Παρόλο που η Ρωσία έχει εισβάλει στην Ουκρανία, τρομοκρατεί αμάχους και έχει ισοπεδώσει τη Μαριούπολη, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ξοδέψει 44 δισεκατομμύρια ευρώ (46 δισεκατομμύρια δολάρια) για την αγορά πετρελαίου και φυσικού αερίου από αυτήν. Αυτό θα μπορούσε να αλλάξει. Στις 27 Απριλίου η Ρωσία ανακοίνωσε ότι σταμάτησε να προμηθεύει φυσικό αέριο στη Βουλγαρία και την Πολωνία, οι οποίες είχαν αρνηθεί το αίτημά της να πληρώσουν σε ρούβλια. Επειδή η ΕΕ μπορεί εύκολα να αγοράσει πετρέλαιοαπό αλλού, αλλά όχι φυσικό αέριο, η Ρωσία επιχειρεί να εκμεταλλευτεί αυτό το ευάλωτο σημείο της.

Η Ευρώπη εξετάζει πώς να απαντήσει. Ήδη ήταν υπό συζήτηση το ενδεχόμενο κυρώσεων στο ρωσικό πετρέλαιο. Αλλά φοβάται ότι έχει πιο αδύναμο χαρτί. Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς έχει πει ότι ένα εμπάργκο θα βύθιζε την Ευρώπη σε ύφεση χωρίς να κάνει πολλά για να βλάψει τον Βλαντιμίρ Πούτιν και την πολεμική του προσπάθεια. Το αέριο της Ρωσίας χρησιμοποιείται τόσο για τη θέρμανση κατοικιών όσο και για ηλεκτροδότηση εργοστασίων, και μεταξύ των μεγάλων οικονομιών της Ευρώπης η Γερμανία και η Ιταλία εξαρτώνται ιδιαίτερα από αυτό. Η πρόβλεψη του τι θα συνέβαινε χωρίς το ρωσικό αέριο είναι δύσκολη, γιατί εξαρτάται από το πόσο γρήγορα προσαρμόζονται οι αλυσίδες εφοδιασμού σε αυτή τη διαταραχή. Αισιόδοξοι ακαδημαϊκοί λένε ότι το αρχικό κόστος για την οικονομία της Γερμανίας από ένα πλήρες ενεργειακό εμπάργκο θα μπορούσε να είναι μόλις 0,5% απώλειας ΑΕΠ. Η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας τοποθετεί την απώλεια στο 5% του ΑΕΠ.

Αν και ο κ. Σολτς έχει δίκιο στο ότι οι ενεργειακές κυρώσεις θα ήταν δαπανηρές, υποτιμά τη ζημιά που θα προκαλούσαν στο Κρεμλίνο. Λέει ότι η Ρωσία πιθανότατα δεν μπορεί να ξοδέψει το συνάλλαγμα που κερδίζει από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, επειδή το χρηματοπιστωτικό της σύστημα έχει αποκοπεί από μεγάλο μέρος του πλανήτη. Υπάρχουν κάποια στοιχεία για αυτό. Η Νότια Κορέα έχει επίκαιρα εμπορικά στοιχεία και συμμετέχει σε κυρώσεις: τον Μάρτιο οι εξαγωγές της στη Ρωσία μειώθηκαν κατά 63%. Με τα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας παγωμένα, η Ρωσία έπρεπε να επιβάλει capital controls και να αυξήσει τα επιτόκια για να στηρίξει το ρούβλι.

Ωστόσο, τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, της Ινδίας και του μεγαλύτερου μέρους της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, συνεχίζουν να συναλλάσσονται ελεύθερα με τη Ρωσία. Δεν υπάρχουν δευτερεύουσες κυρώσεις, οι οποίες θα τιμωρούσαν οποιονδήποτε συναλλάσσεται με τη Ρωσία. Ορισμένες ρωσικές τράπεζες μπορούν ακόμα να συναλλάσσονται με τη Δύση. Ως αποτέλεσμα, ακόμη και με την κεντρική της τράπεζα υπό κυρώσεις, είναι πιθανό η Ρωσία να χρησιμοποιεί δημιουργικά το πρόσφατα αποκτηθέν σκληρό νόμισμα από την πώληση ενέργειας, πράγμα που μπορεί να συμπεριλαμβάνει την αγορά όπλων. Χρειάζεται να τοποθετήσει μόνο αρκετούς χρηματοοικονομικούς ενδιάμεσους μεταξύ των συναλλαγών της και εκείνων που πραγματοποιούνται στη Νέα Υόρκη ή τη Φρανκφούρτη.

Παρόλο που η Ρωσία έχει εισβάλει στην Ουκρανία, τρομοκρατεί αμάχους και έχει ισοπεδώσει τη Μαριούπολη, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ξοδέψει 44 δισεκατομμύρια ευρώ (46 δισεκατομμύρια δολάρια) για την αγορά πετρελαίου και φυσικού αερίου από αυτήν. Αυτό θα μπορούσε να αλλάξει. Στις 27 Απριλίου η Ρωσία ανακοίνωσε ότι σταμάτησε να προμηθεύει φυσικό αέριο στη Βουλγαρία και την Πολωνία, οι οποίες είχαν αρνηθεί το αίτημά της να πληρώσουν σε ρούβλια. Επειδή η ΕΕ μπορεί εύκολα να αγοράσει πετρέλαιο, αλλά όχι φυσικό αέριο, από αλλού, η Ρωσία επιχειρεί να εκμεταλλευτεί αυτό το ευάλωτο σημείο της.

Η Ευρώπη εξετάζει πώς να απαντήσει. Ήδη ήταν υπό συζήτηση το ενδεχόμενο κυρώσεων στο ρωσικό πετρέλαιο. Αλλά φοβάται ότι έχει πιο αδύναμο χαρτί. Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς έχει πει ότι ένα εμπάργκο θα βύθιζε την Ευρώπη σε ύφεση χωρίς να κάνει πολλά για να βλάψει τον Βλαντιμίρ Πούτιν και την πολεμική του προσπάθεια. Το αέριο της Ρωσίας χρησιμοποιείται τόσο για τη θέρμανση κατοικιών όσο και για ηλεκτροδότηση εργοστασίων, και μεταξύ των μεγάλων οικονομιών της Ευρώπης η Γερμανία και η Ιταλία εξαρτώνται ιδιαίτερα από αυτό. Η πρόβλεψη του τι θα συνέβαινε χωρίς το ρωσικό αέριο είναι δύσκολη, γιατί εξαρτάται από το πόσο γρήγορα προσαρμόζονται οι αλυσίδες εφοδιασμού σε αυτή τη διαταραχή. Αισιόδοξοι ακαδημαϊκοί λένε ότι το αρχικό κόστος για την οικονομία της Γερμανίας από ένα πλήρες ενεργειακό εμπάργκο θα μπορούσε να είναι μόλις 0,5% απώλειας ΑΕΠ. Η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας τοποθετεί την απώλεια στο 5% του ΑΕΠ.

Αν και ο κ. Σολτς έχει δίκιο στο ότι οι ενεργειακές κυρώσεις θα ήταν δαπανηρές, υποτιμά τη ζημιά που θα προκαλούσαν στο Κρεμλίνο. Λέει ότι η Ρωσία πιθανότατα δεν μπορεί να ξοδέψει το συνάλλαγμα που κερδίζει από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, επειδή το χρηματοπιστωτικό της σύστημα έχει αποκοπεί από μεγάλο μέρος του πλανήτη. Υπάρχουν κάποια στοιχεία για αυτό. Η Νότια Κορέα έχει επίκαιρα εμπορικά στοιχεία και συμμετέχει σε κυρώσεις: τον Μάρτιο οι εξαγωγές της στη Ρωσία μειώθηκαν κατά 63%. Με τα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας παγωμένα, η Ρωσία έπρεπε να επιβάλει capital controls και να αυξήσει τα επιτόκια για να στηρίξει το ρούβλι.

Ωστόσο, τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, της Ινδίας και του μεγαλύτερου μέρους της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, συνεχίζουν να συναλλάσσονται ελεύθερα με τη Ρωσία. Δεν υπάρχουν δευτερεύουσες κυρώσεις, οι οποίες θα τιμωρούσαν οποιονδήποτε συναλλάσσεται με τη Ρωσία. Ορισμένες ρωσικές τράπεζες μπορούν ακόμα να συναλλάσσονται με τη Δύση. Ως αποτέλεσμα, ακόμη και με την κεντρική της τράπεζα υπό κυρώσεις, είναι πιθανό η Ρωσία να χρησιμοποιεί δημιουργικά το πρόσφατα αποκτηθέν σκληρό νόμισμα από την πώληση ενέργειας, πράγμα που μπορεί να συμπεριλαμβάνει την αγορά όπλων. Χρειάζεται να τοποθετήσει μόνο αρκετούς χρηματοοικονομικούς ενδιάμεσους μεταξύ των συναλλαγών της και εκείνων που πραγματοποιούνται στη Νέα Υόρκη ή τη Φρανκφούρτη.

Επομένως, ισχύει η υπόθεση για τη μείωση της ροής μετρητών στα ταμεία του κ. Πούτιν. Και αυτό είναι αρκετό για να δικαιολογήσει το οικονομικό κόστος που συνεπάγεται. Το 2020 τα κράτη μέλη της ΕΕ εφάρμοσαν lockdown που προκάλεσε συρρίκνωση του ετήσιου ΑΕΠ κατά σχεδόν 6% προκειμένου να επιβραδυνθεί η εξάπλωση του Covid-19. Η διακοπή της χρηματοδότησης σε έναν εισβολέα που θα απειλούσε να μετατρέψει μια υποτιθέμενη επιτυχία στην Ουκρανία σε επιθετικότητα εναντίον άλλων ευρωπαϊκών χωρών είναι ηθικά ορθή και στρατηγικά επιθυμητή.

