Η αλήθεια είναι ότι είχαμε ξεμάθει. Την προηγούμενη δεκαετία είχαμε συνηθίσει η Ελλάδα να βρίσκεται σε πολλές λίστες στις τελευταίες θέσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μια παρόμοια εικόνα από το παρελθόν έκανε την εμφάνισή της χθες, με το ποσοστό της εγχώριας αποταμίευσης. Και μάλιστα εφιαλτική, καθώς αποκάλυψε ότι μια υπερμεγέθης «τρύπα» από το παρελθόν, η οποία το 2018 είχε μετρηθεί σε 125 δισ. ευρώ, συνεχίζει να υφίσταται.

Η Eurostat, η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, μας κατέταξε στην τελευταία θέση από όλη την Ευρώπη ως προς τα ποσοστά αποταμίευσης των νοικοκυριών μας. Οχι οριακά στην τελευταία θέση, αλλά με μεγάλη απόσταση και από την προτελευταία Πολωνία, τη μόνη χώρα μαζί με εμάς που το 2022 κατέγραψε αρνητικά ποσοστά αποταμίευσης. Συγκεκριμένα, το 2022 οι άνθρωποι στην ΕΕ εξοικονόμησαν κατά μέσο όρο το 12,7% του διαθέσιμου εισοδήματός τους και το έβαλαν στο πλάι, για μια ώρα ανάγκης. Το ποσοστό ήταν σημαντικά χαμηλότερο από το 2021 (16,4%) και πιο κοντά στις τιμές πριν από την πανδημία COVID-19. Τα υψηλότερα ακαθάριστα ποσοστά αποταμίευσης μεταξύ των μελών της ΕΕ το 2022 καταγράφηκαν στη Γερμανία (19,9%), στην Ολλανδία (19,4%) και στο Λουξεμβούργο (18,1%). Δώδεκα μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης κατέγραψαν ποσοστά αποταμίευσης κάτω του 10,0% το 2022. Η Ελλάδα είχε αρνητικά ποσοστά, -4,0%.

Αυτό δείχνει ότι τα νοικοκυριά ξόδευαν περισσότερα από το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημά τους και επομένως είτε χρησιμοποιούσαν συσσωρευμένες αποταμιεύσεις από προηγούμενες περιόδους είτε δανείζονταν για να χρηματοδοτήσουν τις δαπάνες τους.

Θα αναρωτηθεί κάποιος: Και γιατί είναι τόσο σημαντικός για μια οικονομία ο δείκτης της αποταμίευσης; Το πολύ χαμηλό (και συχνά αρνητικό) ποσοστό αποταμίευσης συνεπάγεται λίγες επενδύσεις και απαξίωση του υφιστάμενου παραγωγικού δυναμικού και των υποδομών. Ανάπτυξη χωρίς επενδύσεις δεν γίνεται· το να περιμένουμε απλώς να έλθουν επενδύσεις από το εξωτερικό, όπως γίνεται τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, δεν αρκεί. Οι οικονομολόγοι θεωρούν ότι οικονομία χωρίς αποταμίευση είναι εκτεθειμένη σε κινδύνους, λόγω της αύξησης των εξωτερικών της υποχρεώσεων και της εξάρτησής της σε συνεχείς ροές εξωτερικού δανεισμού. Το συγκεκριμένο πρόβλημα αποτελούσε, άλλωστε, μια από τις αιτίες της ελληνικής χρεοκοπίας την προηγούμενη δεκαετία. Αρα έχουμε πρόβλημα. Στην έκθεση Πισσαρίδη του 2020, τον οικονομικό «μπούσουλα» που σε ορισμένα κομμάτια βασίζεται το κυβερνητικό πρόγραμμα Μητσοτάκη, είχε επισημανθεί ότι από το 2013 η εγχώρια αποταμίευση ήταν αρνητική, εξέλιξη φυσιολογική εκείνα τα δύσκολα χρόνια των μεγάλων περικοπών. Στα χρόνια μας ωστόσο δεν είναι επιτρεπτή ως εξέλιξη. Πληθωρισμό και ακρίβεια έχουν και οι άλλες χώρες. Ωστόσο όλες αποταμιεύουν. Λιγότερο από παλιά. Αλλά τα καταφέρνουν, εμείς όχι. Μόνο στην πανδημία (2020-2021) το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών ήταν μεγαλύτερο της ιδιωτικής κατανάλωσης, οπότε περίσσευε κάτι για αποταμίευση. Με αυτά τα χρήματα προφανώς πορεύονται πολλά νοικοκυριά και στην περίοδο του πληθωρισμού. Το ερώτημα είναι για πόσο.

Οι αλλαγές που έχουν γίνει στο Ασφαλιστικό με τη δημιουργία των νέων πυλώνων, της επικουρικής ασφάλισης και των επαγγελματικών ταμείων είναι πιθανό να αποδώσουν. Ωστόσο ακόμη αυτό δεν συμβαίνει. Θα χρειαστούν, όπως προτείνει η έκθεση Πισσαρίδη, και φορολογικά κίνητρα για αύξηση της μακροχρόνιας αποταμίευσης των νοικοκυριών στην κατεύθυνση ανάπτυξης της εσωτερικής κεφαλαιαγοράς. Θα χρειαστούν προφανώς και άλλα μέτρα, το θέμα είναι αν προλαβαίνουμε να αντιστρέψουμε την κατάσταση ή αν πρόκειται για προαναγγελία μιας ζημιάς που έρχεται…

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion