύ ευτυχής που τους διαβεβαιώνω ότι οι τέσσερις μας είμαστε καλά, ανακουφισμένοι που συζητάμε για την κατάσταση από τη μικρή θέα της ταράτσας μου. Πιο εύκολο για τα νεύρα απ΄ ότι να χτυπάς την πόρτα του γείτονα για να ρωτήσεις αν ο κοινός φίλος παραμένει ζωντανός.

Ωστόσο, οι τηλεφωνικές συνομιλίες με πείθουν ότι κάτι έχει χαθεί στη μετάδοση. Οι φίλοι στην Ευρώπη, την Αμερική και την Απω Ανατολή ποτέ δεν κατάλαβαν πόσο διαφορετικό ήταν το προηγούμενο έτος εδώ στην Ινδία –γιαυτό δεν μπορούν να καταλάβουν πως είναι να νιώθεις αυτή τη μετωπική σύγκρουση με τον κάθετο τοίχο που αποκαλείται δεύτερο κύμα. Προσπαθώ να μεταφέρω το μήνυμα ότι δεν περνάμε κάποια κρίση σαν αυτή που πέρασαν η Βρετανία ή κάποιες αμερικανικές πολιτείες. Κοιτάξτε την εικόνα των γραφημάτων μας. Η πρώτη έξαρση ήταν τρομακτική αλλά εξαφανίσθηκε γρήγορα. Ο ιός εξαπλώθηκε παντού στη διάρκεια του 2020, παρά τα αυστηρά lockdowns και άλλες προσπάθειες συγκράτησης της πανδημίας.

Ερευνες θετικότητας που έγιναν σε μερικές πόλεις έδειξαν ότι οι πλειονότητες των μεγάλων πληθυσμών εκτέθηκαν στον κορονοϊό και ανέπτυξαν αντισώματα. Όμως, τα σώματα των Ινδών αντιστάθηκαν, ίσως όπως λένε λόγω της ανοσίας που αναπτύχθηκε στη διάρκεια αιώνων εν μέσω του μπαράζ των καθημερινών μικροβίων. Τα νοσοκομεία επίσης τα κατάφεραν και στο τέλος οι αίθουσες Covid-19 άδειασαν. Στις αρχές του 2021 λέγαμε ότι 150.000 Ινδοί πέθαναν. Συγκριτικά, τρείς φορές περισσότεροι πεθαίνουν από φυματίωση κάθε χρόνο. Η Ινδία έδωσε έναν ψεύτικο πόλεμο και από τύχη κέρδισε. Ξαφνικά, λιγότερο από τρείς εβδομάδες νωρίτερα, ο κόσμος μας αναποδογύρισε. Εχοντας λάβει επαίνους για την θεϊκή καλή τύχη του 2020, ο πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι θα επιδιώξει να βγάλει από πάνω του την ευθύνη για το δεύτερο κύμα, σαν ένα έργο θεού το οποίο καμιά προετοιμασία δεν θα μπορούσε να αποτρέψει ή να ελαχιστοποιήσει. Υπάρχουν πολλά που μπορούν να ειπωθούν για το τι θα μπορούσε να είχε γίνει. Όμως, πολλοί από εμάς νιώθουν σίγουροι ότι μια διαφορετική ασθένεια εμφανίσθηκε σε σχέση με αυτή που γνωρίσαμε πριν ένα χρόνο: την Covid-21 όπως αποκαλώ εγώ.

Τα γεγονότα στα οποία κάποιος θα μπορούσε να βασίσει την υπόθεση αυτή παραμένουν άπιαστα. Η διαθέσιμη γονιδιωματική ανάλυση δείχνει ότι το στέλεχος της ινδικής παράλλαξης του ιού Β.1.617 κυριαρχεί σε ορισμένες περιοχές της χώρας αλλά όχι στο Δελχί, όπου το στέλεχος Β.1.1.7 εξαπλώνεται σαν φωτιά. Η Ινδία άργησε στην ανάλυση των στοιχείων αφού κατάφερε να ανακοινώσει την έναρξη ερευνών τον Δεκέμβριο του 2020 και τη χρηματοδότηση του προγράμματος τον Μάρτιο.

Αυτό που είναι ξεκάθαρο στους πολιτικούς, σε αντίθεση με τα φέρετρα, είναι ότι ο Covid-21 είναι περισσότερο μεταδοτικός από τον περυσινό ιό. Ενας φίλος γιατρός λέει σε άλλον γιατρό ότι αυτό είναι ένα πολύ πιο μεταδοτικό στέλεχος του Covid-19 που συνήθως μόλυνε ένα μέλος μιας οικογένειας. Σήμερα μολύνει τους πάντες. Στην οικογένειά μας, στην Καλκούτα, 13 από τα 15 μέλη μιας οικογένειας μολύνθηκαν πριν εμφανίσουν συμπτώματα.

Οι μεταλλάξεις του ιού είναι εντυπωσιακές. Εχοντας εμβολιασθεί, είμαι ευαίσθητος στις ιστορίες ανθρώπων έχουν εμβολιασθεί και αρρωσταίνουν –που δεν θα μπορούσε να είναι πιο σύνηθες από τον κοινωνικό περίγυρό μου- και τελικά να πεθαίνουν. Τα εμβόλια σώζουν ζωές, αναμφίβολα. Οι θάνατοι ανάμεσα σε πλήρως εμβολιασμένους είναι σπάνιοι. Ακούω για φίλους, φίλων, φίλων, όπως το δύστυχο 25χρονο τεχνικό εργαστηρίου σε νοσοκομείο του οποίου ο καλύτερος φίλος διδάσκει γερμανικά μέσω Zoom.

Το οποίο μας φέρνει στο γεγονός ότι αυτή τη φορά οι νέοι άνθρωποι, ακόμη και παιδιά, αναπτύσσουν συμπτώματα. Οι νεότεροι ηλικιωμένοι αρρωσταίνουν πιο βαριά, κάτι που δεν συνέβαινε πέρυσι. Τελικά, όσοι άνθρωποι αρρώστησαν δύο φορές από τον κορονοϊό λένε ότι η νέα μόλυνση ήταν διαφορετική. Ο πυρετός έρχεται πιο γρήγορα ενώ είναι περισσότερο εύκολο να πάθεις πνευμονία.

Βουβή, θεία τύχη με τον Covid-19, και τώρα κακή τύχη με τον Covid-21, σαν ένα είδος τιμωρίας. Αυτό νιώθουμε όσοι έχουμε βρεθεί χωρίς πρόσβαση σε αξιόπιστη πληροφόρηση, αλλά εξαρτημένοι σε προσωπικές ιστορίες. Υποψιάζομαι ότι κάποια ημέρα μια βιοιατρική έρευνα ίσως αποδείξει ότι τα δύο είδη τύχης ήταν συνδεδεμένα, ωστόσο αυτό μάλλον θα χρειαστεί χρόνια.

Προς το παρόν, υπάρχει οργή. Ισως η κυβέρνηση του κ. Μόντι να πληρώσει το τίμημα για τα λάθη της και τον εφησυχασμό που έδειξε. Υποψιάζομαι ότι αυτό συνήθως εκφράζεται σαν ευσεβής πόθος, σε μια τραγική αναζήτηση μιας χρυσής ευκαιρίας. Αυτό θα ήταν μια διέξοδος για ανθρώπους σαν κι εμάς που έχουν το προνόμιο να κάθονται σπίτι και να σχεδιάζουν τη απόδραση, να κάνουν διάλειμμα από αυτά που μας απασχολούν κυρίως: τον φόβο και τη λύπη.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα