Στην επενδυτική της στρατηγική για το α’ τρίμηνο 2024, η Πειραιώς σημειώνει μεταξύ άλλων πως η ταυτόχρονη άνοδος μετοχών και ομολόγων το τελευταίο διάστημα του 2023 βασίζεται στην παραδοχή ότι οι κεντρικές τράπεζες θα καταφέρουν να θέσουν τον πληθωρισμό υπό έλεγχο χωρίς – όπως φοβάται η τράπεζα – να ωθήσουν τις οικονομίες σε ύφεση. Για το 2024, όπως αναφέρει, το ερώτημα που προκύπτει είναι αν μπορεί αυτή η θετική εικόνα να συνεχιστεί ή αν θα υπάρξουν διαφοροποιήσεις κατά τη διάρκεια του έτους.

Πειραιώς: Ισχυρό το ενδιαφέρον των ξένων θεσμικών για το ομόλογο των €500 εκατ.

Ειδικότερα, σύμφωνα και με τον Ηλία Λεκκό,  Επικεφαλής Οικονομικής Ανάλυσης & Επενδυτικής Στρατηγικής της τράπεζας αναφέρονται τα εξής:

Στην κατηγορία των επενδύσεων σταθερού εισοδήματος, η θετική μας άποψη προς τα κρατικά ομόλογα ΗΠΑ και Ευρωζώνης δικαιώθηκε τους τελευταίους δύο μήνες του 2023 με τον πιο θεαματικό τρόπο. Η έγκαιρη – ίσως και πρόωρη – τοποθέτηση μας επιβεβαιώθηκε καθώς η πτώση των επιτοκίων (και άρα η άνοδος των τιμών των ομολόγων) συντελέστηκε με τέτοια ταχύτητα που άφησε εκτός αγορών όσους περίμεναν πιο ξεκάθαρα σημάδια για να αυξήσουν τις τοποθετήσεις τους. Παρά την πρόσφατη διόρθωση τους, τα επιτόκια σε ορίζοντα 3-4 ετών εξακολουθούν και βρίσκονται σε επίπεδα υψηλότερα των δικών μας εκτιμήσεων για τα μακροχρόνια επίπεδα ισορροπίας, γεγονός που σημαίνει ότι τα κρατικά ομόλογα εξακολουθούν να παρουσιάζουν θετικές προοπτικές.

Στον αντίποδα, οι προσδοκίες μας για την πορεία των μετοχικών αγορών είναι περισσότερο πολυεπίπεδες. Όπως ήδη αναφέραμε οι προσδοκίες για πτώση των επιτοκίων χωρίς ύφεση δημιουργούν ένα περιβάλλον θετικό για τις μετοχικές αγορές. Ωστόσο, οι υψηλές υφιστάμενες αποτιμήσεις σε όρους P/E, το χαμηλό premium έναντι των ομολόγων (Equity Risk Premium) καθώς και το μικρό εύρος της αγοράς αφήνουν λίγα περιθώρια ανόδου, ενώ ταυτόχρονα, δημιουργούν

ρίσκα για διόρθωση στις αγορές σε περίπτωση που η οικονομική επιβράδυνση οδηγήσει σε χαμηλό ή αρνητικό ρυθμό αύξησης της κερδοφορίας (negative EPS growth). Για το λόγο αυτό, διατηρούμε την ήπια αρνητική άποψη μας και στρεφόμαστε σε αμυντικούς κλάδους, σε κλάδους υψηλής μερισματικής απόδοσης (Dividend Aristocrats στις ΗΠΑ και εταιρίες Κοινής Ωφέλειας στην Ευρωζώνη) καθώς και κλάδους που προσφέρουν ευκαιρίες εξαιτίας των χαμηλών αποτιμήσεων τους, όπως η Ενέργεια και οι Τράπεζες.

Η προσδοκία μας είναι ότι σε δεύτερο χρόνο, τυχόν διόρθωση των αγορών, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι από τα μέσα του 2024 οι αγορές θα αρχίσουν να προεξοφλούν τα κέρδη του 2025, είναι πιθανό να δημιουργήσουν ένα παράθυρο για εκ νέου μεταβολή στις απόψεις μας για μετοχές σε θετική.

Τα Ρίσκα

Στην αγορά ομολόγων οι παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε αρνητικές αποδόσεις είναι δύο: α) το τελικό επίπεδο ισορροπίας των επιτοκίων, δηλαδή το επίπεδο στο οποίο θα καταλήξει ο καθοδικός κύκλος νομισματικής πολιτικής να είναι υψηλότερο από αυτό των εκτιμήσεων μας, γεγονός που θα περιορίσει την περαιτέρω άνοδο των τιμών των ομολόγων, και β) η τελική πορεία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού προς το στόχο του 2,0% να είναι πιο αργή και ευμετάβλητη από αυτή που αναμένουμε.

Στο κομμάτι των μετοχών, η πολυαναμενόμενη διόρθωση η οποία θα μας δώσει την ευκαιρία να αλλάξουμε την άποψη μας σε θετική μπορεί να μην πραγματοποιηθεί. Εάν η επιβράδυνση της οικονομίας δεν πραγματοποιηθεί, τότε είναι πιθανό και η κερδοφορία των επιχειρήσεων να παραμείνει αυξητική ενώ και η πτώση των πραγματικών επιτοκίων ενδέχεται να στηρίξει ακόμα υψηλότερα επίπεδα P/E. Σε αυτό το ενδεχόμενο είναι πολύ πιθανό οι χρηματιστηριακοί δείκτες S&P500 και EuroStoxx να συνεχίσουν να καταγράφουν νέα υψηλά.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επιχειρήσεις
ΕΣΕΕ: Πόσο πιο ακριβά πληρώνουν τα δάνεια οι ελληνικές επιχειρήσεις [γραφήματα]
Επιχειρήσεις |

Ασφυξία στις επιχειρήσεις από τις υψηλές προμήθειες - Η ανάλυση ΕΣΕΕ [γραφήματα]

H κατανομή της χρηματοδότησης σε μια οικονομία είναι εξαιρετικά κρίσιμη καθώς μπορεί, σε αρκετές περιπτώσεις, να αλλάξει δραματικά τον ανταγωνισμό, επισημαίνεται σε ανάλυση της ΕΣΕΕ