Περισσότερα από 120 δισ. ευρώ αναμένεται να επιστρέψουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες στους μετόχους από τα αποτελέσματά τους για το 2023, μεταφέροντας στους επενδυτές τα οφέλη που αποκόμισαν από την επιθετική αύξηση των επιτοκίων.

Τα αφεντικά των ευρωπαϊκών δανειστών βρίσκονται υπό πίεση να ενισχύσουν τις αποτιμήσεις τους και να κερδίσουν τους επενδυτές, οι οποίοι έχουν τρομάξει από τις απαγορεύσεις μερισμάτων και τους απροσδόκητους φόρους σε ολόκληρη την ήπειρο τα τελευταία χρόνια.

Μάλιστα, όπως υπογραμμίζουν οι Financial Times, οι μεγαλύτερες εισηγμένες ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν δεσμευτεί για μερίσματα 74 δισ. ευρώ και επαναγορές ιδίων μετοχών ύψους 47 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με στοιχεία που συνέταξε η UBS αυτά αντιστοιχούν σε αύξηση 54% σε σχέση με τις αποδόσεις κεφαλαίου του προηγούμενου έτους και πολύ υψηλότερη από κάθε χρόνο τουλάχιστον από το 2007.

Κέρδη μαμούθ για τις ευρωπαϊκές τράπεζες – Έσπασαν το φράγμα των 100 δισ. για πρώτη φορά

Καταλύτης τα buybacks

Tα buybacks ήταν η μεγαλύτερη πηγή ανάπτυξης τα τελευταία τρία χρόνια, με μόλις μερικά δισεκατομμύρια ευρώ επαναγορών ετησίως στις 50 μεγαλύτερες τράπεζες τα έτη έως το 2020.

Έκτοτε, οι ευρωπαϊκές τράπεζες επωφελήθηκαν από τα υπερτροφοδοτούμενα κέρδη τους λόγω των ραγδαίων αυξήσεων των επιτοκίων για να εξαγοράσουν μετοχές σε χαμηλές τιμές. Οι επενδυτές υποδέχτηκαν με προσοχή τις αποδόσεις κεφαλαίων. «Οι τράπεζες χρειάζονται υψηλή απόδοση και βιώσιμη απόδοση», δήλωσε ο Antonio Roman, διαχειριστής χαρτοφυλακίου του Axiom European Banks Equity fund. «Έχουμε τις υψηλές αποδόσεις, αλλά υπάρχει ένα ερωτηματικό για τη βιωσιμότητα».

Σύμφωνα με τους FT οι αποδόσεις κεφαλαίου είναι μια ριζική ανατροπή από πριν από τέσσερα χρόνια, όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διέταξε τους δανειστές να παγώσουν τα μερίσματα και να επαναγοράσουν μετοχές στην αρχή της επιδημίας Covid-19, μια απόφαση που αμαύρωσε τη φήμη του κλάδου μεταξύ των διεθνών επενδυτών. Οι ευρωπαίοι δανειστές έλαβαν ένα απροσδόκητο κέρδος 100 δισεκατομμυρίων ευρώ τα τελευταία δύο χρόνια χάρη στη διαφορά μεταξύ των τόκων που πληρώνουν για τις καταθέσεις και που λαμβάνουν από τα δάνεια, γνωστά ως καθαρά έσοδα από τόκους. Μεταξύ των πιο εντυπωσιακών ανακοινώσεων διανομής φέτος είναι η UniCredit της Ιταλίας, η οποία υποσχέθηκε να πληρώσει 8,6 δισεκατομμύρια ευρώ — ολόκληρο το κέρδος της για το 2023 — στους επενδυτές.

Προειδοποιήσεις

Τη Δευτέρα, η Barclays δεσμεύτηκε να επιστρέψει 10 δισ. λίρες στους μετόχους τα επόμενα τρία χρόνια, ενώ την Παρασκευή η Standard Chartered δήλωσε ότι θα επιστρέψει 5 δισ. δολάρια την ίδια περίοδο. Ωστόσο, οι αναλυτές έχουν προειδοποιήσει ότι το επίπεδο των αποδόσεων των μετόχων θα αρχίσει να μειώνεται το επόμενο έτος, καθώς οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν τα επιτόκια και οι δανειστές αναγκάζονται να αναζητήσουν άλλες γραμμές εσόδων. «Οι τράπεζες αύξησαν σημαντικά την απόδοση κεφαλαίου στους μετόχους, αλλά αυτό θα μπορούσε να είναι τόσο καλό όσο γίνεται», δήλωσε ο αναλυτής της JPMorgan Mislav Matejka.

«Η ρυθμιστική αρχή μπορεί να μην επιδοκιμάζει την πολύ πιο ευνοϊκή διανομή μετρητών στους επενδυτές στο μέλλον».

Άβολες επιλογές

Το ανώτατο όριο μπόνους δημιουργεί άβολες επιλογές για το τραπεζικό λόμπι της Ευρώπης Οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές έχουν γίνει πιο χαλαρές σχετικά με τις επαναγορές μετοχών τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς οι τράπεζες έχουν δημιουργήσει ισχυρά επίπεδα κεφαλαίου, αλλά θεωρείται ότι αισθάνονται άβολα με τις αποδόσεις των μετόχων που είναι μεγαλύτερες από τα ετήσια κέρδη των τραπεζών.

Αυτόν τον μήνα η UBS είπε επίσης ότι θα αυξήσει το μέρισμά της κατά 27% στα 70 σεντς ανά μετοχή τον Μάιο και θα αγοράσει ξανά μετοχές έως και 1 δισ. $ το 2024.

Το πρόγραμμα επιστροφής κεφαλαίου σταμάτησε όταν συμφώνησε να αγοράσει την Credit Suisse την περασμένη άνοιξη.

«Τα τελευταία χρόνια, ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας βελτίωσε δραματικά την κερδοφορία του, μείωσε τον κίνδυνο και ανοικοδόμησε την κεφαλαιακή του βάση σε επίπεδα που υπερβαίνουν κατά πολύ τις ρυθμιστικές απαιτήσεις», δήλωσε ο Lars Förberg, διευθύνων σύμβουλος της Cevian Capital.

«Αλλά στο σύνολό του, ο τομέας εκτιμάται ότι είναι χειρότερος από ό,τι ήταν, όχι καλύτερος». Η ισπανική Santander και η Deutsche Bank, ο μεγαλύτερος δανειστής της Γερμανίας, έχουν ανακοινώσει σχέδια να αυξήσουν τις αποδόσεις των μετόχων τους τις τελευταίες εβδομάδες, ενώ η ιταλική τράπεζα Monte dei Paschi di Siena ανακοίνωσε το πρώτο μέρισμα μετά από 13 χρόνια.

Τι συμβαίνει στην Ελλάδα

Στη χώρας μας, όπως έχει ήδη γράψει ο ΟΤ, οι επαφές των τεσσάρων συστημικών ομίλων με τον επόπτη του συστήματος για τη διανομή μερίσματος από τα κέρδη της περυσινής χρήσης, εισέρχονται στην τελική φάση, και μάλιστα με τους καλύτερους όρους.

Από τις συζητήσεις αυτές που θα προηγηθούν των ετήσιων τακτικών γενικών συνελεύσεων των μετόχων τους το ερχόμενο καλοκαίρι, θα οριστικοποιηθεί η πρώτη επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους τους μετά από 16 χρόνια.

Στην αγορά έχει ήδη προεξοφληθεί η έγκριση του SSM, ωστόσο στα ανώτατα διοικητικά επιτελεία των εγχώριων ομίλων δεν εφησυχάζουν και η προετοιμασία για τις παρουσιάσεις στη Φρανκφούρτη συνεχίζεται με εντατικούς ρυθμούς.

Τι εξετάζει ο SSM

Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η εξέταση του αιτήματος για επιστροφή στην εποχή των μερισμάτων θα γίνει με αυστηρούς όρους. Όπως λένε, οι τρεις όροι του SSM για να δώσει το σχετικό πράσινο φως, είναι οι εξής:

  • Διατηρήσιμη κερδοφορία

Οι ελληνικές τράπεζες καλούνται να πείσουν τον επόπτη για τη δυνατότητά τους να συνεχίσουν να πετυχαίνουν υψηλή κερδοφορία στις επόμενες χρήσεις.

Ενόψει της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων στην ευρωζώνη, που θα οδηγήσει σε αναπόφευκτες απώλειες τόκων από τις υφιστάμενες χορηγήσεις, τα πλάνα των τραπεζών προβλέπουν αναπλήρωσή τους από άλλες πηγές.

Από τη μία πλευρά, εκτιμάται ότι θα επιταχυνθεί ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης, συμβάλλοντας στην ενίσχυση του καθαρού επιτοκιακού εισοδήματος.

Αυτό θα καταστεί δυνατό, στο νέο περιβάλλον χαμηλότερου κόστους χρήματος, τόσο με την αύξηση των νέων εκταμιεύσεων, όσο και με την ανακοπή του κύματος έκτακτων αποπληρωμών από αξιόχρεους δανειολήπτες που καταγράφηκε τους προηγούμενους μήνες.

Από την άλλη, οι ελληνικές τράπεζες στοχεύσουν σε σημαντική αύξηση των καθαρών εσόδων από προμήθειες, καθώς εκτιμούν ότι οι τομείς της διαχείρισης διαθεσίμων και των τραπεζοασφαλιστικών προγραμμάτων θα αναπτυχθούν περαιτέρω τα επόμενα χρόνια.

  • Επάρκεια κεφαλαίων

Ο δεύτερος δείκτης που αξιολογεί ο SSM αφορά την επάρκεια κεφαλαίων και τα μαξιλάρια που χτίζουν οι τράπεζες. Όσο πιο ισχυρές κεφαλαιακά είναι, τόσο περισσότερο διευκολύνεται η επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους τους.

Μόνο τυχαία δεν ήταν η στιγμή που επέλεξαν οι ελληνικοί όμιλοι να βγουν στις αγορές με εκδόσεις ομολογιακών τίτλων, στο ξεκίνημα της χρονιάς.

Άντλησαν με τον τρόπο αυτό 1,8 δισ. ευρώ, ενισχύοντας τους συνολικούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, ενώ κάλυψαν το 1/3 της απόστασης που τους χωρίζει από την επίτευξη του τελικού στόχου MREL για το 2026.

  • Ποιότητα ισολογισμού

Τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό στοιχείο, που εξετάζει η ο επόπτης αποτελεί η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών.

Ο εγχώριος κλάδος έχει πετύχει μία άνευ προηγουμένου μείωση των δεικτών καθυστερήσεων από το 50% περίπου το 2016 σε κάτω από το 5% και στοχεύει στην περαιτέρω μείωσή τους χαμηλότερα του 3% μέσα στην ερχόμενη διετία.

Οι διοικήσεις τους θα πρέπει να πείσουν τον επόπτη ότι ο πιστωτικός κίνδυνος παραμένει χαμηλός και πως οι πιθανότητες αντιστροφής των πτωτικών τάσεων είναι υπό τις τρέχουσες συνθήκες μικρές.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή