Ο πόλεμος της Ινδίας εναντίον ξένων τεχνολογικών κολοσσών είναι παρεξηγημένος. Στην καλύτερη περίπτωση, είναι μια χαωτική προσπάθεια να αντιμετωπιστούν τα τρωτά σημεία που αναδύονται στον μεγάλο και συνεχώς αναπτυσσόμενο τεχνολογικό τομέα της χώρας. Ωστόσο, οι καταπιεστικές κρατικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση αυτών των πιθανών προβλημάτων θα μπορούσαν να καταλήξουν να έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα.

Τους τελευταίους μήνες, το Νέο Δελχί έκανε έφοδο στα γραφεία των κινεζικών κατασκευαστών smartphone Xiaomi και Vivo και απαγόρευσε δημοφιλή παιχνίδια για κινητά, όπως το Free Fire της σιγκαπουριανής Sea και το Battlegrounds Mobile India (BGMI) της νοτιοκορεάτικης Krafton. Την ίδια στιγμή, αξιωματούχοι αναγκάζουν αμερικανικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της Amazon.com, να ενσωματώσουν τις πλατφόρμες τους σε ένα ενιαίο ανοιχτό και κοινόχρηστο δίκτυο ηλεκτρονικού εμπορίου. Οι γίγαντες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης Twitter και το WhatsApp της Meta πηγαίνουν το Νέο Δελχί στα δικαστήρια καθώς αυστηροποιούνται οι κανόνες λειτουργίας. Η Meta έχει 530 εκατομμύρια χρήστες στην Ινδία, περισσότερους από οποιαδήποτε άλλη χώρα.

Κομμάτι αυτής της εχθρότητας είναι βάσιμο. Όσον αφορά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι πολιτικές συνέπειες του αφιλτράριστου διαδικτυακού περιεχομένου σημαίνουν ότι οι εταιρείες μπορεί να έχουν ελάχιστες άλλες επιλογές από το να κάνουν τα πράγματα όπως θέλει το Νέο Δελχί.

Άλλα εμπόδια είναι φτιαγμένα ειδικά για την Κίνα. Η Ινδία παρακολουθεί στενά τις επενδύσεις από τη Λαϊκή Δημοκρατία μετά τη θανατηφόρα σύγκρουση στα σύνορα των Ιμαλαΐων το 2020. Η ευαισθησία της Ινδίας για τα δεδομένα είναι τεράστια. Η Ινδία έχει απαγορεύσει περισσότερες από 300 εφαρμογές, κυρίως κινέζικες, και ορισμένα παιχνίδια από εταιρείες όπως η Sea και η Krafton που υποστηρίζονται από την κινεζική Tencent για λόγους εθνικής ασφάλειας. Όπως και η ρύθμιση του διαδικτυακού περιεχομένου, η κυβερνοασφάλεια αποτελεί αυξανόμενη ανησυχία για τις κυβερνήσεις παγκοσμίως. Το Πεκίνο, για παράδειγμα, έχει αυστηροποιήσει τους κανόνες για τις εισηγμένες στο εξωτερικό κινεζικές εταιρείες που διαθέτουν τεράστιο αριθμό δεδομένων χρηστών.

Εκ πρώτης όψεως, η αυστηρότητα του Νέου Δελχί απέναντι στους κατασκευαστές smartphone φαίνεται επίσης υποκινούμενη από εντάσεις με τη γείτονά του. Οι Κινέζοι κατασκευαστές είναι κυρίαρχοι, αντιπροσωπεύοντας τα τρία τέταρτα των 168 εκατομμυρίων εισαγωμένων κινητών στην Ινδία το 2021, σύμφωνα με την Counterpoint Research. Αλλά η διαμάχη είναι πιο μπερδεμένη: το Νέο Δελχί ισχυρίζεται ότι οι εταιρείες μεταβιβάζουν παράνομα εκτός χώρας χρήματα με πρόσχημα, μεταξύ άλλων, τα δικαιώματα εκμετάλλευσης. Την Τετάρτη, μια κυβερνητική υπηρεσία κατηγόρησε τη Vivo για φοροδιαφυγή 280 εκατομμυρίων δολαρίων. Είναι μια συνήθης καταγγελία κατά ξένων εταιρειών και υποδηλώνει ότι το ζήτημα δεν είναι απλά γεωπολιτικό.

Όλα αυτά αλλοιώνουν το μήνυμα ότι η Ινδία είναι ανοιχτή σε επιχειρήσεις, απειλώντας τις ετήσιες άμεσες ξένες επενδύσεις που έφτασαν σε υψηλό 84 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι τον Μάρτιο φέτος. Η Xiaomi και η Vivo, για παράδειγμα, έχουν πραγματοποιήσει μεγάλες επενδύσεις για να ανταποκριθούν στο κάλεσμα του Πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι να παράγουν, ή τουλάχιστον να συναρμολογούν, αγαθά, στην Ινδία. Η αγορά μπορεί να αναπτύσσεται με διψήφιο ρυθμό, αλλά οι Κινέζοι κατασκευαστές θα μπορούσαν, όμως, να αποχωρήσουν. Η ινδική μονάδα της Xiaomi ανέφερε καθαρό περιθώριο κέρδους λιγότερο από 1% στο δωδεκάμηνο που έληξε τον Μάρτιο του 2021. Μια έξοδος θα βλάψει τους καταναλωτές που έχουν συνηθίσει σε φτηνά κινητά σε καταστάσεις υψηλού ανταγωνισμού και αφήνει τη Samsung Electronics της Νότιας Κορέας ως τον κύριο επωφελούμενο. Οι τοπικοί αντίπαλοι στερούνται κλίμακας.

Στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το Νέο Δελχί θέλει η Big Tech να υποστηρίξει μια νέα ψηφιακή υποδομή εμπνευσμένη από το εξαιρετικά επιτυχημένο διαλειτουργικό σύστημα πληρωμών της Ινδίας. Είναι ακόμη νωρίς για το λεγόμενο Ανοικτό Δίκτυο για Ψηφιακό Εμπόριο, για το οποίο η Ινδία βρίσκεται σε συνομιλίες με περισσότερες από 200 εταιρείες και το οποίο έχει τεθεί σε πιλοτική εφαρμογή σε 30 πόλεις. Με την πάροδο του χρόνου, η πρόθεση είναι να ενσωματωθούν όλες οι υπηρεσίες ηλεκτρονικού εμπορίου. Φανταστείτε αν το WhatsApp ή οι Χάρτες Google θα μπορούσαν να διευκολύνουν οποιαδήποτε συναλλαγή στον ιστό ή αν οι μικρές προσωπικές επιχειρήσεις θα μπορούσαν να γίνουν ορατές σε χρήστες πολλαπλών άσχετων εφαρμογών όπως το Instagram ή το Uber.

Είναι ένα φιλόδοξο έργο. Η επιτυχία θα έδινε στις ξένες εταιρείες πρόσβαση σε μια πολύ μεγαλύτερη αγορά αυξάνοντας τη συνολική διείσδυση του ηλεκτρονικού εμπορίου πάνω από τα σημερινά μονοψήφια επίπεδα, αν και σε βάρος της κερδοφορίας, καθώς οι χρήστες θα μπορούν να συγκρίνουν τις τιμές διαφορετικών παρόχων υπηρεσιών. Το γκρέμισμα των τειχών των ψηφιακών πληρωμών στην Ινδία με τη βοήθεια του Google Pay και του PhonePe της Walmart, για παράδειγμα, επέτρεψε ετήσιες συναλλαγές αξίας 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων.

Η γρήγορη υποχώρηση ξένων εταιρειών από τη Ρωσία ανέδειξε τα προβλήματα της εξάρτησης από μία ή δύο εταιρείες. Με αυτόν τον τρόπο, η προσπάθεια της Ινδίας να καθιερώσει ελέγχους και επίβλεψη στην υποδομή του Διαδικτύου φαίνεται επίκαιρη και δυνητικά προσφέρει λύσεις για να ακολουθήσουν και άλλοι. Αλλά με τόση αναταραχή την ίδια στιγμή, υπάρχει ο κίνδυνος οι αξιωματούχοι να διώξουν πολύ σύντομα τις εταιρείες που χρειάζεται η Ινδία.

REUTERS BREAKINGVIEWS

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Partners