Επιπλέον, ο σχεδιασμός των κυρώσεων θα μπορούσε να μειώσει το οικονομικό τους κόστος. Μια ιδέα είναι να επιβληθούν υψηλοί δασμοί στη ρωσική ενέργεια, αντί να απαγορευθεί εντελώς. Για να συνεχίσει να πουλάει, η Ρωσία θα χρειαστεί πιθανώς να μειώσει τις τιμές, ώστε το πετρέλαιο της να παραμείνει ανταγωνιστικό σε σχέση με εκείνο άλλων χωρών. (Το να ανακατευθύνει όλο το πετρέλαιό της σε άλλες αγορές θα ήταν μια τεράστια υλικοτεχνική πρόκληση.) Μια υψηλή δασμολόγηση θα μπορούσε στην πραγματικότητα να δεσμεύσει κάποια από τα κέρδη της Ρωσίας από το πετρέλαιο χωρίς να διαταράξει την προσφορά. Οι συνέπειες για τις τιμές του φυσικού αερίου είναι πιο δύσκολο να προβλεφθούν. Αλλά επειδή όσο δύσκολο είναι για την Ευρώπη να βρει εναλλακτικούς προμηθευτές άλλο τόσο είναι για την Ρωσία να μετακινήσει τους αγωγούς φυσικού αερίου, οπότε πιθανότατα θα απορροφούσε τουλάχιστον μέρος των δασμών.

Σε κάθε περίπτωση, η ανάληψη δράσης μπορεί να προκαλέσει τον κ. Πούτιν να μειώσει περαιτέρω τις προμήθειες. Εάν οι δασμοί μεταμορφωθούν σε εμπάργκο, ας είναι. Θα γινόταν πιο δύσκολο για την Ρωσία να συντηρεί τον πόλεμο – και τις επόμενες δεκαετίες η Ευρώπη θα ήταν πιο ασφαλής.

Επομένως, ισχύει η υπόθεση για τη μείωση της ροής μετρητών στα ταμεία του κ. Πούτιν. Και αυτό είναι αρκετό για να δικαιολογήσει το οικονομικό κόστος που συνεπάγεται. Το 2020 τα κράτη μέλη της ΕΕ εφάρμοσαν lockdown που προκάλεσε συρρίκνωση του ετήσιου ΑΕΠ κατά σχεδόν 6% προκειμένου να επιβραδυνθεί η εξάπλωση του Covid-19. Η διακοπή της χρηματοδότησης σε έναν εισβολέα που θα απειλούσε να μετατρέψει μια υποτιθέμενη επιτυχία στην Ουκρανία σε επιθετικότητα εναντίον άλλων ευρωπαϊκών χωρών είναι ηθικά ορθή και στρατηγικά επιθυμητή.

Επιπλέον, ο σχεδιασμός των κυρώσεων θα μπορούσε να μειώσει το οικονομικό τους κόστος. Μια ιδέα είναι να επιβληθούν υψηλοί δασμοί στη ρωσική ενέργεια, αντί να απαγορευθεί εντελώς. Για να συνεχίσει να πουλάει, η Ρωσία θα χρειαστεί πιθανώς να μειώσει τις τιμές, ώστε το πετρέλαιο της να παραμείνει ανταγωνιστικό σε σχέση με εκείνο άλλων χωρών. (Το να ανακατευθύνει όλο το πετρέλαιό της σε άλλες αγορές θα ήταν μια τεράστια υλικοτεχνική πρόκληση.) Μια υψηλή δασμολόγηση θα μπορούσε στην πραγματικότητα να δεσμεύσει κάποια από τα κέρδη της Ρωσίας από το πετρέλαιο χωρίς να διαταράξει την προσφορά. Οι συνέπειες για τις τιμές του φυσικού αερίου είναι πιο δύσκολο να προβλεφθούν. Αλλά επειδή όσο δύσκολο είναι για την Ευρώπη να βρει εναλλακτικούς προμηθευτές άλλο τόσο είναι για την Ρωσία να μετακινήσει τους αγωγούς φυσικού αερίου, οπότε πιθανότατα θα απορροφούσε τουλάχιστον μέρος των δασμών.

Σε κάθε περίπτωση, η ανάληψη δράσης μπορεί να προκαλέσει τον κ. Πούτιν να μειώσει περαιτέρω τις προμήθειες. Εάν οι δασμοί μεταμορφωθούν σε εμπάργκο, ας είναι. Θα γινόταν πιο δύσκολο για την Ρωσία να συντηρεί τον πόλεμο – και τις επόμενες δεκαετίες η Ευρώπη θα ήταν πιο ασφαλής.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα