Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου, εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσοι έχουν εγκαταλείψει την πατρίδα τους.

Αρχικά όσοι εναντιώνονταν στον πόλεμο που κήρυξε η Ρωσία και στην πολιτική εν γένει του Κρεμλίνου. Έπειτα όσοι προτίμησαν να μην «εγκλωβιστούν» στις δυτικές κυρώσεις. Έπειτα ακολούθησε μια νέα, ακόμη πιο μαζική φυγή μετά την κήρυξη μερικής επιστράτευσης από τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν.

Το Κρεμλίνο διαψεύδει πληροφορίες ρωσικών ΜΜΕ ότι μόνο κατά το τελευταίο αυτό κύμα εξόδου μπορεί να έχει φτάσει το ένα εκατομμύριο ανθρώπους.

Όπως και να έχει, όσοι Ρώσοι εγκατέλειψαν το τελευταίο διάστημα τη χώρα τους δεν είχαν πολλές επιλογές. Η πρόσβαση στην Ευρώπη είχε πια δυσκολέψει δραματικά. Οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων για μακρινούς φιλόξενους για τους Ρώσους προορισμούς, όπως η Τουρκία και το Ντουμπάι, εκτοξεύτηκαν λόγω της τεράστιας ζήτησης στα ύψη.

Διαβάστε επίσης –  Η υποχώρηση στη Χερσώνα σηματοδοτεί αλλαγή στρατηγικής του Πούτιν

Η προσιτή εναλλακτική ήταν γειτονικές χώρες, όπου η είσοδος δεν προϋποθέτει την έκδοσης βίζας. Κάπως έτσι λοιπόν η γειτονική Γεωργία έγινε ξαφνικά εξαιρετικά δελεαστικός και προσφιλής προορισμός. Κι ας ήταν προ 14ετιας σε πόλεμο με τη Ρωσία, που έκτοτε παραμένει «παγωμένος».

Ματωμένη προϊστορία

Η πρώην σοβιετική δημοκρατία των 3,7 εκατομμυρίων κατοίκων και γενέτειρα του Ιωσήφ Στάλιν έχει περάσει μεγάλο μέρος της σύγχρονης ιστορίας της προσπαθώντας να απομακρυνθεί από τη Μόσχα και να έρθει πιο κοντά στη Δύση.

Διαβάστε επίσης: Πόλεμος στην Ουκρανία: Γιατί η οπισθοχώρηση του Πούτιν από τη Χερσώνα ίσως είναι η πιο ταπεινωτική του ήττα

Το 2003 βίωσε την φιλοδυτική «επανάσταση των ρόδων» που τελικά… «μαράθηκε», με διάψευση των προσδοκιών για έξοδο από τη μετασοβιετική ένδεια και την ενδημική διαφθορά.

Η διάδοχη κατάσταση μετά την απομάκρυνση από την εξουσία του Έντβαρντ Σεβαρντνάτζε και την αντικατάστασή του από τον Γεωργιανο-ουκρανό και «αγαπημένο παιδί» της Δύσης, Μιχαήλ Σαακασβίλι, οδήγησε μεν τη χώρα στο «κατώφλι» του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, δεν έφερε ωστόσο την υποσχόμενη πολιτικο-οικονομική «άνοιξη».

Οδήγησε δε στον πόλεμο της Γεωργίας: μια ένοπλη σύγκρουση τον Αύγουστο του 2008, που κράτησε επί της ουσίας δέκα ημέρες, με «θρυαλλίδα» τις de facto αποσχισθείσες περιοχές της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας και την είσοδο στον πόλεμο, στο πλευρό των δύο τελευταίων, της Ρωσίας.

Η σύγκρουση τερματίστηκε με την αποχώρηση των γεωργιανών και των ρωσικών δυνάμεων από τη γραμμή επαφής (αν και η Ρωσία δεν έβγαλε επί της ουσίας ποτέ τα στρατεύματά της από την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία) και την αναγνώριση από τη Μόσχα της ανεξαρτησίας των δύο περιοχών, που η διεθνής κοινότητα αναγνωρίζει μέχρι και σήμερα ως τμήμα της επικράτειας της Γεωργίας.

Εκείνος ο πόλεμος χαρακτηρίστηκε ο πρώτος του 21ου αιώνα στην Ευρώπη και πλέον θεωρείται «πρελούδιο» αυτού που σήμερα μαίνεται στα εδάφη της Ουκρανίας. Άφησε δε βαθιά «τραύματα» στην εθνική και συλλογική συνείδηση των Γεωργιανών, που σήμερα καλούνται να διαχειριστούν ένα κύμα Ρώσων μεταναστών και μια στρεβλή κατάσταση.

