Στις 24 Φεβρουαρίου, την ημέρα που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είχε προειδοποιήσει ότι «ανεξάρτητα από το ποιοι προσπαθούν να σταθούν εμπόδιο στον δρόμο μας ή πολύ περισσότερο να δημιουργήσουν απειλές για τη χώρα μας και τον λαό μας, πρέπει να γνωρίζουν ότι η Ρωσία θα απαντήσει αμέσως, και οι συνέπειες θα είναι τέτοιες που δεν έχετε ξαναδεί σε ολόκληρη την ιστορία σας».

Αυτό ερμηνεύτηκε ευρέως ως απειλή για χρήση πυρηνικών όπλων. Για όποιον αμφέβαλε, ο κ. Πούτιν τρεις ημέρες αργότερα έθεσε τις πυρηνικές του δυνάμεις σε «ειδική ετοιμότητα μάχης», αν και δεν εξήγησε τι σήμαινε αυτό στην πράξη. Οι πιθανότητες μιας κλιμακούμενης αντιπαράθεσης που θα οδηγήσει στη χρήση πυρηνικών όπλων στην Ευρώπη εξακολουθούν να είναι πολύ περιορισμένες. Αν ωστόσο η κατάσταση χειροτέρευε δραματικά, η Ρωσία θα έριχνε όντως πυρηνική βόμβα σε μια χώρα του ΝΑΤΟ; Θα χρησιμοποιούσε ένα τέτοιο όπλο εναντίον της Ουκρανίας; Κρίσιμα ερωτήματα που επιχειρεί να απαντήσει ο Economist γυρίζοντας πίσω στο χρόνο, στο σοβιετικό παρελθόν της χώρας.

Το πρώτο χτύπημα

Σήμερα η Ρωσία εκτιμάται ότι έχει 1.588 αναπτυγμένες πυρηνικές κεφαλές και 2.889 σε εφεδρεία, παρόμοιους αριθμούς με την Αμερική. Η Ρωσία θεωρείται επίσης ότι διαθέτει χιλιάδες μη στρατηγικά πυρηνικά όπλα, τα οποία προκαλούν πολύ λιγότερες καταστροφές σε σχέση με εκείνα που καταστρέφουν μια ολόκληρη πόλη και που τοποθετούνται ως κεφαλές σε διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους. Θεωρεί όμως αυτά τα όπλα ως μέσα αντιστάθμισης της δύναμης του ΝΑΤΟ στα προηγμένα συμβατικά όπλα.

Στις 26 Μαρτίου, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, αντιπρόεδρος του συμβουλίου εθνικής ασφάλειας της Ρωσίας (δεύτερος τη τάξει μετά τον κ. Πούτιν) και πρώην πρόεδρος της χώρας, αναφέρθηκε στο στρατιωτικό δόγμα της χώρας όταν εξέθεσε τις καταστάσεις που θα μπορούσαν να ωθήσουν τη Ρωσία να χρησιμοποιήσει αυτά τα όπλα. Μεταξύ άλλων μίλησε για «μια επιθετική ενέργεια […] εναντίον της Ρωσίας και των συμμάχων της, η οποία θα έθετε σε κίνδυνο την ύπαρξη της ίδιας της χώρας, ακόμη και χωρίς τη χρήση πυρηνικών όπλων». Το δόγμα καταρτίστηκε κυρίως με την επίβλεψη του Β. Πούτιν όταν ήταν επικεφαλής του συμβουλίου εθνικής ασφάλειας, το 1999, και στη συνέχεια πρωθυπουργός. Επιτρέπει την «πρωτιά» στη χρήση πυρηνικών όπλων, σε ορισμένες περιπτώσεις.

Για να κατανοήσουμε την πλήρη σημασία του, ωστόσο, είναι απαραίτητο να πάμε πιο πίσω, στην πυρηνική στάση της Σοβιετικής Ένωσης.

Για το μεγαλύτερο μέρος του Ψυχρού Πολέμου, η Σοβιετική Ένωση και οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν τα πυρηνικά όπλα ως τον απόλυτο αποτρεπτικό παράγοντα. Στοχευμένα κυρίως σε πόλεις, τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα ήταν τόσο καταστροφικά που η χρήση τους θεωρείτο σχεδόν αδιανόητη. Επισήμως, η Σοβιετική Ένωση αποκήρυξε την πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων το 1982.

Το κοινό δόγμα των δύο υπερδυνάμεων το οποίο εξασφάλιζε ότι κανένας από τους δύο δεν θα μπορούσε να κερδίσει έναν πυρηνικό πόλεμο, βασιζόταν στην αμοιβαία κατανόηση.

Χρονιά σταθμός το 1990

Χρονιά σταθμός ήταν το 1990 όπου αποκαλύφθηκε η υπεροχή των ΗΠΑ στα συμβατικά όπλα, κατά τη διάρκεια του πολέμου του Κόλπου. Ανίκανη να συμβαδίσει σε αυτή την πορεία η Ρωσία άρχισε να βασίζεται περισσότερο στις πυρηνικές της δυνάμεις. Απέφυγε τη μη-πρώτη χρήση το 1993, όταν ο στρατός της βρισκόταν σε χαμηλά επίπεδα. Το 2000, το αναθεωρημένο στρατιωτικό δόγμα της θεωρεί ότι ένα πυρηνικό χτύπημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον ενός αντιπάλου του οποίου οι συμβατικές δυνάμεις απειλούσαν να συντρίψουν τη συμβατική άμυνα της Ρωσίας. Θεωρητικά, αυτή η μεγαλύτερη εξάρτηση από τις πυρηνικές δυνάμεις ήταν απλώς προσωρινή, έως ότου η Ρωσία μπορούσε να ανταγωνιστεί τις συμβατικές δυνάμεις της Αμερικής.

Στην πράξη, ωστόσο, η Ρωσία δεν πρόλαβε να καλύψει το χαμένο έδαφος και οι αξιωματούχοι της πλέον μιλούν όλο και περισσότερο για χρήση των πυρηνικών τους δυνάμεων. Το 2009, ο διάδοχος του Πούτιν ως επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας είχε δηλώσει ότι η Ρωσία είχε την επιλογή να χρησιμοποιήσει περιορισμένα πυρηνικά πλήγματα εναντίον ενός επιτιθέμενου «χρησιμοποιώντας συμβατικά όπλα σε έναν ολοκληρωτικό, περιφερειακό ή ακόμη και τοπικό πόλεμο». Αναφέρθηκε επίσης σε «προληπτικά πυρηνικά χτυπήματα».

Έκτοτε, η Ρωσία έχει διευκρινίσει με μεγαλύτερη σαφήνεια τις συνθήκες υπό τις οποίες θα χρησιμοποιούσε πυρηνικά. Η πιο πρόσφατη έκδοση του στρατιωτικού της δόγματος (το 2010) τονίζει ότι θα μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει εναντίον ενός αντιπάλου με συμβατικές δυνάμεις «όταν απειλείται η ίδια η ύπαρξη του κράτους». Αυτό φαινόταν μια κάπως αυστηρότερη απαίτηση από το δόγμα του 2000 που επέτρεπε τη χρήση πυρηνικών «σε καταστάσεις κρίσιμες για την εθνική ασφάλεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας». Το 2020, η κυβέρνηση πρόσθεσε ότι «θεωρεί τα πυρηνικά όπλα αποκλειστικά ως μέσο αποτροπής» και ότι η Ρωσία υποτίθεται ότι θα τα χρησιμοποιούσε μόνο σε συγκρούσεις με άλλα κράτη με πυρηνικά όπλα.

Ωστόσο, η Ρωσία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα εναντίον του ΝΑΤΟ και να τηρήσει το γράμμα του στρατιωτικού της δόγματος. Το ΝΑΤΟ, τελικά, έχει πυρηνικά όπλα. Η Ρωσία λέει ότι οι δυτικές κυρώσεις για την υποστήριξη της Ουκρανίας συνιστούν «κήρυξη πολέμου» (οπότε το ΝΑΤΟ είναι ο επιτιθέμενος). Και ο κ. Πούτιν έχει επανειλημμένα ισχυριστεί ότι οι ΗΠΑ και η Δύση επιδιώκουν να καταστρέψουν τη Ρωσία (υποδηλώνοντας ότι η ύπαρξη του κράτους απειλείται). Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η Ρωσία μπορεί να χρησιμοποιήσει ακόμη και πυρηνικά όπλα εναντίον της Ουκρανίας, επειδή, αν και η χώρα αυτά δεν έχει πυρηνικά όπλα, η Ρωσία την κατηγόρησε (χωρίς στοιχεία) ότι κατασκεύασε μια «βρώμικη βόμβα» με πλουτώνιο.

Αν και η προοπτική η Ρωσία να αντιμετωπίσει μια συμβατική ήττα στην Ουκρανία θεωρείται απίθανη, ο κ. Πούτιν θα μπορούσε να αναγκαστεί να αποφασίσει εάν θα εφαρμόσει ή όχι το δόγμα του.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα
Γερμανία: Οι Σύροι πρόσφυγες σε προεκλογική «μέγγενη» – «1.000 ευρώ στο χέρι και δωρεάν πτήση για Συρία»
Επικαιρότητα |

Οι Σύροι πρόσφυγες σε προεκλογική «μέγγενη» - «1.000 ευρώ στο χέρι και δωρεάν πτήση για Συρία»

Παρά την επισφαλή κατάσταση στη μετά Άσαντ Συρία, Δεξιά και Ακροδεξιά στη Γερμανία υπερθεματίζουν προεκλογικά για την άμεση επιστροφή Σύρων προσφύγων, με φόντο την ευρωπαϊκή υποκρισία