Η απουσία του ενδιαφέροντος για συμμετοχή στις συναλλαγές είναι εμφανής στους ρυθμούς συναλλαγών, αλλά και στην δυναμική των μετοχών που ανήκουν σε κλάδους που στην τρέχουσα συγκυρία προτιμώνται στα διεθνή χρηματιστήρια και κυρίως στα ευρωπαϊκά. Αυτό που συμβαίνει εκεί, σχετίζεται με τον ανταγωνισμό που υπάρχει ανάμεσα στις επενδύσεις σε κρατικά κυρίως ομόλογα και στις μετοχικές αξίες. Πρόσφατα οι ανησυχίες για εκτίναξη των πληθωριστικών πιέσεων λήφθηκαν υπόψη από τους αρμόδιους της Fed και το ανέφεραν εμμέσως αλλά χθες η δημοσίευση των πρακτικών από την τελευταία συνάντηση της FOMC της επιτροπής της Fed που αποφασίζει για τη νομισματική της πολιτική έδειξε ότι: Αρκετοί υπεύθυνοι χάραξης της πολιτικής της Fed δήλωσαν ότι ένιωθαν ότι η οικονομία πλησίαζε το σημείο όπου η κεντρική τράπεζα θα έπρεπε να ξεκινήσει τη σύσφιξη στα μέτρα χαλάρωσης.

Ωστόσο, ακόμη και από αυτούς, ορισμένοι έχουν δηλώσει ότι θα χρειαστούν αρκετές συναντήσεις για την διαμόρφωση και την ανακοίνωση ενός σχεδίου μείωσης των αγορών ομολόγων. Οι αγορές αντέδρασαν με στροφή των κεφαλαίων σε ομόλογα και έτσι η απόδοση των 10 ομολόγων αναφοράς έφθασαν στο 1,31% που είναι κοντά στα χαμηλά του Φεβρουαρίου και σε κάθε περίπτωση δεν συγκρίνεται με τις αποδόσεις των χρηματιστηρίων της Νέας Υόρκης.

Αυτό αναγκάζει όσους ενδιαφέρονται για σημαντική απόδοση των κεφαλαίων τους να στρέφονται σε μετοχικές αξίες. Ενώ συνεχίζεται η αύξηση της κερδοφορίας των εισηγμένων, κίνδυνος για μεγάλη βουτιά στις αποτιμήσεις δεν υπάρχει. Οι μεγάλες διορθώσεις έρχονται, όταν οι υποκείμενες οικονομίες βρίσκονται στο κατώφλι ή εντός μιας ύφεσης. Αλλά η οικονομία των ΗΠΑ καλπάζει και δεν πάνε άσκημα και αυτές των χωρών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Άρα, τα χρηματιστήρια θα κινούνται ανοδικά, αλλά όπως δείχνει η ως τώρα πορεία της, αυτή την τάση δεν είναι απαραίτητο να την παρακολουθήσει η Αθήνα.

Τα αίτια μιας απότομης μεταστροφής στη διάθεση για ρίσκο από ελληνικές μετοχικές αξίες, αναζητούν όλοι οι εμπλεκόμενοι. Τα εντοπίζουν δε στη μετάλλαξη δέλτα, στα πάρτι, στην δυναμική των μετοχών των εταιριών που ενεπλάκησαν σε διαδικασίες αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, στην κυβέρνηση που δεν μπορεί να πείσει για την αναγκαιότητα των εμβολιασμών, στον καύσωνα, ως… την “γκαντεμιά που μας δέρνει”. Είναι εκείνοι που αθροίζουν την εποχή που το χρηματιστήριο βάλτωνε στα χρόνια των μνημονίων με την αδυναμία που εμφανίζεται τώρα, να ακολουθήσει τα ευρωπαϊκά και αντί αυτού υποχωρεί χωρίς όγκους. Γιατί όλοι φοβούνται, αλλά δεν το ομολογούν, πως ένα δεύτερο καλοκαίρι χωρίς τουρισμό  θα προκαλέσει πολλούς χειμώνες στην ανάπτυξη της χώρας. Ευτυχώς που η ζωή δεν επαληθεύει το χειρότερο σενάριο στην ελληνική οικονομία και πάντα τα καταφέρνει ελαφρώς καλύτερα από αυτό.

Θα επιχειρήσουμε μια σχετικά απλή προσέγγιση στο φαινόμενο της ελληνικής αγοράς. Δηλαδή στο γιατί δυσκολεύεται να αποκτήσει σταθερότητα στην ανοδική της τάση, ενώ τα περισσότερα χρηματιστήρια του πλανήτη από το φθινόπωρο πέρυσι, με την είδηση της κυκλοφορίας των εμβολίων  βαδίζουν σταθερά με ενδιάμεσα φυσικά κάποιες διορθώσεις ψηλότερα.

Φέτος, ο δείκτης Euro Stoxx Banks σημείωσε άνοδο 26% – σε σύγκριση με αύξηση 14,5% για τον ευρύτερο δείκτη αναφοράς Euro Stoxx 600- και πρόσφατα ανέκτησε όλο το έδαφος που έχασε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Μερικές μεμονωμένες μετοχές έχουν αποδώσει  ακόμα καλύτερα. Η Ισπανική Banco de Sabadell SA, η οποία είχε σφυροκοπηθεί κατά την περίοδο των lockdown λόγω της πανδημίας, αυξήθηκε κατά 60% το 2021, ενώ η γαλλική τράπεζα Société Générale SA σημείωσε άνοδο σχεδόν 50%. Η  ανάκαμψη ξεκίνησε τον Νοέμβριο, αφού άρχισαν να εμφανίζονται νέα για επιτυχημένες εξελίξεις στο μέτωπο των εμβολίων. Η βελτίωση των οικονομικών προοπτικών της περιοχής και η χαλάρωση της απαγόρευσης για παροχή μερισμάτων από  τις τράπεζες έδωσαν περαιτέρω ώθηση.

Οι μετοχές της Deutsche Bank διαπραγματεύονται πάνω από τα επίπεδα που βρισκόντουσαν  πριν από την πανδημία. Μετά από χρόνια απώλειες, ο διευθύνων σύμβουλος Christian Sewing ξεκίνησε μια αναθεώρηση το 2019 με επίκεντρο τη μείωση του κόστους. Μια πιο λιτή τράπεζα και μια άνοδος στη δραστηριότητα της αγοράς βοήθησαν την τράπεζα νωρίτερα το 2021, να δημοσιεύσει το ισχυρότερο τρίμηνο της σε επτά χρόνια. Η χαμηλή παρουσία επισφαλών χρεογράφων στον ισολογισμό της βοήθησε επίσης. Σε μεγάλο βαθμό, οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών έχουν αυξηθεί πολύ φέτος, επειδή μειώθηκαν πάρα πολύ το 2020. Και ενώ τα κέρδη ήταν εντυπωσιακά, η άνοδος συμβαδίζει με τον δείκτη τραπεζών S&P 500 στις ΗΠΑ. Σε χρονικό πλαίσιο ενός έτους, οι τράπεζες των ΗΠΑ, οι οποίες είναι πολύ πιο κερδοφόρες, έχουν καλύτερες επιδόσεις.

Τα προ πανδημίας επίπεδα της αγοράς ήταν  για τον ΓΔ γύρω από τις 920 μονάδες με ανώτερο σε κλείσιμο το 2020 τις 949 περίπου. Για τον ΔΤΡ τα επίπεδα  που βρισκόταν όταν ξεκίνησε η κατηφόρα ήταν σε κλείσιμο οι 798 μονάδες και το ανώτερο το 2020 για αυτόν, όταν κορύφωσε ο ΓΔ, ήτοι στις 24/1/20 ήταν στις μονάδες.  Από αυτά και μόνο γίνεται σαφές πως ο κλάδος που στήριξε επί χρόνια την αγορά, παρουσιάζει τεράστια υστέρηση έναντι του μέσου όρου. Διότι χθες ο ΓΔ ήταν στις 878 μονάδες ήτοι -4,6% χαμηλότερα από το ξεκίνημα της κατηφόρας λόγω πανδημίας και -7,5% από την κορυφή του 2020. Τα ίδια μεγέθη για τον ΔΤΡ είναι -39,5% χαμηλότερα από τον κορύφωσή του το 2020 και -33% από την τιμή του πριν την πανδημία.  Οι ξένοι θεσμικοί δε αποφασίζουν με βάση το βραχυπρόθεσμο μέλλον, καθώς αναγνωρίζουν ότι η πανδημία και οι πληθωριστικές πιέσεις μπορούν να αλλάξουν δραστικά τα πλαίσια για την παγκόσμια ανάπτυξη, στο διάστημα από το φθινόπωρο και μετά.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Xρηματιστήριο Αθηνών