Tρεις βασικοί παράγοντες επηρεάζουν τη διεθνή οικονομική αγορά και διαμορφώνουν τις βραχυπρόθεσμες οικονομικές εξελίξεις.

Ο πρώτος είναι ότι αναβαθμίσαμε τις προβλέψεις μας για τον πληθωρισμό και μάλιστα αρκετά σε παγκόσμιο επίπεδο. Τώρα περιμένουμε ένα μέσο πληθωρισμό 5,2% (αύξηση κατά 0,7%) για το 2022, στην Ευρώπη 3,9% (από 2,5%) και στην Ελλάδα περίπου 3% (από 1,5%). Δηλαδή ο πληθωρισμός είναι πλέον υψηλότερος και μακροβιότερος. Η εξέλιξη αυτή θα δημιουργήσει πιέσεις στα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών και σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Ετσι στις ΗΠΑ αναμένουμε τέσσερις αυξήσεις 25 μονάδων βάσης στο βασικό επιτόκιο δανεισμού εντός του 2022 με κίνδυνο να προκληθεί ύφεση. Παρόμοιες κινήσεις βλέπουμε από τις Κεντρικές Τράπεζες των Ηνωμένου Βασιλείου, Καναδά κ.λπ. ενώ η ΕΚΤ είναι διστακτική διότι δεν θέλει να προκαλέσει ύφεση.

Οι δύο αυτοί παράγοντες από κοινού, θα οδηγήσουν σε μείωση των προσδοκιών παγκόσμιας μεγέθυνσης που θα κινηθούν τώρα κοντά στο 4%. Ο μέσος παγκόσμιος ρυθμός μεγέθυνσης παραμένει υψηλός αλλά έχει αδυνατίσει σε σχέση με τις προ διμήνου προβλέψεις μας.

Δύο πρόσθετα επιμέρους θέματα θα παίξουν ρόλο στη συνέχεια: η πολιτική ανοχής της Κίνας στις περιπτώσεις κρουσμάτων του Covid, που τώρα είναι πολύ αυστηρή (μη ανοχή) και οι εντάσεις του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία για την Ουκρανία. Στο πρώτο, εάν δηλαδή η Κίνα εγκαταλείψει τη μη ανοχή, η ενίσχυση της παγκόσμιας ανάπτυξης θα είναι αρκετά εντονότερη. Στο δεύτερο το σημαντικό διακύβευμα αφορά τις ενεργειακές τιμές με ευρύτερες επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία.

Στους επιμέρους τομείς στα σημαντικά ζητήματα συγκαταλέγονται οι εξελίξεις στην πανδημία που εισέρχεται σε νέα φάση. Η Ομικρον αδυνάτισε την οικονομική δραστηριότητα αλλά μέσω εθελοντικών περιορισμών. Γενικώς τα πολλά κρούσματα είναι πιθανά αλλά η επίδρασή τους στην οικονομική δραστηριότητα θα απομειώνεται.

Οι δυσκολίες στις γραμμές παραγωγής είναι περισσότερο σοβαρές από ό,τι αναμέναμε. Το υψηλότερο σημείο διαταραχής έχει περάσει αλλά το πρόβλημα παραμένει συντηρώντας την αβεβαιότητα. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα αρχίζουν να περιορίζονται παρόλο που μάλλον στην Ευρώπη η προσαρμογή τους θ’ αρχίσει μετά το 2023. Πιθανόν δηλαδή η ευρωπαϊκή πολιτική με την αργοπορία στις αυξήσεις του βασικού επιτοκίου και τη χαλαρότερη δημοσιονομική πολιτική να προσφέρει ένα περισσότερο φιλόξενο οικονομικό περιβάλλον για τα επόμενα δύο χρόνια αντιμετωπίζοντας όμως εκροές κεφαλαίων.

Οι υπερβολικές αποταμιεύσεις (2020-2021) ιδίως στην Ευρώπη αποτελούν ένα υφεσιακό παράγοντα. Στην Ελλάδα αυτός ο παράγοντας δεν παίζει τόσο σημαντικό ρόλο διότι και εδώ μιλάμε για αύξηση των αποταμιεύσεων αλλά όχι τόσο μεγάλη. Τις χρειαζόμαστε και θα πρέπει να τις προσελκύσουμε. Οι εξελίξεις στο εμπόριο ΗΠΑ – Κίνα έχουν ιδιαίτερο ρόλο ιδιαιτέρως εάν η Κίνα γίνει ένας περισσότερο ενεργητικός παίκτης στην διεθνή σκηνή.

Πάντως ο κόσμος δεν έχει αποβάλει ακόμα τους φόβους από την πανδημία και συνεπώς τα οικονομικοκοινωνικά συστήματα δεν προσαρμόζονται όπως τα οικονομικά μοντέλα προβλέπουν. Είναι όμως βέβαιο ότι ο Covid αντικαθίσταται από τον πληθωρισμό ως ο βασικός παράγοντας αβεβαιότητας της παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας.

Ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι οµότιµος καθηγητής ΕΚΠΑ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις
Experts |

Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις

Mε διαφορετικούς όρους κρατικής παρέμβασης παρατείνεται η μνημονιακή κατάργηση (Φεβρουάριος 2012) της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) που καθόριζε στην Ελλάδα επί δεκαετίες τον κατώτατο μισθό