Αναγκαστική υποδοχή, νέα δεδομένα

Η Γεωργία έχει καταδικάσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Δεν έχει ωστόσο ευθυγραμμιστεί με τη Δύση και στην επιβολή κυρώσεων.

Επιχειρώντας να κρατήσει λεπτές ισορροπίες, η ηγεσία της Τιφλίδας διατήρησε την πολιτική εισόδου χωρίς βίζα για τους Ρώσους υπηκόους, που έχουν αυτόματα δικαίωμα διαμονής ενός έτους.

Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι έφτασαν σε αριθμό τους 112.000 μέσα στο τρέχον έτος, πολλοί ιδρύοντας στη γειτονική χώρα νέες εταιρείες, κυρίως στον τεχνολογικό τομέα.

Για πολλούς Γεωργιανούς ωστόσο το σκηνικό αυτό -με Ρώσους να αναζητούν ασφαλές καταφύγιο σε μια χώρα που η Μόσχα είχε κηρύξει πριν από λίγο χρόνια τον πόλεμο- φαντάζει το λιγότερο σουρεαλιστικό.

Σε μέρος του πληθυσμού έχει επίσης πυροδοτήσει ένα κύμα αμφισβήτησης, συχνά με συνομωσιολογικές έως και ρατσιστικές τάσεις.

Η θεωρία είναι ότι, σε αντίθεση με όσους έφυγαν για ιδεολογικούς λόγους από τη Ρωσία με την κήρυξη του πολέμου στην Ουκρανία -μάλιστα συμμετέχοντας σε διαδηλώσεις την Τιφλίδα κατά του Κρεμλίνου- το νέο κύμα είναι περισσότερο… οπορτουνιστικό και, κατά συνέπεια, πιο επίφοβο.

Κατά την κοινή λογική, έφυγαν από την πατρίδα τους για να μην επιστρατευτούν και πεθάνουν στα μέτωπα ενός πολέμου, στον οποίο τελικά εξέφρασαν όψιμα και ιδιοτελώς την αντίθεσή τους.

Το κλίμα καχυποψίας προϋπήρχε πάντως της μερικής επιστράτευσης στη Ρωσία. Δημοσκόπηση του περασμένου Αυγούστου από το Εθνικό Δημοκρατικό Ινστιτούτο, μια αμερικανική ΜΚΟ, έδειξε ότι η πλειοψηφία των Γεωργιανών πιστεύει ότι η Ρωσία δρα για να διαλύσει τη χώρα τους. Το 76% πιστεύει ότι η Ρωσία αποτελεί σημαντική απειλή για τους γείτονές της.

Οι μαζικές αυξήσεις Ρώσων μεταναστών -συνήθως με… κομπόδεμα- έχουν οδηγήσει εν τω μεταξύ σε άνοδο τις τιμές των ενοικίων στην Τιφλίδα έως και κατά 80%, προκαλώντας μια πρωτόγνωρη στεγαστική κρίση.

Πλέον τα συνθήματα με σπρέι σε τοίχους στην γεωργιανή πρωτεύουσα που καλούν τους Ρώσους να «πάνε σπίτι τους» έχουν αρχίσει να πληθαίνουν.

Εθνικισμός vs οικονομίας

Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, είναι κυρίως λόγω των αυξημένων αφίξεων Ρώσων μεταναστών που η Γεωργία αναμένεται να καταγράψει φέτος ένα τεράστιο αναπτυξιακό άλμα, της τάξης του 10%. Κινητήριος δύναμη είναι οι δείκτες κατανάλωσης.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αυτή η μικρή οικονομία των 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων θα ξεπεράσει σε επιδόσεις άλλες αναδυόμενες οικονομίες όπως για παράδειγμα το Βιετνάμ ή ακόμη και εξαγωγείς πετρελαίου, όπως το Κουβέιτ.

Τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζα της Γεωργίας δείχνουν ότι μόνο μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου στη χώρα εισέρρευσαν πάνω από 1 δισεκατομμύρια δολάρια σε συνάλλαγμα: αριθμός πενταπλάσιος από το αντίστοιχο διάστημα του 2021.

Το αποτέλεσμα ήταν το εθνικό νόμισμα, το γεωργιανό λάρι, να ενισχυθεί σε υψηλό τριετίας. Οι δε νέες αφίξεις έχουν αρχίσει να αντιμετωπίζονται από τον εγχώριο επιχειρηματικό κόσμο ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να καλυφθούν σημαντικά κενά στην εθνική οικονομία, προκειμένου να αποκτήσει μια ώθηση που αναζητεί εδώ και δεκαετίες.

Πολλοί ωστόσο δηλώνουν τώρα ανήσυχοι για τη διάρκεια του φαινομένου και για το ενδεχόμενο τα οφέλη στην ανάπτυξη να είναι βραχύβια.

Κάτι που εν ολίγοις θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια της παραμονής των νεοεισερχομένων, τον βαθμό ενσωμάτωσής τους στην τοπική κοινωνία και οικονομία και, κατά πάσα πιθανότητα, στην εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Αντίθετες τάσεις

Υπό την προειδοποίηση ότι η αναπτυξιακή «έκρηξη» κινδυνεύει να μην έχει διάρκεια, οικονομολόγοι καλούν την κυβέρνηση να αδράξει την ευκαιρία, συγκεντρώνοντας συνάλλαγμα και δίνοντας κίνητρα που θα εξασφαλίσουν με τη σειρά τους σταθερά φορολογικά έσοδα για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους.

Μόλις την περασμένη Δευτέρα εν τω μεταξύ η Γεωργία κατέληξε σε προκαταρκτική συμφωνία με το ΔΝΤ για την εκταμίευση 30 εκατομμυρίων δολαρίων, με τον επικεφαλής της αποστολής, Τζέιμς Τζον, να υπογραμμίζει την ενίσχυση της οικονομικής παραγωγής και των δημοσιονομικών εσόδων από τον τουρισμό και την αύξηση της μετανάστευσης, των χρηματοοικονομικών εισροών (η εθνική οικονομία εξαρτάται και από τα εμβάσματα από τους πολίτες της που εργάζονται στη Ρωσία), καθώς και του διαμετακομιστικού εμπορίου μέσω της Γεωργίας.

Το θέμα των Ρώσων μεταναστών πυροδοτεί ωστόσο παράλληλα πολιτικές εντάσεις. O νυν πρωθυπουργός και πρώην στέλεχος επιχειρήσεων, Ιρακλί Γκαριμπασβίλι,  διατρανώνει ότι η κυβέρνησή του προστατεύει τα «εθνικά συμφέροντα».

Όμως η αντιπολίτευση κατηγορεί το κυβερνών κόμμα «Γεωργιανό Όνειρο» -με ιδρυτή έναν ολιγάρχη που έκανε περιουσία στη Ρωσία τη δεκαετία του ‘90- ότι απομακρύνει τη χώρα από τη Δύση. Εκφράζει μάλιστα ανησυχία για την εθνική ασφάλεια με την πολιτική ανοιχτών συνόρων με τη Ρωσία.

Η δε Γαλλο-γεωργιανή πρόεδρος Σαλομέ Ζουραμπισβίλι προτείνει την αναθεώρηση των κανόνων έκδοσης βίζας με τη Ρωσία. Όμως αυτό είναι μόνο ένα από τα θέματα που καλείται να διαχειριστεί η Τιφλίδα.

«Η Γεωργία αγωνίστηκε να τερματίσει το καθεστώς της ως ρωσικής αποικίας, αλλά εξακολουθεί να θεωρείται από πολλούς Ρώσους ως εξοχική κατοικία, η πίσω αυλή τους, ένα ηλιόλουστο μέρος όπου οι συμπαθείς γείτονες μιλούν συχνά ρωσικά, αν και με αστεία προφορά», γράφει σε άρθρο γνώμης στον Guardian o Γεωργιανός θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος Νταβίτ Γκαμπούνια.

Τώρα η χώρα του, αναφέρει, «αντιμετωπίζει μια κρίσιμη επιλογή»: πρέπει να συμμορφωθεί με απαιτητικά κριτήρια για να αποκτήσει το καθεστώς υποψήφιας χώρας στην ΕΕ».

Σε αντίθεση με την Ουκρανία και τη γειτονική της Μολδαβία, που εξασφάλισαν αυτό το καθεστώς στην ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής του Ιουνίου, η Γεωργία ενημερώθηκε ότι θα πρέπει πρώτα να εκπληρώσει ορισμένες προϋποθέσεις.

Αυτές, όπως επανέλαβε πρόσφατα ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ, περιλαμβάνουν μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως το κράτος δικαίου, η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και η ελευθερία των ΜΜΕ.

Πηγή: in.gr

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα