Μετά από μαζική διαρροή που έγινε προς γερμανική εφημερίδα και κάνει το γύρο του κόσμου, αποκαλύφθηκε ότι η ελβετική τράπεζα Credit Suisse «φιλοξενούσε» αμύθητες περιουσίες πελατών που προέρχονταν από διακίνηση ναρκωτικών, ξέπλυμα χρήματος και διαφθορά.
Συνολικά, η διαρροή έχει να κάνει με 18.000 λογαριασμούς που συνδέονται με περίπου 30.000 πελάτες, ενώ το συνολικό ποσό που «χρεώνονται» ανέρχεται στα 80 δισ. ευρώ!
Μεταξύ των «εκλεκτών» πελατών μπορεί να συναντήσει κανείς τον πρώην επικεφαλής του χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ, στελέχη της κρατικής εταιρίας πετρελαίου της Βενεζουέλας, διεφθαρμένους πολιτικούς αλλά ακόμα και το Βατικανό.
Η διαρροή έγινε στη γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung ενώ πρόσβαση στα δεδομένα απέκτησε μία διεθνής κοινοπραξία μέσων μαζικής ενημέρωσης από όλο τον κόσμο. Η εφημερίδα έφτασε στο συμπέρασμα ότι η προστασία της ιδιωτικότητας των πελατών δεν είναι τίποτα άλλο από ένα φύλλο συκής που καλύπτει το ρόλο των ελβετικών τραπεζών στην συνεργασία με φοροφυγάδες.
Τι απαντά η τράπεζα
Από την πλευρά της η τράπεζα, σε ανακοίνωσή της, απέρριψε «τους ισχυρισμούς και τα συμπεράσματα σχετικά με τις υποτιθέμενες πρακτικές μας» και έκανε λόγο για «επιλεκτικές πληροφορίες που οδηγούν σε λαθεμένες ερμηνείες».
Ανέφερε, ακόμη, ότι οι ισχυρισμοί αφορούν σε μεγάλο βαθμό ζητήματα από το παρελθόν και σε κάποιες περιπτώσεις χρονολογούνται σε μια περίοδο κατά την οποία «οι νόμοι, οι πρακτικές και οι προσδοκίες από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ήταν πολύ διαφορετικοί από τώρα».
Αν και κάποιοι από τους λογαριασμούς για τους οποίους διέρρευσαν στοιχεία είχαν ανοίξει ακόμη και τη δεκαετία του ‘40, πάνω από τα δύο τρίτα άνοιξαν από το 2000. Πολλοί από αυτούς ήταν ακόμη ενεργοί την τελευταία δεκαετία και ένα μέρος τους παραμένουν ανοιχτοί σήμερα, επισημαίνει ο Guardian.
Στη δίνη των σκανδάλων
Για μεγάλο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, ο χρηματοοικονομικός κολοσσός με έδρα τη Ζυρίχη έχει περάσει από τη μια κρίση στην άλλη. Το 2014, η τράπεζα δήλωσε ένοχη ότι βοήθησε Αμερικανούς να υποβάλουν ψευδείς φορολογικές δηλώσεις και συμφώνησε να πληρώσει 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια σε πρόστιμα και αποζημίωση. Πέρυσι, συμφώνησε να πληρώσει 475 εκατομμύρια δολάρια για το ρόλο της σε ένα σχέδιο δωροδοκίας στη Μοζαμβίκη.
Latest News
Ισχυρό ξεκίνημα για την Inditex στην εορταστική περίοδο
Η Inditex φαίνεται πως πηγαίνει καλύτερα μετά τα αποτελέσματα τρίτου τριμήνου τα οποία ήταν κάτω από τις προβλέψεις
Economist: Στην πεντάδα του χρυσού «μεταλλίου» για το 2024 η Ελλάδα [πίνακες]
Η καθιερωμένη ανάλυση του Economist για το ποια οικονομία τα πήγε καλύτερα το έτος που ολοκληρώνεται σε λίγες ημέρες
Reuters: Το κενό ηγεσίας επιδεινώνει την οικονομική δυσπραγία της Ευρώπης
Αν και η Ευρώπη υπερηφανεύεται για την ανοικτή οικονομία της, οι πιο άμεσες προκλήσεις εντοπίζονται στο εμπόριο, αναφέρει το Reuters
Περιστέρια και γεράκια στην ΕΚΤ - Όταν η βασική διαφωνία δεν είναι στα επιτόκια
Την Πέμπτη πραγματοποιείται η τελευταία για φέτος συνεδρίαση της ΕΚΤ - Τα στοιχήματα για τα επιτόκια
Η οικονομική πολιτική του Τραμπ θα φέρει «καταστροφή», προειδοποιεί ο Μπάιντεν
Ο Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε εναντίον της εφαρμογής του προγράμματος Project 2025 που φέρεται να ενστερνίζεται ο Ντόναλντ Τραμπ
Είναι ένας ανταγωνιστικός κόσμος - Ποιοι πληρώνονται καλύτερα σήμερα;
Η διεθνής αγορά εργασίας αναγκάζει ορισμένες εταιρείες να πληρώνουν περισσότερα σε... φθηνότερες περιοχές
Πώς οι κινεζικές αεροπορικές βρέθηκαν να κυριαρχούν στις πτήσεις από Ευρώπη σε Ασία
Οι κινεζικές αεροπορικές εκμεταλλεύονται τις ρωσικές αντι-κυρώσεις και επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους
Το κεφάλαιο για το λίθιο στη συμφωνία ΕΕ - Mercosur που πέρασε «στα ψιλά»
Αναλυτές της ολλανδικής τράπεζας ING δήλωσαν ότι η σημασία των κρίσιμων πρώτων υλών
Merger Monday: Σε μία ημέρα έκλεισαν deals 35 δισ. δολαρίων
Η επανεκλογή Τραμπ προκαλεί ευφορία στις επιχειρήσεις και τονώνει εξαγορές και συγχωνεύσεις
Η φιλοδοξία του Τραμπ να γίνει ο απόλυτος βαρόνος του πετρελαίου ίσως αποδειχθεί ένα όνειρο - Ανάλυση Economist
Η φιλοδοξία του Ντόναλντ Τραμπ να γίνει ο απόλυτος βαρόνος του πετρελαίου μπορεί να αποδειχθεί ένα όνειρο, καταλήγει ο Economist