Πρέπει να τον παραδεχτείς τον Σερ Έλτον Τζον. Όχι μόνο είναι ο μόνος μουσικός που είχε top-1 hit single στη Βρετανία για έξι συνεχόμενες δεκαετίες. Είναι επίσης ένας σπάνιος εβδομηντακοντούτης μεγα-σταρ που ξέρει πώς να αποσύρεται με χάρη. Στις 20 Νοεμβρίου, στη σχετικά τρυφερή ηλικία των75 ετών, έδωσε, όπως ανακοίνωσε, την τελευταία του συναυλία στην Αμερική στο Dodger Stadium στο Λος Άντζελες. Ένα από τα κομμάτια που έπαιξε ήταν το «Goodbye Yellow Brick Road», το θεματικό τραγούδι για την αποχώρηση από την ενεργό υπηρεσία με χάρη. Μακάρι να τον άκουγε η Disney, η οποία μετέδωσε ζωντανά την εκδήλωση στο Disney+.

Αλλά φευ, γιατί λίγο πριν ξεκινήσει η παράσταση, έπεσε «βόμβα». Στο περίπτερο φιλοξενίας της Disney στο στάδιο προκλήθηκε αναστάτωση από την είδηση ​​ότι ο Ρόμπερτ (Μπομπ) Άιγκερ, ο Rocket Man [σ.σ. αναφορά στην αντίστοιχη επιτυχία του Σερ Έλτον] της ίδιας της Walt Disney Company, έβγαινε από ημισυνταξιοδότηση, σε ηλικία 71 ετών, για να ξαναπάρει τα ηνία της εταιρείας που είχε αφήσει μόλις 11 μήνες πριν, αφήνοντας στο πόδι του τον επιλεγμένοαπό τον ίδιο διάδοχό του, Μπομπ Τσάπεκ. Προκάλεσε εντύπωση, αλλά δεν θα έπρεπε. Εξάλλου, όπως λέει ο Τζέφρι Κόουλ, ειδικός στην επικοινωνία στο Πανεπιστήμιο της Νότια Καρολίνας στο Annenberg, «η Disney είχε πρόβλημα διαδοχής διάρκειας 40 ετών». Κατά τη διάρκεια της μιάμιση δεκαετίας ως διευθύνων σύμβουλός, ο κ. Άιγκερ ανέβαλε τη συνταξιοδότησή του τέσσερις φορές, αναδεικνύοντας αλλά και αποκλείοντας πιθανούς διαδόχους. Ο προκάτοχός του, Μάικλ Άισνερ, με μεγάλο κόστος απέρριψε πιθανούς αντικαταστάτες δύο φορές κατά τη διάρκεια της 21χρονης παραμονής του στην ηγεσία, προτού τελικά καταλήξει στον κ. Άιγκερ. Τώρα το διοικητικό συμβούλιο της Disney δίνει στον Άιγκερ δύο χρόνια – προθεσμία που είναι απίθανο να είναι καταληκτική- για να προσπαθήσει, ξανά, να βρει κατάλληλο διάδοχο.

Τα προβλήματα διαδοχής δεν περιορίζονται στη Disney. Στην πραγματικότητα, μαστίζουν την εταιρική Αμερική, ειδικά όταν οι αποχωρούντες διευθύνοντες σύμβουλοι αποκτούν σχεδόν μυθική υπόσταση – εκτός από τον κύριο Άιγκερ, αξίζει να μνημονεύσουμε τον Τζακ Ουέλτς της General Electric και τον Χάουαρντ Σουλτς των Starbucks. Ορισμένα στελέχη υψηλού προφίλ προσκολλώνται στην εξουσία για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα που οι εταιρείες τους φαίνεται να γερνούν μαζί τους: ως τεκμήριο ας αναφέρουμε την εταιρεία διανομής FedEx της οποίας ο ιδρυτής Φρεντ Σμιθ άφησε το τιμόνι της εταιρίας τον Ιούνιο μετά από 49 χρόνια. Σε κάποιες από αυτές τις «αυτοκρατορικές» αλλαγές εξουσίας υπάρχει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα ότι οι διάδοχοι είναι «υπό δοκιμή». Ο Άντι Τζάσι μπορεί να έκανε όλα τα σωστά πράγματα ώστε να καταλήξει αφεντικό της Amazon, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ιδρυτής Τζεφ Μπέζος θα επανερχόταν αν ο γίγαντας του ηλεκτρονικού εμπορίου έμπαινε σε μπελάδες. Έπειτα, υπάρχουν οι ηγέτες που έχουν κάνει τις εταιρείες τους τόσο εικονοκλαστικές που είναι σχεδόν αναντικατάστατοι: σκεφτείτε την επενδυτική ιδιοφυΐα του Ουόρεν Μπάφετ της Berkshire Hathaway, ή τον Ίλον Μασκ και το παγκοσμίως αμίμητο θέαμα που προσφέρει.

Τι είναι αυτό που κάνει τόσο δύσκολη την διαδοχή τόσο σημαντικών ανθρώπων; Ένα στοιχείο μας παρέχει ο ίδιος ο κ. Άιγκερ. Είναι η ύβρις. Στα απομνημονεύματά του, «The Ride of a Lifetime» [Η περιπέτεια μιας ζωής], που κυκλοφόρησε το 2019, αναγνωρίζει ότι σε όλους τους επικεφαλής αρέσει να πιστεύουν ότι είναι αναντικατάστατοι. Ωστόσο, η καλή ηγεσία, προσθέτει, απαιτεί το αντίθετο. Έχει να κάνει με το να προετοιμάσεις τον διάδοχο, να αναγνωρίσεις τις δεξιότητες που πρέπει να αναπτύξει και να είσαι ειλικρινής μαζί του όταν δεν είναι έτοιμος για το επόμενο βήμα. Αυτό είναι αλήθεια. Ωστόσο, αυτό που δεν παραδέχεται είναι ότι η προετοιμασία ενός αντικαταστάτη είναι ψυχολογικά δύσκολη. Φέρνει τους ηγέτες πρόσωπο με πρόσωπο με τη δική τους θνητότητα. Θέτει το ενοχλητικό ζήτημα της υστεροφημίας. Ο κ. Άιγκερ γράφει σε σχεδόν πένθιμο ύφος για την ημέρα του 2005 που ο Άισνερ άφησε την Disney για τελευταία φορά χωρίς θέση στο διοικητικό συμβούλιο, χωρίς συμβουλευτικό ρόλο—ούτε καν ένα αποχαιρετιστήριο γεύμα από τους συναδέλφους του. «Τώρα έφευγε ξέροντας ότι η εποχή του είχε τελειώσει», έγραψε. «Είναι από εκείνες τις στιγμές, φαντάζομαι, που είναι δύσκολο να ξέρεις ακριβώς ποιος είσαι χωρίς αυτό το δέσιμο, τον τίτλο και τον ρόλο που σε καθόριζαν για τόσο καιρό». Με τόσο ζοφερή αντίληψη για την μετα-εταιρική ζωή, δεν είναι περίεργο που ο κύριος Άιγκερ δεν ήθελε να φύγει.

Θεωρητικά, εκεί θα έπρεπε να έχουν αναλάβει ρόλο ισχυρά, ανεξάρτητα μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Είναι δουλειά τους να χειρίζονται τον σχεδιασμό διαδοχής. Ενώ ο διευθύνων σύμβουλος έχει την ευθύνη να καλλιεργεί ταλαντούχα στελέχη εντός της εταιρείας, εναπόκειται στο διοικητικό συμβούλιο να εξετάσει εντός και εκτός εταιρίας υποψηφίους και να αποφασίσει για αντικαταστάτη. Στην πράξη, ωστόσο, τα κορυφαία αφεντικά συχνά κυριαρχούν στα διοικητικά συμβούλια των εταιριών τους. Στην περίπτωση της Disney, τα μέλη του ΔΣ έφτασαν στο σημείο να προάγουν τον κ. Άιγκερ σε πρόεδρο το 2012, μετά τις αριστοτεχνικές εξαγορές των στούντιο ταινιών κινουμένων σχεδίων Pixar και Marvel, που σφράγισαν την ιδιότητά του ως μονάρχη του «Μαγικού Βασιλείου», όπως αποκαλείται η Disney. Όταν ο κ. Τσάπεκ ανέλαβε τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου το 2020, το διοικητικό συμβούλιο συνέχισε να βρίσκεται υπό τον έλεγχο του κ. Άιγκερ. Παρέμεινε εκτελεστικός πρόεδρος μέχρι το τέλος του περασμένου έτους, φέρεται να εξακολουθούσε να παίρνει αποφάσεις με τρόπους που υπονόμευαν την εξουσία του διαδόχου του. Τον Ιούνιο, υπό τη νέα πρόεδρο Σούζαν Άρνολντ, το διοικητικό συμβούλιο παράτεινε ομόφωνα το συμβόλαιο του κ. Τσάπεκ, αν και πλέον εκείνη τη στιγμή η αξιοπιστία του είχε σχεδόν εξαφανιστεί. Πέντε μήνες αργότερα, το διοικητικό συμβούλιο τον απέλυσε. Το ΔΣ μετά βίας μπορούσε να κρύψει τη χαρά του που ξαναείχε τον αγαπημένο του Μπομπ.

Για όλες αυτές τις αποτυχίες εταιρικής διακυβέρνησης, κάποιες επιστροφές στελεχών λειτουργούν. Ίσως είναι επιτυχής και η επιστροφή του κ. Άιγκερ. Ο Τζέφρι Ζόνενφελντ από το Yale School of Management παρομοιάζει την επιστροφή του με αυτή των στρατηγών του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου όπως ο Ντάγκλας ΜακΑρθουρ ή ο Τζορτζ Πάττον, με κίνητρο περισσότερο την αποκατάσταση της λάμψης της Disney παρά την προσωπική φιλοδοξία. Την επομένη της ανάληψης του ελέγχου στο Μπέρμπανκ [σ.σ. έδρα της Disney], ο κ. Άιγκερ ξεκίνησε γρήγορα να αποδομεί τη συγκεντρωτική στρατηγική του κ. Τσάπεκ, επαναφέροντας τη λήψη αποφάσεων στα χέρια των δημιουργών της Disney. Ο κ. Ζόνενφελντ πιστεύει ότι ο κ. Άιγκερ που επιστρέφει έχει ήδη «εξαιρετικούς» υποψηφίους διαδόχους στο μανίκι του. Εάν είναι έτσι, θα μπορέσει να διορθώσει το μεγαλύτερο λάθος σε μια μάλλον αψεγάδιαστη καριέρα.

Πότε πρέπει να αποσυρθείς;

Επίσης κάποιες διαδοχές υψηλού προφίλ πετυχαίνουν, κυρίως η μετάβαση στην κατασκευάστρια του iPhone Apple, από τον αείμνηστο Στιβ Τζομπς στον Τιμ Κουκ, και, βέβαια η διαδοχή του κ. Άισνερ από τον κ. Άιγκερ. Και στις δύο περιπτώσεις, τα νέα αφεντικά πέτυχαν, πρώτον, με το να μην απαξιώνουν την κληρονομιά των προκατόχων τους και, δεύτερον, με το να διατυπώνουν ισχυρό όραμα για το μέλλον. Ωστόσο, τελικά, το πιο σημαντικό πράγμα μπορεί να ήταν ότι τα επί χρόνια αφεντικά τους, όσο κι αν τιμήθηκαν, είχαν ήδη εγκαταλείψει τη σκηνή. Οι επί πολλά χρόνια ηγετικές φυσιογνωμίες της χρηματοπιστωτικής όπως ο Τζέιμι Ντιμόν της JPMorgan Chase και ο Λάρι Φινκ της BlackRock, μεγιστάνες, όπως ο Ρούπερτ Μέρντοχ, της News Corp. όλοι πρέπει να προσέξουν το μήνυμα. Να ακούσουν την ωδή του Σερ Έλτον για τη ζωή μετά το σταριλίκι — και να μάθουν από αυτή.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα