Τα τελευταία χρόνια η άνοδος του λαϊκισμού έχει φέρει με πολλούς τρόπους το ζήτημα της ανθρώπινης ταυτότητας στο πολιτικό προσκήνιο. Είτε θετικά, δηλαδή μέσα από την εξάπλωση στις δυτικές κυρίως δημοκρατίες του ζητήματος της υπεράσπισης του δικαιώματος ταυτότητας των επιμέρους κοινωνικών ομάδων (φυλετικές είτε βάσει του φύλου ή των σεξουαλικών προτιμήσεων), είτε αρνητικά, στη λογική του αισθήματος ανασφάλειας της απειλούμενης κοινωνικοφυλετικής πλειοψηφίας μιας χώρας, προκαλούνται πολιτικές αναταράξεις κι αναπροσαρμογές. Οταν δημιουργούνται έντονες κινήσεις για θετικό δικαιωματισμό και ζήτημα κοινωνικών ταυτοτήτων μειοψηφιών, προκαλούνται συνήθως αντιδράσεις της παραδοσιακά μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών με αφορμή τον φόβο της περιθωριοποίησης ή της παράκαμψης. Οι φιλελεύθερες άρχουσες τάξεις κατηγορούνται για περιφρόνηση των ευαισθησιών κι ανησυχιών των λαϊκότερων στρωμάτων και για έναν εξεζητημένο κοσμοπολιτισμό.

Δημιουργείται μια αίσθηση αποξένωσης της πολιτικής ελίτ της χώρας από τα πραγματικά προβλήματα των απλών ανθρώπων που εστιάζονται συνήθως πέραν από τα θέματα οικονομικής επιβίωσης κι ευημερίας σε ζητήματα σεβασμού παραδοσιακών κοινωνικών και ηθικών αξιών και σε θέματα πατριωτικής υπεράσπισης της εθνικής ταυτότητας και συνοχής. Η βασική αιτία της ανόδου των ακραίων λαϊκιστών στην εξουσία ή κοντά στην κορυφή της πολιτικής ιεραρχίας δεν είναι τόσο η οικονομική δυσπραγία αλλά η αίσθηση περιφρόνησης των εθνικών λαϊκών ανησυχιών από τις ελίτ των μεγάλων αστικών κέντρων κι από τη φροντίδα που το πολιτικό σύστημα δείχνει να προσφέρει σε μετανάστες και σε μειονοτικές ή περιθωριακές κοινωνικές ομάδες.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα λαϊκής αντίδρασης στην κρίση ταυτότητας με έντονα στοιχεία εθνικής ανασφάλειας φάνηκαν στις ΗΠΑ με την εκλογή Τραμπ στην προεδρία. Με συνθήματα για έξοδο της Αμερικής από την παρακμή («make America great again») και χάιδεμα των αφτιών της λευκής – ακόμα – πλειοψηφίας με υποσχέσεις για αποκατάσταση του μειωμένου, κατά τη γνώμη τους, κοινωνικού τους στάτους και την επανεκκίνηση των κλονισμένων από την κρίση και τον ασιατικό ανταγωνισμό βιομηχανικών επιχειρήσεων των μεσοδυτικών κυρίως πολιτειών, ο Τραμπ κινητοποίησε μεγάλες μάζες αρσενικών κυρίως λευκών κάτω από το λάβαρο μιας στιβαρής ηγεσίας.

Στο εξαιρετικό τους βιβλίο «Social Identity» (Princeton, 2018) οι καθηγητές John Sides, Michael Tesler και Lynn Vavreck διαπίστωσαν πως ο λόγος που οι περισσότεροι Αμερικανοί ψήφισαν τον Τραμπ δεν ήταν η άσχημη οικονομική τους κατάσταση και πως είχαν χαθεί οι δουλειές τους, αλλά πως τις είχαν χάσει λόγω των μειονοτήτων! «Οι διακρίσεις κατά των λευκών είχαν γίνει εξίσου μεγάλο πρόβλημα όπως οι διακρίσεις κατά των μαύρων», πίστευαν τα δύο τρίτα του εκλογικού σώματος. Κάτι που έκαναν και ο Μπολσονάρο στη Βραζιλία, ο Ορμπαν στην Ουγγαρία, ο Ντουτέρτε στις Φιλιππίνες και πολλοί άλλοι αλλού, σχεδόν πάντα με επιτυχία.

Η υπόσχεση δυναμικών λύσεων, και έξω από τα συνήθη της αμερικανικής πολιτικής, ήταν που συγκίνησε τους εκλογείς που προτίμησαν τον Τραμπ. Επιθετικός στα ζητήματα μετανάστευσης, θρησκείας και διατήρησης φυλετικής ομοιογένειας, ο Τραμπ έδειξε αποφασισμένος να σπάσει τα ταμπού. Τα λαϊκά στρώματα στράφηκαν εναντίον της φιλελεύθερης ελίτ επιλέγοντας ένα πρόσωπο αποφασισμένο να κάμψει τους κανόνες προκειμένου να υπηρετήσει τα συμφέροντα και τις πεποιθήσεις τους.

Αυτό που είναι κρίσιμο να καταλάβει κάποιος από τα εκλογικά αποτελέσματα που φέρνουν στην εξουσία ηγέτες ή κόμματα έτοιμα να παραβιάσουν πατροπαράδοτους ηθικούς κανόνες είναι το εξής: όταν χάνεται η εμπιστοσύνη στην αντικειμενικότητα και στη δικαιοσύνη του συστήματος και, κυρίως, όταν κατοχυρωθεί με μέτρα ιδιαίτερης προστασίας η πολιτική επιρροή και ισχύς των μειοψηφιών, τότε θα αρχίσει να κλονίζεται η πίστη στη δημοκρατία.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion