Τον περασμένο Απρίλιο, οι υπουργοί Εξωτερικών των «27» επεξεργάστηκαν και υιοθέτησαν το νέο στρατηγικό δόγμα της ΕΕ για τη ζώνη του Ινδικού και του Ειρηνικού Ωκεανού (το οποίο παρουσιάζει αναλυτικά σήμερα ο Ζοζέπ Μπορέλ). Σε αυτό, ανάμεσα στα άλλα, κάνουν λόγο για «τη σημασία μιας ουσιαστικής ναυτικής παρουσίας της Ευρώπης» στη συγκεκριμένη περιοχή.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Γερμανία έστειλε στις αρχές Αυγούστου τη φρεγάτα «Βαυαρία» στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Ήταν κάτι που συνέβη για πρώτη φορά μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες και είχε στόχο να αποδείξει, έστω και συμβολικά, ότι το Βερολίνο δεν αποποιείται των ευθυνών που απορρέουν από την ηγετική του θέση στην Ευρώπη.

Κινεζικό «χαστούκι» στους Γερμανούς

Το Πεκίνο, ωστόσο, δεν έδειξε να χαίρεται ιδιαιτέρως με αυτή την εξέλιξη. Έχοντας ήδη τον «πονοκέφαλο» της έντονης στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, το τελευταίο που θα ήθελε αυτή τη στιγμή είναι η περιοχή να αποκτήσει έναν ακόμη… χωροφύλακα.

Φρόντισε δε να δείξει τη δυσφορία του αυτή την εβδομάδα, όταν αρνήθηκε το αίτημα που υπέβαλε η γερμανική φρεγάτα για να δέσει σε κάποιο κινεζικό λιμάνι, στο πλαίσιο μιας «εθιμοτυπικής επίσκεψης». Προφανώς, η ηγεσία του Πεκίνου θεώρησε την παρουσία της στην περιοχή ως εχθρική κίνηση από την πλευρά του Βερολίνου και τη χαρακτήρισε ανεπιθύμητη.

Όλα δείχνουν, μάλιστα, ότι ο κινεζικός «τσαμπουκάς» θα ενταθεί το επόμενο διάστημα. Αιτία είναι το γεγονός ότι οι Αμερικανοί δείχνουν αποφασισμένοι να τραβήξουν το σκοινί και να εντείνουν τις πιέσεις τους – κάτι που αποδεικνύεται από μια σειρά εξελίξεις: Την ενίσχυση της στρατιωτικής τους παρουσίας στον Ειρηνικό, από την ολοένα πιο ενεργή στήριξή τους προς την Ταϊβάν, αλλά και από τη στρατιωτική συμφωνία που υπέγραψαν την Τετάρτη (μαζί με τους Βρετανούς) με την Αυστραλία, η οποία μετατρέπεται πρακτικά σε προκεχωρημένο φυλάκιό τους στον ακήρυχτο πόλεμο με την Κίνα.

Τα στρατηγικά διλήμματα

Καθώς, λοιπόν, ο υδράργυρος στο γεωπολιτικό θερμόμετρο πλησιάζει στο κόκκινο, οι Ευρωπαίοι είναι αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουν κατάματα την πραγματικότητα και να λάβουν σοβαρές αποφάσεις, καθώς κινδυνεύουν να συνθλιβούν ανάμεσα σε δύο «ελέφαντες», οι οποίοι είναι έτοιμοι να συγκρουστούν.

Θα πάρουν ενεργά το μέρος των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, οδηγούμενοι σε ρήξη με την Κίνα και επωμιζόμενοι τις συνέπειές της; Κι αν ναι, θα συμμετέχουν ενεργά στις πολεμικές προετοιμασίες, μεταφέροντας σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στην άλλη άκρη του πλανήτη και διακινδυνεύοντας να εμπλακούν σε «θερμά επεισόδια» ή μια γενικευμένη σύρραξη; Ή θα επιλέξουν τη στάση της… ευέλικτης ουδετερότητας, όπως είχαν αφήσει να διαφανεί κατά την πρόσφατη περιοδεία του Τζο Μπάιντεν στην Ευρώπη και τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ;

Τα παραπάνω ερωτήματα-διλήμματα συμπίπτουν με τη νέα προσπάθεια να πάρει σάρκα και οστά ο αποκαλούμενος «ευρωστρατός». Μια λέξη την οποία πολλοί… αγάπησαν και επικαλέστηκαν στο παρελθόν, αλλά ουδείς της έδωσε σάρκα και οστά – μια στάση την οποία θα μπορούσαμε να περιγράψουμε παραφράζοντας ένα γνωστό λαϊκό γνωμικό: Όποιος φοβάται να ζυμώσει, δεκαετίες κοσκινάει!

Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα…

Το σίγουρο είναι πως ο «ευρωστρατός» είχε κεντρική θέση και στην ομιλία για την «Κατάσταση της Ένωσης» που εκφώνησε η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ενώπιον της Ευρωβουλής. Εκεί όπου προανήγγειλε, εκτός των άλλων, μια σύνοδο κορυφής η οποία θα διοργανωθεί στις αρχές του 2022 και στη διάρκεια της γαλλικής προεδρίας, με αντικείμενο την Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση.

Τι σημαίνει, όμως, ευρωστρατός και αυτόνομος ρόλος της ΕΕ στις μεγάλες διεθνείς κρίσεις; Και πώς μπορούμε να πιστέψουμε τα μεγάλα λόγια, όταν κατά τις πρόσφατες δραματικές εξελίξεις στο Αφγανιστάν και την επιχείρηση εκκένωσης της Καμπούλ μετά την κατάληψή της από τους Ταλιμπάν, η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ είχε παραδεχθεί πως τίποτα δεν θα ήταν εφικτό χωρίς τους Αμερικανούς;

Το σίγουρο είναι πως όσοι επιμείνουν στο σχέδιο και την υλοποίησή του, θα πρέπει πρώτα να έχουν ξεκαθαρίσει μεταξύ τους και στους πολίτες της ΕΕ τι σημαίνει αυτό.

Πέντε βασικές προϋποθέσεις

Πρώτον, ότι προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για τη συγκρότηση ενός ευρωστρατού που θα προωθεί και θα υπερασπίζεται τα συμφέροντα της Ευρώπης – κατά τα λόγια της φον ντερ Λάιεν, του Εμανουέλ Μακρόν και άλλων κορυφαίων πολιτικών – είναι η ύπαρξη κοινής, ευρωπαϊκής αντίληψης και γραμμής στην εξωτερική πολιτική. Κάτι, με άλλα λόγια, που σήμερα δεν υπάρχει, ενώ δεν φαίνεται ότι θα υπάρξει και στο άμεσο μέλλον.

Δεύτερον, ότι οι «27» θα είναι πρόθυμοι να εντάξουν σταδιακά τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις τους κάτω από μία κεντρική, ευρωπαϊκή διοίκηση, η οποία θα της αναπτύσσει όπου κρίνεται πολιτικά αναγκαίο από το Συμβούλιο της ΕΕ: Στο Αιγαίο και την ΝΑ Μεσόγειο απέναντι στην Τουρκία, στη Βαλτική και τη Βόρεια Θάλασσα απέναντι στη Ρωσία, στη Μέση Ανατολή και το Μαγκρέμπ απέναντι στο Ισλαμικό Κράτος, ακόμη και στον Ειρηνικό απέναντι στην Κίνα. Για την ώρα, πάντως, τέτοια πρόθεση δεν φαίνεται να υπάρχει.

Τρίτον, ότι θα συγκροτηθεί μια ενιαία πολεμική βιομηχανία, η οποία θα στηρίζει και θα εφοδιάζει τον ευρωστρατό με οτιδήποτε έχει ανάγκη για τις επιχειρήσεις του – αεροπλάνα, πλοία, υποβρύχια, τεθωρακισμένα, τηλεπικοινωνίες, ραντάρ, δορυφόρους, πυρομαχικά, τεχνολογία για τους πολέμους του κυβερνοχώρου. Είναι, άραγε, έτοιμοι οι Γερμανοί, οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Ισπανοί, οι Σουηδοί και άλλοι να κάνουν ένα τέτοιο βήμα και να σταματήσουν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό;

Τέταρτον, ότι θα βρεθεί το αναγκαίο modus vivendi και operandi με το ΝΑΤΟ, η ηγεσία του οποίου (δηλαδή κυρίως οι ΗΠΑ) έχει διαμηνύσει ήδη ότι δεν βλέπει με καλό μάτι τον αυτόνομο ρόλο της Ευρώπης σε αυτό το επίπεδο. Είναι έτοιμοι οι Ευρωπαίοι να «πατήσουν πόδι», διακινδυνεύοντας τη διάλυση ή ακόμη και την απαξίωση της Συμμαχίας;

Πέμπτο και τελευταίο – όχι σε σημασία, φυσικά – ότι θα διασφαλιστεί η συναίνεση και στήριξη των ευρωπαϊκών κοινωνιών για τις συνέπειες που θα έχουν οι ανά τον κόσμο στρατιωτικές επεμβάσεις. Τόσο για το οικονομικό κόστος (υπενθυμίζεται ότι η εισβολή και κατοχή του Αφγανιστάν υπολογίζεται πως έχει κοστίσει στις ΗΠΑ αρκετά τρισ. δολάρια) που προφανώς θα πρέπει να φορτωθεί στους πολίτες όσο και για τις απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Τα αντέχει, αλήθεια, η Ευρώπη όλα αυτά;

Συμπερασματικά: Εάν η νέα προσπάθεια δεν συνοδευτεί από σαφείς απαντήσεις σε όλα τα παραπάνω, τότε απλώς δεν έχει καμία πιθανότητα να στεφθεί με επιτυχία.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή