Ο Γενς Στόλτενμπεργκ επιλέγει προσεκτικά τα λόγια του. Ο αυστηρός Νορβηγός γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ φημίζεται για την ικανότητά του να μιλά επί της ουσίας. Έτσι, όταν προειδοποίησε αυτή την εβδομάδα ότι ο «υπό πίεση» αμυντικός τομέας της Δύσης έχει «πρόβλημα», το εννοούσε.

Στόλτενμπεργκ: Ελπίζω να ξεπεράσουν το 2% οι αμυντικές δαπάνες των χωρών του ΝΑΤΟ

Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας κλείνει σχεδόν έναν χρόνο. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν σκοτωθεί. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Κιέλου, οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν παράσχει στο Κίεβο υποστήριξη αξίας άνω των 110 δισ. δολαρίων, με 38 δισ. δολάρια υπό μορφή όπλων.

Αλλά σε πολλές πρωτεύουσες, οι υπουργοί Άμυνας ενημερώνονται από τους στρατηγούς τους ότι έχουν απομείνει ελάχιστα για να δώσουν. Οι αποθήκες και οι χωματερές είναι άδειες. Η Δανία έχει δώσει στην Ουκρανία κάθε ένα από τα οβιδοβόλα της Caesar. Η Εσθονία έχει παράσχει τόσα πυροβόλα των 155 χιλιοστών που δεν της έχει μείνει κανένα.

Ως εκ τούτου, οι συνομιλίες μεταξύ των δυτικών υπουργών Άμυνας που συναντήθηκαν στην έδρα του ΝΑΤΟ αυτή την εβδομάδα και που θα συγκεντρωθούν στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια αυτό το Σαββατοκύριακο είναι γεμάτες από σμιχτά φρύδια και ανήσυχα βλέμματα: πόσο καιρό μπορούμε να διατηρήσουμε αυτό το επίπεδο υποστήριξης, και με τι;

Από πάνω τους επικρέμαται η εαρινή επίθεση της Ρωσίας, η οποία, όπως είπε ο Στόλτενμπεργκ, έχει ήδη ξεκινήσει. Αναμένεται να περιλαμβάνει ένα μαζικό κύμα νεοκινητοποιημένων στρατευμάτων, ένα επίπεδο αεροπορικής ισχύος που δεν έχει αναπτυχθεί ακόμη από τη Μόσχα, και την καθημερινή εκτόξευση τόσων βλημάτων πυροβολικού όσα μπορούν να κατασκευάσουν οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες σε ένα μήνα.

«Είναι ανησυχητικό αυτό που έρχεται», παραδέχτηκε η Kajsa Ollongren, υπουργός Άμυνας της Ολλανδίας.

Περιέγραψε «μια αίσθηση επείγοντος» μεταξύ των συναδέλφων της υπουργών του ΝΑΤΟ αυτή την εβδομάδα. «[Είναι] μια κρίσιμη στιγμή εξαιτίας αυτού που βλέπουμε να συμβαίνει στο πεδίο και αυτού που αναμένουμε να συμβεί τους επόμενους μήνες».

«Επίσης, σκεπτόμενοι λίγο πιο μπροστά, ένα σοβαρό σενάριο είναι φυσικά ότι αυτός ο πόλεμος θα τραβήξει για πολύ καιρό», πρόσθεσε.

Η Ευρώπη αντέδρασε στην εισβολή του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν με αρχική δυσπιστία. Πρωτεύουσες που προηγουμένως είχαν δηλώσει ότι (ο Ρώσος πρόεδρος ) δεν είχε σχέδια για κάτι τέτοιο, στη συνέχεια βιάστηκαν να προβλέψουν ότι το Κίεβο θα έπεφτε μέσα σε λίγες ημέρες.

Αλλά αυτό έδωσε γρήγορα τη θέση του σε ένα επίπεδο ενότητας και υποστήριξης που αψήφησε τόσο τις προοπτικές όσο και ό,τι ίσχυε ως τότε. Οι στρατοί που στερούνταν χρηματοδότησης από κυβερνήσεις οι οποίες είχαν από καιρό απορρίψει την ιδέα ενός πολέμου στην Ευρώπη, κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες και μέσα σε λίγες εβδομάδες τα όπλα κατευθύνονταν ανατολικά μέσω των πολωνο-ουκρανικών συνόρων (καθώς οι πρόσφυγες διέφευγαν προς την αντίθετη κατεύθυνση).

Αλλά σχεδόν 12 μήνες εξαντλητικού πολέμου, κατά τους οποίους τα στρατεύματα του Πούτιν έχουν στοχεύσει τόσο τις πολιτικές υποδομές όσο και στρατιωτικούς στόχους, άσκησαν τεράστια πίεση στον κακώς προετοιμασμένο αμυντικό τομέα της Ευρώπης.

Τα εργοστάσια της Ευρώπης είναι μόλις και μετά βίας σε θέση να κατασκευάσουν αρκετά βλήματα για να καλύψουν τις ανάγκες της Ουκρανίας για μια εβδομάδα. Οι χρόνοι αναμονής για ορισμένα πυρομαχικά έχουν υπερδιπλασιαστεί.

Τα αποθέματα σοβιετικού εξοπλισμού που κατέχουν τα ανατολικά νατοϊκά κράτη, τα οποία οι στρατιώτες της Ουκρανίας γνωρίζουν πώς να χρησιμοποιούν, έχουν εξαντληθεί. Οι αποφάσεις για την αποστολή νέων τύπων όπλων δυτικής κατασκευής -όπως τεθωρακισμένα οχήματα- γίνονται δεκτές με φανφάρες, αλλά ακολουθούνται από εβδομάδες και μήνες καθυστερήσεων, καθώς οι στρατοί συνειδητοποιούν πόσο εκτεταμένες παρεμβάσεις αναβάθμισης χρειάζονται.

«Δεν πάει καλά για τους Ουκρανούς. Τους λείπουν τα πάντα», δήλωσε η Judy Dempsey, μη μόνιμη ανώτερη συνεργάτης στο Carnegie Europe. «Η Ουκρανία χρειάζεται πραγματικά τα μέσα [για να αντεπιτεθεί], αλλά δεν τα παίρνει».

«[Οι Ευρωπαίοι] στηρίζουν πλήρως τους Ουκρανούς. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό», δήλωσε η Dempsey. «Δεν αμφισβητεί κανείς την πολιτική βούληση να υποστηρίξουν (οι Ευρωπαίοι) την Ουκρανία, αλλά την πραγματική ικανότητα να παραδώσουν αρκετά όπλα, αρκετά γρήγορα».

Η απάντηση, σύμφωνα με τους περισσότερους αξιωματούχους, είναι μεγάλα, μακροπρόθεσμα συμβόλαια με κατασκευαστές αμυντικών συστημάτων, αρχικά για την πολεμική προσπάθεια, αλλά με δεσμεύσεις από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να συνεχίσουν τις αγορές ακόμη και όταν επέλθει ειρήνη στην Ουκρανία. Τέτοιες συζητήσεις θα κυριαρχήσουν και στο Μόναχο.

Ο υπουργός Άμυνας της Εσθονίας πρότεινε στους ομολόγους του αυτή την εβδομάδα να ενωθούν οι δωρήτριες χώρες για να υπογράψουν μια σύμβαση ύψους 4 δισ. ευρώ για την προμήθεια 1 εκατ. βλημάτων πυροβολικού, ως δοκιμή για κοινές αγορές οι οποίες δίνουν στις αμυντικές βιομηχανίες την απαιτούμενη ασφάλεια για να επενδύσουν σε νέα οπλικά συστήματα.

Επτά ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων το Ηνωμένο Βασίλειο, η Νορβηγία και η Δανία, ανακοίνωσαν την Τετάρτη ένα από κοινού χρηματοδοτούμενο πακέτο άμεσων συμβάσεων ύψους 200 εκατ. λιρών μεταξύ της Ουκρανίας και δυτικών κατασκευαστών αμυντικού εξοπλισμού για προμήθειες, συμπεριλαμβανομένων πυρομαχικών πυροβολικού και ανταλλακτικών για άρματα μάχης.

Το ΝΑΤΟ, από την πλευρά του, στα τέλη του περασμένου έτους διέταξε όλα τα μέλη του να προβούν σε συνοπτικό έλεγχο των αποθεμάτων τους. Χρησιμοποιεί τώρα τα αποτελέσματα (του ελέγχου αυτού) για να στοχεύσει μεμονωμένες κυβερνήσεις και να τις πιέσει να υπογράψουν νέες συμβάσεις παραγωγής.

«Δεν καθόμαστε άπραγοι και παρακολουθούμε αυτό που συμβαίνει», δήλωσε ο Στόλτενμπεργκ αυτή την εβδομάδα, προτείνοντας στα εργοστάσια να προσθέσουν βάρδιες και «να εργάζονται ακόμη και τα Σαββατοκύριακα».

Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι η πολεμική οικονομία της Ρωσίας λειτουργεί εδώ και τουλάχιστον ένα χρόνο. Η Ευρώπη, εν τω μεταξύ, μόλις έχει αρχίσει να μπαίνει σε λειτουργία.

Πρόσφατα Άρθρα