Τον αποκαλούσαν «cavaliere» («ιππότη»), αλλά και «Sua Emittenza», λογοπαίγνιο που βασίζεται στις λέξεις «emittente» («τηλεοπτικός σταθμός» ή «πομπός») και «Sua Eminenza», που είναι η συνήθης προσφώνηση για έναν καρδινάλιο στην Ιταλία.

Στο απόγειο της επιχειρηματικής του πορείας ήλεγχε σχεδόν το 80% της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Iταλία, έχοντας αποκτήσει παράλληλα εκδοτικούς οίκους. Μαζί με τον κολοσσό των μέσων μαζικής ενημέρωσης, είχε στην ιδιοκτησία του την ποδοσφαιρική ομάδα Μίλαν, την οποία κατάφερε να την φέρει στην κορυφή της Ευρώπης.

Απεβίωσε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι

Η κορυφή του επιχειρηματικού στίβου και των ποδοσφαιρικών γηπέδων δεν ήταν αρκετή κι έτσι στράφηκε στην πολιτική θέλοντας από επιχειρηματικός να καταστεί και πολιτικός ηγέτης της χώρας του.

Οι Ιταλοί τον εμπιστεύθηκαν ούτε μία, ούτε δύο, αλλά τρεις φορές κερδίζοντας την πρωθυπουργία της Ιταλίας. Η ανάδειξή του ως πρωθυπουργός τρεις φορές, τον κατέστησε τον μακροβιότερο πρωθυπουργό στη μεταπολεμική ιστορία της Ιταλίας.

Αυτές είναι μόνο κάποιες από τις πτυχές του πολυσχιδή Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος σήμερα 12 Ιουνίου 2023 άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο Σαν Ραφαέλε της Ρώμης σε ηλικία 86 ετών, νικημένος από τα χρόνια προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε.

Από βάτραχος, πρίγκηπας

Γεννήθηκε το 1936 και μεγάλωσε στο Μιλάνο. Ο πατέρας του ήταν τραπεζικός υπάλληλος, ενώ η μητέρα του δεν εργάσθηκε ποτέ της.

Ο ίδιος διατεινόταν ότι ήταν αυτοδημιούργητος. Ο αστικός μύθος λέει ότι όσο ακόμη ήταν στο πανεπιστήμιο εργαζόταν ως μουσικός (οι απόψεις διίστανται για αν έπαιζε πιάνο ή τραγουδούσε) σε κρουαζιερόπλοια.

Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών νομικής, στην αρχή της δεκαετίας του 1960, άρχισε να δραστηριοποιείται στον κατασκευαστικό κλάδο. Οι (ανεπίσημοι) βιογράφοι του, Τζιάν Αντόνιο Στέλα και Σέρτζιο Ρίτσο, θα τον κατηγορήσουν για προνομιακές σχέσεις με τη Μαφία. Πολλά έχουν γραφτεί, τίποτε δεν είχε αποδειχθεί. H επίσημη εκδοχή της ιστορίας είναι ότι το 1961, σε ηλικία μόλις 25 ετών, ο Μπερλουσκόνι έπεισε τον Κάρλο Ροσίνι, προϊστάμενο της τράπεζας στην οποία εργαζόταν ο πατέρας του, να τον εμπιστευθεί και να του δανείσει τα κεφάλαια που χρειαζόταν για να ιδρύσει την πρώτη του κατασκευαστική εταιρεία, την Cantieri Riuniti Milanesi.

Στη συνέχεια έγινε γνωστός ως μεγαλοεργολάβος και ιδιοκτήτης δύο ολόκληρων «δορυφορικών πόλεων» του Μιλάνου. Από το 1969 μέχρι και το 1976, με τις εταιρείες του έχτισε σειρά οικοδομικών συγκροτημάτων και δημιούργησε ουσιαστικά τις περιοχές «Μιλάνο 2» και «Μιλάνο 3», κοντά στην ιταλική πόλη του βορρά.

Η τηλεοπτική του βασιλεία

Εισήλθε για πρώτη φορά στον κόσμο των μέσων ενημέρωσης το 1973, ιδρύοντας ένα μικρό καλωδιακό κανάλι, το TeleMilano, για να εξυπηρετεί τα οικήματα που είχαν χτιστεί στα ακίνητά του στο Segrate. Άρχισε να μεταδίδει τον Σεπτέμβριο του επόμενου έτους. Το TeleMilano ήταν το πρώτο ιταλικό ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι και αργότερα εξελίχθηκε στο Canale 5, τον πρώτο εθνικό ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό.

Το 1976 το ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο θα σπάσει το μονοπώλιο της RAI επιτρέποντας την ιδιωτική τηλεόραση, αλλά μόνο για σταθμούς τοπικής εμβέλειας. Ο νεόκοπος καναλάρχης Μπερλουσκόνι, αλλά και οι πανίσχυροι την εποχή εκείνη εκδοτικοί όμιλοι Ριτσόλι, Ρουσκόνι και Μοντατόρι παρακάμπτουν τους περιορισμούς με ένα τέχνασμα: Ιδρύουν ή αγοράζουν σταθμούς τοπικής εμβέλειας, οι οποίοι μεταδίδουν ταυτόχρονα το ίδιο πρόγραμμα σε κασέτα, ακόμη και τις ίδιες διαφημίσεις. Είναι ένας αγώνας δρόμου, στον οποίο ο Μπερλουσκόνι θα βγει νικητής.

Το 1978, ο Μπερλουσκόνι ίδρυσε τον πρώτο όμιλο μέσων ενημέρωσης, τη Fininvest. Η Fininvest σύντομα επεκτάθηκε με ένα δίκτυο τοπικών τηλεοπτικών σταθμών σε όλη τη χώρα που είχαν παρόμοιο πρόγραμμα, σχηματίζοντας, στην πραγματικότητα, ένα ενιαίο εθνικό δίκτυο.

Τον Νοέμβριο του 1980 ίδρυσε την πρώτη μεγάλη, ιταλική ιδιωτική τηλεόραση (Canale 5), η οποία άρχισε αμέσως να ανταγωνίζεται την δημόσια ραδιοτηλεόραση της Rai. Το 1982 στον τηλεοπτικό του όμιλο προστέθηκε το κανάλι Italia Uno και το 1984 το Rete 4.

Τo 1988 το γερμανικό περιοδικό Medienmagazin εκτιμά ότι ο Μπερλουσκόνι οφείλει την επιτυχία του σε μία σειρά από συγκριτικά πλεονεκτήματα: Επενδύει πιο πολύ και πιο γρήγορα. Ποντάρει σε ξεχωριστές τηλεοπτικές σειρές, όπως το «Ντάλας» ή «Τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας». Δίνει πλουσιοπάροχα συμβόλαια σε τηλεοπτικούς αστέρες της εποχής, όπως η Ραφαέλα Καρά και ο βετεράνος Μάικ Μπουντζόρνο. Παράλληλα όμως προσφέρει διαφημιστικά πακέτα σε ανταγωνιστικές τιμές.

Παράλληλα, το 1991 κατάφερε να ελέγξει την πλειοψηφία του πακέτου μετοχών του εκδοτικού οίκου Arnoldo Mondadori ενώ στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες συγκαταλέγονταν τα πολυκαταστήματα Standa και οι ασφάλειες Mediolanum. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, απέκτησε τηλεοπτικά κανάλια στην Ισπανία, τη Γερμανία και, για σύντομο χρονικό διάστημα, στη Γαλλία.

Προνομιακές σχέσεις με τον Κράξι

Στο απόγειο της επιχειρηματικής σταδιοδρομίας του, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι διευθύνει περίπου 150 επιχειρήσεις- μεταξύ αυτών τα ιταλικά τηλεοπτικά δίκτυα Canale 5 και Rete 4, το γαλλικό La Cinq, το γερμανικό Tele 5.

Ο Μπερλουσκόνι ουσιαστικά μετατράπηκε στο απόλυτο σύμβολο του επιτυχημένου επιχειρηματία, με συνεχή ανάληψη νέων πρωτοβουλιών. Σύμφωνα με πολλούς σχολιαστές, η δημιουργία της ιταλικής, τηλεοπτικής του αυτοκρατορίας κατέστη δυνατή χάρη στη στενή φιλία του με τον σοσιαλιστή πρώην πρωθυπουργό Μπετίνο Κράξι, αλλά κανείς δεν αμφισβήτησε τις οργανωτικές του ικανότητες και τον εντυπωσιακό του δυναμισμό.

Το περιοδικό Forbes στην ανατολή του νέου αιώνα το 2000, τον κατέταξε ως τον πλουσιότερο άνθρωπο στην Ιταλία με προσωπική περιουσία 12,8 δισ. δολάρια.

Το 1995, ο Μπερλουσκόνι πούλησε ένα μέρος του ομίλου μέσων ενημέρωσης, πρώτα στον γερμανικό όμιλο Kirch Group και στη συνέχεια με δημόσια προσφορά. Το 1999, θέλησε να επεκταθεί περισσότερο στα μέσα ενημέρωσης συνάπτοντας συνεργασία με τον όμιλο Kirch με την ονομασία Epsilon MediaGroup.

Στις 9 Ιουλίου 2011, δικαστήριο του Μιλάνου διέταξε τη Fininvest να καταβάλει αποζημίωση 560 εκατομμυρίων ευρώ στην Compagnie Industriali Riunite  μετά από μακροχρόνια δικαστική διαμάχη.

Η «ευρωπαία» Μίλαν

Ενώ επιχειρηματικά γιγαντώνεται παράλληλα επενδύει στο ποδόσφαιρο και στην αγαπημένη ομάδα Μίλαν. Στα χέρια του Μπερλουσκόνι και του εκκεντρικού προπονητή Αρίγκο Σάκι η ομάδα της Μίλαν ενισχύεται με το «διαστημικό» ολλανδικό τρίο Γκούλιτ-Ράικαρντ-Φαν Μπάστεν. Όχι μόνο βγαίνει από τη σκιά της ιστορικής Ίντερ, αλλά αναδεικνύεται κορυφαία ομάδα στην Ευρώπη και έφτασε να κοιτάει σχεδόν στα μάτια τη «βασίλισσα» Ρεάλ Μαδρίτης με τις περισσότερες κατακτήσεις του Κυπέλλου Πρωταθλητριών – Τσάμπιονς Λιγκ. Όταν το 2007 οι ροσονέρι κατακτούσαν το 7ο βαρύτιμο τρόπαιο, η Ρεάλ μετρούσε 9 κατακτήσεις.

Μάλιστα στο δρόμο για την κατάκτηση του τρίτου Κυπέλλου Πρωταθλητριών (για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια), η Μίλαν συνέτριψε στα ημιτελικά τη Ρεάλ Μαδρίτης με 5-0 στο τότε Μέατσα του Μιλάνου στη ρεβάνς του 1-1 στο Σαντιάγκο Μπερναμπέου στην πρωτεύουσα της Ισπανίας.

Στις 5 Αυγούστου 2016, η Fininvest ανακοίνωσε την υπογραφή μιας προκαταρκτικής συμφωνίας για την πώληση όλων των μετοχών της Μίλαν στη Sino-Europe Sports Investment Management Changxing. Η συμφωνία είχε προγραμματιστεί να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2016. Στις 13 Απριλίου 2017, ο Μπερλουσκόνι πούλησε τη Μίλαν στη Rossoneri Sport Investment Lux για 830 εκατ. ευρώ μετά από 31 χρόνια.

«Berlusconi o morte» («Μπερλουσκόνι ή θάνατος») έγραφαν τα πανό που ύψωναν στα γήπεδα οι οπαδοί της Μίλαν στα ποδοσφαιρικά ντέρμπι της δεκαετίας του ’80. Προφανής αντιγραφή του «Roma o morte» που είχε διακηρύξει ο Μουσολίνι το 1922 στην Πορεία προς τη Ρώμη, αντιγράφοντας με τη σειρά του τον Γκαριμπάλντι. Μεγαλομανία; Πρωτοφανής συγκέντρωση εξουσίας; Κρυφές συμπάθειες προς την Ακροδεξιά; Όλα αυτά τα ερωτήματα συνόδευαν τον Μπερλουσκόνι μέχρι το τέλος.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News