H κοινωνία μας αντιμετωπίζει μία ιδιόρρυθμη κατάσταση στους εμβολιασμούς αφού ο καθένας καλείται να αποφασίσει σχετικά.

Εχουμε μετρήσεις που δείχνουν ότι η κοινή γνώμη τάσσεται υπέρ των εμβολιασμών (περίπου 72%), γεγονός που δείχνει ότι πιστεύουν ότι ο εμβολιασμός έχει υψηλές πιθανότητες να έχει όφελος και χαμηλή πιθανότητα παράπλευρων απωλειών. Υπάρχουν όμως και συμπολίτες μας που πιστεύουν ότι το εμβόλιο φέρει υψηλή πιθανότητα να έχει σοβαρές αρνητικές συνέπειες ενώ ταυτοχρόνως η πιθανότητα να νοσήσεις σοβαρά από τον COVID είναι ελάχιστη.

Μία παρόμοια απόφαση αναφέρεται στα οικονομικά ως απόφαση που λαμβάνεται υπό συνθήκες αβεβαιότητας. Οι αποφάσεις αυτές επί δύο αιώνες περίπου καλύπτονταν από τη λεγόμενη θεωρία της «αναμενόμενης χρησιμότητας», μία θεωρητική κατασκευή που στηριζόταν στην ορθολογική σκέψη που πολύ απλά υπολογίζει την αναμενόμενη απώλεια ως το γινόμενο της πιθανότητας να εμφανιστεί και του μεγέθους της απώλειας. Αυτό είναι το κριτήριο αυτών που κάνουν το εμβόλιο και δεν καταλαβαίνουν πώς μπορεί κάποιος να σκέπτεται διαφορετικά. Ομως, στις αρχές του 21ου αιώνα το Νόμπελ των Οικονομικών πήγε σε δύο ψυχολόγους (Kahneman και Tversky) που διατύπωσαν τη «θεωρία των προοπτικών». Σύμφωνα με αυτήν, πάρα πολλοί άνθρωποι δεν παίρνουν αβέβαιες αποφάσεις με ορθολογικά κριτήρια αλλά σκέπτονται με βάση τον φόβο απώλειας.

Στην περίπτωση της απώλειας ο φόβος είναι πολύ μεγαλύτερος από την ευχαρίστηση που προκαλεί μία «ισοδύναμου μεγέθους» καλή έκβαση. Επιπροσθέτως όσο περισσότερο έχουμε τον φόβο της απώλειας, τόσο μεγαλύτερη σημασία δίνουμε στις μικρές πιθανότητες να εμφανιστούν σπάνια αρνητικά γεγονότα που μπορεί να την προκαλέσουν. Διπλό λοιπόν το κακό στον ορθολογισμό! Οταν τα ΜΜΕ (ιδίως δε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης) υπερτονίζουν τα σπάνια αρνητικά γεγονότα και έτσι το κακό μεγαλώνει περισσότερο!

Η Ελλάδα είναι μία ακραία χώρα που κυριαρχείται από τις συμπεριφορές αποφυγής απώλειας. Από έρευνες που έχουμε κάνει στο ΕΚΠΑ 12% των πολιτών σκέφτονται ορθολογικά, 25% μη ορθολογικά και 60% χαρακτηρίζονται από μεγάλη αποφυγή της αβεβαιότητας. Τα συμπεράσματά μας επιβεβαιώνονται και από διεθνείς έρευνες (Global Preferences Survey, 2018) και είμαστε μαζί με την Ισπανία, την Ουγγαρία, την Πορτογαλία. Στον αντίποδα βρίσκονται το Ισραήλ, η Σουηδία, οι ΗΠΑ κ.λπ.

Συμπερασματικά, η ελληνική κοινωνία κατά πλειοψηφία αποστρέφεται τον κίνδυνο και πιστεύει στα οφέλη του εμβολιασμού. Η μειοψηφία όμως, που αποτελεί και το πρόβλημα για να αντιμετωπιστεί ο COVID, αναζητά τον κίνδυνο και υπερτονίζει τις μικρές πιθανότητες των παρενεργειών.

Αυτοί μπορούν να πειστούν μόνο με μία συνεχόμενη ενημερωτική εκστρατεία για του κινδύνους του COVID (όχι τα οφέλη των εμβολιασμών) ενώ παράλληλα πρέπει να πάψουν να υπερτονίζονται οι εξαιρετικά σπάνιες παρενέργειες των εμβολιασμών παίρνοντας το ορθό μερίδιο που τους αναλογεί στην ενημέρωση του κοινού.

Δηλαδή η επικοινωνία θα πρέπει να έχει καθαρό μήνυμα στόχευσης (τα οφέλη δεν ενδιαφέρουν ιδιαίτερα, όπως και τα 150 ευρώ!). Αντιθέτως, πρέπει να προβληθούν οι κίνδυνοι για να περιοριστεί η διάθεση ανάληψης κινδύνου. Οι δαπάνες ενημέρωσης που θα πρέπει να διατεθούν να είναι πολύ σοβαρές, γιατί εάν ελπίζουμε ότι μόνο η υποχρεωτικότητα θα λύσει το πρόβλημα κάνουμε λάθος. Χρόνιες συμπεριφορές αντιμετωπίζονται κυρίως με παρακινητικές και όχι υποχρεωτικές πολιτικές.

Ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι καθηγητής ΕΚΠΑ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts