Συνέχιση της ακρίβειας για τουλάχιστον 2 ακόμη χρόνια δείχνει η ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες προκαλώντας ανησυχία. Όπως προκύπτει από τα όσα αναλύονται, ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο και το 2023, ενώ το 2024 αναμένεται να είναι σχεδόν διπλάσιο από το όριο που θέτει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Όπως προκύπτει, η ακρίβεια στην Ελλάδα αποκτά χαρακτηριστικά μονιμοποίησης, σε μια περίοδο που τα νοικοκυριά «βλέπουν» το πραγματικό τους εισόδημα να πέφτει στα τάρταρα.

Με βάση τα όσα προβλέπει η ΤτΕ, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή από 9,4% φέτος σε μέσα επίπεδα, θα κατεβάσει ταχύτητα στο 5,8% το 2023 και περαιτέρω στο 3,6% το 2024 κυρίως λόγω της εκτιμώμενης αποκλιμάκωσης των τιμών της ενέργειας, αλλά και της αρνητικής επίδρασης της βάσης σύγκρισης. Με άλλα λόγια, κατά τα επόμενα δύο χρόνια αναμένεται να συνεχίσουν να πλήττουν την ελληνική οικονομομία.

Το «ντόμινο» στα τρόφιμα

Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά τα στοιχεία εντεκαμήνου τα οποία ενσωματώνονται στην έκθεση της ΤτΕ αναδεικνύουν «ντόμινο» μεγάλων αυξήσεων σε βασικά είδη διατροφής, οι οποίες έρχονται να προκαλέσουν και τη μεγάλη κοινωνική αντίδραση η οποία αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις. Με βάση τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η ομάδα «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά», σημειώνει συνεχείς ανόδους για 18 μήνες.

Για τον μήνα Νοέμβριο, αυξήσεις 25,3% σημειώθηκαν στα γαλακτοκομικά, 20,4% στα έλαια, 18,7% στο ψωμί, 16,7% στα κρέατα, 12,6% στα λαχανικά και 11,9% σε καφέ-κακάο-τσάι. Αύξηση 8,6% καταγράφουν η ζάχαρη και τα γλυκά, καθώς και τα αναψυκτικά-χυμοί σε ποσοστό 8,9%. Τα είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού εμφανίζουν αύξηση 16,7%, ενώ η ομάδα «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» αυξήθηκε κατά 15% σε σύγκριση με τον Νοέμβριο του 2021, δείγμα της μεγάλης ακρίβειας που πλήττει τους πολίτες.

Το market pass και το πλήγμα στα φτωχότερα στρώματα

Ερώτημα παραμένει το πώς θα εκλάβουν οι πολίτες την εφαρμογή του market pass, το οποίο ξεκινά τον Φεβρουάριο, την ώρα που παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι είναι πιθανό να προκαλέσει και νέα άνοδο τιμών στα τρόφιμα. Πάντως, κορυφαίο ζήτημα αποτελεί το γεγονός ότι οι τιμές στα είδη διατροφής πλήττουν τα φτωχότερα στρώματα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία. Το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής, μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 58,1% των δαπανών του, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 36,3%. Η σχετική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ δείχνει ότι για να φάνε, να στεγαστούν και να ντυθούν οι άνθρωποι χρειάζονται το 47% των χρημάτων τους.

Παράλληλα, τα νοικοκυριά δυσκολεύονται όλο και περισσότερο, με το 55% να δηλώνει ότι έχει μειώσει συνολικά τις αγορές σε είδη τροφίμων και είδη παντοπωλείου, σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ).Τα καταναλωτικά δάνεια και οι αγορές με δόσεις καταγράφουν αυξητική τάση, ενώ αρκετοί έχουν αναβάλει την πληρωμή λογαριασμών. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΕΛΚΑ, το 25% δηλώνει ότι έχει χρησιμοποιήσει χρήματα από τις αποταμιεύσεις του προκειμένου να καλύψει τις αγορές του. Το 20% έχει αναβάλει την πληρωμή λογαριασμών ή έχει προχωρήσει σε στάση πληρωμής των υποχρεώσεών του, ενώ το 10% έχει αυξήσει τη χρήση πιστωτικών καρτών για να καλύψει τις αγορές του.

Τεχνητή ύφεση για να μειωθεί ο πληθωρισμός

Αγωνία

Σε αυτό το πλαίσιο, η μεγάλη αγωνία, σύμφωνα με τα όσα καταγράφει η έκθεση της ΤτΕ των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής είναι διττή. Αφενός τα αναγκαία μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής να μην εχθρεύονται τη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής, ήτοι να συνεχίσουν να αυξάνονται τα επιτόκια. Επίσης, κατά την έκθεση, οι υφεσιακές πιέσεις πρέπει να αφεθούν να λειτουργήσουν σε βάρος του πληθωρισμού.  Επίσης, τονίζεται η κρισιμότητα αποφυγής ενός σπιράλ αυξήσεων τιμών – μισθών. Μέχρι τώρα, οι αυξήσεις μισθών στην Ελλάδα παραμένουν μετρημένες. Στο εννιάμηνο, η άνοδος των μέσων αμοιβών εργασίας ήταν μόλις 1,2%.

Η Τράπεζα της Ελλάδος σημειώνει πως η προβλεπόμενη αύξηση στον κατώτατο μισθό θα πρέπει να είναι τέτοια που να αντιστοιχεί στις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας ώστε να αποτραπεί μια φάση δευτερογενών πληθωριστικών πιέσεων τροφοδοτούμενη από την αύξηση των μισθών. Όσον αφορά τα μέτρα στήριξης, η ΤτΕ ζητά να είναι στοχευμένα, προσωρινού χαρακτήρα και εντός των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας.

Άλλες προβλέψεις

Σε κάθε περίπτωση, το βασικό ζήτημα είναι ότι ο πληθωρισμός θα παραμένει σε τέτοιο επίπεδο, ούως ώστε να συνεχίσει να δημιουργεί προβλήματα για πολλούς ακόμη μήνες, λειτουργώντας μάλιστα προσθετικά στα όσα ζει η κοινωνία. Άλλωστε, οι προβλέψεις είναι συγκεκριμένες. Η ελληνική κυβέρνηση εκτιμά πως στο σύνολο του έτους ο εναρμονισμένος πληθωρισμός θα αυξηθεί κατά 9,7% (έναντι πρόβλεψης για 8,8% άνοδο στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού). Ο Γενικός Δείκτης Τιμών αναμένεται πως θα αυξηθεί κατά 9,9%.

Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι τιμές θα διατηρηθούν σε ανοδική τροχιά το τρέχον έτος, στην περιοχή του 9,7%, λόγω κυρίως της έντονης ανόδου των τιμών στα ενεργειακά προϊόντα, αλλά και της καταναλωτικής ζήτησης. Για το 2023, και λαμβάνοντας υπόψη τις υποθέσεις και τις τάσεις που διαμορφώνουν τις τιμές προβλέπεται πως ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή θα ενισχυθεί στην περιοχή του 4,2%.

Για τον πληθωρισμό στην Ελλάδα, το ΔΝΤ πάντως εκτιμά ότι θα διαμορφωθεί – με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή που χρησιμοποιεί η Eurostat – σε μέσα επίπεδα εφέτος στο 9,2% για να υποχωρήσει στο 3,2% το 2023 και περαιτέρω στο 1,9% το 2027.

Εκτόξευση του πληθωρισμού στο 10% για την Ελλάδα τo 2022 προβλέπει η Κομισιόν, σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις. Την ίδια στιγμή, «βλέπει» παραμονή του στο υψηλό 6% για το 2023, κάτι το οποίο προκαλεί ανησυχία.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Macro
Ρολφ Στράουχ: «Πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης»
Macro |

Ρολφ Στράουχ: «Πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης»

Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM μιλάει για τις τρεις μεγάλες μελλοντικές προκλήσεις, την πρόοδο της Ελλάδας, τα ανησυχητικά σημάδια και την ανάγκη προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων