Από τη Νέα Υόρκη, όπου βρίσκεται για να συμμετάσχει στις εργασίες της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ο βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον έστειλε το μήνυμα ότι η κυβέρνησή του θα κάνει «ό,τι είναι δυνατόν» για στηρίξει τις ενεργειακές εταιρείες της χώρας που αγωνίζονται για να επιβιώσουν από το τσουνάμι των αυξήσεων των τιμών του φυσικού αερίου που τις σαρώνει.
Το BBC θεωρεί ότι η κυβέρνηση του Λονδίνου πρόκειται εντός των επόμενων ημερών να εγγυηθεί για τη δανειοδότηση των ενεργειακών επιχειρήσεων από τις τράπεζες.
Η εκτίναξη των διεθνών τιμών του φυσικού αερίου έφερε τις βρετανικές εταιρείες ενέργειας σε θέση να μη μπορούν να τηρήσουν τις συμβατικές υποσχέσεις προς τους πελάτες τους και ως εκ τούτου να έχουν σταματήσει να επιζητούν την αύξηση του πελατολογίου τους. Ήδη πέντε μικρές εταιρείες του κλάδου έχουν χρεοκοπήσει από τις αρχές Αυγούστου στη Βρετανία ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες του βρετανικού Τύπου, άλλες τέσσερις βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού.
«Πρέπει να δράσουμε το συντομότερο για να διασφαλίσουμε ότι θα έχουμε τις προμήθειες που θέλουμε και ότι δεν θα αφήσουμε τις εταιρείες από τις οποίες εξαρτώμαστε να καταρρεύσουν. Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε, αλλά η κατάσταση θα βελτιωθεί όταν η αγορά ξεκινήσει να τα βγάζει πέρα μόνη της, καθώς η παγκόσμια οικονομία ξαναστέκεται στα πόδια της», δήλωσε χαρακτηριστικά χθες το βράδυ από τη Νέα Υόρκη ο Τζόνσον, προσθέτοντας ότι έχει «μεγάλη εμπιστοσύνη στις βρετανικές εφοδιαστικές αλυσίδες».
Η κορυφή του παγόβουνου
Το Σάββατο ο βρετανός υπουργός Επιχειρήσεων και Ενέργειας Κουαζί Κουαρτένγκ είχε γίνει αποδέκτης αγωνιωδών εκκλήσεων από μεγάλους ενεργειακούς ομίλους της χώρας, καθώς «τέσσερις ακόμα προμηθευτές ενδέχεται να καταρρεύσουν τις επόμενες 10 ημέρες λόγω των επιπέδων-ρεκόρ στα οποία έφθασαν οι τιμές του αερίου και της ενέργειας», όπως σημειώνουν οι «Financial Times». Η εφημερίδα τονίζει ότι οι διευθύνοντες σύμβουλοι των μεγαλύτερων προμηθευτών ενέργειας της χώρας φοβούνται ότι οι πέντε εταιρείες που ανέστειλαν τη λειτουργία τους – σ’ αυτές περιλαμβάνεται και η People’s Energy and Utility Point με πελάτες 570.000 οικιακούς καταναλωτές – δεν αποτελούν παρά την κορυφή του παγόβουνου.
«Περαιτέρω πτωχεύσεις τις επόμενες 7 με 10 ημέρες θα φέρουν 1 εκατ. καταναλωτές στην ανάγκη να μεταφερθούν σε νέους παρόχους», γράφουν οι «FT». Και η ανησυχία είναι, όπως εξηγεί η εφημερίδα, ότι οι προμηθευτές που θα αναλάβουν τους καταναλωτές που πτώχευσε η εταιρεία τους θα πρέπει να τηρήσουν τις υπεσχημένες από τις πτωχευμένες εταιρείες τιμές ενέργειας. Υποχρέωση που θα επιβαρύνει τους ισολογισμούς τους και ως εκ τούτου θα αποδυναμώσει και τους μεγαλύτερους «παίκτες» στον βρετανικό ενεργειακό κλάδο.
Κρίσιμες διαβουλεύσεις
Η ειδικευμένη σε εταιρείες του κλάδου εταιρεία συμβούλων Baringa θεωρεί ότι «λιγότεροι από 10 προμηθευτές ενέργειας θα βγάλουν τον επερχόμενο χειμώνα». Στα τέλη του περασμένου Μαρτίου στη Βρετανία δραστηριοποιούνταν 49 εγχώριοι προμηθευτές, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ρυθμιστικής αρχής Ofgem. Ο Κουαρτένγκ συζήτησε την Κυριακή την κατάσταση με στελέχη της ρυθμιστικής αρχής και σήμερα θα συμμετάσχει σε συνάντηση στρογγυλής τραπέζης με εκπροσώπους της ενεργειακής βιομηχανίας «για να σχεδιάσουν ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση».
Ο Κουαρτένγκ ήταν πάντως καθησυχαστικός χθες το βράδυ, λέγοντας ότι «η Βρετανία έχει ένα διαφοροποιημένο δίκτυο προμήθειας αερίου, με δυνατότητα να καλύψει πολύ μεγαλύτερη ζήτηση και ως εκ τούτου δεν προβλέπονται έκτακτα προβλήματα το χειμώνα αυτό». Ο βρετανός υπουργός πρόσθεσε ότι, «η έκθεσή μας, ωστόσο, στις μεγάλες διακυμάνσεις των διεθνών τιμών αερίου υπογραμμίζει τη σημασία να οικοδομήσουμε ένα ισχυρό, εγχώριο ενεργειακό τομέα ανανεώσιμης ενέργειας ώστε να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα».
Η Βρετανία είναι βέβαια μια πετρελαιοπαραγωγός χώρα, καθώς εκμεταλλεύεται πλούσια κοιτάσματα στη Βόρεια Θάλασσα. Τα κοιτάσματα αυτά δεν αρκούν, βέβαια, για να καλύψουν την εγχώρια ζήτηση και επιπλέον η κλιματική αλλαγή υπαγορεύει και στην κυβέρνηση του Λονδίνου να περιορίσει την χρήση ορυκτών καυσίμων.
«Άφαντη η κυβέρνηση»
Οι «FT» σημειώνουν ότι «το πιθανότερο είναι η κυβέρνηση να επιλέξει τη λύση των δανείων με κρατική υποστήριξη για να βοηθήσει τις εταιρείες του κλάδου να ξεπεράσουν την κρίση, αλλά υπάρχουν και άλλες λύσεις στο τραπέζι, όπως ειναι η μείωση ή η άρση κάποιων χρεώσεων στους λογαριασμούς των καταναλωτών». Το BBC τα ξημερώματα της Δευτέρας επιβεβαίωσε ότι η πλάστιγγα γέρνει προς τη λύση των εγγυημένων δανείων.
Διευθυντικό στέλεχος μιας εκ των μεγαλυτέρων ενεργειακών εταιρειών της Βρετανίας προειδοποίησε ότι η αγορά φοβάται ότι ο κίνδυνος χρεοκοπίας αγγίζει και τους μεγάλους ομίλους του κλάδου και ότι αναρωτιέται «αν θα πρέπει οι όμιλοι αυτοί να αποδείξουν ότι είναι πολύ μεγάλοι για να καταρρεύσουν», αναφέρει η εφημερίδα.
Νωρίτερα την περασμένη εβδομάδα ο σκιώδης υπουργός Επιχειρήσεων και Ενέργειας Εντ Μίλιμπαντ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «είναι άφαντη». Το στέλεχος των Εργατικών έκανε λόγο για «δομική χρεοκοπία του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού των κυβερνήσεων κατά την τελευταία δεκαετία, που κατέστησε τη χώρα ευάλωτη από ενεργειακής απόψεως, με τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές να πληρώνουν το τίμημα της πολιτικής αυτής».
Το ψύχος και οι Ρώσοι
«Οι τιμές του φυσικού αερίου στη Βρετανία και στην Ευρώπη έχουν φτάσει σε επίπεδα-ρεκόρ τις τελευταίες εβδομάδες καθώς οι αγορές φοβούνται ότι ολόκληρη η ήπειρος μπαίνει στην περίοδο του χειμώνα με ιστορικά χαμηλά ενεργειακά διαθέσιμα λόγω του παρατεταμένα ψυχρού περυσινού χειμώνα», γράφουν οι «FT». Εν τω μεταξύ, η μείωση των προμηθειών από τη Ρωσία και τα προβλήματα συντήρησης των βρετανικών εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων αερίου στη Βόρεια Θάλασσα, εμπόδισαν την αναπλήρωση των αποθεμάτων κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη Βρετανία, οι «FT» αναφέρουν επίσης ως αιτίες της ενεργειακής κρίσης τους ασθενείς ανέμους που δεν βοήθησαν στη συγκράτηση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας από την παραγωγή των ανεμογεννητριών. Σημειώνουν τέλος και τη φωτιά που ξέσπασε στο βασικό υποθαλάσσιο καλώδιο μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος από στη Βρετανία από τη Γαλλία την περασμένη Τετάρτη. «Υπάρχουν πολλές πηγές που τροφοδοτούν τις ανησυχίες για την ενεργειακή επάρκεια της χώρας το χειμώνα», διαπιστώνει η εφημερίδα.
Latest News
Ο Τραμπ δίνει «γη και ύδωρ» κινήτρων για να φέρει μεγάλες επενδύσεις πίσω στις ΗΠΑ
Ο Τραμπ αποσκοπεί σε μια κοσμογονία εγχώριων επενδύσεων στις ΗΠΑ - Η πρόταση για διευκολύνσεις στις επενδύσεις άνω του 1 δισ.
Η Ινδία κατασκευάζει το δικό της «Χόνγκ Κονγκ» - Το φαραωνικό project των 9 δισ.
Ανησυχία ότι το σχέδιο θα εξαλείψει μερικές από τις απομονωμένες φυλές που ζουν στα νησιά του αρχιπελάγους Νικομπάρ - Τι λέει η Ινδία
Από ένα KFC στην αυτοκρατορία των 3 δισ. - Ποιος είναι ο Αυστραλός επιχειρηματίας Τζακ Κάουιν
Σήμερα, ο Τζακ Κάουιν κατέχει το 98% της εταιρείας του, ενώ το υπόλοιπο 2% ανήκει σε ορισμένους από τους αρχικούς επενδυτές και μετόχους του
Οι τρεις αδύναμοι κρίκοι της ευρωοικονομίας το 2025
Θα παλέψουν με την ύφεση τη νέα χρονιά οι μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία
Ενοίκια σοκ για τους φοιτητές στο Λονδίνο μετά τις νέες αυξήσεις [γράφημα]
Τι αποκαλύπτει έρευνα για τους φοιτητές στη Βρετανία
Η πλειοψηφία των startups δεν μακροημερεύει - Η ωμή αλήθεια είναι ότι κανείς δεν νοιάζεται
Γιατί αποτυγχάνουν τόσες πολλές startups; Φυσικά, δεν υπάρχει μόνο ένας λόγος
Safran: Με το βλέμμα στις συμβάσεις του αμερικανικού στρατού
Η γαλλική εταιρεία αναμένει αύξηση των πωλήσεων κατά περίπου 10% το 2025, καθώς και τρέχοντα λειτουργικά κέρδη μεταξύ 4,7 και 4,8 δισ. ευρώ σε συγκρίσιμη βάση
Έφοδος τελωνιακών και της ευρωπαικής εισαγγελίας στα γραφεια της Adidas
Tο ένταλμα έρευνας για την Adidas ανέφερε την (ύποπτη) σωρευτική φορολογική ζημία σε περισσότερα από 1,1 δισεκατομμύρια ευρώ
Τιμές-φωτιά οι Χριστουγεννιάτικες αγορές στη Γερμανία
Ο υψηλός πληθωρισμός δεν μπορεί παρά να επηρεάσει και τις Χριστουγεννιάτικες Αγορές στη Γερμανία. Έως 7 ευρώ στοιχίζει το περίφημο «ζεστό κρασί» με μπαχαρικά.
Η αβεβαιότητα της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ αρχίζει να «δαγκώνει» την Ευρώπη - Τι εκτιμά η Goldman Sachs
H Goldman Sachs επιχειρεί να εξετάσει την επίδραση της αβεβαιότητας της εμπορικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ εντός κι εκτός ΗΠΑ