Είναι γεγονός ότι σε πολλές χώρες της Ευρώπης, το πολιτικό σκηνικό έχει πάψει προ πολλών ετών – και σίγουρα πριν την εμφάνιση της πανδημίας – να θυμίζει τον παλιό καλό (ή κακό) δικομματισμό. Φαίνεται δε πως σύντομα, υπό την επήρεια και του σοκ που προκάλεσε η Covid-19, κάτι ανάλογο πρόκειται να συμβεί και σε άλλες.

Στην Ιταλία, για παράδειγμα, όχι απλώς δεν υφίσταται εδώ και καιρό αυτό που μάθαμε να χαρακτηρίζουμε ως δικομματισμό, αλλά τα κόμματα που τον εξέφραζαν έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα. Οι Δημοκρατικοί, για παράδειγμα, συνεχίζουν τις χαμηλές πτήσεις μακριά από την πρώτη θέση, ενώ η μπερλουσκονική Δεξιά – που ούτως ή άλλως μικρή σχέση έχει με την παλιά Χριστιανοδημοκρατία – πιθανώς θα χαθεί μαζί με τον ιδρυτή της.

Αντ’ αυτών, ρόλο πρώτων… βιολιών έχουν αποκτήσει η εθνικιστική και ξενόφοβη Λίγκα του Ματέο Σαλβίνι, καθώς και το πολυσυλλεκτικό και πολιτικά νεφελώδες Κίνημα των Πέντε Αστέρων – ενώ παράλληλα, ενισχύεται και η ορίτζιναλ Ακροδεξιά της Τζόρτζια Μελόνι και των Αδελφών της Ιταλίας.

Το «δημοκρατικό μέτωπο»

Στη Γαλλία, επίσης, η εμφάνιση στο προσκήνιο του Εμανουέλ Μακρόν στις εκλογές του 2017 διέλυσε κυριολεκτικά τις παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές, αντλώντας ψήφους από παντού, στο όνομα του «δημοκρατικού μετώπου». Ρεπουμπλικάνοι και Σοσιαλιστές προσπαθούν, έκτοτε, να συνέλθουν από το πολιτικό σοκ και να βρουν τη νέα τους ταυτότητα, χωρίς ωστόσο να το έχουν καταφέρει.

Πλέον, στη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα της Ευρώπης, το σκηνικό πέραν του κυβερνώντος κόμματος είναι κατακερματισμένο και κανείς δεν καταφέρνει να ξεχωρίσει καθαρά – πλην, βεβαίως, της Μαρίν Λεπέν, που προωθεί συστηματικά το… ρετουσαρισμένο της προφίλ.

Αλλά και στην Ισπανία, η παντοκρατορία του Λαϊκού και του Σοσιαλιστικού Κόμματος κλονίστηκε εμφανώς μετά την προηγούμενη κρίση και τη συγκρότηση των Podemos, οι οποίοι γρήγορα βρέθηκαν και στην κυβέρνηση.

Παράλληλα, η εμφάνιση ορμητικά στο προσκήνιο τόσο των Καταλανών εθνικιστών – με αφορμή το δημοψήφισμα του 2017 και τα δραματικά γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν – όσο και του ακροδεξιού νεοφρανκικού Vox (που προέκυψε πρακτικά από τα «σπλάχνα» των Λαϊκών) επιτάχυναν στην αλλαγή του πολιτικού σκηνικού. Μια αλλαγή που δεν θα «αποκατασταθεί» όσο κι αν οι δύο μεγάλοι πάρουν πάλι τα πάνω τους.

Οι Πράσινοι είναι μια κάποια λύση

Όλα δείχνουν δε πως και η Γερμανία οδεύει προς την ίδια κατεύθυνση, ενόψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου – των πιο κρίσιμων στη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών – οι οποίες και θα ανοίξουν την μετά-Μέρκελ εποχή.

Πράγματι, εφόσον οι δημοσκοπήσεις επαληθευτούν, τότε οι Πράσινοι της Αναλένα Μπέρμποκ δεν θα κερδίσουν απλώς τη δεύτερη θέση από τους παραπαίοντες Σοσιαλδημοκράτες, κάτι που ούτως ή άλλως θεωρούνταν δεδομένο. Θα διεκδικήσουν την πρωτιά και την καγκελαρία από τη Χριστιανική Ένωση (CDU-CSU), που βιώνει τη δική της βαθιά κρίση, προκαλώντας τη μεγαλύτερη ανατροπή στη μεταπολεμική ιστορία της συντηρητική πολιτικά Γερμανίας.

Έχουν, άραγε, κάτι κοινό όλες οι παραπάνω εξελίξεις; Το «κλειδί» για την απάντηση σε αυτό το ερώτημα φαίνεται πως βρίσκεται σε ένα όνομα – αυτό του Μάριο Ντράγκι.

Το μοντέλο Ντράγκι

Ο τέως διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πέτυχε κάτι που θα ζήλευε και ο πιο ικανός πολιτικός, αποδεικνύοντας πως είχαν άδικο όσοι είχαν σπεύσει να τον χαρακτηρίσουν ψυχρό τεχνοκράτη: Κατάφερε να ενώσει στο πλευρό του σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού (πλην της Μελόνι), απευθύνοντας πρακτικά ένα εθνικό προσκλητήριο για… πόλεμο.

Βεβαίως, παρά το γεγονός ότι οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ (και τη Φρανκφούρτη) γνώριζαν πως ο Ντράγκι έτρεφε μεγάλες πολιτικές φιλοδοξίες, είναι προφανές ότι δεν θα έφτανε στο επίτευγμά του εάν αυτό δεν ανταποκρινόταν στις ανάγκες – και τους φόβους – της ιταλικής ελίτ. Σε όλα αυτά, δηλαδή, που την ανάγκασαν, μετά από δεκαετίες πειραματισμών και μπροστά στην ορμητικότητα της κρίσης, να αναζητήσει τη σιγουριά και τη σταθερότητα που (εκτιμά ότι) μπορεί να της προσφέρει το αποκαλούμενο «Κέντρο».

Έτσι, συγκροτήθηκε μια κυβέρνηση της οποίας ηγείται ένας εξόχως πολιτικοποιημένος τεχνοκράτης, με την ελπίδα να αδράξει την ευκαιρία για μια μεγάλη τομή που προσφέρουν τα 200 και πλέον δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης. Και ταυτόχρονα, να αποφύγει κάποιο νέο ανεπιθύμητο εκτροχιασμό προς τα αποκαλούμενα «άκρα», είτε αυτά που υπάρχουν είτε αυτά που επωάζονται.

Μακρόν, ο πρώτος διδάξας

Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε, βεβαίως, ότι πρώτος που κλήθηκε να υπηρετήσει αυτό τον στόχο ήταν ο Μακρόν. Στο φόντο μιας κοινωνίας που κυριολεκτικά «έβραζε», μπροστά στην κρίση του παραδοσιακού πολιτικού προσωπικού και την ενίσχυση των «ακραίων» και από τις δύο πλευρές, ο μέχρι τότε σχεδόν άγνωστος πολιτικός ήρθε να συσπειρώσει τον χώρο του «Κέντρου», απαρνούμενος τους παλιούς διαχωρισμούς και την ιδεολογική ταμπέλα.

Οι Γερμανοί Πράσινοι θα επιχειρήσουν, πρακτικά, κάτι ανάλογο. Έχοντας προ πολλού πετάξει από πάνω τους κάθε ριζοσπαστικό στοιχείο του παρελθόντος και αφού το σύστημα έχει δοκιμάσει την ικανότητα και την αξιοπιστία τους στη διακυβέρνηση σε όλα τα επίπεδα, τώρα εμφανίζονται έτοιμοι για το μεγάλο βήμα – καβάλα και στο κύμα της «πράσινης οικονομίας».

Έτσι, εκτός των άλλων, εκτιμάται ότι θα υπάρξει ένα… άρωμα πολιτικής ανανέωσης, χωρίς να αναγκαστούν οι Γερμανοί να το αναζητήσουν κάπου αλλού, σε ένα πολύ πιο απρόβλεπτο πολιτικό μόρφωμα.

Ανάχωμα στον λαϊκισμό;

Βρήκαν, λοιπόν, την πολυπόθητη χρυσή τομή οι ευρωπαϊκές ελίτ που θα τους επιτρέψει να αποφύγουν ένα νέο κύμα «λαϊκισμού» (όπως συλλήβδην χαρακτήρισαν τις πολιτικές ανατροπές της προηγούμενης περιόδου); Και βρήκε, άραγε, το λεγόμενο «Κέντρο» το περιεχόμενο που επί τόσες δεκαετίες έδειχνε να μην έχει;

Δυστυχώς για όσους και όσες υποστηρίζουν αυτή την εκδοχή, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ασφαλώς, οι κοινωνίες παραμένουν σε κατάσταση σοκ για να καταλάβουν τι ακριβώς συμβαίνει και δίνουν προτεραιότητα στο να καταφέρουν να σταθούν στα πόδια τους με οποιοδήποτε τρόπο.

Αργά ή γρήγορα, όμως, θα χαραχθούν οι νέες διαχωριστικές γραμμές. Αυτές που ακόμη κι αν δεν υπακούσουν στο παραδοσιακό δίπολο «Αριστερά και Δεξιά», θα έχουν σίγουρα σαφή κοινωνική αναφορά και θα αναζητήσουν πολιτική έκφραση.

Ή πυροκροτητής;

Όπως έγραψε στους Financial Times η Κατερίνε Φίεσι: «Ορισμένοι ενδέχεται να ισχυριστούν ότι το Κέντρο, είτε πραγματικό είτε φανταστικό, δεν είναι δα και τόσο κακό μέρος για να στοχεύσει κανείς και, για τον λόγο αυτό, θα έπρεπε όλοι να αισθανθούμε ανακουφισμένοι. Όμως, το παράδοξο είναι πως, μέσα στην έλλειψη κάθε νοήματος που το διακρίνει, αυτό το Κέντρο-φάντασμα μπορεί να πυροδοτήσει ακριβώς αυτή την τάση αναπλήρωσης η οποία πυροδότησε το μεγάλο λαϊκιστικό ρεύμα – σε Δύση και Ανατολή».

Και ας μην ξεχνούν κάποιοι ότι η ιστορία των κρίσεων στις ανθρώπινες κοινωνίες – φυσικά και στον καπιταλισμό – είναι ταυτισμένη με τα «άκρα».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα
Ακρίβεια: Άτυπο debate κυβέρνησης – αντιπολίτευσης για το κάλεσμα Μητσοτάκη σε «απολογία» στη Βουλή
Επικαιρότητα |

Άτυπο debate κυβέρνησης – αντιπολίτευσης για το κάλεσμα Μητσοτάκη σε «απολογία» στη Βουλή

Αίτημα ΣΥΡΙΖΑ για προ ημερησίας συζήτηση. Η τελευταία συζήτηση επί του ζητήματος προκλήθηκε από τον τότε αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα το 2021.

Πρωτογενές πλεόνασμα: Η κυβέρνηση πανηγυρίζει – Για πλεόνασμα ακρίβειας μιλούν τα κόμματα
Επικαιρότητα |

Η κυβέρνηση πανηγυρίζει για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2023 – Για πλεόνασμα ακρίβειας μιλούν τα κόμματα

Όπως ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, το πρωτογενές αποτέλεσμα για το 2023 ανήλθε σε 1,86% του ΑΕΠ, έναντι στόχου για 1,15% – Η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση ότι είπε ψέματα πως μείωσε τους φόρους