Σε τέλμα βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της ιταλικής κυβέρνησης και της διοίκησης της UniCredit με αφορμή τους όρους της συμφωνίας για την αγορά της προβληματικής Monte dei Paschi (MPS). Ωστόσο υπάρχει σημαντική πίεση και στις δύο πλευρές να μπορέσουν να καταλήξουν σε συμφωνία.

Η ιταλική κυβέρνηση «καίγεται» να… απαλλαχθεί από το βραχνά της προβληματικής τράπεζας που απειλεί το τραπεζικό σύστημα εδώ και χρόνια και άρα την οικονομία ευρύτερα. Δεν είναι τυχαίο ότι η περίπτωση της MPS θεωρείται από τα ξένα μέσα ως η επιτομή των προβλημάτων του ιταλικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Μονόδρομος η συμφωνία

Θυμίζουμε πως το ιταλικό κράτος ελέγχει το 64% της Monte, μετά το ύψους 5,4 δισ. ευρώ πακέτο διάσωσης που δρομολόγησε για να στηρίξει την παλαιότερη τράπεζα του κόσμου, το 2017. Με την τράπεζα να παραμένει σε κίνδυνο, με κεφαλαιουχικές ανάγκες που υπολογίζονται στα 2,5 δισ. ευρώ, κάτι που φάνηκε και από το γεγονός πως η Monte κατετάγη τελευταία στα φετινά ευρωπαϊκά stress tests, η λύση της πώλησης «επιλεγμένων τμημάτων» της MPS στην UniCredit έμοιαζε ιδανική.

Από την άλλη πλευρά η UniCredit δεν έχει πολλές επιλογές από το να επιζητήσει την επέκταση και ενδυνάμωση της, αν θέλει να γεφυρώσει το χάσμα που την χωρίζει από την Intesa Sanpaolo, το μερίδιο της οποίας πέρυσι στην ιταλική αγορά έφτασε να διπλασιαστεί σε σχέση με αυτό της UniCredit χάρη στην εξαγορά της μικρομεσαίας UBI.

Δεν είναι τυχαίο ότι η διοίκηση θα ήθελε για επικοινωνιακούς λόγους να έχει μια απόφαση και συμφωνία στα χέρια της πριν την συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου, την ερχόμενη Τετάρτη, 27 Οκτωβρίου, για την επικύρωση των τριμηνιαίων αποτελεσμάτων.

Παρόλ’ αυτά πηγές επιμένουν πως κάτι τέτοιο μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο και πως τα σημεία που τους χωρίζουν δεν αποκλείεται τελικά να οδηγήσουν στο αντίθετο αποτέλεσμα και την κατάρρευση των συνομιλιών που «τρέχουν» εδώ και τρεις μήνες.

Μεγάλες διαφορές 

Ένα από τα κυριότερα προβλήματα έχει να κάνει με το γεγονός πως η UniCredit, ξεκινώντας τις συνομιλίες, έθεσε ως «κόκκινη γραμμή» πως η κεφαλαιοποίηση της θα μείνει ανέπαφη, ενώ μάλιστα στοχεύει σε κέρδη ανά μετοχή ύψους 10%. Για το λόγο αυτό εξάλλου το ενδιαφέρον της επικεντρωνόταν σε επιλεγμένα τμήματα της MPS, τα πιο υγιή. Επίσης είχε ξεκαθαρίσει πως δεν θα πληρώσει ούτε… ευρώ για διακανονισμούς που έχουν να κάνουν με περικοπές και αποζημιώσεις εργαζομένων. Υπολογίζεται πως περίπου 7.000 εργαζόμενοι πρέπει να μπουν σε πρόγραμμα εθελούσιας αποχώρησης.

Αναλυτές τοποθετούν το κόστος αυτό σε πάνω από 1,4 δισ. ευρώ και σε συνδυασμό με έτερες κεφαλαιουχικές ανάγκες ξεπερνά τα 3,5 δισ. ευρώ, χρήματα που καμία πλευρά  δεν θέλει να αναλάβει.

Η κυβέρνηση, η οποία έχει ήδη πληρώσει 5,4 δισ. για να κρατήσει την τράπεζα ζωντανή, γνωρίζει πως περαιτέρω επιβάρυνση των φορολογουμένων θα προκαλέσει κοινωνική έκρηξη, αλλά και αντιδράσεις στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού. Στους κόλπους του συνασπισμού του Μάριο Ντράγκι υπάρχει, εξάλλου, και δυσφορία για τυχόν απώλειες θέσεων εργασίας. Σημειωτέον δε, πως οι αρχές έχουν υποσχεθεί στην UniCredit και φοροαπαλλαγές ύψους περίπου 2 δισ. ευρώ στο πλαίσιο της συγχώνευσης.

Από την άλλη πλευρά, ο επικεφαλής της UniCredit (και προερχόμενος από την UBS) Αντρέα Ορσέλ βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, όχι μόνο να μην επιβαρύνει την τράπεζα με νέες υποχρεώσεις, αλλά να αυξήσει άμεσα τα έσοδα και τα κέρδη. Ανέλαβε καθήκοντα τον περασμένο Ιανουάριο, σε μια δύσκολη συγκυρία και έκρινε πως μέσα από επεκτατικές κινήσεις θα επιταχύνει την επιθυμητή αναπτυξιακή πορεία της τράπεζας. Αν το deal αποτύχει, θα χρεωθεί το φιάσκο επιβαρύνοντας τη θέση του αλλά και τη θέση της τράπεζας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή